ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ


 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΜΕΝΟΙΚΕΑ

 

Ο σκοπός της Φιλοσοφίας

 

Ούτε όταν είναι κανείς νέος , πρέπει να αναβάλλει να φιλοσοφεί, ούτε όταν γεράσει, να θεωρεί κόπο το να φιλοσοφεί.
Διότι κανένας δεν είναι ούτε ανώριμος,
ούτε υπερβολικά ώριμος ,για να εξασφαλίσει την υγεία της ψυχής του.

Και όποιος λέει ότι δεν ήλθε ακόμα η ώρα για να φιλοσοφήσει ή ότι έχει περάσει,
μοιάζει με εκείνον που λέει ότι έχει περάσει η ώρα για την ευδαιμονία ή ότι ακόμα
δεν έχει έλθει η ώρα γι’ αυτήν.

Επομένως πρέπει να φιλοσοφεί και ο νέος και ο γέρος, ο μέν καθώς γερνάει, για
να νιώθει νέος με τα όμορφα πράγματα
από ευγνωμοσύνη για όσα έγιναν στο παρελθόν και ο άλλος για να είναι και νέος και ταυτόχρονα και ώριμος, επειδή δε φοβάται αυτά που θα έλθουν στο μέλλον.

Πρέπει λοιπόν να εξετάζουμε με μεγάλη προσοχή ποια είναι αυτά που φέρνουν την ευδαιμονία, αφού, όταν αυτή είναι παρούσα, έχουμε τα πάντα, και όταν απουσιάζει, κάνουμε τα πάντα για να την αποκτήσουμε. Όσα δε συνεχώς σου συνιστούσα, αυτά και να κάνεις και να μελετάς, θεωρώντας ότι είναι τα στοιχεία που εξασφαλίζουν την καλή ζωή.

 

Ο Θεός

 

Πρώτα από όλα λοιπόν θεωρώντας ότι ο θεός είναι ένα όν άφθαρτο (αιώνιο) και μακάριο, σύμφωνα με την εντύπωση για το θεό που είναι κοινή σε όλους, μην αποδίδεις στη φύση του τίποτα ξένο προς την αφθαρσία του και τίποτα αταίριαστο με τη μακαριότητά του. Να πιστεύεις λοιπόν οτιδήποτε μπορεί να διαφυλάττει την μακαριότητα και την αφθαρσία του. Γιατί οι θεοί υπάρχουν, επειδή είναι ξεκάθαρη η γνώση μας γι’ αυτούς. Δεν είναι όμως τέτοιοι, όπως τους φαντάζεται ο πολύς κόσμος, επειδή δεν διαφυλάττει την αρχική εντύπωση γι’ αυτούς.  Ασεβής δεν είναι αυτός που αναιρεί (αναθεωρεί) τους θεούς των πολλών, αλλά αυτός που αποδίδει στους θεούς αυτά που οι πολλοί πιστεύουν γι’ αυτούς.

Γιατί οι γνώμες των πολλών για τους θεούς δεν στηρίζονται σε προλήψεις1 αλλά είναι ψευδείς πεποιθήσεις, σύμφωνα με τις οποίες οι μεγαλύτερες συμφορές στους κακούς και οι μεγαλύτερες ωφέλειες στους καλούς προέρχονται από τους θεούς.

Γιατί (οι πολλοί), επειδή είναι εξοικειωμένοι με αυτό που θεωρούν οι ίδιοι αρετή, αποδίδουν στους θεούς όμοιες ιδιότητες, θεωρώντας ξένο καθετί που είναι διαφορετικό από τη δική τους αντίληψη.

 

Ο Θάνατος

 

Να συνηθίζεις στην ιδέα ότι ο θάνατος δεν είναι τίποτα για εμάς.

Επειδή κάθε καλό και κάθε κακό γίνεται αντιληπτό μέσω των αισθήσεων και ο θάνατος είναι στέρηση κάθε αίσθησης. Γι’ αυτό η σωστή γνώση ότι ο θάνατος δεν είναι τίποτα για εμάς, κάνει απολαυστική τη θνητή ζωή μας όχι επειδή μας προσθέτει άπειρο χρόνο αλλά , γιατί μας αφαιρεί τον πόθο της αθανασίας.

Γιατί τίποτα κατά τη διάρκεια της ζωής δεν είναι φοβερό, για όποιον έχει πραγματικά συνειδητοποιήσει ότι τίποτα το φοβερό δεν υπάρχει στο να μη ζεί.

Είναι, επομένως, αφελής αυτός που λέει ότι φοβάται το θάνατο, όχι επειδή θα λυπηθεί, όταν έρθει, αλλά επειδή τον θλίβει η προσμονή του. Γιατί αυτό που δεν ενοχλεί, όταν είναι παρόν, μάταια προκαλεί λύπη ,όσο το περιμένει κανείς να έλθει.

Το πιο φρικτό λοιπόν από τα κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή, όταν εμείς υπάρχουμε , αυτός δεν υπάρχει.

Όταν δε ο θάνατος έρθει τότε δεν υπάρχουμε εμείς.
Ούτε λοιπόν με τους ζωντανούς σχετίζεται ο
θάνατος ούτε με αυτούς που έχουν πεθάνει, επειδή πράγματι για τους πρώτους δεν υπάρχει, ενώ οι άλλοι δεν υπάρχουν πια.

Παρ’ όλα αυτά, οι πολλοί άλλοτε αποφεύγουν το θάνατο σαν το χειρότερο κακό, και άλλοτε τον επιλέγουν σαν λύτρωση από τα βάσανα της ζωής.

Ο σοφός, όμως, ούτε παραιτείται από τη ζωή ούτε φοβάται το να μη ζεί, γιατί ούτε του είναι δυσάρεστο να ζεί ούτε θεωρεί κακό το να μη ζεί.

Κι όπως στο φαγητό πάντα προτιμάει κανείς όχι το πιο πολύ αλλά το πιο νόστιμο, έτσι συμβαίνει και με το χρόνο, απολαμβάνει τους καρπούς όχι από τα πολλά χρόνια αλλά από τα ευτυχισμένα. Όποιος, πάλι, από τη μια συμβουλεύει τον νέο να ζεί καλά ενώ από την άλλη το γέρο να δώσει ο ίδιος καλό τέλος στη ζωή του, είναι ανόητος, όχι μόνο επειδή η ζωή είναι έντονα επιθυμητή, αλλά επειδή ίδια είναι η φροντίδα για να ζεί κανείς καλά και για να πεθαίνει καλά.

Πολύ χειρότερος, όμως, είναι αυτός που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθείς, αλλά αφού γεννήθηκες, γρήγορα να περάσεις τις πύλες του Άδη.

Αν το πιστεύει αυτό που λέει, γιατί δεν εγκαταλείπει τη ζωή; Εύκολα μπορεί να το κάνει, εφόσον πράγματι το έχει σκεφτεί καλά.
Αν, όμως, αστειεύεται, μιλάει απερίσκεπτα για
πράγματα που δεν επιδέχονται αστεία.

Πρέπει επίσης να θυμόμαστε ότι το μέλλον ούτε εντελώς μας ανήκει, ούτε δεν μας ανήκει, ώστε να μην περιμένουμε ότι θα έλθει με βεβαιότητα , ούτε να απελπιζόμαστε με την ιδέα ότι σίγουρα δε θα έρθει.

 

 

Οι επιθυμίες και η ηδονή  

 

Πρέπει επίσης να αναλογιζόμαστε ότι, από τις επιθυμίες, άλλες είναι φυσικές και άλλες κενές (χωρίς ουσία) και ότι, από τις φυσικές, άλλες είναι αναγκαίες και άλλες μόνο φυσικές.
Και από τις αναγκαίες επιθυμίες, άλλες είναι
αναγκαίες για την ευδαιμονία, άλλες για να μην έχει ενοχλήσεις το σώμα και άλλες για αυτήν την ίδια τη ζωή.

Γιατί η σωστή θεώρηση αυτών (των θεμάτων) ανάγει με βεβαιότητα κάθε επιλογή και αποφυγή στην υγεία του σώματος και στην αταραξία της ψυχής, αφού αυτός είναι ο σκοπός της ευτυχισμένης ζωής.

Γιατί γι' αυτόν κάνουμε τα πάντα, για να μην πονάμε και να μη φοβόμαστε.

Όταν μια για πάντα το εξασφαλίσουμε αυτό, παύει ο χειμώνας της ψυχής, γιατί η ζωντανή ύπαρξη δε χρειάζεται πια να πορεύεται προς κάτι που της λείπει και να αναζητά κάτι άλλο με το οποίο θα συμπληρώσει την ευτυχία της ψυχής και του σώματος. 

