ΝΤΕΝΙ  ΝΤΙΝΤΕΡΟ ο Επικούρειος Εγκυκλοπαιδιστής

 

«Μόνο τα μεγάλα πάθη , μπορούν να εξυψώσουν την ψυχή σε μεγάλα πράγματα.

«Η δικαιοσύνη βρίσκεται ανάμεσα στην υπερβολική επιείκεια και την ανθρώπινη  σκληρότητα.»

«Με τον όμοιό σας η εκδίκηση είναι αμφίβολη.

Με τον ανώτερό σας είναι αφέλεια.

Με τον κατώτερό σας είναι ανανδρία.»

«Ο φιλόσοφος μιλά πολύ άσχημα για τον ιερέα, και ο ιερέας μιλάει πολύ άσχημα για τον φιλόσοφο.

Αλλά ο φιλόσοφος δεν σκότωσε ποτέ κανέναν ιερέα, ενώ ο ιερέας έχει σκοτώσει πολλούς φιλοσόφους.»

 

Ο Ντενί Ντιντερό   γεννήθηκε στη Λάνγκρ το 1713 και πέθανε στο Παρίσι το 1784. Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας. Γιος ενός μαχαιροποιού από την πόλη Λάνγκρ (Langres), διδάχθηκε τις πρώτες βάσεις της παιδείας του από Ιησουίτες κληρικούς αφού οι γονείς του τον προόριζαν για κληρικό και διάδοχο του θείου του, όνειρο που δεν κατάφεραν οι δικοί του, παρ’ ότι χρίσθηκε Αββάς.

Σπούδασε στη Σορβόννη, από όπου αποφοίτησε το 1732 ως νομικός.

Ο Ντιντερό έχασε όμως το ενδιαφέρον του για το νομικό επάγγελμα και προτίμησε να ασχοληθεί με γλώσσες, λογοτεχνία, φιλοσοφία και μαθηματικά. Αναδείχθηκε σε επιφανή φιλόλογο, φιλόσοφο και συγγραφέα ενώ ήταν εμπνευστής και ηγέτης της προσπάθειας για συγγραφή της «Εγκυκλοπαίδειας» από το 1746 μέχρι το 1780.

 Μεγάλο φιλοσοφικό πνεύμα, παντόφιλος όπως τον έλεγε ο Βολταίρος (επειδή επιδιδόταν σε πολλά θέματα), ο Ντιντερό θεωρούσε τη ζωή και τον θάνατο δυο όψεις της ίδιας πραγματικότητας.

Σε όλα τα έργα του διέδιδε το πνεύμα του Διαφωτισμού, ενάντια στη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία.

Μαζί με τον Βολταίρο και τον Ρουσσώ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους  Γάλλους συγγραφείς του 18ου  αιώνα.

Το δεύτερο Πανελλήνιο Συμπόσιο των φίλων της Επικούρειας Φιλοσοφίας  σήμερα, προσφέρει μια μεγάλη  ευκαιρία για να θυμηθούμε τις πραγματικές διαστάσεις της προσφοράς του, ως πνευματικού ανδρός, στη γέννηση, στο μπόλιασμα και στη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού, που χέρι-χέρι με τη Γαλλική Επανάσταση, επέτρεψαν στην κοινωνία των ανθρώπων να απενοχοποιήσει τις ενστάσεις της και να τρέξει προς ένα μέλλον πιο κοντά στην πρόοδο και τη δημιουργία.

Ίσως ο Ντιντερό να μην ήταν ξεκάθαρος και ομολογημένος Επικούρειος, ήταν όμως αυτός που σε μια δύσκολη εποχή, μπόρεσε μαζί με τον Μονταίν και τον Λουκρήτιο να ξαναπιάσει μεταξύ μας μια παλιά συζήτηση, έλεγε ο Μποννέ.

