Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΩΤΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΩΤΑΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Η ΖΩΗ ΕΧΕΙ ΣΤΡΟΦΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΡΟΦΕΣ



…..Πάνε νύχτες όχι πολλές, μια αλλόκοτη ονειροφανταξιά γιόμισε ίδρωτα το κορμί μου.

Πλημμύρισε σκέψεις το μυαλό μου και ερμηνεία γύρευε να βρω στης αλήθει­ας και του ήλιου το φως, νικήτρια του σκότους και των ψε­μάτων.

«Μάζευα, λιόλουστο πρωινό μόνος, σε ένα χέρσο χωράφι, βώλους, απ' αυτούς που, στα παιδικά μας χρόνια, με τα συ­νομήλικα γειτονοπούλα, αμέριμνα παίξαμε.

 Μα, κάθε τρεις και λίγο, με κοντοζύγωναν σκιές συγγενών, γνωστών και φί­λων, και ζωντανών και όσων έχουν φύγει από χρόνους.

 Δε φοβόμουν, μα απορούσα.

Τι να θέλουνε από μένα;

 Μι­λούσανε, ακούγανε, οσφραίνονταν, μ' ακούμπαγαν, αλλά εγώ τους άκουγα χωρίς να τους βλέπω και να μπορούσα να τους χαϊδέψω.

Και ξάφνου, εμφανίζεται, απροειδοποίητα και εκεί, η Αριάδνη, του δικαστή και πρωταφέντη, του Μίνωα, η πρώ­τη θυγατέρα!

Τρεις χρόνους και τρεις μήνες «είχα να την ιδώ, να την ανταμώσω», με το κόκκινο σαν αίμα κουβάρι της.

Ήταν έτοιμη να μου το δώσει.

Ήμουνα πανέτοιμος να το βά­λω στις χούφτες μου, για να βγω από εκείνον τον περίεργο λαβύρινθο που μ’ έβαλε ο έρωτας.

Γυρίζοντας, όμως, το βλέμμα μου στα γαλανά μάτια και τα ξανθά της μαλλιά, τη βλέπω να κανακεύει ένα γελαστό μωρό (: «λάφυρο ή ενθύμιο» από το Θησέα και απ’ τα όνειρα μιας «μεγάλης ζωής», που έμειναν λειψά ) και, μόλο που μου χα­μογελούσε, άρχισε ν' απομακρύνεται.

Έτρεξα μεμιάς ξωπίσω της, την έφτασα.

Φιληθήκαμε στα μάγουλα, την κου­βέντα αρχίσαμε, εγώ για τα τωρινά μου, εκείνη για τα περα­σμένα της.

Κι όταν ήλθε πιο κοντά και στην παλάμη μου το κουβάρι της ήταν έτοιμη ν' αποθέσει, ο ουρανός γιόμισε η­λιαχτίδες κόκκινες και καυτές, μα...»

Πριν προλάβω  το νήμα να πάρω, χάθηκε και η Αριάδνη και αυτό μαζί  του!

Και ξέρεις  τι βλέπω , μόλις τα μάτια μου ά­νοιξα, ξυπνώντας και χωρίς παρωπίδες, τι ακούω χωρίς ωτοασπίδες, τι νιώθω να κυλά στο αίμα μου;

Η ζωή είναι γιο­μάτη στροφές και ανατροπές.

Στις στροφές θέλει  προσοχή, για να μη ζαλιστείς από την απότομη άνοδο ή  προσγείωση . Στις ανατροπές, για να μείνεις όρθιος κι αξιοπρεπής εμπρός στον καθρέφτη σου, να αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου ακό­μα και αν άμυαλοι περιφρονητάδες της καρδούλας σου ως «γραφικό» δεν σου δώσουν ούτε ένα ψιχίο αγάπης μα σαν «απόβλητο» σε απορρίψουν και σε περιθωριοποιήσουν.

    Έχοντας όμοια με της Αριάδνης τη φωνή και την όψη, μια νεράιδα, πριν χρόνια, με συμβούλεψε να μη σωριάζω ποτέ πί­κρα στα σωθικά μου και μου είπε, θυμάμαι ακόμα και τώρα, το άδολο παιδικό παραμύθι της γιαγιάς, ότι όλοι οι άνθρω­ποι κάπου, κάπως, κάποτε θα βγούμε, παρά τις «Συμπληγάδες», από το λαβύρινθο, θα ξανανταμώσουμε στο ηλιόφως και θα ξαναδούμε όσους, αλαζόνες, τώρα τη γήινη εικόνα, μας αρνήθηκαν και μας λαβώνουν, θα ξανασμίξουν οι δρό­μοι μας με τους δικούς τους, ίσως όπως των ληστών, που ανάμεσα τους, μετά από μια φουσκοθαλασσισμένη ζήση τους,  βρήκανε τον Διόνυσο, για να τους συχωρέσει και την αληθινή αγάπη να τούς διδάξει, ως μόνη της ψυχής διέξοδο και λύ­τρωση από τα σωματικά ελαττώματα και τις μισάνθρωπες τους , ανόητες, αλλά ανθρώπινες, σκέψεις.

Και ίσως τότε τον έρωτα και το χαμόγελο, που οι ονειροφανταξιές, μας υπόσχονται και κάποιοι φαντασμένοι, θύματα κι οι ίδιοι - δίχως να το ξέρουνε - μιας ασύνετης κομπορρημοσύνης, μας στερήσανε, θα χαρούμε και θα μοιραστούμε…….

 

    

 

Θάλασσα

Θάλασσα

 

Η δύναμη της θάλασσας απλώνεται μπροστά μου..

Στο μπλε της πνίγονται τα μάτια μου..

Στων κογχυλιών τα παιχνιδίσματα αφήνω τις σκέψεις μου.

Στη μοναξιά των βράχων

γέρνω το πήλινο κορμί μου

αφουγκράζοντας τις φωνές των δελφινιών

και του αφρού το "διάφανο" λευκό..

Ανάσες παίρνω, της αρμύρας υποσχέσεις

και το γαλάζιο τ' ουρανού

αίμα μου γίνεται…..

Γλάρων σκιρτήματα,

οι χτύποι της καρδιάς….

Αγάπη κι έρωτας για τούτη την πέτρα

που άφησε ο Θεός στη μέση της θάλασσας…

Αφήνω των ματιών μου τους κύκλους

ν' ακολουθούν του ήλιου το πέρασμα

και να βουτούν σ' αέναους βυθούς μαζί του,

στο γλαφυρό ηλιοβασίλεμα..

Μένω εδώ..

---------

Άνοιξε το στήθος της σαν μια βεντάλια, 

βουβά στον ήλιο απολογήθηκε

κι αποτυπώνονταν ξεκάθαρα στα όμορφα μεγάλα μάτια της 

η πίστη της για την επιλογή της...

Πως δεν μετάνιωνε, πως δεν θα έσβηνε, 

με τίποτα τη φλόγα πού  'χε  για τα καλά 

 ανάψει στα αχυρένια ανθρωπάκια...

Τα χείλη της, ερμητικά κλειστά 

σημαιοστόλιζαν το σκηνικό κι ανέμιζαν με θράσος

 θα 'λεγα τις σάρκες απ' τα θύματα της...

Ήτανε φανερό, πως η ακόλαστη ζωή της, 

η αποπλάνηση του άνεμου 

και οι μυριάδες ανομίες πού την βάρυναν, 

σημάδευαν για τα καλά την καταδίκη της...

 

Τέτοιο πόνο που 'ζησα ποτέ σου να μη νιώσεις

σημάδι βάλε μια ζωή κι έλα να με τελειώσεις.

Πάρε μαχαίρι με λαβή την πίκρα μου και χτύπα

βαθιά να φέρει μέσα μου της απονιάς σου προίκα.

Να μη σε νιώθω, να μη σε βλέπω, σε άλλη τώρα αγκαλιά.

Να μη μ ' αγγίζεις δεν επιτρέπω

μια προδοσία μου χτυπάει την καρδιά.

Τέτοιο δάκρυ που 'χυσα, ποτέ, 

στα μάτια σου να μη σταλάξει, 

πάρε την αδικία σου, 

προχώρησε στην τελευταία πράξη.

 

 

 


Μαρκήσιος Ντε Σάντ

 

                      



Μαρκήσιος Ντε Σάντ

                                                Βιογραφικό

     O Donatien Alphonse Francois le Marquis de Sade γεννήθηκε στις 2 Ιουνίου 1740 και πέθανε στις 2 Δεκέμβρη 1816. Είναι ν' αναρωτιέται κανείς πως περάσανε τόσα χρόνια χωρίς η ανθρωπότητα να τολμήσει να ονοματίσει το πιο αρχαίο, το πιο διαδεδομένο, το πιο προσφιλές βίτσιο της: το να τυραννά τον άλλο. Χρειάστηκαν η ακάματη δραστηριότητα κι η πένα του περίφημου μαρκησίου για να εμφανιστεί για πρώτη φορά, μόλις το 1841, σε λεξικό της εποχής η λέξη "σαδισμός". Στη περίπτωση του ο μύθος είναι το ίδιο μεγάλος όσο και το έργο του.
     Γεννήθηκε 49 χρόνια πριν από τη Γαλλική Επανάσταση από γονείς ευγενείς. Από πολύ νέος γράφει κι ασχολείται με το θέατρο. 4 χρόνια μετά τον γάμο του φυλακίζεται για πρώτη φορά για "ελευθεριασμό, βλασφημία και βεβήλωση της εικόνας του Χριστού". Με τη ζωή του αλλά και με τα βιβλία του "Ζυστίν", "Ζυλιέτ" κ.ά. χτίζει τον μύθο του, που είναι της απόλυτης κι άνευ ορίων παράβασης, της συνάντησης της διαστροφής με την αθωότητα και της χαράς της διαφθοράς.
Η δύναμη του εντοπίζεται στο ότι η ηδονή δένεται με μια πρόκληση του Κακού προς το Καλό. Αυτό που συμβαίνει στο σώμα είναι κάτι που συμβαίνει κυρίως στον νου.
     Το γεγονός που θα σημαδέψει τη ζωή του είναι ο θάνατος του πατέρα. Οι ψυχαναλυτές λένε πολλά γι' αυτή την αδυναμία στη πατρική μορφή που αγγίζει τα όρια της ψύχωσης. Ο γιος δε θα δεχτεί ποτέ αυτό τον θάνατο ­ μιλά συνέχεια μαζί του σα να 'ναι ζωντανός κι όπως λέει ο Ντελέζ, θα κουβαλά πάντα μέσα του το "πτώμα" του πατέρα. Η οργιώδης ζωή του συνεχίζεται και τα σκάνδαλα ξεσπάνε το ένα μετά τ άλλο. Η γυναίκα του θα μείνει κοντά του σ' όλες τις περιπέτειες, πιστή κι αφοσιωμένη. 
Η φυλάκισή του στη Βαστίλη είναι η πιο οδυνηρή εμπειρία. Τα γράμματά του από εκεί, τα διαπερνά ένα είδος παράνοιας. Θεωρεί υπεύθυνη για όλα τη πεθερά του, με την οποία  παλαιότερα είχε μια πολύ τρυφερή σχέση.

