Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κλαύδιος Πτολεμαίος, Αστρονόμος & Αστρολόγος

 



Κλαύδιος Πτολεμαίος, Αστρονόμος & Αστρολόγος

 

Μπορούν να συνυπάρξουν αρμονικά σε ένα σύστημα οι δύο μεγάλες αντίπαλες, αστρονομία και αστρολογία;

Για ένα μεγάλο επιστήμονα της αρχαιότητας όπως ο Κλαύδιος Πτολεμαίος αυτό ήταν απόλυτα εφικτό.

Παρά τη μεγάλη φήμη που συνοδεύει από την αρχαιότητα το έργο του Κλαύδιου Πτολεμαίου, πολύ λίγα στοιχεία είναι γνωστά για τη ζωή του.

Υπάρχει διαφωνία ακόμα και σχετικά με τις χρονολογίες της γέννησης και του θανάτου του.

Το βέβαιο είναι ότι γεννήθηκε στην Πτολεμαΐδα της Αιγύπτου κάπου στα τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνα, αλλά έζησε και δίδαξε στην Αλεξάνδρεια μέχρι το θάνατο του, κατά πάσα πιθανότητα σε βαθιά γεράματα.

Χάρη στην «Παλατινή Ανθολογία» μάλιστα (η ανθολογία ελληνικών επιγραμμάτων της ρωμαϊκής εποχής που σώζονται μέχρι σήμερα) η φωνή του φτάνει ατόφια ως εμάς: «Ξέρω ότι είμαι θνητός και εφήμερος, αλλά όταν εξερευνώ τις ελικοειδείς πορείες των άστρων, τα πόδια μου δεν πατούν πια στη γη: πλάι στον ίδιο το Δία χορταίνω αμβροσία, το φαγητό των θεών», γράφει χαρακτηριστικά.

Ο Πτολεμαίος είναι ο συγγραφέας τριών βιβλίων που θεωρήθηκαν κλασικά από τους συγχρόνους του και άσκησαν πολύ μεγάλη επίδραση τόσο στον αραβικό πολιτισμό (ο οποίος άνθισε από τον 8ο μέχρι το 13ο αιώνα περίπου) όσο και στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα και στην Αναγέννηση.

    Το πρώτο είναι η αστρονομική πραγματεία «Η Μεγάλη  Σύνταξις», η οποία στην εποχή μας είναι πιο γνωστή με τη λατινική απόδοση του αραβικού τίτλου «Αλμαγέστη»  («Κιτάμπ αλ Μετζίστι», «Βιβλίο της Μεγίστης»), το δεύτερο η «Γεωγραφία» και το τρίτο η περίφημη «Τετράβιβλος».

Τα  όρια της Γης

 Στα επιστημονικά ενδιαφέροντα του Πτολεμαίου δεν υπήρχε μόνο ο ουρανός αλλά και η Γη. Με τη «Γεωγραφία» του επιχείρησε να δώσει μια εικόνα της υδρογείου συνοψίζοντας τις γεωγραφικές γνώσεις που υπήρχαν στην εποχή του, ενώ παράλληλα έδινε οδηγίες για το πώς να φτιάχνει κανείς γεωγραφικούς χάρτες. 

Στην ουσία το βιβλίο αυτό αποτελεί τον πρώτο παγκόσμιο άτλαντα.

Παρόλο που οι χάρτες του Πτολεμαίου δεν διασώθηκαν, καθώς ήταν μάλλον δύσκολο να αντιγραφούν, υπήρχαν ωστόσο στο κείμενο συντεταγμένες καθώς και οδηγίες, στις οποίες βασίστηκαν βυζαντινοί και Ιταλοί λόγιοι πολλούς αιώνες αργότερα για να τους ανασχεδιάσουν και να τους εμπλουτίσουν με νέες γνώσεις.

Η οικουμένη του Πτολεμαίου εκτεινόταν από τα Κανάρια Νησιά μέχρι την Κίνα και από τον Αρκτικό Ωκεανό μέχρι την Ανατολική Ινδία και την Αφρική. Από τα γραπτά, του φαίνεται ωστόσο ότι είχε πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι η υδρόγειος ήταν ακόμα μεγαλύτερη.

 Τα όρια του ουρανού

     Η φήμη και η εκτίμηση που απολάμβανε από τους συγχρόνους του οφειλόταν κατά μεγάλο μέρος στις αστρονομικές παρατηρήσεις που εξέθεσε με σαφήνεια και ακρίβεια στους δεκατρείς τόμους της «Αλμαγέστης».

Εκτός των άλλων, το βιβλίο αυτό αποτελεί την πιο σημαντική πηγή πληροφοριών που διαθέτουμε σήμερα σχετικά με την αστρονομία του αρχαίου κόσμου, αφού αντλεί πολλά στοιχεία και από έργα προγενέστερων αστρονόμων που δεν σώζονται (όπως για παράδειγμα τα συγγράμματα του Ιππάρχου, του επονομαζόμενου «πατέρα της
αστρονομίας»).

Ο Πτολεμαίος υιοθέτησε τη γεωκεντρική θεωρία που πρεσβεύει ότι το κέντρο του κόσμου είναι η ακίνητη και σφαιρική Γη (γύροι από την οποία κινούνται σε κυκλικές τροχιές όλα τα ουράνια σώματα) και μελέτησε την κίνηση των πλανητών για να φτιάξει ένα επαρκές γεωμετρικό μοντέλο, με βάση το οποίο να μπορεί κανείς να υπολογίσει τις θέσεις τους στο παρελθόν ή στο μέλλον.

Στην «Αλμαγέστη» ο Πτολεμαίος μιλά επίσης για τις εκλείψεις, τις ισημερίες και δίνει έναν κατάλογο 1.000 περίπου άστρων, πολλά από τα οποία καταγράφονταν τότε για πρώτη φορά.

Το βιβλίο διασώθηκε χάρη στους Άραβες λόγιους και επιστήμονες που το μετέφρασαν και το χρησιμοποίησαν ως οδηγό στις δικές τους αστρονομικές παρατηρήσεις και μελέτες.

Στη μεσαιωνική Ευρώπη ήταν κάτι σαν αστρονομική Βίβλος: το «απόλυτο» σύγγραμμα που έδινε απαντήσεις σε κάθε απορία σχετικά με τον ουρανό και τα άστρα.

Δύο φορές μεταφράστηκε από τα αραβικά στα λατινικά μέχρι να βρεθεί το 15ο αιώνα ένα αυθεντικό ελληνικό χειρόγραφο.

Θα χρειαστεί να έρθουν ο Κοπέρνικος και ο Γαλιλαίος για να επικρατήσει η ηλιοκεντρική θεωρία (σύμφωνα με την οποία η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο και όχι το αντίθετο) και να περάσουμε πια σε νέα εποχή στην αστρονομία.

 Η αστρολογία ως επιστήμη

 Για τον Πτολεμαίο η αστρολογία ανήκει στην επιστήμη επειδή υπακούει στους φυσικούς νόμους.