Επειδή τότε έχουμε ανάγκη την ηδονή, όταν εξαιτίας της απουσίας της νιώθουμε πόνο. Όταν όμως δεν πονάμε, δε τη χρειαζόμαστε καθόλου.

Γι αυτό και την θεωρούμε αρχή και απώτερο σκοπό της ευτυχισμένης ζωής.

Γιατί γνωρίζουμε ότι αυτή είναι το πρωταρχικό και συγγενικό με τη φύση μας αγαθό και ότι από αυτήν ξεκινάει κάθε επιλογή και κάθε αποφυγή μας, και σε αυτήν καταλήγουμε, όταν αξιολογούμε κάθε αγαθό με κριτήριο αυτό που αισθανόμαστε.
Και επειδή είναι το πρωταρχικό και
σύμφυτο αγαθό, γι’ αυτό και δεν επιλέγουμε κάθε ηδονή, αλλά είναι δυνατόν κάποιες φορές να προσπερνάμε πολλές ηδονές, όταν είναι μεγαλύτερη η ενόχληση που τις ακολουθεί.

Πολλούς πόνους, μάλιστα, τους θεωρούμε καλύτερους, επειδή η ηδονή που ακολουθεί είναι μεγαλύτερη, όταν τους υπομείναμε για μεγάλο διάστημα.
Κάθε ηδονή λοιπόν, επειδή έχει οικεία για εμάς
φύση , είναι κάτι το καλό, όμως δεν επιλέγουμε κάθε ηδονή . Όπως ακριβώς και κάθε πόνος είναι κακός, ωστόσο, από τη φύση του δε γίνεται πάντοτε να τον αποφεύγουμε.

Όλα αυτά, όμως, οφείλει να τα κρίνει κανείς συγκρίνοντάς τα και υπολογίζοντας τι είναι συμφέρον και τι ασύμφορο.

Γιατί κάποιες φορές χρησιμοποιούμε το καλό ως κακό και, αντίστροφα, το κακό ως καλό.

Και θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι σπουδαίο αγαθό όχι για να αρκούμαστε στα λίγα πάντοτε, αλλά για να αρκούμαστε στα λίγα, όταν δεν έχουμε πολλά.

Έχοντας την πεποίθηση ότι απολαμβάνουν την πολυτέλεια πολύ πιο ευχάριστα αυτοί που την χρειάζονται λιγότερο και ότι κάθε τι που είναι φυσικό αποκτιέται εύκολα, ενώ κάθε τι το ανούσιο αποκτιέται δύσκολα.

Και οι λιτές τροφές προσφέρουν την ίδια ηδονή με ένα πολυτελές γεύμα, όταν εξαλειφθεί κάθε πόνος που προκαλείται από την έλλειψη (τροφής).

Και το ψωμί και το νερό προκαλούν την πιο δυνατή ηδονή, όταν προσφέρονται σε κάποιον που τα έχει ανάγκη.

Το να συνηθίζει λοιπόν κανείς στην απλή και όχι στην πολυτελή διατροφή και συμβάλλει στην υγεία και κάνει τον άνθρωπο ακούραστο στο να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ζωής του και μας κάνει, όταν συμβεί να πηγαίνουμε σε πολυτελή γεύματα , να νιώθουμε πιο ευχάριστα και μας προετοιμάζει, ώστε να στεκόμαστε χωρίς φόβο στις εναλλαγές της τύχης.
Όταν λοιπόν λέμε ότι ο σκοπός (της ζωής) είναι η ηδονή, δεν εννοούμε τις ηδονές των ασώτων και αυτές που σχετίζονται με την απόλαυση, όπως νομίζουν κάποιοι από άγνοια και
επειδή δεν συμφωνούν μαζί μας ή παρερμηνεύουν (τα λεγόμενά μας), αλλά εννοούμε να μην νιώθουμε πόνο στο σώμα και ταραχή στην ψυχή.

Γιατί την ευχάριστη ζωή δεν την προκαλούν τα ποτά και συνεχείς διασκεδάσεις, ούτε οι απολαύσεις αγοριών και γυναικών, ούτε των ψαριών και των άλλων που προσφέρουν τα
πολυτελή τραπέζια, αλλά ο νηφάλιος στοχασμός που ερευνά τις αιτίες για κάθε επιλογή
και αποφυγή και διώχνει τις υποκειμενικές
γνώμες με τις οποίες καταλαμβάνει τις ψυχές μας η πιο μεγάλη ταραχή.

 

Η φρόνηση

     Αρχή για όλα αυτά και το πιο σπουδαίο αγαθό είναι η φρόνηση.

Γι’ αυτό είναι πολυτιμότερη και από τη φιλοσοφία ακόμα, καθώς απ’ αυτήν πηγάζουν εκ φύσεως όλες οι άλλες αρετές, και διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν να ζεί κανείς ευχάριστα χωρίς να ζεί λογικά, όμορφα και δίκαια και ούτε είναι δυνατόν να ζεί λογικά, όμορφα και δίκαια, χωρίς να ζεί ευτυχισμένα.
Γιατί οι αρετές από τη φύση τους σχετίζονται
με το να ζεί κανείς με ευχαρίστηση και το να ζεί κανείς ευχάριστα δεν μπορεί να διαχωριστεί από αυτές.

Και ποιόν θεωρείς λοιπόν καλύτερο από αυτόν που με τις απόψεις του σέβεται τους θεούς και στέκεται παντοτινά άφοβος απέναντι στο θάνατο, που έχει ξεκαθαρίσει λογικά το σκοπό της φύσης και αντιλαμβάνεται ότι το μεγαλύτερο καλό εύκολα προσεγγίζεται και εύκολα αποκτάται, ενώ το (μεγαλύτερο) κακό έχει είτε σύντομη διάρκεια είτε λίγους πόνους, και περιγελά τη μοίρα η οποία παρουσιάζεται από κάποιους ότι διαφεντεύει τα πάντα, και ισχυρίζεται ότι τα πράγματα συμβαίνουν άλλα από ανάγκη, άλλα από τύχη, άλλα δε εξαρτώνται από εμάς τους ίδιους επειδή η ανάγκη δε φέρει καμία ευθύνη (γι’ αυτά), και από την άλλη η τύχη βλέπουμε ότι είναι άστατη, ενώ ό,τι εξαρτάται από εμάς δεν εξουσιάζεται από κανέναν και από τη φύση του μπορεί να δεχθεί και τη μομφή και το αντίθετο, επειδή είναι προτιμότερο να ακολουθεί κανείς τους μύθους για τους θεούς παρά να υποδουλώνεται στη δύναμη της μοίρας που πιστεύουν οι φυσικοί φιλόσοφοι, ο μεν γιατί με τις τιμές προς τους θεούς διατηρεί την ελπίδα εξευμενισμού τους, ενώ η άλλη έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση την (αναγκαιότητα), την δε τύχη δεν την εκλαμβάνει ως θεό, όπως οι πολλοί πιστεύουν, (καθώς τίποτα δεν γίνεται από το Θεό χωρίς τάξη), ούτε πάλι την θεωρεί αβέβαιη αιτία,(γιατί δεν πιστεύει ότι από αυτήν δίνεται στους ανθρώπους κάποιο καλό ή κάποιο κακό που σχετίζεται με την ευτυχισμένη ζωή) , αλλά ότι αυτή είναι η αφετηρία μεγάλων καλών ή κακών, νομίζοντας ότι είναι καλύτερο να ατυχήσει έχοντας σκεφτεί λογικά παρά να ευτυχήσει χωρίς να έχει σκεφτεί καθόλου.

Γιατί είναι καλύτερο στις πράξεις (μας) να μη επιτευχθεί αυτό που βασίστηκε στην ορθή κρίση, παρά να επιτύχει εξ’ αιτίας της τύχης αυτό που δεν βασίστηκε σε αυτήν.

Αυτά λοιπόν και όσα σχετίζονται με αυτά να εξετάζεις με προσοχή μέρα και νύχτα και μόνος σου και με κάποιον όμοιο σου και ουδέποτε θα διαταραχθείς ούτε στον ξύπνιο ούτε στον ύπνο σου, αλλά θα ζήσεις σαν θεός ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί δε μοιάζει καθόλου με θνητό ον ο άνθρωπος που ζεί ανάμεσα σε αθάνατα αγαθά.