     Η επανάσταση θα τον απελευθερώσει. Θα βρεθεί στο πλευρό των επαναστατών κι αρχίζει να υπογράφει απλά "Σάντ" απαρνούμενος τον τίτλο του. Στα χρόνια της τρομοκρατίας, όταν ξεσπάνε μεγαλύτερες φρικαλεότητες, όταν κορμιά τεμαχίζονται στο δρόμο, όταν οι επαναστάτες περιφέρουν θριαμβευτικά τα κομμένα κεφάλια των ευγενών, ο Ντε Σάντ δεν είναι μέσα στους χιλιάδες σαδιστές που ιστορικές συγκυρίες έχουν παρακινήσει στη δράση. Αντίθετα, αψηφώντας τον κίνδυνο, κηρύσσει την επιείκεια και τη μεγαλοθυμία και μιλά κείνη την εποχή για κατάργηση της ποινής του θανάτου. Το θέαμα της γκιλοτίνας που απολαμβάνει ο λαός, τον αρρωσταίνει. Σώζει με κίνδυνο της ίδιας του της ζωής τη μισητή πεθερά του και τον πεθερό του! Αυτή την εποχή έχουμε άλλη μια ένδειξη των ανθρωπιστικών αισθημάτων του δαιμονικού συγγραφέα. Όταν θα γίνει Υπουργός Υγείας θα ψηφίσει διάταγμα που απαγορεύει στα νοσοκομεία να βάζουν 2-3 ανθρώπους στο ίδιο κρεβάτι κι έτσι θα 'χει κάθε άρρωστος το δικό του.
     Στα τελευταία χρόνια του θα ξαναβρεθεί πολιτικός κρατούμενος με το πρόσχημα της προστασίας της ηθικής. Θα τον φυλακίσει ο Μέγας Ναπολέων. 18 μήνες φυλακισμένος στην Αγία Πελαγία, οργανώνει λογοτεχνικά δείπνα! Θα μεταφερθεί στο περίφημο άσυλο του Σαραντόν.

Ο αυτοκράτορας δεν θέλει τη ρετσινιά του διώκτη συγγραφέων και καταφεύγει στη διαδεδομένη τακτική του εγκλεισμού τους σε φρενοκομείο. Είναι ίσως η πιο γνωστή περίοδος της ζωής του. Οι παραστάσεις του με τους ψυχοπαθείς, η απαγόρευση να του προμηθεύουν οτιδήποτε που θα του επέτρεπε να γράψει κι η τρομερή δυστυχία μες στην οποία τελειώνει μια εφιαλτική ζωή εξάπτουνε τη φαντασία συγγραφέων και σκηνοθετών.
     Στη διαθήκη του αφήνει ακριβείς οδηγίες για τη ταφή του. Το φέρετρό του θα το πάρει μ' ένα κάρο ένας ξυλουργός και θα το μεταφέρει στο δάσος της Μαλμεζόν. Θα φροντίσει να ταφεί χωρίς τελετή. Ο τάφος θα καλυφθεί εντελώς από τη βλάστηση του δάσους. Θέλει να εξαφανιστεί από τη μνήμη των ανθρώπων, όμως θα 'χει τεράστια επιρροή στους επιγόνους του. Κάθε εποχή κι ο σαδισμός της. Είναι ο μαύρος άγγελος των ρομαντικών, ο εξερευνητής της "απαγορευμένης περιοχής" των υπερρεαλιστών, ο προφήτης της λογοτεχνίας του κακού του
Μπατάιγ.

Οι ψυχίατροι με κορυφαίο τον Φρόιντ θα εντρυφήσουνε στον βίο και στο έργο του.
     Μεγάλο μέρος του πλούσιου συγγραφικού του έργο καταστράφηκε από τις αρχές του Διευθυντηρίου ή της μετέπειτα Αυτοκρατορίας. Μόλις στα μέσα του 20ου αιώνα το έργο του αποκαταστάθηκε κι επανεκτιμήθηκε από εκδότες όπως ο Ζαν-Ζακ Πωβέρ και συγγραφείς όπως οι Πιερ Κλοσόφσκι, Ζωρζ Μπατάιγ, Μορίς Μπλανσό. Γράφονται σημαντικότατα βιβλία για τον σαδισμό. Αναρωτιέται κανείς αν τα βιβλία που ενέπνευσε ο Σάντ δεν είναι πολύ πιο ενδιαφέροντα από τα μάλλον λησμονημένα δικά του. 

Ο σαδισμός αποδείχθηκε πιο δυνατός απ' αυτόν.
     Ο Donatien-Alfonse-Francois De Sade γεννήθηκε στο Παρίσι στις 2 Ιουνίου 1740. Γόνος μεγάλης αριστοκρατικής οικογένειας της Προβηγκίας (γιος της Marie-Eleonore De Maille De Carman και του Jean-Baptiste-Joseph Francios De Sade, Λόρδου του Saumane και της La Coste), εισάγεται στα 10 του στο κολέγιο του Μεγάλου Λουδοβίκου των Ιησουϊτών. Μαθητεύει από τα 14 σ' ανώτατη στρατιωτική σχολή και συμμετέχει, ένα χρόνο αργότερα, στον Επταετή Πόλεμο της Γαλλίας εναντίον της Πρωσίας. Τον Γενάρη του 1757, βρίσκεται στο σύνταγμα τυφεκιοφόρων της ταξιαρχίας του Αγίου Ανδρέα, όπου επιδεικνύει σημαντική γενναιότητα. Διακρίνεται για την ανδρεία του αλλά και την ορμή του για κάθε είδους ελευθεριότητα. Το 1959 είναι πια λοχαγός στο σύνταγμα Βουργουνδών Ιππέων.
     Επιστρέφοντας από τον πόλεμο, τον Φλεβάρη του 1763, συνάπτει δεσμό ταυτόχρονα, με τη Λώρα Ντε Λωρίς και τη Ρενέ-Πελαζί Ντε Μοντρέιγ. Τον Μάρτη του ίδιου χρόνου, απολύεται από τον στρατό και προσπαθεί να πάρει την άδεια του πατέρα για να παντρευτεί τη Λώρα, μα η οικογένεια τον  παντρεύει τον Μάη, με τη δεύτερη, για να τον απομακρύνει από τις συναναστροφές του με ηθοποιούς και γυναίκες ελευθερίων ηθών. Θα αποκτήσει έτσι δυο γιους. Τον ίδιο χρόνο του γάμου του, 29 Οκτώβρη 1763, φυλακίζεται στη Βενσέν με βασιλική διαταγή, με τη κατηγορία εκλύτων ηθών, για όργια σ' ένα πορνείο. Φυλάκιση που θα εγκαινιάσει μια μακρά σειρά εγκλεισμών σε φυλακές ή φρενοβλαβικά άσυλα που θα διαρκέσει 30 από τα 74 χρόνια του βίου του. Αποφυλακίζεται 1 μήνα αργότερα μα τίθεται σε περιορισμό.
     Το 1765 συνδέεται με την "ελαφριά" ηθοποιό, δεσποινίδα  Μποβουαζέν. 2 χρόνια μετά γεννιέται ο πρώτος του γιος. Τον επόμενο χρόνο δέχεται καταγγελία για βιαιοπραγία της Ροζ Κέλερ, στη βίλα του Αρκέιγ. Λίγους μήνες αργότερα η Ροζ αποσύρει τη καταγγελία δεχόμενη 2400 λίβρες από τη κυρία Ντε Σάντ. Φυλακίζεται στο Σομίρ και σε λίγες μέρες μεταφέρεται στις αυστηρότερες φυλακές της Λιόν. Στην ανάκριση αποδέχεται τη κατηγορία κι 6 μήνες μετά αποφυλακίζεται και τίθεται υπό περιορισμό στη Λα Κοστ. Τον Αύγουστο του 1770 γίνεται διοικητής των Βουργουνδών Ιππέων και τον επόμενο χρόνο παίρνει τον βαθμό του συνταγματάρχη.