Εξίσου διάσημο με την «Αλμαγέστη» ήταν στην αρχαιότητα και στους μεσαιωνικούς χρόνους η «Τετράβιβλος» (πραγματεία σε τέσσερα βιβλία δηλαδή), στην οποία συνοψίζει τις αστρολογικές γνώσεις και παραδόσεις ολόκληρου του αρχαίου κόσμο εκθέτοντας παράλληλα τις αρχές της ωροσκοπικής αστρολογίας.

Βασικά πρόκειται για θεωρητικό βιβλίο και όχι για εγχειρίδιο πρακτικής χρήσης.
Κύριο μέλη μα του Πτολεμαίου είναι να βάλει την αστρολογία σε ένα φιλοσοφικό επιστημονικό πλαίσιο, διασφαλίζοντας την από την κριτική των οπαδών του ορθολογισμού και της θρησκείας.

Έτσι επιχειρεί να συστηματοποιήσει την αστρολογική γνώση, ενώ παράλληλα δεν διστάζει να απορρίψει την αριθμολογία, τη μαντεία και όλες τις πρακτικές στις οποίες δεν βρίσκει καμία λογική βάση.

Μπορεί να πει κανείς ότι αστρονομία και αστρολογία είναι κατά τον Πτολεμαίο επιστήμες που αλληλοσυμπληρώνονται.

Αν η «Αλμαγέστη» ασχολείται με την περιγραφή των ουράνιων  σωμάτων και της συμπεριφοράς τους, η «Τετράβιβλος» αφορά ένα εξίσου σημαντικό θέμα, το πώς επηρεάζουν αυτά τα ουράνια σώματα τη ζωή των ανθρώπων.

 Η αστρολογία στην καθημερινή ζωή

 Ο Πτολεμαίος δεν απορρίπτει σε καμία περίπτωση τη χρήση της αστρολογίας στην καθημερινότητα.

Θεωρεί ωστόσο ότι πρέπει κανείς να λαμβάνει πάντα υπόψη του τόσο πολλές παραμέτρους και εκδοχές (άστε είναι ουσιαστικά αδύνατο να προκόψουν ακριβή συμπεράσματα ή προβλέψεις για τα μελλούμενα.

Ως εκ τούτου, σε πρακτικό επίπεδο, η αστρολογία δεν είναι σε θέση παρά να προσφέρει μόνο συμβουλές ή παραινέσεις, στις οποίες δεν μπορούμε να βασιζόμαστε πλήρως για να προγραμματίζουμε τη ζωή μας.

Ποιος αστρολόγος που σέβεται τον εαυτό του στην εποχή μας θα απέφευγε να προσυπογράψει μια τέτοια άποψη;

 



Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ



Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

 Η ελληνική λέξη μαγεία προέρχεται από την παλαιο-περσική makus, ονομασία που χαρακτήριζε αρχικά ένα μέλος μιας αρχαίας μηδικής φυλής ή γένους ειδικευμένου σε θρησκευτικές λειτουργίες. Γνωρίζουμε ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος παραδεχόταν πως οι Μάγοι ήταν ικανοί αστρολόγοι, που γνώριζαν εμβριθώς τα μυστικά του ουρανού.

Όμως, πολύ πριν από την αρχή της χριστιανικής πε­ριόδου, το 480 π.Χ. σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τα μέλη του γένους αυτού επιδόθηκαν σε απροσδιό­ριστες πρακτικές φαρμακείας (φαρμακεύσαντες) στις όχθες του ποταμού Στρυμόνα της Θράκης.

Λίγο αργότερα, οι ίδιοι εξευμένισαν τους θυελλώδεις ανέμους στην κεντρική Ελλάδα ψάλλοντας επωδές ή γητέματα (καταείδοντες).

Οι πράξεις αυτές σε κλασικές και μετακλασικές πηγές ονομά­ζονταν συχνά γοητεία, φαρμακεία, μαγγανεία, ακόμη και μαγεία.

Εντούτοις η μαγεία δεν ήταν στην πραγματικότητα εισαγωγή από την Περσία.

Στον ελληνικό κό­σμο η αρχή της χρονολογείται σε κάποια άγνωστη εποχή και αποτελούσε πεδίο δράσης του ντόπιου κυρίως πληθυσμού, ανδρικού και γυναικείου. Γύρω στην εποχή του Ηράκλειτου (π. 500 π.Χ.) οι άν­θρωποι αυτοί (η τουλάχιστον οι άνδρες) ονομάζονταν ίσως μάγοι.

Αν όμως επρόκειτο για περιοδεύοντες επαγγελματίες, τα ονόματα που τους έδιναν πιο συχνά ήταν γόης, μάντις, αγύρτης κ.λπ.  

Αν όμως η μαγεία δεν ήταν ένα μεταγενέστερο φαινόμενο, τότε δεν βρισκόταν στο περιθώριο ού­τε της αρχαϊκής, ούτε της κλασικής, ούτε της ύστερης ελληνικής κοινωνίας.

Όπως έδειξαν πρόσφατα ο D. Jordan και άλλοι μελετητές, την εποχή που ο Πλάτων ανάπτυσσε την (κάπως περιθωριακή) φιλο­σοφική θρησκεία του, ένα μεγάλο μέρος των Αθηναίων καταριόταν τους γείτονές τους με μαγικές επι­κλήσεις και διαδικασίες. Με την πάροδο του χρόνου, από την Ελληνιστική περίοδο και εξής, η μαγεία γινόταν όλο και περισσότερο περίπλοκη και “συγκρητική", αντλώντας πολλά στοιχεία από τις ανατολικές μυστηριακές θρησκείες και ιδίως από τις παραδόσεις της Εγγύς Ανατολής και της Αίγυπτου, όπως δείχνει ο William Brashear στο άρθρο του .

Πώς άραγε ασκούσαν οι αρχαίοι Έλληνες τη μαγεία; Το μόνο βέβαιο είναι πως είχε τεθεί έξω από τη σφαίρα της επίσημης θρησκείας της πόλης. Οι τελετές της ήταν πάντοτε ιδιωτικές, και είχαν τον χαρακτήρα της μυστηριακής ή μυστικής θρησκευτικής πρακτικής.

Δεύτερον, κινητοποιούσε, χειραγωγούσε κι ακόμα και εξανάγκαζε τους δαίμονες των νεκρών (νεκυδαίμονες) ή μερικούς (συνήθως χθόνιους) θεούς, μ’ έναν αυτόματο, μηχανικό τρόπο.

Μ’ άλλα λόγια, έλειπε κατά κανόνα από τη μαγεία το στοιχείο της χάριτος ή ανταποδοτικότητας.

Για τον λόγο αυτό οι έννοιες της ικεσίας ή ευχής είτε απουσιάζουν, για παράδειγμα από τους κατάδεσμους, είτε είναι εξαιρετικά σπάνιες.