Επιμέλεια Ορφέας Αργυρός

 


 

 

 

Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

 



Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ         

Ένας αυτοκράτορας στην Άπω Ανατολή, γερνούσε και καταλάβαινε ότι έφτασε η ώρα να διαλέξει το διάδοχό του. Αντί να διαλέξει έναν από τους βοηθούς του ή έναν από τα παιδιά του, αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικό.
Προσκάλεσε μια μέρα πολλούς νέους του βασιλείου του και τους είπε. "Έφτασε η ώρα μου να παραιτηθώ και να διαλέξω τον επόμενο αυτοκράτορα. Έχω αποφασίσει να διαλέξω έναν από σας".
Οι νέοι ξαφνιάστηκαν! Αλλά ο αυτοκράτορας συνέχισε. "Θα δώσω σήμερα στον καθένα σας ένα σπόρο, έναν πολύ ειδικό σπόρο. Θέλω να τον φυτέψετε, να τον ποτίζετε και να ξαναρθείτε εδώ μετά ένα χρόνο από σήμερα με ό,τι έχει φυτρώσει απ' αυτόν τον ένα σπόρο. Εγώ θα κρίνω τότε τα φυτά που θα φέρετε κι αυτός, το φυτό του οποίου θα διαλέξω, θα είναι ο επόμενος αυτοκράτορας!"
 
 Ένα αγόρι που λεγόταν Λίνγκ, ήταν εκεί εκείνη την ημέρα και όπως όλοι οι άλλοι, πήρε κι αυτός ένα σπόρο. Πήγε σπίτι του και γεμάτος ενθουσιασμό διηγήθηκε στη μητέρα του τι συνέβη. Η μητέρα του τον βοήθησε να βρει μια γλάστρα και χώμα κι αυτός φύτεψε το σπόρο και τον πότισε προσεχτικά. Του άρεσε να τον ποτίζει κάθε μέρα και να παρακολουθεί να δει αν είχε φυτρώσει.
 
Ύστερα από τρεις εβδομάδες περίπου, μερικοί από τους άλλους νέους, άρχισαν να μιλούν για τους σπόρους τους και για τα φυτά που άρχισαν να μεγαλώνουν.
 
Ο Λίνγκ συνέχισε να παρακολουθεί το σπόρο του, αλλά τίποτα δεν φύτρωσε ποτέ. Πέρασαν τρεις εβδομάδες, τέσσερις εβδομάδες, πέντε εβδομάδες κι ακόμα τίποτα. Τώρα όλοι οι άλλοι μιλούσαν με ενθουσιασμό για τα φυτά τους, ο Λίνγκ όμως δεν είχε φυτό και αισθανόταν αποτυχημένος.
Πέρασαν έξι μήνες κι ακόμα δεν φύτρωσε τίποτα στη γλάστρα του Λίνγκ.
Άρχισε να πιστεύει ότι είχε σκοτώσει το σπόρο του. Όλοι οι άλλοι είχαν δέντρα και ψηλά φυτά, αυτός όμως τίποτα. Όμως ο Λίνγκ δεν έλεγε τίποτα στους φίλους του. Απλά περίμενε να φυτρώσει ο σπόρος του. 
Τελικά πέρασε ένας χρόνος και όλοι οι νέοι του βασιλείου έφεραν τα φυτά τους στον αυτοκράτορα για επιθεώρηση. Ο Λίνγκ είπε στη μητέρα του ότι δεν θα πήγαινε μια άδεια γλάστρα, αλλά αυτή τον συμβούλεψε να πάει. Και επειδή ήταν τίμιος με ό,τι συνέβη και παρ' όλο που αισθανόταν αδιαθεσία στο στομάχι, παραδέχτηκε ότι η μητέρα του είχε δίκιο. Πήγε λοιπόν την άδεια γλάστρα του στο παλάτι. Όταν έφτασε εκεί ο Λίνγκ έμεινε κατάπληκτος από την ποικιλία των φυτών που καλλιέργησαν οι άλλοι νέοι. Ήταν όμορφα σε όλα τα σχήματα και μεγέθη. Ο Λίνγκ ακούμπησε την άδεια γλάστρα του στο πάτωμα και πολλοί από τους άλλους άρχισαν να τον περιγελούν. Μερικοί τον λυπήθηκαν και του είπαν. "Δεν πειράζει, προσπάθησες για το καλύτερο".

Όταν έφτασε ο αυτοκράτορας, εξέτασε την αίθουσα και χαιρέτησε τους νέους.

Ο Λίνγκ προσπάθησε να κρυφτεί στο πίσω μέρος της αίθουσας. "Τι μεγάλα φυτά, δέντρα και λουλούδια καλλιεργήσατε", είπε ο αυτοκράτορας.
"Σήμερα ένας από σας θα εκλεγεί σαν ο επόμενος αυτοκράτορας"!. Ξαφνικά διέκρινε το Λίνγκ με την άδεια του γλάστρα, στο πίσω μέρος της αίθουσας.
Διέταξε αμέσως τους φρουρούς του να τον φέρουν μπροστά του.

Ο Λίνγκ ήταν κατατρομαγμένος. "Ο αυτοκράτορας γνωρίζει ότι είμαι αποτυχημένος", είπε. "Ίσως θα πρέπει να με σκοτώσει".
Όταν ο Λίνγκ ήλθε μπροστά ο αυτοκράτορας τον ρώτησε πώς λέγεται.
"Λέγομαι Λίνγκ" απάντησε. Οι υπόλοιποι άρχισαν να γελούν και να τον κοροϊδεύουν. Ο αυτοκράτορας ζήτησε να ηρεμήσουν όλοι. Κοίταξε τον Λίνγκ και κατόπιν ανάγγειλε στο πλήθος, "Ιδού ο νέος σας αυτοκράτορας! Το όνομά του είναι Λίνγκ"!. Ο Λίνγκ δεν μπόρεσε να το πιστέψει. Δεν μπόρεσε ούτε το σπόρο του να κάνει να φυτρώσει! Πώς θα μπορούσε να γίνει ο νέος αυτοκράτορας;
Τότε ο αυτοκράτορας είπε, "Πριν ένα χρόνο, σαν σήμερα, έδωσα στον καθένα από σας εδώ ένα σπόρο. Σας είπα να πάρετε το σπόρο, να τον φυτέψετε, να τον ποτίσετε και να μου τον φέρετε πίσω σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι έδωσα σε όλους σας βρασμένους σπόρους, που δεν θα φύτρωναν. Όλοι σας, εκτός από τον Λίνγκ, μου έχετε φέρει δέντρα και φυτά και λουλούδια. Όταν ανακαλύψατε ότι οι σπόροι δεν θα βλάσταιναν, αντικαταστήσατε το σπόρο που σας έδωσα μ' έναν άλλο.

Ο Λίνγκ ήταν ο μόνος που είχε το θάρρος και την εντιμότητα να μου φέρει μια γλάστρα που είχε μέσα το δικό μου σπόρο. Γι' αυτό είναι αυτός που θα γίνει ο νέος αυτοκράτορας!.

*Αν σπείρεις εντιμότητα, θα θερίσεις εμπιστοσύνη.

*Αν σπείρεις καλοσύνη, θα θερίσεις φίλους.

*Αν σπείρεις ταπεινοφροσύνη, θα θερίσεις μεγαλείο.

*Αν σπείρεις επιμονή, θα θερίσεις νίκη.

*Αν σπείρεις στοχασμό, θα θερίσεις αρμονία.

*Αν σπείρεις σκληρή δουλειά, θα θερίσεις επιτυχία.

*Αν σπείρεις συγχώρηση, θα θερίσεις συμφιλίωση.

*Αν σπείρεις ειλικρίνεια, θα θερίσεις καλές σχέσεις.

*Αν σπείρεις υπομονή, θα θερίσεις βελτίωση.

*Αν σπείρεις πίστη, θα θερίσεις θαύματα.

*Αν σπείρεις ανεντιμότητα, θα θερίσεις δυσπιστία.

*Αν σπείρεις εγωισμό, θα θερίσεις μοναξιά.

*Αν σπείρεις περηφάνια, θα θερίσεις καταστροφή.

*Αν σπείρεις ζήλια, θα θερίσεις ταλαιπωρία.

*Αν σπείρεις οκνηρία, θα θερίσεις στασιμότητα.

*Αν σπείρεις πικρία, θα θερίσεις απομόνωση.

*Αν σπείρεις πλεονεξία, θα θερίσεις απώλεια.

*Αν σπείρεις κακολογία, θα θερίσεις εχθρούς.

*Αν σπείρεις στενοχώριες, θα θερίσεις ρυτίδες.

*Αν σπείρεις αμαρτίες, θα θερίσεις ενοχές.