Την επόμενη χρονιά τον Γενάρη, ανεβάζει μια κωμωδία, στο θέατρο της Λα Κοστ.
     Τον Ιούνιο με τον υπηρέτη του Λατούρ, οργανώνουν όργιο με 4 πόρνες που τις ποτίζουν κανθαριδίνη κι αργότερα την ίδια μέρα, δίνουνε και στη Μαργαρίτα Κοστ που παθαίνει δηλητηρίαση. Επί 2 μήνες κρατάν ανακρίσεις κι ο Σάντ εξαφανίζεται. Εκδίδεται ένταλμα σύλληψης. Δύο  από τις πόρνες αναιρούν τις καταθέσεις τους. Καταδικάζεται για πρώτη φορά σε θάνατο μαζί με τον Λατούρ, στη Μασσαλία, με τη κατηγορία της δολοφονίας με δηλητήριο. Συλλαμβάνονται, εκτελούνται συμβολικά και δραπετεύουν. Συνεχίζει τη δράση του κι η πεθερά του καταφέρνει να εξασφαλίσει νέον ένταλμα σύλληψης. Φυλακίζεται ξανά για 5 χρόνια στο κάστρο της Βενσέν κι ο Λατούρ τον ακολουθεί οικειοθελώς. Δραπετεύουν μαζί κι επιστρέφουν στη Λα Κοστ, όπου τους καλύπτει η σύζυγός του με την αδερφή της. Η πεθερά του επιτυγχάνει νέα διαταγή σύλληψης κι έτσι ο Σάντ εξαφανίζεται εκ νέου. Κρυμμένος ζει με τη γυναίκα του και την αδερφή της.
     Οι υπηρέτριες του ζεύγους καταγγέλλουν τον Σάντ κι η σύζυγός του προσπαθεί να καλύψει το πράγμα, στα 1775. Έντονες φήμες θέλουν τον μαρκήσιο να συνεχίζει τα όργια με νεαρά αγόρια και κορίτσια που απάγει από τη Λιόν. Ο θείος του ζητά τη σύλληψη και τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρείο. Η δε καμαριέρα του, Νανόν στη Λα Κοστ, καταγγέλλει πως το παιδί που γέννησε είναι δικό του. Η κυρία Σάντ καταφέρνει τη σύλληψη και φυλάκισή της για υποτιθέμενη κλοπή. Φυγή στη Ρώμη. Το 1776 επιστρέφει στη Λα Κοστ. Την επόμενη χρονιά ο Τριγιέ, πατέρας μιας καμαριέρας στη Λα Κοστ, ονόματι Ζυστίν, επιχειρεί να πάρει τη κόρη του πίσω και πυροβολεί τον Σάντ. Αρχίζουν ανακρίσεις. Έτσι οι τρεις τους, κύριος και κυρία Σαντ μαζί με τη Ζυστίν, φτάνουν στο Παρίσι κι κυρία Σάντ ειδοποιεί τη μητέρα της. Έτσι ο Σάντ συλλαμβάνεται ξανά και κλείνεται στη Βενσέν. Η κυρία Σάντ κι η μητέρα της ζητούν ακύρωση της καταδίκης του 1772. Την επόμενη χρονιά τη ζητά κι ο ίδιος στο Εφετείο της Προβηγκίας.
     Τον Ιούλιο του 1778, το Εφετείο τον θεωρεί απλώς ένοχο οργίων κι υπερβολικής ελευθεριότητας, τον απαλλάσσει από τη κατηγορία της φαρμακείας και της σοδομίας και του επιβάλλει πειθαρχημένη διαβίωση κι απαγόρευση εισόδου στη Μασσαλία, για 3 χρόνια. Επιστρέφει στη Βενσέν μα παρά την αθώωσή του φυλακίζεται ξανά με βάση το lettre de cachet της 13/2/1777. Δραπετεύει ξανά και γυρίζει στη Λα Κοστ, μα μετά 2 μήνες συλλαμβάνεται πάλι και φυλακίζεται στη Βενσέν, στο κελί αρ. 6. Αφιερώνεται στη συγγραφή θεατρικών έργων και μυθιστορημάτων. Τελειώνει τον "Διάλογο Μεταξύ Ενός Ιερέα κι ενός Κρατουμένου", τον Ιούλιο του 1782, του στερούν τα βιβλία, επειδή τον εξάπτουν και τον κάνουν να γράφει ..."απαράδεκτα πράγματα", τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου.
     Το 1874 μεταφέρεται στη φυλακή της Βαστίλης. Εκεί λίγα χρόνια πριν την έκρηξη της Γαλλικής Επανάστασης, αρχίζει τη συγγραφή των "120 Μερών Στα Σόδομα" (1785) -όπως το ξέρουμε σήμερα-, πάνω σ' ένα ρολό χαρτί μήκους 12 μέτρων. Πρώτη γραφή των "Ατυχιών Της Αρετής" κι ενώ η σύζυγός του διαπιστώνει πως ο άντρας της έχει παχύνει πολύ. Το 1788 αρχίζει και τελειώνει μέσα σε 6 μέρες, την "Ευγενία Ντε Φρανβάλ". Στη Βαστίλη, απ' όπου θα μεταφερθεί στο άσυλο του Σαρεντόν δέκα ημέρες πριν τη πτώση της, -καλεί τον λαό από το παράθυρο, να τον ελευθερώσει-, θα εγκαταλείψει τη πλούσια βιβλιοθήκη του, 600 τόμων και τα χειρόγραφά του. Στις 14 Ιουλίου 1789 εισβολή στη Βαστίλη της Επανάστασης και λεηλασία όλων των υπαρχόντων του, έπιπλα, βιβλία, χειρόγραφα, που η κυρία Σάντ δεν είχε προλάβει να πάρει. Η Επανάσταση, στην οποία διαδραμάτισε ενεργό ρόλο, δεσμεύει ολόκληρη τη περιουσία του στη Προβηγκία, η γυναίκα του τον εγκαταλείπει, οι γιοι του φεύγουν από τη Γαλλία.
     Απελευθερώνεται με διάταγμα της Συντακτικής, βάσει του οποίου κανείς δε κρατείται δίχως δικαστικές αποφάσεις, το 1790 η κυρία Σάντ έχει καταφύγει στη Μονή Σαιν Ορ κι αρνείται να δει τον σύζυγό της, υποβάλλει μάλιστα αίτηση διαζυγίου και το κερδίζει. Ο Σάντ αποκτά ταυτότητα "ενεργού πολίτη" του τομέα της Πλας Βαντόμ.

Το Ιταλικό Θέατρο δέχεται ν' ανεβάσει το μονόπρακτό του "Le Suborneur". Συνδέεται με νεαρή ηθοποιό, τη Μαρί-Κονστάνς Ρενέλ, πρώην κυρία Κενέ, που θα του μείνει πιστή μέχρι το τέλος της ζωής του. Η Κομεντί Φρανσέζ δέχεται ομόφωνα το πεντάπρακτο έργο του "Μισάνθρωπος Από Έρωτα" ή "Σολί & Ντεφράνκ". Δημοσιεύει, ανωνύμως, το 1791 τη "Ζυστίν" ή "Οι Ατυχίες Της Αρετής". Στο Θέατρο Μολιέρου ανεβαίνει το έργο "Οξτιέρν" ή "Οι Συνέπειες Της Ελευθεριότητας". Μια δεύτερη παράσταση στις 4 Νοέμβρη 1791 προκαλεί επεισόδια κι αναστέλλει τις παραστάσεις του. Τον επόμενο χρόνο ο γιος του Ντονατιέν-Κλοντ-Αρμάν, λιποτακτεί και λίγο μετά ο Σάντ για να σωθεί,  τον αποκηρύσσει.
     Κατά τη διάρκεια των σφαγών στις 3 Σεπτέμβρη 1791 ο Σάντ είναι για πρώτη φορά Γραμματέας του Τομέα του. Λίγες μέρες αργότερα, το πλήθος λεηλατεί τη Λα Κοστ. Από λάθος ή συκοφαντία ο Σάντ με λαθεμένο όνομα Λουΐ-Αλφόνς-Ντονατιέν Σαντ, εγγράφεται στον κατάλογο των εμιγκρέδων του διαμερίσματος. Στις 13 Απρίλη 1793 διορίζεται Ειρηνοδίκης και 3 μήνες μετά, Πρόεδρος του Τομέα του. Στο τέλος της χρονιάς εκδίδεται ένταλμα σύλληψης για μια επιστολή που είχε γράψει προ διετίας στον Δούκα Ντε Μπρισάκ, διοικητή της φρουράς του Λουδοβίκου 16ου. Φυλακίζεται στη Μαντελονέτ. Μεταφέρεται στη Φυλακή Καρμηλιτισσών κι από εκεί στο Σαιν Λαζάρ. Καταδικάζεται για δεύτερη  φορά σε θάνατο, αυτή τη φορά από την Επανάσταση, γλιτώνει παρά τρίχα τη γκιλοτίνα, από άγνωστες αιτίες κι ελευθερώνεται το 1794. Ενώ λίγες μέρες μετά εκτελείται ο Ροβεσπιέρος.
     Επιβιώνοντας μόνο με τα εισοδήματα που του αποφέρει η συγγραφή, δημοσιεύει το 1795 τα έργα του: "Φιλοσοφία Του Μπουντουάρ", "Αλίν & Βαλκούρ", η νέα "Ζυστίν" ή "Ατυχίες Της Αρετής" ακολουθούμενη από την "Ιστορία της Ζυλιέτ, της Αδελφής της", ή "Η Προκοπή της Διαφθοράς". Η απαρίθμηση και περιγραφή στα έργα αυτά κάθε μορφής ερωτικής συμπεριφοράς, που συλλαμβάνει ως δίκαιη επανάσταση του ατόμου απέναντι στη κοινωνία και στον θεό, καταδικάζεται για άλλη μια φορά από τον τύπο και τις αρχές. Πουλά τη Λα Κοστ το 1796. Το 1799 ξαναπαίζεται ο "Οξτιέρν" κι ο ίδιος κρατά ένα μικρό ρόλο. Ο κριτικός Βιλτέρκ επιτίθεται βίαια εναντία στο "Εγκλήματα από Έρωτα" που μόλις έχουν εκδοθεί το 1800 και στο ίδιο άρθρο του αποδίδεται η πατρότητα της "Ζυστίν".
     Η αστυνομία κατάσχει το έργο του στο τυπογραφείο το 1801, ανακρίσεις και σύλληψη του μαζί και του Μασέ, εκδότη του, που αποκαλύπτει που είναι αποθηκευμένη η "Ζυλιέτ". Ο Σαντ αρνείται τη πατρότητα της "Ζυστίν". Ο Διοικητής Αστυνομίας κι ο Υπουργός Ασφαλείας αποφασίζουν πως μια δίκη θα προκαλούσε μέγα σκάνδαλο και δε θα το απάλυνε μια παραδειγματική τιμωρία. Έτσι χωρίς δίκη, συμφωνούν τον εγκλεισμό του στη φυλακή της Αγίας Πελαγίας σα διοικητική ποινή, δύο χρόνια μετά μεταφέρεται στη Μπισέτρ. Από εκεί, με σύμφωνη γνώμη και της οικογένειάς του, οδηγείται και πάλι στο Άσυλο Φρενοβλαβών του Σαρεντόν. Ο Διευθυντής Ντιμπουά τον χαρακτηρίζει αδιόρθωτο που ζει μια κατάσταση σταθερής φιλήδονης διαταραχής και συνιστά τη συνέχιση της κράτησής του, το 1804. Το 1806 συντάσσει τη διαθήκη του. Την επόμενη χρονιά τελειώνει το 10τομο έργο: "Τα Ταξίδια της Φλορμπέλ" που κατάσχει αμέσως η αστυνομία και το καίνε μετά τον θάνατό του, οι κληρονόμοι του.
     Το 1810 πεθαίνει η κυρία Σάντ κι ο Υπουργός Εσωτερικών δίνει οδηγίες για μεγαλύτερη αυστηρότητα ενάντια στον κρατούμενο. Την επόμενη χρονιά το Υπουργικό Συμβούλιο με πρόεδρο τον Μέγα Ναπολέοντα, αποφασίζει τη συνέχιση της κράτησής του κι απαγορεύει τις θεραπευτικές θεατρικές παραστάσεις στο Άσυλο, που ο Σάντ κρατούσε τον κύριο ρόλο. Το 1813 τελειώνει το "H Κρυφή Ιστορία της Ισαβέλλας της Βαυαρίας" κι εκδίδεται ανώνυμα το μυθιστόρημα "La Marquise De Ganges".
     Εκεί, στο Άσυλο Σαρεντόν, σε πλήρη πνευματική ενάργεια, θα πεθάνει στις 2 Δεκέμβρη του 1814.