Ο Πλάτων χρησιμοποιεί τον αμφίσημο όρο πείθειν  για να υποδηλώσει το πώς ο ασκών τη μαγεία
“εξανάγκαζε” τους θεούς και τους δαίμονες να συμμορφωθούν με τις επιταγές του, που είχαν πάντοτε εγωιστικό χαρακτήρα. Οι δραστηριότητές τους επεδίωκαν άλλοτε να προξενήσουν κακό (όπως στην περίπτωση της μαύρης μαγείας, μια μορφή της οποίας αρχικά χρησιμοποιεί η Κίρκη και άλλοτε καλό.

Επειδή η μαγεία είχε τη δυνατότητα να γίνει καταστροφική (κάτι που δεχόταν ρητώς ακόμη και ο Πλάτων), ενώ οι πρακτικές της ελάμβαναν χώρα έξω από την πόλη, ανατρέποντας συχνά τις δημόσιες θρησκευτικές μορφές και ιδέες, ήταν εξ ορισμού μία αντικοινωνική δραστηριότητα.

Ο Wm. Brashear υποστηρίζει, όπως και η lies Johnston, ότι το κίνητρο της μαγείας εν γένει ήταν ίσως ο φθόνος, καθώς και η καταπίεση που ασκούσε πάνω στα μέλη της μια αγωνιστική, ανταγωνιστική κοινωνία.
Επιπλέον, αρκετοί νόμοι και άλλα κείμενα, που χρονολογούνται από τις αρχές του πέμπτου π.Χ. αιώνα και εξής και απαγορεύουν την άσκηση της μαγείας, δείχνουν ότι οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν το φαινόμενο αυτό μέρος ενός δυνάμει επιβλαβούς υποσυνόλου θρησκευτικών δραστηριοτήτων.

Παρά τον υποτιθέμενο όμως αντικοινωνικό, “ανεπίσημο” χαρακτήρα της, η μαγεία αποτέλεσε το υπόβαθρο πολλών δόκιμων λογοτεχνικών έργων και πηγή έμπνευσης για τις εικαστικές τέχνες. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του A. Corso, είναι πιθανό πως ο ίδιος ο Πραξιτέλης αλλά και άλλοι γλύπτες χρησιμοποίησαν μαγικά μέσα για να δημιουργήσουν ελκυστικά αγάλματα θνητών και θεών, που έμοιαζαν σαν να ’ταν ζωντανά.

Σήμερα που ο “ορθολογιστικός” αιώνας μας πλησιάζει προς το τέλος του, είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρο να θυμηθούμε πως η “κληρονομιά” του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού δεν εμπε­ριέχει αποκλειστικά μια δημοκρατική και ορθολογιστική αναζήτηση, αλλά περιλαμβάνει και πολλές μαγικές δοξασίες και πρακτικές, καθώς και μορφές μεσαιωνικές και νεότερης εποχής, όπως είναι εκείνες της μάγισσας και του μάγου.

Είτε όμως, όπως υποστήριξε σε πρόσφατη μελέτη ο ανθρωπολόγος Μ. Winkelman, οι μαγικές πρακτικές έχουν μια εμπειρική βάση στην παραψυχολογία είτε όχι, η μελέτη της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής μαγείας αποτελεί ένα τεράστιο και συναρπαστικό κεφάλαιο της ιστορίας της θρησκείας και της κοινωνίας.

Ο Wilamowitz αναφέρει εύστοχα πως αισθανόταν μια έντονη επιθυμία να με­λετήσει την αρχαία ελληνική μαγεία για τον εξής λόγο: “για να κατανοήσω τους Έλληνες μου, για να μπορέσω να τους κρίνω αμερόληπτα”.

 

Σημειώσεις

1 Ηρόδ. 7,113-114, 191,

2 Ο όρος μαγεία μαρτυρείται για πρώτη φορά, με απορριπτική σημασία, στο Ελένης εγκώμιον του Γοργία (DK82 Β 11,10). Στον Θεόφραστο όμως (ίστ.φυτ. 9.15.7), ο πληθυντικός μαγείαι, δηλ. “μαγικές τέχνες”, δεν έχει τέτοια φόρτιση.

3 Ο Ηράκλ. DK12 Β14 χρησιμοποιεί τον όρο μάγοι με χλευαστική διάθεση, όπως και ο Σοφοκλής (Οιδίπους. τύραννος. 387, μάγον ...μηχανορράφον) και άλλοι συγγραφείς. Ο πληθυντικός τύπος μάγοις μαρτυρείται ίσως στον Πάπυρο από το Δερβένι, του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς όμως καμία αρ­νητική σημασία.

4.Για παράδειγμα, από την εποχή του Φάουστ του L. Spohr (1815) , που βασίζεται στο θρύλο του ομώνυμου ήρωα αλλά η απώτερη πηγή του είναι κατά μεγάλο μέρος στην ελληνορωμαϊκή μαγεία, περίπου 65 όπερες γύρω από το ίδιο θέμα έχουν συντεθεί μέχρι σήμερα. Στη λογοτεχνία εξάλλου του Ρομαντισμού και στο μπαλέτο υπάρχουν άφθονα σχετικά παραδείγματα.

5.“Magic: a theoretical reassessment", Current Anthropology 23 (I), oo. 37-66.

6. DerGlaube derHeltenen, τ. a' (Berlin 1931), a 10.

 


Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ



  Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

 

Είπε ο πρόσφατα ένας τιμημένος με το Νόμπελ ποιητής:

 «Η ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει, να γνωρίζει, να μυείται σε αυτό που τον υπερβαίνει, είναι αθεράπευτη. Κατεχόμεθα όλοι από τη δίψα να γνωρίσουμε το θαύμα που γίνεται, αρκεί να είμαστε προετοιμασμένοι να το περιμένουμε.»

Κι ένας τυφλός ποιητής, στην εποχή που δεν υπήρχαν Νόμπελ, βλέποντας πιο καθαρά απ’ τους κοινούς ανθρώπους, μπόρεσε να παρακολουθήσει, να καταλάβει και να τραγουδήσει ένα θαύμα, να μυηθεί σ’ αυτό και να γίνει μυσταγωγός για όσους κλείνοντας τα μάτια του κορμιού στο φως του ήλιου και κρατώντας πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής, θα θελήσουν να προετοιμαστούν για να περιμένουν το θαύμα, το θαύμα που όλο γίνεται, όλο κι αρχίζει και δεν τελειώνει ποτέ, να προετοιμαστούν και να περιμένουν κρατώντας άσβεστη τη δίψα δίχως να τους καταλάβει η καυτή άμμος της ερήμου.