*Πρόσεχε, λοιπόν, τι σπέρνεις τώρα. Αυτό θα καθορίσει τι θα θερίσεις αύριο

 

 

Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ



Η ΜΑΓΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

 Η ελληνική λέξη μαγεία προέρχεται από την παλαιο-περσική makus, ονομασία που χαρακτήριζε αρχικά ένα μέλος μιας αρχαίας μηδικής φυλής ή γένους ειδικευμένου σε θρησκευτικές λειτουργίες. Γνωρίζουμε ότι ο ευαγγελιστής Ματθαίος παραδεχόταν πως οι Μάγοι ήταν ικανοί αστρολόγοι, που γνώριζαν εμβριθώς τα μυστικά του ουρανού.

Όμως, πολύ πριν από την αρχή της χριστιανικής πε­ριόδου, το 480 π.Χ. σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, τα μέλη του γένους αυτού επιδόθηκαν σε απροσδιό­ριστες πρακτικές φαρμακείας (φαρμακεύσαντες) στις όχθες του ποταμού Στρυμόνα της Θράκης.

Λίγο αργότερα, οι ίδιοι εξευμένισαν τους θυελλώδεις ανέμους στην κεντρική Ελλάδα ψάλλοντας επωδές ή γητέματα (καταείδοντες).

Οι πράξεις αυτές σε κλασικές και μετακλασικές πηγές ονομά­ζονταν συχνά γοητεία, φαρμακεία, μαγγανεία, ακόμη και μαγεία.

Εντούτοις η μαγεία δεν ήταν στην πραγματικότητα εισαγωγή από την Περσία.

Στον ελληνικό κό­σμο η αρχή της χρονολογείται σε κάποια άγνωστη εποχή και αποτελούσε πεδίο δράσης του ντόπιου κυρίως πληθυσμού, ανδρικού και γυναικείου. Γύρω στην εποχή του Ηράκλειτου (π. 500 π.Χ.) οι άν­θρωποι αυτοί (η τουλάχιστον οι άνδρες) ονομάζονταν ίσως μάγοι.

Αν όμως επρόκειτο για περιοδεύοντες επαγγελματίες, τα ονόματα που τους έδιναν πιο συχνά ήταν γόης, μάντις, αγύρτης κ.λπ.  

Αν όμως η μαγεία δεν ήταν ένα μεταγενέστερο φαινόμενο, τότε δεν βρισκόταν στο περιθώριο ού­τε της αρχαϊκής, ούτε της κλασικής, ούτε της ύστερης ελληνικής κοινωνίας.

Όπως έδειξαν πρόσφατα ο D. Jordan και άλλοι μελετητές, την εποχή που ο Πλάτων ανάπτυσσε την (κάπως περιθωριακή) φιλο­σοφική θρησκεία του, ένα μεγάλο μέρος των Αθηναίων καταριόταν τους γείτονές τους με μαγικές επι­κλήσεις και διαδικασίες. Με την πάροδο του χρόνου, από την Ελληνιστική περίοδο και εξής, η μαγεία γινόταν όλο και περισσότερο περίπλοκη και “συγκρητική", αντλώντας πολλά στοιχεία από τις ανατολικές μυστηριακές θρησκείες και ιδίως από τις παραδόσεις της Εγγύς Ανατολής και της Αίγυπτου, όπως δείχνει ο William Brashear στο άρθρο του .

Πώς άραγε ασκούσαν οι αρχαίοι Έλληνες τη μαγεία; Το μόνο βέβαιο είναι πως είχε τεθεί έξω από τη σφαίρα της επίσημης θρησκείας της πόλης. Οι τελετές της ήταν πάντοτε ιδιωτικές, και είχαν τον χαρακτήρα της μυστηριακής ή μυστικής θρησκευτικής πρακτικής.

Δεύτερον, κινητοποιούσε, χειραγωγούσε κι ακόμα και εξανάγκαζε τους δαίμονες των νεκρών (νεκυδαίμονες) ή μερικούς (συνήθως χθόνιους) θεούς, μ’ έναν αυτόματο, μηχανικό τρόπο.

Μ’ άλλα λόγια, έλειπε κατά κανόνα από τη μαγεία το στοιχείο της χάριτος ή ανταποδοτικότητας.

Για τον λόγο αυτό οι έννοιες της ικεσίας ή ευχής είτε απουσιάζουν, για παράδειγμα από τους κατάδεσμους, είτε είναι εξαιρετικά σπάνιες.

Ο Πλάτων χρησιμοποιεί τον αμφίσημο όρο πείθειν  για να υποδηλώσει το πώς ο ασκών τη μαγεία
“εξανάγκαζε” τους θεούς και τους δαίμονες να συμμορφωθούν με τις επιταγές του, που είχαν πάντοτε εγωιστικό χαρακτήρα. Οι δραστηριότητές τους επεδίωκαν άλλοτε να προξενήσουν κακό (όπως στην περίπτωση της μαύρης μαγείας, μια μορφή της οποίας αρχικά χρησιμοποιεί η Κίρκη και άλλοτε καλό.

Επειδή η μαγεία είχε τη δυνατότητα να γίνει καταστροφική (κάτι που δεχόταν ρητώς ακόμη και ο Πλάτων), ενώ οι πρακτικές της ελάμβαναν χώρα έξω από την πόλη, ανατρέποντας συχνά τις δημόσιες θρησκευτικές μορφές και ιδέες, ήταν εξ ορισμού μία αντικοινωνική δραστηριότητα.

Ο Wm. Brashear υποστηρίζει, όπως και η lies Johnston, ότι το κίνητρο της μαγείας εν γένει ήταν ίσως ο φθόνος, καθώς και η καταπίεση που ασκούσε πάνω στα μέλη της μια αγωνιστική, ανταγωνιστική κοινωνία.
Επιπλέον, αρκετοί νόμοι και άλλα κείμενα, που χρονολογούνται από τις αρχές του πέμπτου π.Χ. αιώνα και εξής και απαγορεύουν την άσκηση της μαγείας, δείχνουν ότι οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι θεωρούσαν το φαινόμενο αυτό μέρος ενός δυνάμει επιβλαβούς υποσυνόλου θρησκευτικών δραστηριοτήτων.

Παρά τον υποτιθέμενο όμως αντικοινωνικό, “ανεπίσημο” χαρακτήρα της, η μαγεία αποτέλεσε το υπόβαθρο πολλών δόκιμων λογοτεχνικών έργων και πηγή έμπνευσης για τις εικαστικές τέχνες. Σύμφωνα με την επιχειρηματολογία του A. Corso, είναι πιθανό πως ο ίδιος ο Πραξιτέλης αλλά και άλλοι γλύπτες χρησιμοποίησαν μαγικά μέσα για να δημιουργήσουν ελκυστικά αγάλματα θνητών και θεών, που έμοιαζαν σαν να ’ταν ζωντανά.

Σήμερα που ο “ορθολογιστικός” αιώνας μας πλησιάζει προς το τέλος του, είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρο να θυμηθούμε πως η “κληρονομιά” του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού δεν εμπε­ριέχει αποκλειστικά μια δημοκρατική και ορθολογιστική αναζήτηση, αλλά περιλαμβάνει και πολλές μαγικές δοξασίες και πρακτικές, καθώς και μορφές μεσαιωνικές και νεότερης εποχής, όπως είναι εκείνες της μάγισσας και του μάγου.

Είτε όμως, όπως υποστήριξε σε πρόσφατη μελέτη ο ανθρωπολόγος Μ. Winkelman, οι μαγικές πρακτικές έχουν μια εμπειρική βάση στην παραψυχολογία είτε όχι, η μελέτη της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής μαγείας αποτελεί ένα τεράστιο και συναρπαστικό κεφάλαιο της ιστορίας της θρησκείας και της κοινωνίας.

Ο Wilamowitz αναφέρει εύστοχα πως αισθανόταν μια έντονη επιθυμία να με­λετήσει την αρχαία ελληνική μαγεία για τον εξής λόγο: “για να κατανοήσω τους Έλληνες μου, για να μπορέσω να τους κρίνω αμερόληπτα”.

 

Σημειώσεις

1 Ηρόδ. 7,113-114, 191,

2 Ο όρος μαγεία μαρτυρείται για πρώτη φορά, με απορριπτική σημασία, στο Ελένης εγκώμιον του Γοργία (DK82 Β 11,10). Στον Θεόφραστο όμως (ίστ.φυτ. 9.15.7), ο πληθυντικός μαγείαι, δηλ. “μαγικές τέχνες”, δεν έχει τέτοια φόρτιση.

3 Ο Ηράκλ. DK12 Β14 χρησιμοποιεί τον όρο μάγοι με χλευαστική διάθεση, όπως και ο Σοφοκλής (Οιδίπους. τύραννος. 387, μάγον ...μηχανορράφον) και άλλοι συγγραφείς. Ο πληθυντικός τύπος μάγοις μαρτυρείται ίσως στον Πάπυρο από το Δερβένι, του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς όμως καμία αρ­νητική σημασία.