 Ο Ντιντερό υπήρξε η ψυχή της “Εγκυκλοπαίδειας”, του έργου που έμελλε να λειτουργήσει ως διακομιστής των ιδεών του Διαφωτισμού, να προπαγανδίσει υπέρ μιας κοινωνίας φιλελευθερισμού, νέων αξιών και αρχών, μακριά από τις προκαταλήψεις, τις ιδεοληψίες και τα συμπλέγματα του παρελθόντος.

Η Ιστορία κατέγραψε τον Ντιντερό ως άθεο, υλιστή, αισθησιοκράτη και θαυμαστή της Επικούρειας Φιλοσοφίας.

Μέσα από αυτές τις ακραίες εκφάνσεις του χαρακτήρα του ωστόσο, πέτυχε να γεννήσει στο μυαλό και την καρδιά των ανθρώπων τον σπόρο της αμφισβήτησης.

Εκείνος φυσικά εννοούσε να αμφισβητεί και όλες τις γνωστές θρησκείες, το Κίνημα του Διαφωτισμού όμως επέδειξε αξιοθαύμαστη ευελιξία προσαρμοστικότητας και αυτορρύθμισης, με αποτέλεσμα να αποφεύγει τέτοιες γενικότητες και αφορισμούς.

Αν ταυτίσουμε, έστω και αυθαίρετα, τον Ντιντερό με την Εγκυκλοπαίδεια, θα διαπιστώσουμε ότι ο πυρήνας της συμβολής του στην πρόοδο της ανθρώπινης κοινωνίας, έγκειται στο γεγονός, πως λόγω του συγκρουσιακού χαρακτήρα και της ισοπεδωτικής διάθεσης που τον διέκρινε, η ίδια η κοινωνία κατάφερε να βρει τα κατάλληλα φίλτρα, ώστε να κρατήσει την ουσία των κηρυγμάτων του.

Την επιδίωξη της λελογισμένης αμφισβήτησης, ως κινητήριας δύναμης για την πρόοδο πάνω σε αρχές και αξίες που προϋπήρχαν και πλέον εξελίχτηκαν ή βελτιώθηκαν.

Πάντως, δεν ανατράπηκαν βίαια, ούτε όλες, όπως θα ικανοποιούσε πιθανότατα τον Ντιντερό.

Η ανθρωπότητα προχώρησε γιατί ενέταξε και εκείνον ακόμη, στα παραδείγματα προς αποφυγή, λόγω του αχαλίνωτου χαρακτήρα του.  Ή, μάλλον, “έδειξε” στον Ντιντερό πως πραγματικά γίνεται χρήσιμη η αμφισβήτηση.

          Το 1732  άρχισε μια νέα ζωή στη γαλλική πρωτεύουσα, γνωρίζοντας πολλούς διανοούμενους της εποχής, όπως τον Ζαν ντ' Αλαμπέρ και τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ. Άρχισε να γράφει και να μεταφράζει αγγλικά χειρόγραφα στα Γαλλικά.

Λίγο αργότερα γνώρισε μια νεαρή πουκαμισού, την Αντουανέτ Σαμπιόν  και θέλοντας να την παντρευτεί, ζήτησε την άδεια του πατέρα του, όπως ήταν συνηθισμένο εκείνη την εποχή.

Εκείνος δεν συμφώνησε και αποφάσισε να τον κλείσει σε μοναστήρι.

Η αντιπάθεια του Ντιντερό προς τον θεσμό των μοναστηριών και την εκκλησία γενικότερα, ίσως πηγάζει από αυτό το γεγονός, αλλά μεγάλωσε, όταν η αδερφή του κλείστηκε οικειοθελώς σε ένα μοναστήρι και εκεί αρρώστησε ψυχικά.

Όταν δραπέτευσε από το μοναστήρι που τον είχε κλείσει ο πατέρας του επέστρεψε στο Παρίσι και παντρεύτηκε την νεαρή πουκαμισού  μυστικά.

Σύντομα απέκτησαν μαζί μια κόρη, η οποία όμως πέθανε πολύ πρόωρα. Αργότερα γεννήθηκαν δύο γιοί, οι οποίοι πέθαναν επίσης πρόωρα.

Μόνο μια κόρη που γεννήθηκε το 1753 επέζησε.