Το θαύμα αυτό είναι η Οδύσσεια του Ανθρώπου. Και το έπος που τραγουδά αυτό το θαύμα είναι ένα έπος συμβολικό, μυητικό και προφητικό. Συμβολικό, για πολλές αλήθειες βρίσκονται κάτω από τις πτυχές του παραμυθιού που ξεδιπλώνονται στους στίχους του. Μυητικό, γιατί η διαδοχή και η αλληλουχία των εννοιών των συμβόλων και των διδαγμάτων ξεκινά από τα πρώτα σκιρτήματα του Νου και της Ψυχής και φτάνει μπροστά στο κατώφλι των Θεών, στο απόλυτο Φως. Προφητικό, για τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, μια και κάθε προσπάθεια ατομική ή  συλλογική υπάρχει ανάγλυφα μέσα στις ραψωδίες από τα πρώτα σπάργανα ως το σήμερα και από το τώρα μέχρι το αύριο. Αν μάλιστα δοκιμάσουμε να μεταθέσουμε χρονικά το κάθε σημείο εκκινήσεως στη στιγμή και την περίοδο που μας ενδιαφέρει, θα διαπιστώσουμε ότι οι προοπτικές και οι εξελίξεις του μύθου συμβαδίζουν και ταιριάζουν με τα πραγματικά γεγονότα, είτε αυτά είναι ιστορικά συμβάντα, είτε προοπτικές μελλοντικών εξελίξεων.

Το θέμα μας λοιπόν είναι η Οδύσσεια του Ανθρώπου. Του Ανθρώπου σαν Ατόμου,  και της Ανθρωπότητας σαν Συνόλου. Οι απόψεις που θα ακουστούν είναι ίσως προσωπικές, ίσως γνωστές ή ίσως και δανεικές - έτερος εξ ετέρου σοφός, λέει ο αρχαίος τραγικός. Δεν ζητώ από κανένα να τις παραδεχθεί. Περιμένω όμως από όλους να τις ακούσουν, να τις σκεφτούν και να τις κρίνουν.  

          Πριν να προχωρήσουμε σε αναλύσεις και συσχετισμούς, καλό είναι να θυμηθούμε με δυο λόγια τον πασίγνωστο άλλωστε μύθο του Οδυσσέα, όπως τον περιγράφει ο Όμηρος κι όπως τον συμπληρώνουν διάφορες άλλες παραδόσεις. Και σαν αφετηρία ας πάρουμε την Αυλίδα. Από το σημείο αυτό ξεκινά η μεγάλη περιπέτεια του Οδυσσέα. Πιστός εκβιαστικά θα μπορούσαμε να πούμε σε έναν του όρκο, ξεκινά για τον πόλεμο. Πατήρ πάντων πόλεμος.

Διαδοχικά τον βλέπουμε στην Τροία, στο Δούρειο Ίππο και την καταστροφή της, κι έπειτα αρχίζοντας τι ταξίδι της επιστροφής, τον βλέπουμε να συναντά τους Λωτοφάγους, τον Κύκλωπα, τον Αίολο, τους Λαιστρυγόνες, την Κίρκη και έπειτα να ταξιδεύει στον Άδη. Κατόπιν πάλι συναντά την Κίρκη, τις Σειρήνες, παρακάμπτει τις Συμπληγάδες Πέτρες και ξεφεύγοντας από τη Σκύλλα φτάνει στο νησί του Ήλιου. Στη συνέχεια χάνοντας τους συντρόφους του, γλιτώνει από την Χάρυβδη και φτάνει στο νησί της Καλυψώς, κι από εκεί παλεύοντας με τις θάλασσες και βοηθούμενος από το μαγνάδι της Νύμφης Λευκοθέας, φτάνει στο νησί των Φαιάκων και με τη βοήθεια τους τελικά στην Ιθάκη, όπου και αποβιβάζεται στο Σπήλαιο των Νυμφών. Μετά σκοτώνει τους μνηστήρες, προσφέρει τη θυσία εξιλεώσεως στον Ποσειδώνα και τελικά σκοτώνεται σε μάχη από τον γιο του (από την Κίρκη) Τηλεβόα για να επακολουθήσουν οι γάμοι του Τηλέμαχου και της Κίρκης και του Τηλεβόα και της Πηνελόπης και να τελειώσει έτσι ο μύθος του Οδυσσέα.

    Ας ξεκινήσουμε και εμείς λοιπόν μαζί με τον Οδυσσέα και ας τον ακολουθήσουμε στο ταξίδι του από σταθμό σε σταθμό, ψάχνοντας να βρούμε κάποια Ιθάκη.

Και ας κάνουμε αρχή από την Αυλίδα. Ο Οδυσσέας διακατέχεται από την φλόγα της κυριαρχίας σε αυτό που νομίζει ότι είναι το βασικό του πρόβλημα και ορμά να το καταλάβει. Ο Άνθρωπος ξεκινά την επίπονη προσπάθεια για να ξαναβρεί το χαμένο εαυτό του. Ο αμύητος ζητά την εισδοχή του στο Ναό. Η ανθρωπότητα, συγκεντρωμένη και συνενωμένη σε μια κοινή προσπάθεια, εξορμά για να ξαναβρεί την χαμένη ευτυχία της και να ξαναπάρει πίσω: την Ελένη. Όλη αυτή η φωτιά μας δίνει το στοιχείο του ΠΥΡΟΣ και όλη αυτή η τάση, η ορμητική προς τα εμπρός είναι χαρακτηριστικό του ΚΡΙΟΥ. Ταυτόχρονα ο ΚΡΙΟΣ , σαν αρχή του ζωδιακού κύκλου, είναι και η απαρχή κάθε προσπάθειας που οδηγεί προς την τελείωση μια και συμπίπτει με την εαρινή ισημερία και προηγείται 9 μήνες της γενέσεως του Φωτός και του μεγάλου Μύστου στον Αιγόκερο.

Το επόμενο βήμα είναι ο Δούρειος Ίππος. Ο αμύητος βρίσκεται μέσα στο σκοτεινό πρόναο. Η Ανθρώπινη Ψυχή, προκειμένου να αρχίσει πορεία προς την τελείωση, πρέπει να περάσει μέσα από την μήτρα και να ενσαρκωθεί. Η Ανθρωπότητα, αφού μάταια προσπάθησε να ξεπεράσει τα τείχη που την χωρίζουν από την Ελένη με την σοφία του Νέστορα και την δύναμη του Αχιλλέα, διαπιστώνοντας πως η ελεύθερη ανάπτυξη των δυνάμεων σε πολλές εκφραστικές μορφές δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα, μη έχοντας την υπομονή να περιμένει, σκοτίζει και κρύβει τις δυνατότητες της μέσα σε μια απατηλή φόρμα και σκοπεύει στην καταστροφή των εμποδίων και αντιθέσεων και όχι στην υπερπήδηση και καθυπόταξη τους. Έτσι επανέρχεται στην ύλη, την ΓΗ και χαρακτηρίζεται από το ζώδιο του ΤΑΥΡΟΥ. Και με την προσπάθεια αυτή η Τροία καταστρέφεται. Ο πορθητής Οδυσσέας, ο αμύητος στην πρώτη περιοδεία, μέσα στο θρίαμβο ακούει θορύβους, φωνές, αισθάνεται κραδασμούς και βλέπει σκοτάδι. Ο άνθρωπος όμως βλέπει την ερήμωση και ενδόμυχα, υποσυνείδητα, αντιδρά.