4.Για παράδειγμα, από την εποχή του Φάουστ του L. Spohr (1815) , που βασίζεται στο θρύλο του ομώνυμου ήρωα αλλά η απώτερη πηγή του είναι κατά μεγάλο μέρος στην ελληνορωμαϊκή μαγεία, περίπου 65 όπερες γύρω από το ίδιο θέμα έχουν συντεθεί μέχρι σήμερα. Στη λογοτεχνία εξάλλου του Ρομαντισμού και στο μπαλέτο υπάρχουν άφθονα σχετικά παραδείγματα.

5.“Magic: a theoretical reassessment", Current Anthropology 23 (I), oo. 37-66.

6. DerGlaube derHeltenen, τ. a' (Berlin 1931), a 10.

 


ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΓΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΓΕΝΝΗΤΩΡΑ ΗΛΙΟ......

 




ΑΠΟ ΤΑ ΒΑΘΗ ΤΗΣ ΓΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΓΕΝΝΗΤΩΡΑ ΗΛΙΟ......

ΑΝΑΚΡΙΒΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΕΤΥΜΟΛΟΓΙΣΕΙΣ

 

Η ιστορία των Δελφών και η σημασία τους για τον αρχαίο, αλλά και σύγχρονο, κόσμο είναι λίγο-πολύ γνωστές.

Αυτό που δεν έχει προσδιοριστεί με ακρίβεια είναι το γιατί ονομάστηκαν έτσι όπως και γιατί παλαιότερα είχαν το όνομα «Πυθώ».
Ας ξεκινήσουμε από το επίθετο του προστάτη θεού, του Απόλλωνα, που ήταν
«Πύθιος» άρα, υποστηρίζουν έδωσε και το όνομα στην, κατά τον Όμηρο Πετρήεσσα Πυθώνα.

Η εκδοχή ότι προέρχεται από το ρήμα πυθέσθαι (πυνθάνομαι=ρωτώ, ζητώ πληροφορία, μαθαίνω) λόγω αυτών που επισκέπτονταν το μαντείο για να ρωτήσουν και να μάθουν τα μελλούμενα παίρνοντας χρησμό, έχει απορριφθεί γιατί δεν ταιριάζει το βραχύ «πυθ» του ρήματος με το μακρό του ονόματος.

Η δεύτερη εκδοχή που κυκλοφορεί ευρέως λέει ότι προέρχεται από το ρήμα «πύθω» που σημαίνει σήπομαι/σαπίζω γιατί, λένε, ο Απόλλων μετά την εξολόθρευση του τοπικού δράκοντα (του Πύθωνα) άφησε το σώμα του εκτεθειμένο να σαπίσει. Άρα Πύθιος Απόλλων είναι ο σάπιος Απόλλων (!). Το ωραίο της υπόθεσης είναι ότι την ερμηνεία αυτή δέχεται και αναπαράγει, χωρίς να προβληματιστεί ιδιαίτερα, πλήθος συγγραφέων, καθηγητών, ερευνητών, κλπ, κλπ που δεν μας εξηγούν συγχρόνως γιατί οι αρχαίοι Έλληνες να είχαν ονομάσει «σάπιο» έναν από τους κορυφαίους θεούς τους που αντιπροσωπεύει το αγνό φως (Φοίβος), την αρμονία, τη μουσική, το κάλλος, την θεραπευτική και άλλα ανώτερα νοήματα.

 

2. ΤΟ «ΒΑΘΥ ΠΥΘΑΡΙ»
Η ρίζα Πυθ- μας δίνει τις λέξεις πυθμένας και πύθος (πυθάρι=βυθάρι= το βαθύ αγγείο). Επί πλέον στο αρχαίο δελφικό αλφάβητο έχουμε την συχνή εναλλαγή των χειλικών συμφώνων π,β,φ, που δίνουν παρόμοιο ήχο, χωρίς να επηρεάζουν τη σημασία της λέξης. Έτσι, πχ, σε αρχαίες δελφικές επιγραφές βρίσκουμε το όνομα Φίλιππος να γράφεται Βίλιππος, τη λέξη πικρός να γράφεται βικρός, κλπ.
Το ίδιο συμβαίνει και με το επίθετο Πύθιος. «Πύθιος» είναι ο Βύθιος και επειδή οι πρόγονοί μας, πολλές φορές, σε ένα όνομα περιελάμβαναν δύο σημασίες έχουμε :
α) Το φυσικό περιβάλλον της περιοχής όπου δέσποζε η Πυθώ σχηματίζει έναν βυθό. Είτε κάποιος σταθεί στις κορυφές των γύρω πλαγιών, είτε στο μέσον, είτε χαμηλά στον σημερινό ελαιώνα η εντύπωση που του δημιουργείται είναι ότι βρίσκεται μπροστά ή μέσα σε ένα τεράστιο φυσικό βύθισμα του εδάφους. Κι επειδή η πλειοψηφία των ονομασιών και τοπωνυμίων προέρχεται από το φυσικό περιβάλλον ήταν αναπόφευκτο να ονομαστεί έτσι η πόλη που βρίσκεται σε τόσο χαρακτηριστικό σημείο.
β) Οι αρχαίοι πίστευαν πως η μαντική ενέργεια προέρχεται από το εσωτερικό -από τα βάθη- της γης. Γι αυτό αρχικά τα μαντεία τους, πριν αποδοθούν στους μεταγενέστερους θεούς, ήταν αφιερωμένα στη Γαία. Ας σημειώσουμε ότι και ο μήνας του δελφικού έτους ο Βύσσιος, κατά τον οποίο και μόνο χρησμοδοτούσε η Πυθία (στους ύστερους χρόνους αυτό άλλαξε) προέρχεται από τη λέξη Βυσσός που σημαίνει Βυθός και που με το στερητικό άλφα (α) μας δίνει τη λέξη άβυσσος.

Άρα οι Πυθίες χρησμοδοτούσαν κατά τον μήνα Βύθιο και οι ίδιες θα μπορούσαν και να λέγονται, χωρίς να κάνουμε λάθος, Βυθίες λόγω του ότι λάμβαναν τη μαντική ενέργεια από τα βάθη της γης. Και άρα Πύθιος ο μαντικός Απόλλων, Πυθώ η ιερή του πόλη και Πυθίες οι ιέρειές του γιατί οι προφητικές μαντείες προέρχονταν από τα βάθη της μητέρας Γαίας (ας προσθέσουμε εδώ και τα ανεξερεύνητα βάθη του ανθρώπινου μυαλού) αλλά και τη φυσική διαμόρφωση του τοπίου όπου βρισκόταν και βρίσκεται το ιερό των Δελφών.

 

3. ΗΛΙΑΚΗ ΛΑΤΡΕΙΑ

Είπαμε πως αρχικά το ιερό της Πυθούς ήταν αφιερωμένο στη Γαία. Παράλληλα τιμητική θέση είχε και ο Ποσειδών, επίσης χθόνια θεότητα.

Με το πέρασμα των αιώνων όμως και με μια νέα αντίληψη/κοσμοθεώρηση που άρχισε να αναπτύσσεται οι παλαιότεροι χθόνιοι θεοί άρχισαν να χάνουν τη λάμψη τους και τη θέση τους έπαιρναν σιγά-σιγά οι νέοι «ουράνιοι θεοί» που έδωσαν τα ονόματά τους και στους πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος (ή πολύ πιθανόν να τα πήραν από αυτούς).

Το όνομα της ιερής πόλης άλλαξε από Πυθώ σε Δελφοί με την εγκατάσταση του Ήλιου-Απόλλωνα σαν προστάτη θεού και κυρίαρχου άνακτα του μαντείου.
Το συγκλονιστικό μήνυμα που παίρνουμε μέσα από το νέο αυτό όνομα μας φανερώνει συγχρόνως και το ανώτερο επίπεδο νόησης και διανόησης στο οποίο είχαν φθάσει οι πρόγονοί μας κατανοώντας φυσικές λειτουργίες που μόνο στη σύγχρονη εποχή έχει γίνει δυνατόν να προσδιοριστούν και να καθοριστούν με επιστημονικούς όρους. Θα μπορούσαμε να πούμε, χρησιμοποιώντας και άλλα παραδείγματα, πως αυτό που εμείς σήμερα ονομάζουμε επιστήμη οι αρχαίοι Έλληνες το ονόμαζαν θρησκεία.
Το όνομα Δελφοί προέρχεται από τη λέξη Δελφύς που σήμαινε για τους Έλληνες τη μήτρα όπου μέσα της κυοφορείται και απ’ όπου γεννιέται ένας οργανισμός. Αδελφός -με το «α» αθροιστικό- είναι αυτός που προέρχεται από την ίδια μήτρα με έναν άλλον.
Τον λόγο όμως που δημιουργεί τις ευνοϊκές συνθήκες για να υπάρξει κυοφορία, γέννηση και ανάπτυξη ενός οργανισμού (ζωικού ή φυτικού) τον ανακαλύπτουμε αναλύοντας την ίδια τη λέξη.
– ΔΕΛΤΑ : Το πρώτο γράμμα της λέξης, το «Δ», είναι προσδιοριστικό της δύναμης και της ενέργειας σε ένα ανώτερο, στην περίπτωσή μας, επίπεδο.