                                                 (...)
Δεύτερη μέρα

     Σηκώθηκαν τη κανονική ώρα. Ο επίσκοπος που είχε τελείως συνέλθει από τις ακρότητές του, είχε ξυπνήσει στις τέσσερεις το πρωί και θεώρησε σκανδαλώδες το γεγονός να τον αφήσουν να κοιμηθεί μόνο. Χτύπησε το κουδούνι για να έρθουν στην ορισμένη θέση τους η Ιουλία κι ο γαμιάς που του αντιστοιχούσε. Φτάσανε σχεδόν αμέσως και στα χέρια τους ο ακόλαστος βυθίστηκε ξανά μέσα σε νέες ασωτίες. Όταν τέλειωσε το πρωινό μες στο διαμέρισμα των κοριτσιών, κατά τη συνήθειά του, ο Ντυρσέ άρχισε να τις επιθεωρεί και παρόλα όσα είχανε πει, διαπίστωσε καινούριες παραβάσεις. Η Μισέλ ήταν ένοχη για κάτι κι η Αυγουστίνα, παρόλο που ο Κυρβάλ της είχε μηνύσει να κρατηθεί όλη μέρα σε μια ορισμένη κατάσταση, είχε κάνει το ακριβώς αντίθετο, το είχε ξεχάσει, ζητούσε να τη συγχωρέσουν κι υποσχότανε πως δε θα ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Η τετραρχία όμως ήταν αδυσώπητη και τις γράψανε και τις δυο στον κατάλογο για να τιμωρηθούνε το πρώτο Σάββατο. Τα κοριτσάκια τους είχαν ιδιαιτέρως δυσαρεστήσει με την αδεξιότητά τους στη τέχνη του αυνανισμού κι ο τρόπος που είχανε δοκιμάσει τη παραμονή, τους είχε εκνευρίσει. Ο Ντυρσέ πρότεινε να ορίσουν μίαν ώρα κάθε πρωί για να τους κάνουν μάθημα, έτσι ο καθένας με τη σειρά του θα σηκωνόταν μίαν ώρα νωρίτερα. Η ώρα για την εξάσκηση ορίστηκε από τις εννιά μέχρι τις δέκα. Αποφάσισαν να κάθεται αυτός με την ησυχία του σε μια πολυθρόνα, στο κέντρο του χαρεμιού. Κάθε κοριτσάκι που θα τ' οδηγούσε και θα το βοηθούσε η Ντυκλό, η καλύτερη αυνανίστρια του πύργου, θα δοκιμαζότανε πάνω του. Η Ντυκλό θα οδηγούσε τις κινήσεις του χεριού του, θα του μάθαινε τη ταχύτητα που έπρεπε να δώσει στους παλμούς, ανάλογα με τη κατάσταση του άρχοντα, θα του έδειχνε τη στάση και τη θέση που έπρεπε να έχει όσο κρατούσε η επιχείρηση, θα ορίζανε τέλος τιμωρία για όποια, μετά το πρώτο δεκαπενθήμερο, δε θα τα είχε καταφέρει τέλεια σ' αυτή τη τέχνη, χωρίς να έχει ανάγκη από άλλα μαθήματα. Τους συστήσανε, σύμφωνα με τις αρχές του φραγκισκανού, να κρατούνε συνέχεια, όσο διαρκεί η επιχείρηση, τη κεφαλή ξεσκέπαστη. Το δεύτερο χέρι που θα έμενε λεύτερο, θα έπρεπε ασταμάτητα, όλη αυτή την ώρα, να χαϊδεύει τα περίχωρα, ανάλογα με τις διάφορες ιδιοτροπίες του κυρίου. Αυτό το σχέδιο του τραπεζίτη, άρεσε σ' όλους.
     Η Ντυκλό ειδοποιήθηκε και δέχτηκε να έχουνε στο διαμέρισμά τους ένα πάσσαλο για να μπορούν να εξασκούνε συνέχεια τη παλάμη τους και να διατηρούνε την απαραίτητη δεξιοτεχνία. Αναθέσανε στον Ηρακλή την ίδια δουλειά με τ' αγόρια. Αυτά είναι πιο επιδέξια από τα κορίτσια γιατί δεν έχουνε παρά να κάνουνε στους άλλους αυτό που κάνουνε στον εαυτό τους. Έτσι δε χρειαστήκανε περισσότερο από μια βδομάδα για να γίνουν οι απολαυστικότεροι μαλακιστές που ήτανε δυνατό να βρεθούν. Δε βρέθηκε κανείς παραβάτης μεταξύ τους, εκείνο το πρωί. Το παράδειγμα του Νάρκισου, τη παραμονή, τους έκανε ν' αρνηθούν όλες τις άδειες κι έτσι στο παρεκκλήσι πήγαν μόνο, η Ντυκλό, δυο γαμιάδες, η Ιουλία, η Τερέζα, ο Ερωτιδέας κι η Ζελμίρα.
     Ο Κυρβάλ κάβλωσε πολύ. Τον είχε ανάψει εξαιρετικά το πρωί ο Άδωνις, στην επίσκεψη των αγοριών και νόμισαν ότι θα χύσει, βλέποντας τη Τερέζα και τους δυο γαμιάδες να ενεργούνται, αλλά συγκρατήθηκε. Το γεύμα έγινε όπως συνήθως, μόνο που ο αγαπητός μας πρόεδρος, έχοντας πιει και πορνέψει ιδιαιτέρως όσο τρώγανε, άναψε και πάλι στον καφέ, που το σερβίρισαν η Αυγουστίνα κι η Μισέτ, ο Ζελαμίρ κι ο Ερωτιδέας. Τους διεύθυνε η γριά Φανσόν κι από ιδιοτροπία της είχανε παραγγείλει να είναι γυμνή σα τα παιδιά. Αυτή η αντίθεση προκάλεσε τη νέα λάγνα μανία του Κυρβάλ, που αφέθηκε σε ορισμένες εκλεκτές παρεκτροπές με τη γριά και τον Ζελαμίρ, έτσι έχυσε επιτέλους.
     Ο δούκας με τη ψωλή σηκωμένη, έσφιγγε πάνω του την Αυγουστίνα, κραύγαζε, έβριζε, παραληρούσε κι η δόλια η μικρούλα έτρεμε ολάκερη κι όλο τραβιότανε πίσω, σα τη περιστέρα μπρος στο αρπακτικό πουλί που ενεδρεύει κι είναι έτοιμο να την αρπάξει. Αρκέστηκε παρά όλα αυτά σ' ορισμένα άσωτα φιλιά και της έκανε ένα πρώτο μάθημα προκαταβολή γι' αυτό που θ' άρχιζε την επομένη. Οι άλλοι δυο, λιγότερο ζωηροί, είχανε κιόλας αρχίσει τον απογευματινό τους ύπνο. Οι δυο πρωταθλητές μας τους μιμηθήκανε και ξυπνήσανε πια στις έξι για να περάσουνε στο σαλόνι των αφηγήσεων. Όλες οι τετράδες της παραμονής είχαν αλλάξει. Τόσο τα πρόσωπα όσο κι οι φορεσιές. Όταν όλα ετοιμάστηκαν, η Ντυκλό ανέβηκε στο βήμα και συνέχισε τη διήγησή της:
    "Η μητέρα μου είχε να εμφανιστεί στο σπίτι τρεις μέρες, ώσπου ο άντρας της, που ανησυχούσε περισσότερο για το κομπόδεμα και το χρήμα της παρά για την ίδια, αποφάσισε να μπει στο δωμάτιο όπου συνήθιζαν να μαζεύουν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν. Οποία όμως υπήρξε η έκπληξή του όταν, αντί γι' αυτό που έψαχνε, βρήκε σημείωμα της μητέρας μου που του έλεγε να το πάρει απόφαση για ό,τι έχει χάσει. Αποφασισμένη να τον χωρίσει οριστικά και μην έχοντας καθόλου χρήματα, ήταν αναγκασμένη να πάρει ό,τι είχε. Άλλωστε έφταιγε αυτός που τον εγκατέλειψε γιατί τη κακομεταχειριζότανε. Του άφηνε δυο κορίτσια που αξίζανε και με το παραπάνω τα χρήματα που του πήρε.