Η ανθρωπότητα αποκτά το είδωλο της Ελένης, καταρρίπτει τα τείχη, κάποιες προλήψεις καταπίπτουν και ο πρώτος καθαρμός συντελείται. Όμως μέσα στη λαίλαπα αυτή, κάποιος Αινείας μεταφέρει στους ώμους τον πατέρα του - την παράδοση, οδηγεί από το χέρι τον γιο του - την ελπίδα του μέλλοντος και σώζει τους Εφέσσιους θεούς διατηρώντας την παρακαταθήκη. Αυτός ο διχασμός, η υλική επιβολή και η πνευματική εγκαρτέρηση, η συνύπαρξη Θείου και ανθρωπίνου εκφράζεται με τους ΔΙΔΥΜΟΥΣ και το στοιχείο του ΑΕΡΑ σαν δείγμα αφύπνισης της ψυχής.

Το εμπόδιο της Τροίας δεν υπάρχει πια. Και ο Οδυσσέας εξορμά για την Ιθάκη του. Μέσα στις κλαγγές των όπλων της  περιοδείας ο Άνθρωπος φτάνει στη χώρα των Κινίνων. Και δοκιμάζει να επιβάλλει τις διαθέσεις του, με τη Δύναμη. Όμως, μετά από μερικές μικρές επιτυχίες, τα ελαττώματα του τον οδηγούν σε ήττα. Η τελείωση του είναι πλασματική. Όπως  ο μυθολογικός ΚΑΡΚΙΝΟΣ, έτσι κι εδώ κάποια κρυφή αδυναμία εμποδίζει το τελικό αποτέλεσμα που ξεκινά από την δημιουργική Δύναμη και διάθεση, δηλαδή που προέρχεται από το ΥΔΩΡ. Η αποτυχία κλονίζει τον Οδυσσέα και ζητά τώρα την λήθη. Παραμερίζει ο Άνθρωπος τα προβλήματα του, ξεχνά τους στόχους της η Ανθρωπότητα και ο αμύητος βρίσκει τους Λωτοφάγους, μια προσωρινή ευτυχία σε μια περιοδεία δίχως θορύβους και το πρώτο φως. Ο εγωισμός του ΛΕΟΝΤΟΣ ικανοποιείται προσωρινά, αλλά η ΦΩΤΙΑ της θείας πνοής πάντοτε κατακαίει τον Οδυσσέα. Έτσι μετά το πρώτο φως, τις ακίδες, ψάχνει να βρει και την πηγή. Και ξαναπαίρνει το δρόμο του, έστω και αν βιάζει τον εαυτό του σε αυτό.

Ξαναγεννιέται λοιπόν ο Άνθρωπος μέσα στην πορεία του. Από το Άντρο του Κύκλωπα, μέσα από την μήτρα της Ιστορίας, ανακαλύπτοντας τις αισθήσεις του και βασιζόμενος σε αυτές, ο Οδυσσέας. Εταίρος της πρώτης περιοδείας ΓΗΙΝΟ παιδί της ΠΑΡΘΕΝΟΥ, τυφλώνοντας όσο μπορεί τον εγωισμό του, ξεκινά για νέο ταξίδι. Όμως, ακόμα και τώρα η Ανθρωπότητα αρνείται τον εαυτό της, αρνείται το όνομα της και δεν αντιμετωπίζει πραγματικά τις αδυναμίες της. Το ρόλο του Δούρειου Ίππου αναλαμβάνει το κρασί, κάποιο μεθυστικό υποκατάστατο της πραγματικής Δύναμης και Σοφίας κι έτσι, όταν αντιμετωπίζει ο άνθρωπος απόμακρα το τέρμα της Ιθάκης, του λείπει ο ρυθμός και το μέτρο στη χρησιμοποίηση των δυνάμεων του. Ξέφρενοι αμολιούνται οι άνεμοι από τους ασκούς του Αιόλου και ο μαθητευόμενος μάγος Οδυσσέας δεν καταφέρνει να ισορροπήσει το ΖΥΓΟ. Τα αποτελέσματα για την Ανθρωπότητα από την άκαιρη αυτή προσπάθεια είναι καταστροφική. Όλες οι δημιουργικές δυνάμεις τον ξαναρίχνουν στις θάλασσες -το νερό - και γεύονται πια δηλητήριο που αμείλικτα τον ξαναχτυπά σαν ΣΚΟΡΠΙΟΣ, και οι Λαιστρυγόνες διαλύουν τα καράβια. Οι επιστήμες του ταξιδευτή δεν στάθηκαν ικανές να τον βοηθήσουν μόνες αυτές και ο χαμένος παράδεισος δεν ξαναβρέθηκε με μόνη την τεχνολογία.

Όμως σαν βέλη ΦΩΤΙΑΣ του ΤΟΞΟΤΗ, η διάνοια των μεγάλων πνευμάτων δείχνει στον Οδυσσέα για πρώτη φορά ξεκάθαρα την πραγματική όψη των συντρόφων του. Η Κίρκη τους μεταμορφώνει σε γουρούνια, ο άνθρωπος γνωρίζει τα φωτεινά πνεύματα και η Ανθρωπότητα γλιτώνει μόνο χάρις στο μαγικό βοτάνι του ψυχοπομπού Ερμή. Η θεία καταγωγή της ψυχής του Ανθρώπου αντιστέκεται στην καταστροφή που φέρνουν οι κακές δοξασίες, κι έτσι, μετά το ερωτικό σμίξιμο του Νου και της Ψυχής, θεωρώντας τον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο στις δυο σφαίρες, την ύλη και το πνεύμα, ο Άνθρωπος, ΓΗΙΝΟΣ ακόμη, δέχεται, μέσα στο βαθύ σκοτάδι του Άδη, από το στόμα του μάντη Τειρεσία κάποιου Μεσσία που εμφανίζεται στον ΑΙΓΟΚΕΡΟ, τις προφητείες και τις συμβουλές για αναγέννηση και τελική δικαίωση. Γνωρίζει τότε πια τον εαυτό του, γεννιέται ξανά σαν πνεύμα φωτισμένο και ξαναγυρίζει στην Κίρκη. Δύναμη αποπνευματοποιημένος σαν ΥΔΡΟΧΟΟΣ.

Υπάρχει η προοδευτική και δημιουργική διάθεση, υπάρχει η τάση προς τα άνω, προς τον ουρανό και τον ΑΕΡΑ, και υπάρχει η διάθεση της εργασίας -της τελευταίας περιοδείας του μυούμενου ανθρώπου , υπάρχει η διάθεση της εργασίας προγραμματισμένης πια. Επανέρχεται ο Άνθρωπος - και η Ανθρωπότητα στην αξιοποίηση της Δύναμης της αφού έχει πια ατενίσει τον Φωτοβόλο Αστέρα και γνωρίζει τις δυνατότητες και αδυναμίες που έχει. Είναι πια ο τέλειος Μύστης. Όμως δεν φτάνει ακόμη στον προορισμό του ο Οδυσσέας - Άνθρωπος, ούτε η Ανθρωπότητα. Η γνώση των δυνατοτήτων και δυνάμεων είναι μια απαρχή. Χρειάζεται όμως από δω και προς η δημιουργία.