Δεν είναι τυχαίο που τα ονόματα τριών ελληνικών ιερών τόπων αρχίζουν με αυτό το γράμμα (Δελφοί, Δήλος, Δωδώνη). Επίσης το όνομα του Δία, του Διονύσου (αποκλήθηκε Τρίγονος, δηλ. τρείς φορές γεννημένος – τριγωνικό και το σχήμα του δέλτα) και η ίδια η λέξη δύναμις.

Ακόμα οι λέξεις δράσις, δέος, δίκη, δημιουργία, δαήμων αλλά και το σχήμα του τριγώνου που σχετίζεται άμεσα με την Πυθαγόρια Τέτρακτυ είναι το σχήμα του γράμματος.
Στην Ιστορία Γεννέσεως της Ελληνικής Γλώσσας διαβάζουμε : Στον Όμηρο η λέξη δύναμις δεν είναι μόνο η σωματική ρώμη, υποκρύπτει και τον λόγο «δι’ ον καθίσταται τις ικανός δια πράξεις μαγαλυτέρας σπουδαιότητος…

Το Δ λοιπόν εκφράζει τον κορυφαίο, τον υπέροχο, τον «δι’ ο», την άγνωστη δηλ. αιτία που έθεσε εντός του ανθρώπου το «πολιτικόν στοιχείον κατ’ Αριστοτέλη και την αποδοχή ή αναζήτηση του κατά την ανθρώπινη φύση «κορυφαίου νοήμονος» σ’ όλα τα επίπεδα του ανθρώπινου πολιτισμού».
Με λίγα λόγια το Δ εκφράζει τη θεία-δημιουργό αιτία που στη συνέχεια ο χριστιανισμός ονόμασε Λόγο.
Ακόμα και σήμερα όταν θέλουμε να μάθουμε την αιτία/σκοπό μιας ενέργειας ρωτάμε : Ποιός ο λόγος; χωρίς να εννοούμε, με τη λέξη λόγος, την ομιλία.
(Αιτία=Λόγος=Σκοπός=Αρχή=Αφετηρία=Αφορμή=Πηγή=Ρίζα=Σπέρμα)

– ΕΛ : Το Ελ – μαζί με τα Αλ και Ηλ είναι δηλωτικά του Ηλίου (Άλιος στη Δωρική), του φωτός και της θερμότητας που εκπέμπει.

Περιέχεται επίσης σε λέξεις όπως σέλας και σελήνη φανερώνοντας τη φωτεινότητά τους και χρησιμοποιήθηκε από τους λαούς της ανατολής για τους θεούς Βήλο και Βάαλ που, σημειωτέον, ταυτίζονται με τον Ήλιο-Απόλλωνα.
Μια αποκωδικοποίηση του ελληνικού αλφαβήτου λέγεται πως αποτελεί επίκληση στον Ήλιο και περιέχει το Ελ όπως και το Αλ:
Α-Β-Γ-Δ-Ε… = Αλ Φα, Βη Τα Γα, Αμα Δ’ Ελ Τα Εψ Ιλων…
Απόδοση : Ήλιε φανερώσου/λάμψε, έλα στη γη συγχρόνως φώτισε/θέρμανε όσα προέρχονται από την αναβράζουσα ιλύ…
– ΦΥΣ : Από τη ρίζα Φυς προέρχονται η φύση, το φυτό, τα ρήματα φύω και φύομαι και όλα τα παράγωγα. Σημαίνουν φυτρώνω, βλασταίνω, γεννώ, αναπτύσσομαι. Από το Φυς παράγεται και η λέξη Φως γιατί αυτό αποτελεί αιτία/λόγο βλάστησης, ανάπτυξης και πάνω απ’ όλα ζωής.
Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι πως εκτός από το ουδέτερο φώς, που σημαίνει αυτό που όλοι γνωρίζουμε, οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν και τον αρσενικό τύπο «ο φώς» με την έννοια του γεννήτωρα και τελικά του άνδρα (καθ’ ότι ο άνδρας γεννά..κλπ). Σε αρχαία κείμενα όπως π.χ. στην τραγωδία Πέρσες του Αισχύλου η λέξη Φώς αναφέρεται, πάνω από μία φορά, με αυτή τη σημασία, του ανδρός.
Παράδειγμα : «Ούτινος δούλοι κέκληνται φωτός ουδέ υπήκοοι».

Μετάφραση : » Δεν αποκαλούνται δούλοι κανενός ανδρός ούτε υπήκοοι» (Σημ. Αναφέρεται στους Έλληνες).

 

4. ΔΕΛΦΟΙ, ΜΙΑ ΙΕΡΗ ΛΕΞΗ
Το «Δ» δηλώνει την αιτία/τον Λόγο που ενεργεί ώστε με το φώς και τη θερμότητα «ΕΛ» να υπάρξει γέννηση-ανάπτυξη-ζωή «ΦΥΣ».
Στα ονόματα Δελφοί (ίσως αρχικά Δελφύοι) και Δελφύς αποτυπώνεται η κατανόηση των Ελλήνων σε μια φαινομενικά απλή αλλά συγχρόνως τόσο σύνθετη φυσική διαδικασία μέσα από την οποία ξεπηδά το θαύμα της ζωής και στην οποία αναγνωρίζουν ότι οφείλουν τη ίδια την ύπαρξή τους.
Είναι γεγονός πως χωρίς το φώς και τη θερμότητα του ήλιου δεν θα μπορούσαν να δημουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες στον πλανήτη μας για να υπάρξει ο άνθρωπος και ο ζωϊκός και φυτικός κόσμος στη μορφή που τον γνωρίζουμε.
Αυτός είναι ο λόγος που ο ήλιος θεοποιήθηκε και το φώς του ή η φλόγα που ανάβει απευθείας από αυτό θεωρούνται ιερά.
 

ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ

 




ΤΑ ΚΑΒΕΙΡΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ

     Είναι κοινά αποδεκτό ότι στους αρχαίους πολιτισμούς οι μυστηριακές τελετές, ήταν πολύ σημαντικές τόσο για την τόνωση του θρησκευτικού συναισθήματος, όσο και για την διεύρυνση των πνευματικού ορίζοντα των υποψηφίων προς μύηση σε αυτά, όπως η μαρτυρία του Πίνδαρου μας αποκαλύπτει:  "Ευτυχής εκείνος ο οποίος αφού είδε αυτό το θέαμα, κατέρχεται στα βάθη της Γης. Γνωρίζει το τέλος της ζωής, γνωρίζει την Θεία πηγή".

Τα αρχαιότερα μυστήρια στην αρχαία Ελλάδα, ίσως ήταν τα Κρητομινωικά, τα οποία επηρέασαν τα μετέπειτα Καβείρια, τα Διονυσιακά - Ορφικά, και τα Ελευσίνια.

Η "εσωτερική" διδασκαλία των Καβείριων μυστηρίων ήταν "η γέννηση του ανθρώπου", ενώ των Ελευσίνιων (εκ του "ελεύω"-ελευθερώνομαι) η συμβολική παράσταση της ψυχής, της καθόδου της στην ύλη, μετά την ανάληψη της και την επιστροφή της στην αιώνια ζωή.

Η δομή των μυστηρίων βασιζόταν σε τρία στοιχεία: τον μύθο, την τελετή, και την μύηση, ενώ επτά ήταν κυρίως τα στάδια ή οι βαθμίδες που οδηγούσαν στην ολοκλήρωση της μύησης στα μυητικά συστήματα: Καθαρμός, Χρίσμα, Περιβολή, Ιερός λόγος, Ενθρονισμός, Ιερογαμία, Εποπτεία. (Στην Χριστιανική εκκλησία αντιστοιχούν —στο Βάπτισμα, Χρίσμα, Εξομολόγηση, Θεία ευχαριστία, Ιεροσύνη, Γάμος, Ευχέλαιο).
Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να ρίξουμε φως στα Καβείρεια μυστήρια, για τα οποία σώζονται πολύ λίγες μόνο πληροφορίες, ήδη από τα παλαιά ακόμη χρόνια.