Το 1755 γνώρισε τη Σοφί Βολλάν που στάθηκε ως το τέλος της ζωής του η τρυφερή ερωμένη κι η πιστή του φίλη.

          Ο Βενιαμίν Φραγκλίνος σε να σύντομο ταξίδι εργασίας και αναψυχής στην γηραιά ήπειρο με τον φίλο του Ραλφ, συναντήθηκε με τον Βολταίρο και τον γέρο πλέον Ντιτερό οι οποίοι ήταν ένθερμοι υποστηρικτές της Αμερικανικής Επανάστασης.  Επιστρέφοντας στην Αμερική, δημοσίευσε ένα Δοκίμιο πάνω στην ελευθερία και στην αναγκαιότητα, στην ευχαρίστηση και στον πόνο.

Τίτλος του ήταν ένα ολόκληρο πρόγραμμα.

Ο άνθρωπος- υποστήριζε -  είναι ένας μηχανισμός και οι κινήσεις του οφείλονται σε εξωτερικά ερεθίσματα.

Ο άνθρωπος επιδιώκει την ευχαρίστηση και αποφεύγει τον πόνο, κι αν δεν απολαμβάνει πάντα, συχνά υποφέρει. Ηθικό δίδαγμα: δεν υπάρχουν ούτε βίτσια ούτε αρετές μόνο σκέψεις, φυσιολογικές. ΄Η μάλλον ένα είναι το βίτσιο: το να μην υπακούει κανείς σε αυτές τις σκέψεις, μα πως είναι ποτέ δυνατόν; Σοφός είναι όποιος προσαρμόζει τη φύση του, στα ένστικτα του.

Καθώς είχε συγγράψει την ιστορία των Αρχαίων Ελλήνων και ένα ιατρικό λεξικό, το 1746 ο Ντιντερό προσκλήθηκε από έναν γνωστό Παριζιάνο εκδότη να μεταφράσει την Αγγλική εγκυκλοπαίδεια Cyclopaedia, or Universal Dictionary of the Arts and Sciences, του Άγγλου εκδότη Εφραίμ Τσάμπερς.

Ο Ντιντερό αποφάσισε να μην περιοριστεί μόνο στους δύο τόμους αυτού του έργου, αλλά να το επεκτείνει σημαντικά, προσθέτοντας σε αυτό όλες τις γνώσεις της εποχής.

Σε αυτό το έργο τον βοήθησαν και άλλοι διανοούμενοι και φίλοι του, κυρίως ο Ντ' Αλαμπέρ, που ήταν μαθηματικός και φυσικός επιστήμονας, αλλά και πολύ γνωστά πρόσωπα όπως ο Μοντεσκιέ, ο  Βενιαμίν Φραγκλίνος, ο Βολταίρος και άλλοι.

Το 1735 έρχεται σε επαφή με τον Οταβιάνο Μπονακόρσι από την Τοσκάνι, άνθρωπο πολύ μορφωμένο, ο οποίος συνήθιζε να φιλοσοφεί όπως ο Επίκουρος στους θαυμάσιους κήπους του, μακριά από την φασαρία του κόσμου.

Στις 21/7/1740 ο φίλος του ποιητής και διανοούμενος στο Πανεπιστήμιο της Πίζας, Τομάσο κατηγορήθηκε από την ιερά εξέταση, ότι διάβασε και είχε αντίτυπο του  Τίτου Λουκρήτιου Κάρου. Καταδικάστηκε επιεικώς σε ισόβια φυλάκιση, επειδή ήταν φυματικός και όταν πέθανε, δεν του έγινε κανονική ταφή αλλά πέταξαν το πτώμα του σε ομαδικό τάφο, όπως συνήθιζαν για τους άθεους.

Η διάσωση του έργου του Λουκρήτιου από τους φιλοσόφους του διαφωτισμού, είναι αξιοσημείωτο γεγονός, δεδομένης της εχθρότητας της χριστιανικής εκκλησίας, η οποία και ήταν το μόνο μέσο μετάδοσης για λατινικά κείμενα σχετικά με τον Λουκρήτιο και τον Επίκουρο. 