Και μια και η δημιουργική δύναμη βρίσκεται στο ύδωρ, μια και ο αστερισμός των Ιχθύων σημαδεύει το τέλος μιας περιόδου και την ανατολή μιας νέας, ακριβώς στον αστερισμό αυτό, στους ΙΧΘΥΣ, με στοιχείο το ΝΕΡΟ, στον αστερισμό αυτό υπάρχουν -στο σύμβολο του- αντίρροπες τάσεις, ο Οδυσσέας συναντά τις Σειρήνες, μισές άνθρωποι και μισές ψάρια, που όμως καταφέρνει με την προβλεπτικότητα του να ξεπεράσει, κλείνοντας τα αυτιά των αδυναμιών  συντρόφων του στο τραγούδι τους και δεσμεύοντας το υλικό σώμα στο πλοίο της ψυχής.

Και στο σημείο αυτό ο κύκλος κλείνει κι ένα μέρος του ταξιδιού έχει τελειώσει. Ο Οδυσσέας βρίσκεται και πάλι μπροστά στην ίδια πύλη του ΚΡΙΟΥ απ’ όπου ξεκίνησε. Όμως η πορεία δεν τελείωσε. Οι Σειρήνες δεν ήταν η Ιθάκη. Ο Ιστός της Πηνελόπης συνεχίζει να πλέκεται και σκέψεις αρχίζουν να βασανίζουν τον νέο μύστη. Βυθισμένος σε σκέψεις λοιπόν περιφέρεται έξω από το μέσο σώμα. Η πύλη του ΚΡΙΟΥ μπροστά του δεν είναι ακόμη ανοιχτή. Σαν τις Συμπληγάδες πέτρες οι παραστάτες της απαγορεύουν στον Άνθρωπο να περάσει, παρά την ΦΩΤΙΑ της ψυχής που καίει μέσα του για τελείωση. Μη έχοντας ακόμη η Ανθρωπότητα αποκτήσει τα φτερά του περιστεριού του Ιάσονα, παρακάμπτει τις Συμπληγάδες και προτιμά να κάμει το γύρο. Έτσι ο Οδυσσέας φτάνει σε ένα άλλο πέρασμα, όπου ο κίνδυνος υπάρχει μεν αλλά είναι διχασμένος. Αποφεύγοντας την Αθάνατη Χάρυβδη που αντιπροσωπεύει τους κινδύνους της ψυχής, προτιμά να αντιμετωπίσει τη θνητή Σκύλλα και τους κινδύνους του υλικού πεδίου. Κρούει λοιπόν ο Άνθρωπος την θύρα του μέσου Δώματος. Η Σκύλλα αντιπρόσωπος των κρατουσών προλήψεων, αρπάζει μερικά φωτισμένα πνεύματα και τα καταβροχθίζει και η Ανθρωπότητα ερωτάτε αν έχει τα χέρια καθαρά από το Φως του Ιεροφάντη. Χαρακτηριστικό στοιχείο του σημείου αυτού της περιοδείας είναι η ΥΛΗ, η ΓΗ και το ζώδιο ΤΑΥΡΟΣ.

Και διαβαίνοντας την παγίδα της Σκύλλας, με κάποιες απώλειες, η Ανθρωπότητα φτάνει στο νησί του Ήλιου. Εκεί ελεύθερες ζουν οι ιδέες, και υπάρχει ξανά ένα πρόβλημα επιλογής. Να αρκεστεί ο Άνθρωπος στα όσα του δόθηκαν από την Κίρκη, δύναμη, και να τραβήξει το δρόμο του περιμένοντας να του δοθούν περισσότερα όταν είναι καιρός ή να σφάξει τα βόδια. Ο μυημένος Οδυσσέας, συμβουλεύει το πρώτο. Οι σύντροφοι του όμως, κυριαρχούμενοι από την βιασύνη για άμεση απόλαυση των πνευματικών αξιών στο υλικό πεδίο επιλέγουν το δεύτερο. Και έτσι, ο κανόνας της υλικής ζωής πίπτει επί του ώμου της Περσεφόνης. Η πρόθεση πάντως είναι και πνευματική και χαρακτηρίζει μια ψυχική ανησυχία, που συμβολίζεται από τον ΑΕΡΑ. Και ο διχασμός των ιδεών και της προσωπικότητας μας δίδεται από τους ΔΙΔΥΜΟΥΣ.

Έτσι η Ανθρωπότητα για μια ακόμη φορά ανοίγει το κουτί της Πανδώρας. Αποκτά δώρα που δεν είναι έτοιμη να δεχθεί. Φυσικό επακόλουθο, η δίνη ης ύλης να ην συμπαρασύρει. Όταν λοιπόν δοκιμάζει να δημιουργήσει με βάση αυτά που άκαιρα απέκτησε, αντιμετωπίζει πια την αθάνατη Χάρυβδη. Και η ανεξέλεγκτη δημιουργός δύναμη του ΥΔΑΤΟΣ, εξαπλούμενη σαν άλλη ΚΑΡΚΙΝΟΣ, χτυπά και διαλύει το υλικό σώμα με τον ίδιο μοχλό που κρατά ο Άνθρωπος στα χέρια του. Από το χτύπημα αυτό μόνο η αθάνατη ψυχή του Οδυσσέα σώζεται και ιλιγγιώσα και κλονιζόμενη φτάνει στο νησί της Καλυψώς.

Εδώ πια την Ανθρωπότητα χτυπά η σφύρα του ΠΥΡΟΣ της ΓΝΩΣΗΣ, στη μέση του μετώπου. Ο πνευματικός ΛΕΩΝ, καταρρίπτει τις ΥΛΙΚΕΣ Διδασκαλίες και ο Άνθρωπος καταρρέει και παραμένει αιχμάλωτος της Ιδέας της Αθανασίας δίπλα στη Νύμφη, μη λησμονώντας όμως ποτέ την Ιθάκη του, αλλά και μη αποφασίζοντας να εκτεθεί στους κινδύνους του υλικού πεδίου για το τελευταίο άλμα του ταξιδιού του. Όμως, η στατική αυτή κατάσταση δεν μπορεί να διαρκέσει έπ’ άπειρον. Το ίδιο αυτό πυρ τον οδηγεί για μια ακόμη φορά στο δρόμο του. Χάρις στο μαγνάδι της νύμφης Λευκοθέας ο Οδυσσέας σώζεται από την τελευταία τρικυμία και η Αθάνατη ψυχή της Ανθρωπότητας επιβιώνει μέσα στον τάφο. Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΓΗ κρατά στα σπλάχνα της τον Νέο Άνθρωπο και οι αναζητούντες μύστες, οι αποπνευματοποιημένοι ΦΑΙΑΚΕΣ, ισορροπώντας τον ΖΥΓΟ της Δικαιοσύνης, διδάσκουν τον Οδυσσέα να εισέλθει στο Άντρο των Νυμφών από την θύρα του Βορρά (των θνητών), κι εκεί, δημιουργώντας πια σωστά στο υλικό πεδίο, να εγκαταλείψει τα ΥΔΑΤΑ, να αποφύγει τα κεντρίσματα του ΣΚΟΡΠΙΟΥ και να βγει από την θύρα των Αθανάτων.