Ο ανθρωπάκος όμως δεν είχε την ίδια γνώμη για την αξία μας, έτσι μας έδιωξε ευγενικά και μας παρακάλεσε μάλιστα να μη κοιμηθούμε σπίτι, δείχνοντας έτσι πως δε λογάριαζε καν τη μητέρα μου.
     Όχι και τόσο στεναχωρημένες από τη καλοσύνη του, που μας χάριζε, στην αδελφή μου κι εμένα, όλη την ελευθερία που χρειαζόμασταν ν' αφεθούμε με την ησυχία μας στο είδος ζωής που τόσον είχε αρχίσει να μας αρέσει, το μόνο που κάναμε ήτανε να πάρουμε τα λιγοστά μας πράματα και να φύγουμε γρήγορα από τον καλό μας πατριό. Αποτραβηχτήκαμε αμέσως σ' ένα μικρό δωμάτιο κει κοντά, περιμένοντας ν' αποφασίσουμε τη μοίρα μας. Εκεί οι πρώτες μας σκέψεις αφορούσανε στη τύχη της μητέρας μας. Δεν αμφιβάλλαμε στιγμή πως βρισκότανε στο μοναστήρι, αποφασισμένη να ζήσει κρυφά με κάποιον παπά ή να συντηρείται απ' αυτόν σε κάποια γωνιά εκεί γύρω. Αυτή τη γνώμη είχαμε όταν ένας Αδελφός από το μοναστήρι ήρθε και μας έφερε ένα σημείωμα που άλλαξε τα συμπεράσματά μας. Το σημείωμα έγραφε με λίγα λόγια, πως το καλύτερο που είχαμε να κάνουμε, ήταν να πάμε, μόλις βράδιαζε στο μοναστήρι του Πατέρα-φύλακα, του ίδιου που έγραφε το σημείωμα. Θα μας περίμενε στην εκκλησία ως τις δέκα το βράδυ και θα μας πήγαινε στο μέρος που βρισκόταν η μητέρα μας. Έτσι, θα μπορούσαμε να μοιραστούμε και ν' απολαύσουμε μαζί της τη τωρινή της ευτυχία κι ηρεμία. Μας παρότρυνε μάλιστα να μη λείψουμε και κυρίως να το κρύψουμε όσο καλύτερα μπορούσαμε, γιατί ήτανε βασικό να το κρατήσουμε μυστικό από τον πατριό μας, ό,τι κάνανε για τη μητέρα μας και για μας. Η αδελφή μου τότε είχε φτάσει πια τα δεκαπέντε, ήτανε συνεπώς πιο έξυπνη και πιο λογική από μένα, που ήμουν μόλις εννιά. Έτσι αφού άφησε τον αγγελιαφόρο να φύγει απαντώντας πως θα τα σκεφτεί όλα τούτα, δε μπόρεσε να κρύψει την έκπληξή της.
Φρανσόν, μου είπε, να μη πάμε. Κάτι κρύβεται πίσω απ' όλα τούτα. Αν η πρόταση ήταν ειλικρινής, η μητέρα μου ή θα είχε γράψει κι ένα δικό της σημείωμα ή θα είχε υπογράψει τούτο δω. Και με ποιόν μπορεί να βρίσκεται στο μοναστήρι; Ο πάτερ Αδριανός ο καλύτερός της φίλος, έχει φύγει εδώ και δυο-τρία χρόνια σχεδόν. Από κείνη την εποχή, πηγαίνει μόνο σα περαστική και δεν έχει καμιά κανονική σχέση με κανένα... Τι την έκανε να διαλέξει αυτό το καταφύγιο; Ο Πάτερ-φύλακας δεν είναι, ούτε κι υπήρξε ποτέ, εραστής της. Ξέρω πως τον έχει διασκεδάσει δυο-τρεις φορές, δεν είναι όμως από τους άντρες που δεσμεύονται από γυναίκα γι' αυτό και μόνο. Γιατί είναι κι ο ίδιος και πολύ ασταθής και πολύ σκληρός με τις γυναίκες, μόλις του περάσει το κέφι. Από που κι ως που λοιπόν δείχνει τόσον ενδιαφέρον για τη μητέρα μας; Άκου με που σου λέω, κάτι κρύβεται πίσω απ' όλα τούτα. Ποτέ δε τον συμπάθησα τον γέρο-φύλακα. Είναι κακός, σκληρός και βίαιος. Μ' είχε παρασύρει μια φορά στο δωμάτιό του όπου ήταν μαζί με τρεις άλλους και μετά απ' αυτό που μου συνέβη, ορκίστηκα να μη ξαναπατήσω κει μέσα. Αν θες να μ' ακούσεις, ας τους αφήσουμε όλους αυτούς τους κερατάδες τους καλόγερους. Δε χρειάζεται πια να στο κρύβω, Φρανσόν, έχω μια γνωριμία και μάλιστα τολμώ να πω, μια καλή φίλη, τη κυρία Γκερέν. Εδώ και δυο χρόνια τη συναντώ κι από την εποχή κείνη δε πέρασε μια βδομάδα χωρίς να μου κλείσει μια καλή δουλειά. Όχι όμως φτηνοδουλειές σαν αυτές που κάναμε στο μοναστήρι. Δεν υπήρξε ούτε μια που να μη μου απέφερε τρία σκούδα. Να μάλιστα η απόδειξη', συνέχισε η αδελφή μου, δείχνοντάς μου ένα πουγκί που υπήρχανε πάνω από δέκα λουδοβίκεια, 'βλέπεις πως μου φτάνουνε για να ζήσω. Ε! λοιπόν αν θες τη συμβουλή μου, να κάνεις ό,τι κι εγώ. Η Γκερέν θα σε δεχτεί, είμαι σίγουρη, σε είδε πριν οχτώ μέρες όταν είχε έρθει να με ζητήσει για δουλειά και μου ανέθεσε να στο προτείνω. Όσο κι αν είσαι νέα, κάπου θα βρει να σε βάλει. Κάνε όπως εγώ, σου λέω, και σε λίγο θα κάνουμε χρυσές δουλειές. Κατά τ' άλλα δεν έχω τι άλλο να σου πω, γιατί εκτός από απόψε που θα σου κάνω τα έξοδα, μην υπολογίζεις άλλο σε μένα μικρή μου. Σ' αυτό τον κόσμο ο καθένας για τον εαυτό του. Αυτά τα κέρδισα με τα χέρια και το κορμί μου, κάνε κι εσύ το ίδιο. Κι αν σ' εμποδίζει η ντροπή να πας στο διάολο και κυρίως μην έρθεις να με βρεις, γιατί μετά απ' όσα σου λέω, ακόμα κι αν σε δω με τη γλώσσα να σέρνεται στο χώμα, δε θα σου δώσω μητ' ένα ποτήρι νερό. Όσο για τη μητέρα, δε μ' ενδιαφέρει η τύχη της όποια κι αν είναι. Σου δηλώνω πως είμαι ικανοποιημένη κι ότι η μόνη ευχή που κάνω για τη πουτάνα, είναι να βρίσκεται αρκετά μακριά για να μη τη ξαναδώ σ' όλη μου τη ζωή. Ξέρω πόσο μ' εμπόδισε στο επάγγελμά μου και τι καλές συμβουλές μου έδινε τη στιγμή που η κυράτσα έκανε τρεις φορές χειρότερα. Να τη πάρει ο διάολος χρυσή μου, και κυρίως μη τη ξαναφέρει. Τίποτε άλλο δεν εύχομαι'.
     Επειδή, για να είμαι ειλικρινής, ούτε η καρδιά μου ήτανε πιο τρυφερή, ούτε κι ο δρόμος της ψυχής μου πιο ορθός από της αδελφής μου, συμφώνησα μ' όλες τις βρισιές που φόρτωσε την εξαιρετική αυτή μητέρα. Αφού ευχαρίστησα την αδελφή μου για όσα μου έμαθε, της υποσχέθηκα να την ακολουθήσω σ' αυτή τη γυναίκα. Έτσι από τη στιγμή που θα με υιοθετούσε, θα έπαυα να της είμαι βάρος. Όσο για την άρνησή της να πάει στο μοναστήρι, συμφώνησα κι εγώ."
                                                 (...)
     Το μικρό αυτό απόσπασμα βρίσκεται στο βιβλίο των Εκδόσεων Εξάντας, (1980) κι είναι 2 τόμοι. Τη μετάφραση έχουνε κάνει οι Τάκης Θεοδωρόπουλος & Πέτρος Παπαδόπουλος.

   Σημ:  Εκτός όλων όσων αναφέρονται στο εισαγωγικό σημείωμα-βιογραφικό θα πρέπει να προστεθεί κι ότι, ο Σαντ γράφοντας αυτό το βιβλίο, περιέγραψε στις σελίδες του εξακόσιες σεξουαλικές διαστροφές, που αργότερα, πολύ αργότερα, ψυχολόγοι και ψυχίατροι, τις ονομάτισαν σαν τέτοιες. Άρα θα έπρεπε να του αποδοθεί και το θάρρος του να μιλήσει δημόσια και με στιβαρή φωνή για τέτοιες σκοτεινές γωνιές του ανθρώπινου μυαλού. Τέλος θα πρέπει να προσθέσω, σαν εντελώς προσωπική γνώμη τούτη τη φορά, πως έχοντας διαβάσει αρκετά από τη λεγόμενη Ερωτική Λογοτεχνία, έχοντας γράψει κι ο ίδιος μερικά σκαμπρόζικα κομμάτια, τολμώ να πω πως είναι το μόνο από τ' αναγνώσματά μου, που δεν ανιχνεύω, το ...αδιόρατο και πονηρό χαμογελάκι, του συγγραφέα. Πίσω από κάθε τέτοιο κείμενο, κρύβεται μια τάση του να ... ερεθιστεί και λιγάκι ο αναγνώστης, αν και πολλοί καταφέρνουν να το συγκαλύψουν. Ο Σάντ δε γράφει γι' αυτό και τούτο είναι ξεκάθαρο! Γράφει για να πει, για να θίξει, για να μαρτυρήσει. Σε κανένα σημείο δεν είναι ερωτικός, όσο κι αν οι λέξεις, οι έννοιες και τα ...σημεία σπρώχνουνε προς τα κει. Ο Σάντ γράφει για να μαρτυρήσει, να ξεσκεπάσει κι ίσως να φωτίσει. Εκτός …….?




ΕΡΩΤΑΣ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

 

         




ΕΡΩΤΑΣ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Ανάθεμα σε Έρωντα που πήγες να ριζώσεις,

εσύ το πας φιρί-φιρί, να με ξεκουρμουλώσεις»

Ο έρωτας είναι η ζωηρή έλξη μεταξύ δύο προσώπων, η οποία συνήθως σχετίζεται με την επιθυμία για συνουσία. Θεωρείται το ισχυρότερο συναίσθημα έλξης μεταξύ δύο ανθρώπων ή ζώων. Συμβάλλει στη διαιώνιση των ειδών και την αναπαραγωγή.

Η αντίληψη του τι είναι έρωτας διαφέρει ανάμεσα στους λαούς.

Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι ο έρωτας ήταν ένα συναίσθημα άγριο ή απλό, χωρίς τίποτα το πνευματικό, και στρεφόταν γύρω από την εξωτερική ομορφιά της γυναίκας με τελικό  σκοπό την ηδονή και την τεκνοποίηση.

Συνήθως, στον έρωτα ως πάθος, συμπεριλαμβανόταν και η εγκατάλειψη της ερωμένης.

«Έρωντα και ποιος σούμαθε, καρδιές να σαϊτεύγεις

και δεν αφήνεις άνθρωπο, να μην τονε παιδεύγεις»

Με την έλευση του χριστιανισμού, η θέση της γυναίκας διαφοροποιήθηκε  και σε πολλούς θρύλους της Βόρειας Ευρώπης παρατηρείται ο λεγόμενος ιπποτικός έρωτας.

Από αυτή την έννοια, μετά το τέλος του Μεσαίωνα προήλθε ο ρομαντικός έρωτας.

Μια παρερμήνευση αυτού του έρωτα ήταν ο Πλατωνικός έρωτας, η αγνή αγάπη που δεν αποσκοπεί στη σαρκική ηδονή.  

Η αναπαραγωγή είναι η βιολογική διαδικασία με την οποία παράγεται κάθε νέος οργανισμός. Η αναπαραγωγή είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ζωής. Οι μέθοδοι αναπαραγωγής μπορούν να ομαδοποιηθούν στη σεξουαλική και στην ασεξουαλική αναπαραγωγή.

Στην ασεξουαλική αναπαραγωγή, ένας οργανισμός αναπαράγεται χωρίς την ανάγκη αλληλεπίδρασης με άλλον οργανισμό του ίδιου είδους.

Η διχοτόμηση ενός βακτηρίου σε δύο είναι ένα παράδειγμα ασεξουαλικής αναπαραγωγής.

Οι μονοκύτταροι οργανισμοί δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα, δεδομένου ότι τα περισσότερα φυτά μπορούν να αναπαραχθούν ασεξουαλικά.

Η σεξουαλική αναπαραγωγή απαιτεί την αλληλεπίδραση δυο οργανισμών, συνήθως ένα από κάθε φύλο. Τα δύο φύλα είναι το Αρσενικό και το Θηλυκό.

 Η αναπαραγωγή των ανθρώπων είναι ένα παράδειγμα σεξουαλικής αναπαραγωγής. Γενικά, οι πιο περίπλοκοι οργανισμοί αναπαράγονται σεξουαλικά, ενώ οι απλούστεροι, συνήθως μονοκύτταροι οργανισμοί αναπαράγονται ασεξουαλικά.

O γάμος είναι μια κοινωνική, θρησκευτική και νομική σύζευξη ή ένωση δύο ατόμων, διαφορετικού ή σε ορισμένες χώρες κατά τα τελευταία χρόνια και ίδιου φύλου.