          Το 1746 ο Ντιντερό έγραψε τις Φιλοσοφικές Σκέψεις, τις οποίες καταδίκασε αμέσως το κοινοβούλιο του Παρισιού. Το 1749, επηρεασμένος από το έργο του Κοντιγιάκ, Δοκίμιο περί καταγωγής των ανθρωπίνων γνώσεων, δημοσίευσε την περίφημη Επιστολή για τους κωφάλαλους προς χρήση όσων ακούν  και την Επιστολή για τους τυφλούς προς χρήση αυτών που βλέπουν. Εκεί υποστηρίζει πως οι γνώσεις αλλά και η ηθική θεμελιώνονται στις αισθήσεις.

Επίσης δημοσίευσε τις, Φιλοσοφικές αναζητήσεις για την προέλευση και τη φύση του ωραίου το οποίο αποτελεί και το λήμμα «Περί Ωραίου» στο δεύτερο τόμο της εγκυκλοπαίδειας.  

Το 1749 αναγκάστηκε να διακόψει, την εγκυκλοπαίδεια, εξαιτίας κάποιων γραπτών που είχε δημοσιεύσει παλαιότερα επηρεασμένος από τους Ουγενότους, Ούγγρους και Γερμανούς αξιωματικούς οι οποίοι στην Γένοβα το 1747 έως 1752 λειτούργησαν την Επικούρεια Αδελφότητα και στα οποία κείμενα ασκούσε κριτική στην εκκλησία και τον Πάπα.

Οι ιδέες αυτές των γραπτών του δοκιμίων, λειτούργησαν σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το κεφάλι του ποντίφικα, μια κινητή νάρκη κατά της εκκλησίας της Ρώμης.

Η δημοσίευση αυτού του δοκιμίου τού στοίχισε μια ολιγόμηνη φυλάκιση στο Βενσέν.
Το 1750 δημιούργησε ένα προσπέκτους (Prospectus), με το οποίο καλούσε άτομα από όλη την Ευρώπη να βοηθήσουν στην συγγραφή αυτού του κολοσσιαίου έργου.

Αργότερα ο Ντιντερό αποφάσισε να αφήσει στην άκρη πολλά ανέκδοτα έργα του, για να μην θέσει σε κίνδυνο τη συνέχιση της Εγκυκλοπαίδειας.

Ήδη το 1751 εμφανίστηκαν οι δύο πρώτοι τόμοι της Εγκυκλοπαίδειας ή Λεξικό αλφαβητικά ταξινομημένο των τεχνών και των επαγγελμάτων (γαλλ. Encyclopédie ou Dictionnaire raisonné des arts et métiers, par une société de gens de lettres), από έναν κύκλο συγγραφέων.Η επιτυχία του έργου στα βιβλιοπωλεία ήταν πολύ μεγάλη, οι Ιησουίτες όμως και πολλοί κληρικοί διέγνωσαν μια αντιχριστιανική τάση στο έργο αυτό και πέτυχαν με βασιλική διαταγή την απαγόρευση του έργου.

Επειδή όμως η Μαρκησία Ντε Πομπαντούρ φίλη του Ντιντερό, και  ερωμένη του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ΄, κατείχε μια εξαιρετικά σημαντική θέση, επηρέασε υπέρ της Εγκυκλοπαίδειας πολλούς υπουργούς και άλλα πρόσωπα με επιρροή, ώστε τελικά εκδόθηκαν παρά την απαγόρευση που ίσχυε από το 1753 έως το 1756, τέσσερις νέοι τόμοι.

Η πίεση όμως των αντιπάλων της Εγκυκλοπαίδειας αυξήθηκε, και έτσι το 1758 επήλθε μια νέα απαγόρευση. Ακόμη και ο Πάπας  δεν ενέκρινε το έργο.  