Τα πύρινα μέλη του ΤΟΞΟΤΗ Οδυσσέα, αποσυνθέτουν τότε για λογαριασμό της Ανθρωπότητας όλες τις δοξασίες που εμφανίζονται σαν μνηστήρες της ψυχής της και υπόσχονται χωρίς να έχουν και τα προσόντα, να την οδηγήσουν στην ευτυχία. Και για μια ακόμη φορά, στο μαγικό ΑΙΓΟΚΕΡΟ, ο μύστης εγείρεται, η ΓΗ γεννά το τέκνο του Θεού και ο Άνθρωπος, φτάνοντας στις κορφές ενός ψηλού βουνού που η δύναμη της ύλης θυσιάζεται και η ΓΗ ενώνεται με τον Αιθέρα, βλέπει πια ολοκάθαρα το φως και ανέρχεται σαν νέος ιερέας στην Ανατολή, πνεύμα πια και όχι ύλη, ΑΕΡΑΣ και όχι ΓΗ, φέρων πια σαν ΥΔΡΟΧΟΟΣ τις προοδευτικές και δημιουργικές δυνατότητες και διαθέσεις και όχι κυριαρχούμενος από πάθη ανεξέλεγκτων δυνάμεων και τάσεων. Και αυτές οι δημιουργικές διαθέσεις και δυνατότητες σκοτώνουν τον παλαιό Οδυσσέα, που άλλωστε η αποστολή του έχει πια τελειώσει και τον διασπούν στα τέσσερα στοιχεία του.

Τον ΑΕΡΑ, που αντιπροσωπεύει το Τηλεβόας, γιος του από την Κίρκη, (και ακούσιος φονιάς του, ψυχή επικρατεί της ύλης).

Την ΦΩΤΙΑ, που αντιπροσωπεύει ο Τηλέμαχος, γιος του από την Πηνελόπη, (οι ιδέες είναι το παιδί του γήινου ανθρώπου).

Την ΓΗ, που αντιπροσωπεύει η Πηνελόπη, (το ιδανικού του θνητού Οδυσσέα).

Και το ΝΕΡΟ, που αντιπροσωπεύει η Κίρκη, (η εσωτερική Δύναμη που κατάφερε να ξεπεράσει την ΥΛΗ).

Από τον διπλό γάμο Τηλεβόα - Πηνελόπης και Τηλέμαχου - Κίρκης, προκύπτουν στον αστερισμό των ΙΧΘΥΩΝ, δύο ζεύγη αντιθέτων τάσεων (όπως στο σύμβολο του ζωδίου) που τελικά ουδετεροποιούνται, μια και ο αέρας της ψυχής σαρώνει τα γήινα ιδανικά και το Νερό της εσωτερικής δύναμης σβήνει την φλόγα των γήινων σκέψεων. Και τότε απομένει μόνο η εσωτερική δύναμη, η πραγματική δημιουργός δύναμη του Ύδατος, που ενισχύεται από την θεία καταγωγή της ψυχής.

Σε τελική δηλαδή ανάλυση ο μύστης καταλαμβάνει την θέση του πεφωτισμένου και διδάσκει σαν Τηλέμαχος την μέθοδο προς την Αλήθεια, διατηρώντας την παράδοση των ιδανικών σαν αφηγητής, αλλά πάντοτε κάτω από την καθοδήγηση του ιεροφάντη που αποτελεί την έκφραση της Δημιουργού Δυνάμεως της Ψυχής της ανθρωπότητας και υπό το άγρυπνο βλέμμα της Ψυχής, που αντιπροσωπεύεται από τον Παντεπόπτη Δία.

Και στο σημείο αυτό τελειώνει η περιοδεία του Οδυσσέα. Πριν όμως τελειώσουμε κι εμείς αυτή μας τη μικρή ανάλυση, καλό θα ήταν να ταξινομήσουμε λιγάκι τα όσα ειπώθηκαν ως τώρα και να τα συνδυάσουμε με μερικά ακόμη στοιχεία, ώστε να καταλήξουμε πιο εύκολα σε κάποιο συμπέρασμα.

Και το πρώτο στοιχείο που θα πρέπει να προσέξουμε είναι η διαφορά επιπέδου σε κάθε πέρασμα από τον ίδιο αστερισμό για δεύτερη φορά. Πρόκειται σαφώς για μια ανοδική πορεία.  Π.χ. ο πρώτος ΚΡΙΟΣ τον φέρνει να ορμά ασυγκράτητα πίσω από το σκοπό του, ενώ στον δεύτερο παρακάμπτει τις Συμπληγάδες που είναι ανίκανος να διαβεί. Ο πρώτος ΖΥΓΟΣ τον οδηγεί στο άνοιγμα των ασκών του Αιόλου, ενώ στον δεύτερο αφήνει την ρύθμιση της πορείας του στα χέρια των πολυταξιδεμένων και επαϊόντων Φαιάκων. Δυο λοιπόν κύκλοι που όμως βρίσκονταν σε διαφορετικό επίπεδο και συνδέονταν μεταξύ τους. Μα το μόνο σχήμα που ταιριάζει σε αυτή την περιγραφή, είναι μια ανοδική σπείρα, χαρακτηριστική της πορείας της ψυχής προς την τελείωση. Σαν δεύτερο σπουδαίο στοιχείο θα πρέπει να αναφέρουμε την παρουσία της Γυναίκας, σαν απαρχή, ιδανικό, όραμα, προστάτιδα ή ότι άλλο. Είναι χαρακτηριστικό το ότι κάθε κρίσιμη καμπή της πορείας του Οδυσσέα συνδέεται με την παρουσία μιας γυναίκας.

 Η τάση επιστροφής στην Ιθάκη λόγω της Πηνελόπης. Η κάθοδος στον Άδη με συμβουλές της Κίρκης. Η άνοδος από τον Άδη πάλι με την Κίρκη. Η παραμονή του στην Ωγυγία με την Καλυψώ. Η σωτηρία στο πέλαγος  με την Λευκοθέα. Η βοήθεια των Φαιάκων με την Ναυσικά και την μητέρα της. Η καταστροφή των πλοίων από τους Λαιστρυγόνες με την κόρη του βασιλιά τους. Αλλά και όλο το ταξίδι του Οδυσσέα γίνεται κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της Αθηνάς - Σοφίας.