Ο Στράβων, γράφει σχετικά με τις λίγες πληροφορίες που γνώριζαν την εποχή του : "Διά τους εν Σαμοθράκη τιμωμένους Θεούς πολλοί έχουν είπει ότι είναι οι Κάβειροι οι ίδιοι, αλλ’ ούτε αυτοί οι ειπόντες τούτο, ημπορούν να μας είπουν οποίοι τινές είναι οι Κάβειροι".

Η αρχή τέλεσης των Καβειρίων μυστηρίων χάνεται στα βάθη της Ελληνικής προϊστορίας.

Οι γνώμες των αρχαίων πηγών διίστανται. 

Άλλοι όπως ο Ηρόδοτος, υποστηρίζουν ότι η λατρεία των Κάβειρων ήταν αυτόχθων μυστηριακή λατρεία των Πελασγών, ενώ άλλοι όπως ο Στησίμβροτος που καταγόταν από την Θάσο, υποστηρίζουν η λατρεία τους εισήχθη στον Ελλαδικό χώρο από την Ανατολή.

Συγκεκριμένα ο Ηρόδοτος γράφει για την προέλευση των μυστηρίων: "Αυτά και πολλά άλλα τα οποία εγώ θα υπομνήσω παρέλαβαν οι Έλληνες παρά των Αιγυπτίων, ότι δε τα αγάλματα του Ερμού έχουν τα αιδοία ορθά, τούτο δεν το έμαθον παρά των Αιγυπτίων, αλλά παρά των Πελασγών μεν το έμαθον πρώτοι εξ όλων των Ελλήνων οι Αθηναίοι, παρά τούτων δε οι άλλοι Έλληνες. Κατά την εποχήν δε, καθ’ ην ήδη οι Αθηναίοι ελογίζοντο μεταξύ των Ελλήνων, μετώκησαν εις την Αττικήν ως σύνοικοι οι Πελασγοί, και έκτοτε ήρχισαν να θεωρούνται ως Έλληνες. Εκείνος δε, ο οποίος έχει μυηθή εις τα μυστήρια των Κάβειρων, τα οποία επιτελούν οι Σαμοθράκες παραλαβόντες παρά των Πελασγών, αυτός θα καταλάβει τι θέλω να είπω με τα λόγια μου.

Διότι την Σαμοθράκην κατώκουν προηγουμένως αυτοί οι Πελασγοί, οι οποίοι έγιναν σύνοικοι με τους Αθηναίους, παρ’ αυτών δε παρέλαβον τα μυστήρια οι Σαμοθράκες.

Των οποίων τα αγάλματα του Ερμού, του να έχουν ορθά τα αιδοία έμαθον εκ των Ελλήνων παρά των Πελασγών πρώτοι οι Αθηναίοι.

Περί τούτου παραδίδεται κάποιος Ιερός Λόγος, ο οποίος αποκαλύπτεται εις τα εν Σαμοθράκη μυστήρια. Μια σημαντική πληροφορία μας έχει διασώσει ο Χριστιανός συγγραφέας Ιππόλυτος (2ος μ.χ αιώνα).

"Διότι οι Σαμοθράκες σαφώς ονομάζουν τον τιμώμενο παρ’ αυτών εις τα μυστήρια, τα οποία επιτελούν, τον Αδάμα τον αρχικόν άνθρωπον. Υπάρχουν δε εις το ιερόν της Σαμοθράκης δυο αγάλματα γυμνών ανθρώπων, εχόντων και τας χείρας τεταμένας άνω προς τον ουρανόν και τους φαλλούς εστραμένους προς τα άνω, όπως έχει και το εν
Κυλλήνη άγαλμα του Ερμού, τα προειρημένα αγάλματα είναι εικόνες του αρχανθρώπου και του αναγενωμένου πνευματικού ανθρώπου, ο οποίος είναι κατά πάντα ομοούσιος προς εκείνον τον άνθρωπον.."

Το σίγουρο είναι ότι όταν οι πρώτοι Αχαιοί το 2200 π.Χ. κατέγραφαν στον κατάλογο των θεοτήτων τα ονόματα του Δία, της Εκάτης, του Απόλλωνα και των Κάβειρων. Στην λατρεία των Καβείριων μυστηρίων πρωτεύοντα ρόλο έπαιζε το Πυρ, από όπου φαίνεται ότι πήραν και το όνομα τους από την ρίζα της λέξης κάειν-καίω Κάβειροι.

Η λατρεία των Κάβειρων σχετίζονταν με τον Ήφαιστο τον Θεό της φωτιάς, αλλά και των τεχνών από τον οποίο ο Προμηθέας έκλεψε το πυρ για να το παραδώσει στους ανθρώπους.

Τα Καβείρεια τελούνταν κυρίως στην Σαμοθράκη την Λήμνο την Ίμβρο, αλλά και στην Θράκη, στην Μακεδονία, καθώς και στην Βοιωτία.

Ο Όμηρος, ονομάζει την Σαμοθράκη "ιερά χώρα".

"Ζαθέη Σαμοθράκη ένθα και όργια φρικτά Θεών άρρητα βροτοίσιν". (Σεπτή και αγιωτάτη Σαμοθράκη όπου τελετές που προκαλούν ρίγος φόβου γίνονται για χάρη των θεών, οι όποιες είναι απόρρητες στους κοινούς θνητούς). λατρεία τους στη Λήμνο σχετίζεται με την προστασία των τεχνιτών και της τεχνολογίας γενικότερα, ενώ στη Θήβα έχει ένα γεωργικό και μυητικό χαρακτήρα για τους εφήβους.

Οι επιφανέστεροι των Ελλήνων λέγεται ότι είχαν μυηθεί στα Καβείρια μυστήρια .
Κάποιοι εξ αυτών ήταν ο Αγαμέμνων, ο Οδυσσέας αλλά και άλλοι Έλληνες που έλαβαν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, επίσης σύμφωνα με την μυθολογία ο Ορφέας, ο Ηρακλής ο Ιάσων, οι Διόσκουροι Κάστορας και. Πολυδεύκης και οι αρχηγοί της Αργοναυτικής εκστρατείας είχαν μυηθεί στα μυστήρια των Κάβειρων στην Σαμοθράκη.

Ο Βασιλιάς Φίλιππος ήταν μυημένος στα μυστήρια της Σαμοθράκης, όπου και γνώρισε την Ολυμπιάδα την μητέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που ήταν και ιέρεια των Κάβειρων.
Φυσικά και ο Μέγας Αλέξανδρος μυήθηκε στα Καβείρια Μυστήρια, όπως και ο Ηρόδοτος αλλά και ο Πυθαγόρας.

Στα μυστήρια γίνονταν δεκτοί όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φυλής, φύλου και κοινωνικής τάξεως, ακόμη και οι δούλοι, αρκεί να μην επιβαρύνονταν με ανόσιες πράξεις. Σκοπός των μυστηρίων ήταν να απομακρύνει το φόβο του θανάτου και να αποκαλύψει αιώνιες αλήθειες που σχετίζονται με την τύχη της ψυχής μετά το θάνατο.

Η αποκάλυψη των τεκταινομένων κατά τη διάρκεια τέλεσης των μυστηρίων επέφερε την ποινή του θανάτου.

Μπροστά στο άβατο του Ιερού υπήρχε επιγραφή, που αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη και που απαγόρευε με λιτό αλλά απόλυτο τρόπο, την είσοδο "Αμύητον μη εισιέναι".

Ο Πλούταρχος γράφει για τις απόρρητες πληροφορίες που γνώριζε αλλά δεν μπορούσε να αποκαλύψει; "Οποίοι τινές είναι οι Κάβειροι και όποια τινά μυστήρια τελούν εις την Μητέρα Ρέαν θα ζητήσω συγγνώμη από τους φιλομαθείς διά την σιωπήν μου αυτήν. Οποία δε η παρακαταθήκη και τα εις αυτήν τελούμενα δεν μοι επιτρέπεται να γράψω".

Σε αντίθεση με τα Ελευσίνια μυστήρια, στα Καβείρια μυστήρια, επιτρεπόταν η συμμετοχή ατόμων αδιαφόρως εθνότητας, ηλικίας, κοινωνικού αξιώματος και φύλου. Με τη μύησή τους αναλάμβαναν ηθικές και κοινωνικές υποχρεώσεις κι’ ο Διόδωρος ο Σικελιώτης λέει ότι: "οι μυοΰμενοι εγίνοντο ευσεβέστεροι, δικαιότεροι και κατά πάντα καλλίτεροι".