Η Εγκυκλοπαίδεια όμως σημείωσε τεράστια επιτυχία όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, και καθώς η Γαλλική κυβέρνηση εισέπραττε πολλά χρήματα από την πώληση αντιτύπων της Εγκυκλοπαίδειας στην Ευρώπη, ενθάρρυνε τον Ντιντερό και τους υπόλοιπους Εγκυκλοπαιδιστές να συνεχίσουν τη συγγραφή της.

Ο Ντιντερό έγραψε και τους υπόλοιπους δέκα τόμους, μαζί με πέντε τόμους εικονογραφήσεις μέχρι το 1765, αποσύρθηκε όμως - μετά από είκοσι χρόνια συγγραφής - και άφησε στους συνεχιστές τους να εκδώσουν και τους υπόλοιπους τελευταίους τόμους με εικόνες.

Όπως και οι υπόλοιποι τόμοι της Εγκυκλοπαίδειας, έτσι και αυτοί, συνέβαλαν στη μεγάλη φήμη και τη διάδοση του έργου σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Παράλληλα με την Εγκυκλοπαίδεια ο Ντιντερό συνέγραφε και άλλα έργα.

Το 1746 ολοκλήρωσε το έργο του Φιλοσοφικές σκέψεις (Pensées philosophiques).  

Το 1751 έγινε μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών στο Βερολίνο.

Ως φυσικός επιστήμονας, ο Ντιντερό ασχολήθηκε με το έργο του Σκέψεις για την ερμηνεία της φύσης (Pensées sur l'interprétation de la nature), στο οποίο τάσσεται υπέρ των πειραμάτων, των λογικών αποδείξεων και κατά των θεωρητικών ψευδορασιοναλιστικών ιδεών του Καρτέσιου.

Έγραψε επίσης θεατρικά έργα, όπως το Φυσικός γιος (Fils naturel) το 1757 και το Πατέρας της οικογένειας  το 1758.

Όσον αφορά τα μυθιστορήματα, το πιο γνωστό και συνάμα το πιο επιτυχημένο του είναι Η μοναχή (La religieuse), η πλοκή του μυθιστορήματος περιπλέκεται γύρω από μια γυναίκα που δραπέτευσε από το μοναστήρι στο οποίο την είχαν κλείσει οι γονείς της.

Ο  Ντιντερό ως προσωπικότητα μαζί με την σκληρή συγγραφική δουλειά του     φρόντιζε να έχει συχνές επαφές με τους Παριζιάνους και όχι μόνο, διανοούμενους διαφωτιστές της εποχής.

Το 1761, για ν’ αντιμετωπίσει μια δύσκολη οικονομική του κατάσταση, γιατί τα οικονομικά του πάντα ήσαν δύσκολα, παρά τη φήμη που είχε αποκτήσει με την Εγκυκλοπαίδεια, ο Ντιντερό πούλησε την τεράστια βιβλιοθήκη του αντί ενός μεγάλου ποσού, στην Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας, μεγάλη θαυμάστριά του, η οποία όμως, του επέτρεψε να την κρατήσει κα να την χρησιμοποιεί για όλη του τη ζωή, προσφέροντάς του κι ένα ετήσιο επίδομα και τον τίτλο του βιβλιοθηκάριου. Μόνο μετά τον θάνατο του η βιβλιοθήκη του μεταφέρθηκε στο Ερμιτάζ.

Η Τσαρίνα Αικατερίνη της Ρωσίας τον κάλεσε να υποβάλει προτάσεις για το εκπαιδευτικό σύστημα της Ρωσίας και γι' αυτό ο Ντιντερό έμεινε στα χρόνια 1773-1774 στην Αγία Πετρούπολη, που τον δέχθηκε με μεγάλες τιμές. Εισηγήθηκε στην Αικατερίνη την δημιουργία και υποστήριξη της τρίτης τάξης, της ανάπτυξης των τεχνών και των επιστημών με την ίδρυση Τεχνικών Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.