Είναι οι πανάρχαιες καταβολές της Θεάς  μητέρας , της Εύας, της Παρθένου μητρός σε διάφορες μορφές και εκφράσεις, κι ακόμα το σύμβολο της δυαδικότητας, του αριθμού δύο της αριθμοσοφίας που μόνο στο τέλος, με τους διπλούς γάμους αντιθέτων στοιχείων που αλληλοεξουδετερώνονται ουδετεροποιείται και επέρχεται η τελείωση. (Ο αριθμός δύο συμβολίζει την δημιουργία και είναι αριθμός μη τέλειος).

          Και με την παρατήρηση αυτή ερχόμαστε στα στοιχεία του συμβολισμού των αριθμών: Ο αριθμός 7 εμφανίζεται στην Οδύσσεια με επτά γυναικεία πρόσωπα: Την Πηνελόπη, την Ελένη, την Κίρκη, την Καλυψώ, την Λευκοθέα, την Ναυσικά και την Αθηνά. Ο αριθμός αυτός, που είναι ο ιερός αριθμός, αποτελεί το άθροισμα του 4 και του 3. Στην κατώτερη τετράδα, η Πηνελόπη, η Ελένη, η Κίρκη και η Καλυψώ εκφράζουν το υλικό πεδίο, το αιθερικό, το αστρικό και το κατώτερο Νοητικό, δηλαδή τα βήματα του ανθρωπίνου πνεύματος μέσα στον υλικό κόσμο και τις δυνατότητες της ενσάρκωσης. Η Λευκοθέα και η Ναυσικά, με την καθυπόταξη του υλικού πεδίου και των τάσεων της προσωπικότητας και του εγώ, εκφράζουν το Ανώτερο Νοητικό και το Βουδικό πεδίο, ενώ η Αθηνά σαν κορωνίδα εκφράζει την επάνοδο στην αρχική κοιτίδα και την τελειότητα, το απόλυτο.

Από καθαρή σκοπιά τώρα, ο αμύητος Οδυσσέας βρίσκεται στην Αυλίδα. Ο προς μύηση μαθητής μέσα στο σκοτεινό  Δούρειο Ίππο. Ο μειούμενος μαθητής καταστρέφει την Τροία, συναντά τους Κίκονες και βλέπει κάποιο φως στους Λωτοφάγους. Όμως η ιδέα της τελείωσης δεν επιτρέπει στατικότητα. Η εμμονή σε ένα σημείο επενεργεί σαν το λωτό, και ξεχνά κανείς τον πραγματικό προορισμό του. Έτσι ο υποψήφιος  ανακαλύπτει στον Κύκλωπα τις αισθήσεις του, στους ανέμους του Αιόλου τον ρυθμό, στους Λαιστρυγόνες την Τεχνολογία και τις επιστήμες, στην Κίρκη την διάνοια και το πνεύμα, και θεωρώντας τις δυο σφαίρες της γης και του ουρανού γίνεται ικανός να κατέβει στον Άδη και να επανέλθει από αυτόν, να δοξάσει την εργασία στο πρόσωπο της Κίρκης και να αναγνωρισθεί σαν τέλειος.

Αλλά και η γνώση αυτή δεν αρκεί. Το φως του φωτοβόλου Αστέρα δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να βρεθεί η πηγή του Φωτός για να εξηγηθεί ο διχασμός των Σειρήνων και να αντιμετωπισθούν τα καταστροφικά αποτελέσματα του τραγουδιού τους. Αυτά τα αποτελέσματα είναι που οδηγούν τον υποψήφιο  σε σκέψεις και η ύπαρξη των Συμπληγάδων τον οδηγεί στη θύρα του μέσου Δώματος. Κρούοντας την θύρα προσφέρει βορρά στη Σκύλλα των προλήψεων, διαβαίνει όμως το πέρασμα ζητώντας επίμονα και απαιτητικά την λέξη, χτυπά, πληγώνει και τελικά σκοτώνει τον δάσκαλο του στο νησί του Ήλιου, στην Χάρυβδη και στο νησί της Καλυψώς. Ο θάνατος όμως των επίγειων διδασκαλιών οδηγεί τον μυούμενο μέσα στον τάφο με το πρόσωπο καλυμμένο με το μαγνάδι της Λευκοθέας. Μέσα από τον τάφο ακούει τους Φαίακες Διδασκάλους να αναζητούν τον Νέο Άνθρωπο. Τότε η Σαρξ καταπατά  τα οστά στο Άντρο των Νυμφών, ο θνητός γίνεται Αθάνατος, το παν αποσυντίθεται με το φόνο των μνηστήρων και ο Νέος μύστης εγείρεται από τον τάφο με την συλλογική προσπάθεια και την θυσία εξιλασμού του, προσφέρει  για να ανέλθει στην Ανατολή, την πηγή του Φωτός (που την φτάνει πια) αφήνοντας μέσα στο φέρετρο νεκρό τον παλαιό άνθρωπο, μαζί με το σκελετό που πρέπει κανονικά να υπάρχει εκεί. Και σαν τελευταίο πια βήμα, εξουσιάζοντας, ουδετεροποιώντας και συνδυάζοντας τα στοιχεία του, πρέπει και να εκπορεύσει φως για να ολοκληρωθεί.

           Κι εδώ φίλοι μου, φτάσαμε πια στο τέρμα του δρόμου μας. Όχι πως η Οδύσσεια του ανθρώπου τελείωσε,- αυτή αρχίζει και συνεχίζεται πάντοτε και δεν τελειώνει ποτέ. Ούτε και τα όσα το έπος του Οδυσσέα έχει να μας διδάξει τελείωσαν. Μα θα χρειαζόταν πολύ πιο μεγάλες δυνάμεις από αυτές του γράφοντος και χρόνος ακόμα περισσότερος για κάτι τέτοιο. 

Δε μένει το λοιπόν τίποτα άλλο να πούμε, παρά να ευχηθούμε, σαν τον ποιητή, στον καθένα μας:

Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη

ναύχεσαι - νάναι μακρύς ο δρόμος,

γιομάτος περιπέτειες, γιομάτος γνώση.

Τους Λαιστρυγόνες και τον Κύκλωπα,

το θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι

αν δεν τους κουβανείς μεσ’ στην καρδιά σου...........

Δεν μένει παρά να ευχηθούμε το πλοίο της Ανθρωπότητας, ξεπερνώντας την οργή του θυμωμένου Ποσειδώνα, να φτάσει κάποτε σε μια Ιθάκη και η Οδύσσεια να τελειώσει σ’ αυτό το επίπεδο για όλους τους ανθρώπους.     

 


 

                                        


Κυκεώνας του Ολύμπου

Κυκεώνας του Ολύμπου Οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν περισσότερη αξία στην δημόσια ζωή και λιγότερο στην ιδιωτική. Για τον λόγο αυτό ανέπτυξαν μ...