Ο θεσμός του γάμου ανάγεται στα χρόνια που ο άνθρωπος άρχισε να σχηματίζει κοινωνίες. Τον συναντούμε σε κάθε κοινωνία.

Ο γάμος μπορεί να υποκινείται από διάφορα κίνητρα ή σκοπούς, όπως:

Σχηματισμός οικογένειας.

«Μα πρέπει του και του γαμπρού, να μη παραπονάται,

γιατί βρήκε καλά προικιά, να στρώνει να κοιμάται».

Νομιμοποίηση σεξουαλικών σχέσεων.

Ενθάρρυνση τεκνογονίας.

Κοινωνική επιβεβαίωση ή ανέλιξη.

« Με τις δακτυλιδόπετρες , του πρέπει το ρολόϊ

γιατ’ είναι από ψηλή γενιά, κι από μεγάλο σόϊ».

Οικονομική σταθερότητα.

«Ετούτηνε την εποχή, μην περιμένεις γάμο,

γιατί ακρίβην’ η ζωή και μπουνταλές δεν κάνω». Επίκαιρο.

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα σε όλες τις πόλεις-κράτη κατοχυρωνόταν με νόμο, έπαιζε δε πρωτεύοντα ρόλο την κοινωνία. Αν και δεν ήταν υποχρεωτικός, οι νέοι έπρεπε να παντρευτούν, γιατί η κριτική που ασκούταν στους άγαμους ήταν έντονη και πολλές φορές χλευαστική.

 Η δημιουργία οικογένειας εξυπηρετούσε δύο βασικούς σκοπούς.

Την απόκτηση απογόνων, την κληροδότηση  της περιουσίας και δεύτερον την περίθαλψη των γονέων από τα παιδιά τους.

 Στην αρχαία Ελλάδα επικρατούσε το μονογαμικό σύστημα.

Οι γυναίκες ήταν πολίτισσες και προστατευόταν από τους νόμους.

Οι άνδρες μπορούσαν να έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά μόνο τα παιδιά της νόμιμης συζύγου κληρονομούσαν όνομα και περιουσία.

Οι άνδρες παντρευόταν κυρίως στην ηλικία των 24-30 ετών, ενώ η ηλικία της γυναίκας ήταν τα 12-16 χρόνια.

Στη Σπάρτη όσοι έμεναν ανύπαντροι ως τα γεράματα δεν τους εκτιμούσαν όπως τους άλλους γέρους.

Όταν κάποιος νέος ήθελε να παντρευτεί, «άρπαζε» την κοπέλα που επιθυμούσε και μετά από σειρά επαφών συνουσίας εφ’ όσον έμενε έγγειος την παντρεύονταν.

Συνουσία ή κοινώς και κατά συνεκδοχή σεξ (sex = φύλο[λατ.]) ονομάζεται η σεξουαλική πράξη μεταξύ ανθρώπων ή άλλων μελών του ζωικού βασιλείου. Πρωταρχικός σκοπός της συνουσίας είναι η αναπαραγωγή για τη συνέχιση του είδους, αν και συχνά, κυρίως μεταξύ ανθρώπων, γίνεται μόνο για την ευχαρίστηση.

Στην ελληνική μυθολογία ο Έρως ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης.

Συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη.  Σύμφωνα με τον μύθο, όταν χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα.

Ο Έρως, χαρακτηρίζεται ανίκητος στην τραγωδία Αντιγόνη. Εκεί πολύ παραστατικά αναφέρει η Αντιγόνη στον Κρέοντα την ρήση «Ζω για να αγαπώ και ν’ αγαπιέμαι και όχι για να μισώ».

Σύμφωνα με την Ορφική διδασκαλία, ο Έρωτας προήλθε από το «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους.

Υπέρ μιας κοσμογονικής καταγωγής του τίθεται και ο Ησίοδος στη Θεογονία, καθώς αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος μαζί με τη Γαία, στοιχεία επίσης χωρίς γεννήτορες.

Στη μετα-ομηρική μυθολογία παρουσιάζονται και άλλοι γεννήτορες του Έρωτα, ενώ συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη.

Σύμφωνα με τη Σαπφώ είναι γιος της Αφροδίτης και του Ουρανού, ενώ σύμφωνα με τον Σιμωνίδη τον Κείο είναι γιος της Αφροδίτης και του Άρη. Αναφέρεται και ως υπηρέτης και συνοδός της Αφροδίτης.

Ο Αλκαίος αναφέρει ότι ο Έρωτας ήταν γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου.

Σε άλλες πηγές, πατέρας του Έρωτα θεωρείται ο Ήφαιστος.

Από τους τραγικούς, ιδιαίτερη σημασία στον θεό Έρωτα αποδίδει ο Ευριπίδης. Ο Ευριπίδης διαχωρίζει τη δύναμη του Έρωτα σε δύο μορφές:

Σε αυτή που μπορεί να οδηγήσει στην Αρετή και σε εκείνη που οδηγεί στην Αθλιότητα.

Με παρόμοιο τρόπο, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα εντοπίζουμε τον «καλό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Ουρανίας) και τον «κακό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Πανδήμου).

Για τους αρχαίους Έλληνες, ο Έρως ήταν ο θεός που ευθυνόταν για τον πόθο, την αγάπη και τη σεξουαλική δραστηριότητα, ενώ λατρευόταν και ως θεός της γονιμότητας. Μάλιστα, συχνά τον αναφέρουν ως «ελευθέριο», όπως και τον Διόνυσο.

Στην ελληνική αρχαιότητα, υπήρχε βέβαια και το φαινόμενο της πορνείας σε ορισμένες πόλεις  ενίοτε περιστασιακό και χωρίς ανταλλάγματα, αλλά σε άλλες αποτελούσε πηγή εισοδήματος. H πορνεία λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό, ως ρυθμιστής των ανικανοποίητων και επιθετικών σεξουαλικών ορμών, προς προστασία της κοινωνικής τάξης, διότι κρατούσε π.χ. τους ακόμη άγαμους μακριά από τις θυγατέρες και τις συζύγους των αστών. Επιπλέον, οι Ελληνίδες πόρνες, οι εταίρες, ως οι μόνες γυναίκες, που είχαν εισέλθει στη δημόσια ζωή, έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στις ανδρικές συντροφιές, και καλλιεργούνταν ως σημαντική διασκέδαση για τους άνδρες.

          Στα τελευταία 2500 χρόνια έχουν χυθεί τόνους μελάνης και χρησιμοποιήθηκε τόνους χαρτί για ν’ αποτυπωθεί η συναισθηματική και συγκινησιακή διέγερση του κάθε γράφοντος υπό την επήρεια του έρωτα. Επηρέασε αυτό το συναίσθημα, την τέχνη, την λογοτεχνία, την μουσική, την εγκληματολογία, τον πόλεμο αλλά κυρίως την μυθολογία και την υπερβολή.

Η αγάπη είναι μόνο για τους Καθολικούς, τους κιθαρίστες και τους σκακιστές.

Το ερωτικό μυθιστόρημα είναι βελτίωση της πραγματικής ζωής, λέει ένας σύγχρονος Αμερικανός φιλόσοφος.

Ένα σύνολο διαταραχών της ψυχής οφείλονται στην μη ικανοποίηση ενός φευγαλέου  οράματος, του ονειρικού έρωτα όπως τον αντιλαμβάνεται ο καθένας και εγωιστικά, μεγαλεπήβολα, προσπαθεί να τον σωματοποιήσει, αυτόν τον άυλο παραμυθατζή. Το άπιαστο όνειρο.

Οι άνθρωποι δεν ξέρουν πώς να τα βγάλουν πέρα με τον έρωτα. Κι έτσι, τον έκαναν παιχνίδι. Ένα παιχνίδι που καταστρέφει όσους το παίζουν.

Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι παράξενες. Θέλω να πω, για λίγο καιρό ζεις με μια ερωμένη, τρως μαζί της, κοιμάσαι μαζί της, βγαίνεις μαζί της, της μιλάς, την αγαπάς και μετά όλα τελειώνουν. Για ένα διάστημα μένεις μόνος σου, κι’ ύστερα εμφανίζεται άλλη γυναίκα και κάνεις έρωτα μαζί της, κι’ όλα μοιάζουν φυσιολογικά, ήρεμα σαν να την περίμενες όλη σου την ζωή και σαν να σε περίμενε κι εκείνη. Ποτέ δεν αισθάνεσαι σωστά ζώντας ολομόναχος, μερικές φορές είναι όμορφα, μα ποτέ δεν είναι σωστά.

Το να βρίσκεσαι πέρα από το καλό και το κακό είναι εντάξει στην θεωρία, αλλά για να τα βγάλεις πέρα με την καθημερινότητα είσαι υποχρε να διαλέγεις σύντροφο με φιλότητα και ισοτιμία.

            Η ηδονή για τον Επίκουρο δεν είναι φευγαλέο όραμα, διαρκής όσο και ατελέσφορη επιδίωξη, όπως μας έμαθαν εμάς να την βλέπουμε, οι ρομαντικοί κι’ ένα σωρό άλλοι καταραμένοι διανοητές και ποιητές.

Οι φίλοι και η φιλοσοφία είναι οι δύο μεγαλύτεροι πόροι, που θα μας επιτρέψουν να ζήσουμε τη ζωή με σιγουριά και δίχως άγχος.

Κι ίσως το καλύτερο απ’ όλα θα ήταν να είχαμε φίλους με τους οποίους να μοιραζόμασταν την επικούρεια φιλοσοφία μας.

Στις κοινότητες των Κήπων , οι δούλοι και οι γυναίκες ήταν πρόσωπα ισότιμα με τους άρρενες πολίτες, πράγμα που ξέφευγε κατά πολύ από τα καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα της εποχής, ο Επίκουρος πίστευε ότι οι ταπεινής καταγωγής άνθρωποι ήταν σε θέση να καταλάβουν και να επωφεληθούν από τη φιλοσοφία του όσο και οι μορφωμένοι, ακόμα κι απ’ αυτήν την άποψη, ο επικουρισμός βρισκόταν μπροστά από την εποχή του.

Για τον Επίκουρο τα ακυριάρχητα πάθη ήταν οι μεγαλύτεροι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας κι’ έλεγε για αυτό.

«Γιατί συχνά απ' το πάθος τους οι άνθρωποι τυφλωμένοι κάνουν αυτό, και μάλιστα στο αγαπημένο τους ταίρι βλέπουν αυτές τες αρετές που αυτό δεν έχει βέβαια.»

Το τυπικό μοντέλο: αρχικά πόθος, μετά ξεμυάλισμα, στη συνέχεια εκπλήρωση και τέλος ζήλεια ή πλήξη. Σ’ αυτή την αέναα επαναλαμβανόμενη ιστορία, πέρα από την ίδια την ερωτική πράξη δεν υπάρχει παρά η ανησυχία και η κατάπτωση.