Όπως ο Βολταίρος, στην δεξιά συντηρητική θέση, που επεδίωκε να αποσπάσει βελτιώσεις από το υπάρχον κράτος, έτσι και ο Ντιντερό στο κέντρο, προσωποποίηση της επερχόμενης  επανάστασης , αναζητούσε ένα πεφωτισμένο μονάρχη, τον οποίο νόμισε ότι  βρήκε στο πρόσωπο της Τσαρίνας Αικατερίνης, η οποία καταγόταν από τη Γερμανία και έκανε αγώνα εναντίον των Βογιάρων προσπαθόντας να καταργήσει την δουλοπαροικία.   Ο Ντιντερό  στην Ρωσία βρήκε υποστήριξη στον κύκλο των Ελευθεροτεκτόνων, αλλά ο ίδιος δεν  ήταν Ελευθεροτέκτον,  αυτό είναι ιστορικά εξακριβωμένο.

 Έχοντας έτσι εξασφαλίσει μια σχετική οικονομική άνεση, πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του  στο Παρίσι, εργαζόμενος  με τη στοργική φροντίδα της μόνης κόρης που του είχε μείνει και με τη συγκινητική φιλία και αγάπη της  Σοφί Βολλάν.  

Στα αριστερά του Ντιντερό ο Ρουσσώ, επαγγέλλονταν μια άλλη πολιτική φιλοσοφία που θα μπορούσε να ριζώσει σε «παρθένες» χώρες σαν την Πολωνία ή την Κορσική. Στα ύστερα δημοσιεύματά του ασχολήθηκε επίσης με πολιτικά ζητήματα και θεωρείται από τους πνευματικούς πατέρες της επερχόμενης Γαλλικής Επανάστασης, με αποτελέσματα τον θάνατο του Βασιλειά της Γαλλίας, την δημιουργία συντάγματος, τον χωρισμό Κράτους και εκκλησίας, την ελευθερία έκφρασης και τέλος την ασφάλεια των πολιτικών δικαιωμάτων, την ανάπτυξη στις τέχνες, τις επιστήμες και την οικονομία.

Αν από τον Ρουσσώ προήλθε ο Ροβεσπιέρος, από τον Ντιντερό ξεπήδησε ο Νταντών….. λέει ο Ωγκύστ Κόμπ.

Ο Ντιντερό είναι ίσως ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του νέου εκείνου πνευματικού πολιτισμού που προετοίμασε την αστική επανάσταση του 18ου αιώνα και που είχε σαν στήριγμά της, την αισθησιοκρατία, την αθεΐα, τον υλισμό στη φιλοσοφία κατά του απολυταρχισμού και δεσποτισμού στην πολιτική.

Η βασική του διαφορά από τον διαλεκτικό υλισμό είναι ότι πίστευε πώς ο χαρακτήρας των τάξεων καθορίζεται από τον τρόπο της κοινωνικής οργάνωσης, από το νομικό καθεστώς, από τις κυρίαρχες ιδέες, την μόρφωση των λαών και τις αντιλήψεις της εποχής.

Στην πολιτική ήταν υποστηριχτής της Συνταγματικής Μοναρχίας κατά τ’ αγγλοσαξονικό πρότυπο, αλλά είχε μερικές αστικοδημοκρατικές διαισθήσεις και, ως ένα σημείο, ήταν πρόδρομος του ουτοπικού σοσιαλισμού. Ο Ντιντερό  πέθανε στις 30 Ιουλίου 1784,  από αποπληξία, τρώγοντας βερίκοκα, έξι χρόνια μετά το Βολταίρο και τον Ρουσώ, ένα χρόνο μετά τον παλιό συνάδελφό του Ντ' Αλαμπέρ , και πέντε χρόνια πριν Χόλμπαχ. Στην κηδεία του, κοντά στην Πλατεία Βαντόμ ο Τζέφερσον και άλλοι φίλοι του ήσαν παρόντες.