Ποιοι και πόσοι ήταν όμως οι Κάβειροι, τι συμβόλιζαν και τι λάμβανε μέρος στις μυστηριακές αυτές τελετές;

Όσον αναφορά τον συμβολισμό τους, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης 1ος αι. μ. X. αναφέρει ότι οι Κάβειροι θεωρούνταν η προσωποποίηση της αθανασίας της ψυχής. Φαίνεται επίσης ότι συμφωνούν οι αρχαίες πηγές στο ότι γεννήθηκαν στην Λήμνο. Ο Πίνδαρος αναφέρει σχετικά:"... τον εκ Αγίας Λήμνου γεννηθέντα Κάβειρον ", ενώ και ο Ησύχιος στο λεξικό του αναφέρει: " Κάβειροι, καρκίνοι Πάνυ δε τιμώνται ούτοι εν Λήμνω ως Θεοί. Λέγονται δε είναι Ηφαίστου παίδες".

Στη Λήμνο πίστευαν ότι ο πρώτος άνθρωπος της γης υπήρξε ο Κάβειρος, τον οποίο γέννησε η Λήμνος με απόρρητες ιερές τελετές. Γενικά αποφεύγονταν η χρήση των ονομάτων των Κάβειρων, ονομάζονταν γενικά Μεγάλοι Θεοί. Στις επιγραφές που έχουν βρεθεί στις ανασκαφές πάντοτε ονομάζονται Μεγάλοι Θεοί ή Άνακτες και ποτέ με το όνομα τους. Στη Λήμνο τους ονόμαζαν επίσης και Καρκίνους.

Όσον αναφορά τον αριθμό τους και το ποιοι ήταν δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση.

Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν ότι οι Κάβειροι ήσαν ένας ή τρεις ή τέσσερις ή επτά ή και περισσότεροι.

Το πιο πιθανό είναι ως Πελασγικής προέλευσης ο πρώτος τους χαρακτήρας κατά την απώτατη αυτή εποχή να ήταν χθόνιος και συνδέονται με τη λατρεία της μεγάλης Μητέρας Φύσης και τη γονιμότητα της γης, όπως και στα Κρητικά μυστήρια.

Η Μεγάλη Μητέρα, η μητέρα γη, λεγόταν Αξίερος. Αργότερα ταυτίστηκε με την Δήμητρα .

Η μορφή της, εικονίζονταν στα νομίσματα της Σαμοθράκης ανάμεσα σε δυο λιοντάρια. Μαζί με την Μεγάλη Μητέρα λατρεύονταν και ο σύζυγός της, ο θεός Καδμίλος, που πολλές φορές ταυτίζονταν με τον Ερμή.

Είχαν και οι δύο τα ίδια "ιερά" σύμβολα , όπως τον κριό ως "ιερό ζώο" που συμβόλιζε την γονιμοποιό δύναμη και τον αρχηγό ποιμένα, καθώς και το φιδοκέφαλο κηρύκειο του, και τα οποία βρέθηκαν χαραγμένα σε νομίσματα και σε επιγραφές.   

Ο Φερεκύδης καθώς και ο Ηρόδοτος τους αναφέρουν τους Κάβειρους, ως γιους του Ηφαίστου. Σύμφωνα με τον Φερεκύδη μητέρα των Κάβειρων ήταν η θυγατέρα του Πρωτέως και της Αγχινόης Καβείρη ή Καβειρώ και απόκτησε από τον Ήφαιστο τρία αγόρια και τρία κορίτσια, τους Κάβειρους και τις Καβειρίδες.

Ο Αθηνίωνας (συγγραφέας του 1ου αι. μ. X.) αναφέρει ότι οι Κάβειροι ήταν δυο, ο Ιασίων και ο Δάρδανος γιοι του Δια και της θυγατέρας του Άτλαντα Ηλέκτρας. Ο Διονυσόδωρος, (συγγραφέας του 3ου αι. π. X.) αναφέρει ότι υπήρχαν δυο ζεύγη Κάβειρων ο Αξιόκερσος, η Αξίερος, ο Καδμίλος ή Κασμίλος και η Αξιόκερσα, οι οποίοι αργότερα ταυτίστηκαν με τον Πλούτωνα, την Δήμητρα, τον Ερμή και την Περσεφόνη.

Σύμφωνα με τους αρχαίους μύθους ήσαν παιδιά ή εγγόνια του Ηφαίστου. Ο Ήφαιστος με την Καβειρώ, κόρη του Πρωτέα, έκανε τρεις γιους, τους Κάβειρους και τρεις κόρες, τις νύμφες Καβειρίδες ή σύμφωνα με άλλους μύθους ο Ήφαιστος με την Καβειρώ γέννησαν τον Καδμίλο, από τον οποίο προήλθαν οι τρεις αρσενικοί και οι τρεις θηλυκοί

Κάβειροι κατά μια άλλη εκδοχή της μυθολογίας ο Ήφαιστος από την Καβείρη απόκτησε μόνο τον Καδμίλο και ότι οι Κάβειροι και οι Καβειρίδες είναι παιδιά του. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο κάθε χρόνο και σε ορισμένο χρόνο στην Λήμνο κατά την διάρκεια των εορτών των τελετών, έσβηναν όλα τα Φώτα στο νησί επί εννέα ημέρες, μέχρι να έρθει με πλοίο από την Δήλο το νέο πυρ. Γι΄ αυτό τον λόγο και η λαμπάδα ήταν το σύμβολο των Κάβειρων. Συνήθως η γιορτή γινόταν από τον Μάιο έως τον Σεπτέμβριο. Η τελετή μύησης γινόταν νύχτα υπό το φως των δαυλών. Το αξίωμα των ιερέων ήταν κληρονομικό, και ονομάζονταν Καδμίλοι. Πριν την μύηση γινόταν εξομολόγηση του υποψήφιου μύστη από τον ειδικό ιερέα που ονομάζονταν "Κόης".

Μας σώζεται μία ενδιαφέρουσα ιστορία μάλιστα από την διαδικασία της εξομολόγησης. Ο Λύσανδρος είχε πάει στην Σαμοθράκη για να πάρει μέρος στα Καβείρεια μυστήρια. Ο ιερέας που εξομολογούσε τους πιστούς, του ζήτησε να μαρτυρήσει το μεγαλύτερο αμάρτημα του. Ο Λύσανδρος τότε τον ρώτησε "εσύ ή οι Θεοί θέλουν να το μάθουν";, και ο ιερέας του απάντησε οι Θεοί, και τότε ο Λακεδαιμόνιος του απάντησε: "εσύ φύγε από εδώ, και εάν με ρωτήσουν οι Θεοί θα τους το πω.."

Οι υποψήφιοι μύστες προχωρούσαν κρατώντας δαυλούς που συμβόλιζαν το εσωτερικό φως που διώχνει το σκοτάδι της άγνοιας και της ύλης. Σε ανασκαφές βρέθηκαν πολλές θέσεις για τοποθέτηση των δαδιών στους τοίχους του Ιερού, αλλά και το γράμμα "Θ" δηλωτικό των Μεγάλων Θεών Ο μυούμενος οδηγούνταν να καθίσει σε έναν θρόνο, όπου πραγματοποιούνταν σε αυτόν η δοκιμασία και η διδασκαλία.

Η τελετή αυτή ονομαζόταν "θρονισμός". Ο Πλούταρχος αναφέρει σχετικά για αυτή την φάση της τελετής. "Καθάπερ ειώθασιν εν τω καλουμένω θρονισμώ καθίσαντες τους μυουμένους οι τελούντες κύκλω περιχορεύειν".

Του φορούσαν στο κεφάλι στεφάνι από κλαδί ελιάς και μια κόκκινη ταινία στην μέση του, την οποία θα έφερε μαζί του στην υπόλοιπη ζωή του, ενδεικτική της μυήσεώς του. Μπροστά στον θρόνο έκαιγε πυρά γύρω από την οποία οι ιερείς έψελναν με ακατανόητες λέξεις για τον μυούμενο τους Ιερούς ύμνους, μετά χόρευαν χορούς υπό τους ήχους μουσικής και μυστηριακών τραγουδιών. "Υστερα από τον θρονισμό, ο ιερέας οδηγούσε τον μύστη στο άβατο του Ιερού κι’ εκεί, το νέο μέλος, έφθανε στον βαθμό της "εποπτείας".

 

Κυκεώνας του Ολύμπου

Κυκεώνας του Ολύμπου Οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν περισσότερη αξία στην δημόσια ζωή και λιγότερο στην ιδιωτική. Για τον λόγο αυτό ανέπτυξαν μ...