Ο Επίκουρος θεωρούσε το σεξ ως μία μη αναγκαία ηδονή που ποτέ δεν πρόσφερε πραγματικό όφελος σε κανέναν. «και να ‘μαστε κι ευχαριστημένοι αν δεν μας βλάψει κιόλας»! Η ερωτική πράξη από μόνη της δεν έχει τίποτα το επιλήψιμο, όμως πολύ πιο σημαντική από το σεξ ή τον έρωτα είναι η φιλία, που «χορεύει ολόγυρα στην οικουμένη καλώντας μας να ξυπνήσουμε για χάρη της ευτυχίας».

Όμως αν θέλουμε να οδηγηθούμε προς τον πραγματικό έρωτα., ένας δρόμος υπάρχει. Η φιλία!

Η φιλία που είναι το μέσον για να φτάσει κανείς στην πραγματική ηδονή.

Τόσο στην σωματική, δηλαδή την σαρκική, όσο και στην ψυχική και πνευματική τοιαύτη.

Έτσι γι’ αυτό ο Επίκουρος δέχτηκε την φιλία.

Μόνο μέσα από τους φίλους σου, τις γνωριμίες σου, την παρέα σου θα βρεις αυτό που σε ικανοποιεί πραγματικά.

Και μέσα σ’ αυτές τις μικροκοινωνίες θα κάνεις σεξ, με τους όμοια σκεπτόμενους με εσέ, ανθρώπους. Διότι μόνο οι όμοια σκεπτόμενοι με εσένα άνθρωποι , σε καταλαβαίνουν και τους καταλαβαίνεις.

 Να κάνεις σεξ χωρίς την παραμικρή προοπτική.

Σεξ για την χαρά της ζωής και γι’ αυτό που ζούμε αυτήν την στιγμή εδώ και τώρα.

 Και αν προκύψουν παιδιά τότε με την βοήθεια των ομοίων σκεπτόμενων, θα τα αναθρέψεις και θα τα μεγαλώσεις.

Όμως ο Επίκουρος πίστευε στο γάμο και στην οικογένεια, για όσους ήταν προετοιμασμένοι για τέτοιες ευθύνες, και αποδοκίμαζε τον σεξουαλικό έρωτα, διότι παγιδεύει τον εραστή μέσα σ’ ένα κουβάρι περιττών αναγκών και τρωτών συναισθηματικών καταστάσεων.

 «Κατά περίστασιν δε ποτε βίου γαμήσειν και παιδία τραφήσεσθαί τινας»

Αλλά κάποιες φορές, σε εξαιρετικές περιστάσεις, ορισμένοι σοφοί θα παντρευτούν και θα αναθρέψουν παιδιά.

Βέβαια η γενική προτροπή του δασκάλου ήταν γνωστό, ότι συμβούλευε γενικώς κατά του γάμου και της ανατροφής παιδιών. Θεωρούσε όμως ξεκάθαρα πως υπήρχαν εξαιρέσεις που δικαιολογούσαν τους δύο θεσμούς, τουλάχιστον για ορισμένους Επικούρειους.

Και ορθά έλεγε, διότι τίποτε στην δομή του επικούρειου ηδονισμού δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει την καθολική απαγόρευση του γάμου.

Στην διαθήκη του ο δάσκαλος λέει: « Να φροντίζουν ο Αμυνόμαχος και ο Τιμοκράτης για το παιδί του Μητρόδωρου, τον Επίκουρο, και για το παιδί του Πολύαινου, ενόσω αυτοί θα φιλοσοφούν και θα ζουν μαζί με τον Έρμαρχο. Κατά τον ίδιο τρόπο επίσης να φροντίζουν και για την κόρη του Μητρόδωρου και όταν έλθει σε ηλικία γάμου να την παντρέψουν με όποιον εκλέξει ο Έρμαρχος από αυτούς που μαζί μ’ αυτόν καταγίνονται στην φιλοσοφία, εφόσον αυτή είναι φρόνιμη και υπακούει στον Έρμαρχο. Να χορηγούν δε σ’ αυτούς για την διατροφή τους από τα υπάρχοντα εισοδήματα, όσα φαίνεται σ’ αυτούς ότι χρειάζονται κάθε χρόνο αφού συνεννοηθούν με τον Έρμαρχο».

Εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις, η απόλαυση και η χαρά νοούνται μόνο ως διαρκώς ανανεούμενες παρουσίες.

Με λίγα λόγια απλά, δεν έχει καμιά σχέση με τους καψούρηδες ο Επίκουρος.

Ποτέ ένα Επικούρειος δεν θα πει απευθυνόμενος  στο γεννητικό του όργανο, «Ανόητε, ξέρεις τι πόνο προκαλείς με την ηλίθια πείνα σου»; Απονία λοιπόν.

Υπάρχει ένα αμφισβητούμενο χωρίο στην επιστολή προς Μενοικέα το οποίο μετά από πολλές φιλολογικές αναλύσεις και αντεγκλήσεις λέει το εξής.

«Αυτός που πονάει από την απουσία, την έλλειψη της ηδονής, - ο ανικανοποίητος κι ο ματαιόδοξος άνθρωπος - απλούστατα δεν είναι άξιος της και δεν έχει κυρίως τι να την κάνει».

Γιατί για ποιο πράγμα, για ποια πράγματα μάλλον, πονάει αυτός ο... καψερός και δεν μπορεί ν' αξιω­θεί την αληθινά απολαυστική ζωή;

Πονάει καθώς διεκδικεί τα κενά, τα εξαίρετα (παραπανίσια - περιττά), που εξ ορι­σμού και χάρη στη φίλη και εύτακτη φύση είναι πολύ δύ­σκολο, όσο κι ανώφελο, ν' αποκτηθούν.

Με τη λογική, του ότι, κάθε τι δύσκολο, είναι συνάμα και άχαρο.

Δείτε λοιπόν τα λογιών- λογιών αξιώματα, τις εν ζωή τιμές και δόξες, την οποιαδήποτε εξουσιαστική θέση, με άλλα λόγια, στον κόσμο ετούτο (για να μη μιλήσουμε και για την εντελώς ανεδαφική διεκδίκηση της εξουσίας πάνω στο θάνατο).

Προσφέρει όντως η εξουσιαστική επιβολή ορισμένες πρό­σκαιρες ικανοποιήσεις.

Αλλά το ασταμάτητο «κυνηγητό» της, η διαρκής προσπάθεια της επιβεβαίωσης, πόσο μάλ­λον της ενίσχυσης και της επέκτασης της, δεν μπορεί παρά να φέρει κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, την αγωνία της διάψευσης.

Δεν έχουν καμιά σχέση η χαρά και η απόλαυση μ' αυτό το αγωνιώδες «σύνδρομο» - μια ψυχική κατάστα­ση που συνεπάγεται άλλωστε τη διαρκή μετάθεση της η­δονής, οριζόμενης  ως το ζηλευτό λάφυρο  της νέας / προσεχούς, μεγαλύτερης και σπουδαιότερης, δήθεν, κατάκτησης.

Δεν την ορίζει και δεν μπορεί να τη χαρεί λοιπόν την  ευτυχία ο πλεονέκτης και όχι βέβαια φύσει παρά θέσει ανικανοποίητος εξουσιαστής.  

Δικαιούχος και άξιος της είναι μόνο ο αυτεξούσιος, αυτάρκης άνθρωπος.  

Ομοιοπαθής μήπως με τον... Σαλιέρι ο Επίκουρος;

Συμμεριζόταν άραγε προκαταβολικά τη γεμάτη απόγνωση κραυγή του Βιεννέζου αυλικού μουσικού, Μετριότητες όλου του κόσμου, σας συγχωρώ; Όχι, κάθε άλλο. Εδώ κι αν είναι ριζοσπαστικό και ανατρεπτικό το «κήρυγμα» του Επίκουρου.

«Θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι όχι για να μένουμε (σώνει και καλά) ευχαριστημένοι, πάντοτε με τα λίγα, αλλά για να μπορούμε, όταν δεν έχουμε πολλά, να αρκούμαστε στα λί­γα, με την ακράδαντη πεποίθηση ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν ηδονικότερα εκείνοι που την έχουν λιγότερο ανάγκη».

«δεν ξέρω πώς μπορώ να εννοήσω το αγαθό, αν αφαιρέσω τις ηδονές της γεύσης και τις ηδονές της σάρκας, τις ηδονές της ακοής και της ωραίας μορφής».

Ο Επικούρειος "Ηδονισμός", πρόκληση για τους φαρισαίους της ασκητικής "αγνότητας", παρεξηγήθηκε, παρανοήθηκε και έδωσε αφορμή στις πιο ηλίθιες και κακόβουλες διαστροφές..

Λαβή για μεγαλύτερη συσκότιση έδωσε και η μετάφραση της "ηδονής" στα λατινικά με τη λέξη voluptas, που είναι περισσότερο φορτωμένη με αισθησιακή απόχρωση, καθώς και πλαστογραφημένες επιστολές που κυκλοφορούσαν με το όνομα του Επίκουρου.

Πενήντα τέτοιες ασελγείς επιστολές έγραψε μόνο ο Διότιμος ο Στωικός!..

Στην πιο γυμνή της μορφή η διαστροφική παρερμηνεία λέει :

« Για ύψιστο αγαθό έχουν (οι επικούρειοι) την ηδονή. Αποθέωση της κοιλιάς. Να φάμε να πιούμε, γιατί αύριο θα πεθάνουμε..».

Δεν πρέπει, έλεγε ο Επίκουρος, να «επιδιώκομε κάθε ηδονή, αλλά ενίοτε οφείλουμε να παρακάμπτουμε πολλές ηδονές, όταν τα δυσάρεστα αποτελέσματα, που προκύπτουν από αυτές, είναι περισσότερα.

Πολλούς πόνους δε, να τους θεωρούμε προτιμότερους από τις ηδονές, όταν από αυτούς προκύπτει σε μας, τελικώς, μεγαλύτερη ηδονή.

Κάθε ηδονή, βέβαια, επειδή είναι κάτι το οποίον είναι οικείο στην φύση είναι αγαθόν, αλλά δεν πρέπει να κυνηγάμε οποιαδήποτε ηδονή.

Όπως ακριβώς και κάθε πόνος είναι μεν κάτι κακό, πλην όμως δεν πρέπει ν' αποφεύγαμε οιονδήποτε ανεξαιρέτως πόνο.

Μέσα από την συγκριτική μέτρηση, λοιπόν, και επισκόπηση των συμφερόντων και των μη συμφερόντων πρέπει να τα κρίνομε όλα αυτά».

Στόχος λοιπόν, με όλες τις προτροπές για εγκρά­τεια, η απολαυστική - ηδονική πολυτέλεια.