Η υποτίμηση του έργου του Ντιντερό οφείλεται στο Αντιδιαφωτιστικό  πνεύμα που επεκράτησε στις αρχές του 19ου αιώνα, (Νεοκλασσικισμός, Ρομαντισμός), στην πρόχειρη απόρριψη του Ντιντερό από τους Μάρξ και Ένγκελς μαζί με όλο τον Γαλλικό υλισμό.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μάρξ δεν είχε διαβάσει τα φιλοσοφικά έργα του Ντιντερό, αλλά το έκρινε από τα φιλοσοφικά Λεξικά και ανθολογήματα, όπως απέδειξαν έρευνες νεωτέρων.

Πάντως κάποια στιγμή, ο Μάρξ χάρισε στον Ένγκελς το έργο του Ντιντερό « Ο ανιψιός του Ραμώ» χαρακτηρίζοντας το « μοναδικό αριστούργημα».  

Ο   Ντιντερό  ήταν πολύ συγκαταβατικός και η επιείκειά του για τους συνανθρώπους έφτανε τα όρια της αυταπάρνησης.

 Έτσι, μια φορά τον επισκέφθηκε ένας νεαρός εκβιαστής που του έδωσε ένα ογκώδες τετράδιο και ζήτησε να το διαβάσει.

Το χειρόγραφο ήταν πολύ κακιά και μοχθηρή σάτιρα κατά τον Ντιντερό. 
- Αγαπητέ, δε σας γνωρίζω και δε θα μπορούσα να κάνω κάτι κακό σε σας.

 Πώς εξηγείται αυτή η επίθεση εναντίον μου; 
- Απλά, δεν έχω να φάω, είπε ο νεαρός απατεώνας.

Ήλπιζε, ότι ο Ντιντερό θα του δώσει λεφτά για να τον αφήσει ήσυχο. 
- Αλίμονο, είπε ο φιλόσοφος, δεν είστε ο πρώτος που προσφεύγει σ' αυτόν τον τρόπο για να επιβιώσει, και πολλοί είναι εκείνοι που πληρώνουν για τη σιωπή. Όμως νομίζω ότι μπορείτε να έχετε περισσότερο κέρδος απ' αυτό το χειρόγραφο.

Να πάτε μ' αυτό το τετράδιο στον κόμη του Ορλεάν, εκείνος με μισεί τόσο, ώστε για ένα λίβελο εναντίον μου θα σας πληρώσει πολύ περισσότερο.

Δωρίστε του τη σάτιρά σας. Κάντε ένα καλό δέσιμο, βάλτε στο εξώφυλλο το έμβλημά του και προσφέρετε το τετράδιο στον κόμη.

Να είστε σίγουρος ότι θα είναι πολύ γενναιόδωρος.
- Δυστυχώς εγώ δε γνωρίζω τον κόμη και δε θα μπορέσω να γράψω την αφιέρωση, είπε ο εκβιαστής.

Ο φιλόσοφος αμέσως κάθισε και έγραψε την αφιέρωση.

 Ο απατεώνας πήρε το χειρόγραφο του και έκανε όλα όσα τον συμβούλεψε ο Ντιντερό. Αργότερα, όταν πήρε την αμοιβή του, ήρθε να ευχαριστήσει τον Ντιντερό. 

          Φίλες και φίλοι, ο μεγάλος εγκυκλοπαιδιστής Ντιντερό, δεν έχει την «ταμπέλα» του Επικούρειου, έχει όμως η ζωή και το έργο του, ταύτιση με τον Δάσκαλο Επίκουρο και τους συνεχιστές του.

 Τα χαρακτηριστικά της φιλοσοφίας του Ντιντερό, ήταν όπως αναφέρονται και παραπάνω:

Η Αισθησιοκρατία, υποστηρίζοντας ότι η εμπειρία είναι το κριτήριο της αληθείας.

Ο Υλισμός με την αντικειμενική ύπαρξη της αενάως κινούμενης ύλης η οποία έχει μοριακή ύλη.

Ο χώρος και ο χρόνος είναι μορφές της ύλης.

Η Ηθική βρίσκεται στην τάση του ανθρώπου για ευτυχία, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο τα προσωπικά και τα κοινωνικά συμφέροντα συμπίπτουν με κριτήρια την Λογική και την Δικαιοσύνη.