 Και το κυριότε­ρο: στόχος που, με την απαραίτητη βέβαια άσκηση, μπορεί να επιτευχθεί εδώ, τώρα και μόνο τώρα είναι η ηδονή της αταραξίας.  Ούτε πιο ύστερα ούτε... παραπέρα.

Δε μετατίθεται ούτε περιβάλλεται την αίγλη του σπάνιου - εξαιρετικού κατορθώματος.

Κι είναι μά­λιστα ένας στόχος που τον σημαδεύουμε από την «άνοιξη» κιόλας της ψυχής και του σώματος μας - μετά το χειμώνα της στέρησης και του πόνου, για ν' ακολουθήσουμε το δικό του περιοδικό σχήμα.

Δε χρειάζεται να περιμένουμε την ωριμότητα του θέρους, πόσο μάλλον την «παρακμή» του φθινοπώρου.

Αρκεί μόνο να πεισθούμε από νωρίς ότι δεν ωφελεί σε τίποτα να επιδιώκουμε να εξουσιάσουμε ή να δεχόμαστε να υποταχθούμε.

Να δώσουμε τα χέρια και να συνεργαστούμε ωστόσο, ναι.

Ωφελεί κι είναι επιβεβλημένο.

Είναι, ελπίζω, φανερό πλέον ότι η αυτάρκεια του Επίκουρου είναι  μια ακόμα παραλλαγή της προτροπής Λάθε Βιώσας.

Ζήσε αποφεύγο­ντας όσο μπορείς την παγίδα της σεξουαλικής εξουσίας.

Έλεγχε ωστό­σο και γύμναζε με συνέπεια τον εαυτό σου με μέτρο στην φυσική συνουσία, ακολουθώντας πάντα ένα «πρόγραμμα» φυσικών, άρα και ευχερώς εκτελεστών ασκήσεων.

Σημαίνουν άραγε όλα τού­τα απομόνωση, απομάκρυνση οριστική και τελεσίδικη από την κοινότητα των φίλων κατά φιλότητα;

Όχι, όσο θα υπάρχει η φιλία, στην οποία οφείλουμε απαραιτήτως να συνεχίσουμε  να ασκούμαστε, ώστε να μην πέσει σε αχρηστία μια τόσο μεγάλη αρετή.

Ο ασκητισμός του Επίκουρου δεν είναι αναχωρητικός, πα­ρά προϋποθέτει, αντιθέτως, τη  συντροφικότητα. Οι ισότιμες – φίλες  γυναίκες του Κήπου είναι σύντροφοι κατά φιλότητα χωρίς ν’ αποτελούν αντικείμενο κατάκτησης και άσκησης εξουσίας με σκοπό την συνουσία.

Η πρότυ­πη ατομική αναζήτηση της ευδαιμονίας δεν αποκλείει διό­λου, παρά στηρίζει και αναδεικνύει, εντέλει, την αμοιβαιό­τητα των αισθημάτων και -γιατί όχι;- των συμφερόντων.

Ανάμεσα στους από κοινού καλλιεργητές του Κήπου, που έχουν ως πρώτιστο μέλημα τους την ανάδειξη και την κα­τακύρωση της φυσικής συγγένειας της αρετής και της ηδονής, αναπτύσσεται μια εξαιρετικά στενή, συνωμοτική θα λέγαμε, σχέση.

Την έχει «αποτυπώσει», γλαφυρότερα ίσως απ' όλους, ο συνήθως εχθρικός προς τον Επίκουρο Σενέκας, διασώζοντας σ' ένα κείμενο του μια σπάνιας ευ­γένειας πρόταση του Έλληνα φιλοσόφου - και υποκλινόμενος αυτή τη φορά μπροστά του:  

«Είμαστε ο ένας για τον άλλο ένα όσο πρέπει μεγάλο θέατρο».

Τελειώνοντας θα τονίσω τα λόγια του Επίκουρου προς τους μαθητές του.

«Να τρως λίγο από τον φόβο της δυσπεψίας ,να πίνεις λίγο για να μην κακοξυπνήσεις, ν' αποφεύγεις την πολιτική και τον ερωτά και όλες τις βίαιες πρά­ξεις, να μην προσφέρεις ομήρους στην μοίρα αποκτώντας γυναίκα και παιδιά ... και προ πάντων, να ζεις έτσι. ώστε ν' αποφεύγεις τον φόβο»

Δεν πι­στεύω ότι χρειάζονται άλλοι μάρτυρες για το ότι δεν έχει ίχνος   αντικοινωνικότητας ως προς τον έρωτα, την συνουσία και τον γάμο η επικούρεια κοινωνική ηθική βιοθεωρία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΕΙΑ

Σύγχρονος εγκυκλοπαίδεια ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ

10000 Μαντινάδες της Κρήτης : Αλέξανδρος Κ. Δρουδάκης Χανιά 1982

Γυναίκες: Τσάρλς Μπουκόφσκι Εκδόσεις Οδυσσέας.

 «Στον κήπο του Επίκουρου» Ίρβινγκ Γιάλομ   

 «Δήμιος του Έρωτα» Ίρβινγκ Γιάλομ   

Επικούρεια Ηθική Φιλοσοφία Γιώργος Ζωγραφάκης Εκδόσεις Θύραθεν.

Ελληνική μυθολογία, Ορφικοί ύμνοι, Στα ίχνη της Αφροδίτης της Χ. Μήνη, Ομηρικά έπη.

 

 

 

 

Η ΨΥΧΟΧΑΡΑΔΡΑ









 

Η ΨΥΧΟΧΑΡΑΔΡΑ

 

Μου έτυχε στο διάβα της ζωής μου να συναντήσω μια ξεχωριστή περίπτωση  γυναίκας, πολύ σημα­ντικής, που ακούει στο όνομα «ψυχοχαράδρα»...

Η ψυχοχαράδρα δε φαίνεται.

Περπατάς αμέρι­μνος και τρισευτυχισμένος σε μια παραδεισένια όα­ση, κι εκεί που (νομίζεις πως) πατάς σε έδαφος σταθερό, ξαφνικά πέφτεις μέσα και τσακίζεσαι!  

Η ψυχοχαράδρα είναι κάτι διαφορετικό, πολύ πιο επι­κίνδυνο απ' αυτήν που αποκαλούμε «ψυχάκια».

Ο ψυχάκιας φαίνεται απ' τη συμπεριφορά του, αποκαλύπτεται εύκολα, τον καταλαβαίνεις, την ψυ­χοχαράδρα όχι!

Το πεπρωμένο της ψυχοχαράδρας είναι να γκρε­μοτσακίζονται μέσα της ψυχές και σώματα.

Είναι ο ίδιος ο θάνατος που παραμονεύει, περιμένοντας τον ανυποψίαστο να  διαβεί το κατώφλι της, πολύ καλά καμουφλαρισμένος από πυκνή βλάστηση, τριανταφυλλιές και χρυσάνθεμα...

Κουβαλάνε μέσα τους τον αιφνίδιο θάνατο οι ψυχοχαράδρες, συνήθως έχουν μια μεγάλη παιδική πληγή και με όποι­ον νιώθουν να τις πλησιάζει, θέλουν να μοιραστούν την ηδονή της πτώσης, την  ολοκληρωτική κατα­στροφή.

Το απόλυτο κενό μέσα στο οποίο ζουν, υπάρχουν και τις πνίγει.

Η φύση τις έχει προικίσει με δυσεύρετα προ­σόντα, τα οποία καλλιεργούν για να μη φαίνεται η βαθιά χαράδρα της ψυχής τους.

Πρόκειται για άτομα γοητευτικά, ερωτεύσιμα, επικοινωνιακά.

Που συχνά έχουν υψηλή αίσθηση του χιούμορ, ιδιαί­τερη ευφυΐα, μόρφωση και καλούς τρόπους.

Πώς να υποψιαστείς τι σε περιμένει αυτή την ήρεμη, σκοτεινή νύχτα δίχως φεγγάρι;

Ίσως όταν τις γνω­ρίσεις καλύτερα τις ψυχοχαράδρες να μπορέσεις

να διακρίνεις κάτι σαν κυκλοθυμία, εκεί που είναι μια χαρά, χαρούμενες και ευτυχισμένες, γίνονται ξαφνικά και χωρίς λόγο χάλια και το ανάποδο, για μια στιγμή μόνο τα μάτια τους σκοτεινιάζουν περίεργα.

Σε παραμυθιάζουν πως αυτό οφείλεται σε κάποια ανασφάλεια ή μεταφυσική ανησυχία, σε κά­ποια ίσως υπερευαισθησία.

Ενώ γνωρίζουν πολύ καλά τη φύση τους: είναι σαν τις μαύρες χήρες, που όταν χαλαρώσεις στην αγκαλιά τους και κοι­μηθείς, θα σε δολοφονήσουν σίγουρα, θα σου ρί­ξουν μια σπρωξιά να σε γκρεμίσουν.

Γιατί αυτή εί­ναι η φύση τους, η μοίρα τους, η αποστολή τους.

Με πόνο ψυχής, γιατί μπορεί στ' αλήθεια να σ' αγα­πάνε και να σε θέλουν. Νεκρό...

Το Βασικό χαρακτηριστικό της ψυχοχαράδρας εί­ναι πως δεν υπάρχει στη συμπεριφορά της σχέση αιτίου αποτελέσματος, ούτε καν οι θεωρίες του χά­ους δεν μπορούν να την ερμηνεύσουν.

Σε αντί­θεση με τον απλό ψυχάκια, ο οποίος γίνεται αντι­ληπτός απ' την αρχή, η χαράδρα δείχνει σε όλα σχεδόν φυσιολογική και ανοίγει απότομα το χάσμα της, να σου ρουφήξει μέσα την ψυχή.

Είναι συ­ναισθηματικά ασπόνδυλα, ζόμπι ερωτικά, που αν πας πολύ κοντά και αφεθείς, έπεσες!

Μην ψάχνεις να βρεις εξηγήσεις, δεν υπάρχει στην ψυχοχαρά­δρα λογική, ούτε «πως» και «γιατί».

Μην προ­σπαθείς να την καταλάβεις, δεν γίνεται.

Προς θεού, άσε να την εξερευνήσει κάποιος άλλος, όχι εσύ!

Ξέρω πολλούς που 'ναι κομμάτια.

Του λες: «Τι συνέβη έτσι ξαφνικά, ρε αδερφέ;».

 «Άσε - λέ­ει- έπεσα σε ψυχοχαράδρα».

Κι αρκεί.

Καταλαβαί­νεις εσύ που είχες τη τύχη να επιζήσεις μετά την πτώση...

 

 


Κυκεώνας του Ολύμπου

Κυκεώνας του Ολύμπου Οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν περισσότερη αξία στην δημόσια ζωή και λιγότερο στην ιδιωτική. Για τον λόγο αυτό ανέπτυξαν μ...