Στην ταπεινή μου εργασία με κόπο ανακάλυψα ψήγματα  συμμετοχής του σε οργανωμένη φιλοσοφική ομάδα, είναι όμως σίγουρο τουλάχιστον σ΄ εμένα ότι παραλληλίζοντας τις αρχές του και τις φιλοσοφικές του τοποθετήσεις ότι δικαίως ο πολυπράγμων Ντιντερό ήταν Επικούρειος.

 

Βιβλιογραφία:

1.Το έργο του Κοντιγιάκ Δοκίμιο περί καταγωγής των ανθρωπίνων γνώσεων, (1746), («Καστανιώτης», 2001, μετάφραση Ευθύμης Σπετσιέρης)

2.  Γράμμα για τους τυφλούς (Lettre sur les aveugles, 1749)

 Γράμμα για τους κωφάλαλους (Lettre sur les sourds et muets, 1751) Τα δύο αυτά κείμενα καθώς και άλλα ιδιαίτερα σημαντικά φιλοσοφικά του δοκίμια δημοσιεύτηκαν στα ελληνικά από τις εκδόσεις «Ζήτρος», 1998, σε μετάφραση Άκη Καλογνώμη).

3.Η καταραμένη αδελφότητα Roberto Gervaso, Εκδόσεις Ενάλιος

4.Δοκίμιο περί καταγωγής των ανθρωπίνων γνώσεων, («Καστανιώτης», 2001, μετάφραση Ευθύμης Σπετσιέρης)

5.Όνειρο του Ντ’ Αλαμπέρ  ( Ηριδανός)

6.Ζάκ ο μοιρολάτρης  ( Ηριδανός)

7. Φιλοσοφικό Λεξικό Γιουντίν – Ρόζενταλ  ( Αναγνωστίδη)

8. Στο δρόμο για το Ερμιτάζ Μάλκομ Μπράντμπερυ  (Εκδόσεις Πόλις)

 

Μάριος Πετρίδης

Κήπος Θεσσαλονίκης 2012

ΑΠΑΝΤΗΣΗ TOY DIDEROT ΣΤΟΝ ΒΟΛΤΑΙΡΟ

 

Βολταίρος



ΑΠΑΝΤΗΣΗ TOY DIDEROT ΣΤΟΝ ΒΟΛΤΑΙΡΟ

 

 Κύριε,

Η στιγμή που έλαβα την επιστολή σας ήταν μία από τις ομορφότερες της ζωής μου.

Σας είμαι απείρως υπόχρεος για το δώρο με το οποίο συνοδευό­ταν.

Δε θα μπορούσατε να στείλετε το έργο σας σε κάποιον που να είναι μεγα­λύτερος θαυμαστής σας από μένα. Φυλάσσουμε σαν κάτι πολύτιμο τα σημά­δια της ευμένειας των μεγάλων εγώ, που δεν έχω γνωρίσει ποτέ πραγματικά διάκριση μεταξύ των ανθρώπων, εκτός από εκείνη που επιβάλλουν οι προσω­πικές αρετές, τοποθετώ αυτή την έκφραση της εκτίμησής σας τόσο πιο πάνω από τα δείγματα εύνοιας των ισχυρών, όσο οι ισχυροί είναι πιο κάτω από σας.

Τώρα, ας σκεφτεί ο λαός ό,τι θέλει για την Επιστολή μου για τους τυφλούς εσείς δεν την απορρίψατε· οι φίλοι μου θα τη βρουν καλή, αυτό μου αρκεί.

 

Δεν ενστερνίζομαι τα πιστεύω του Saunderson περισσότερο απ’ ό,τι εσείς αλλά αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να συμβαίνει επειδή βλέπω. Αυτές οι σχέ­σεις, που σε μας προκαλούν τόσο ζωηρή έκπληξη, δεν έχουν την ίδια λάμψη για έναν τυφλό. Εκείνος ζει σε ένα αιώνιο σκοτάδι και το σκοτάδι αυτό θα πρέπει να προσθέτει πολλή ισχύ στους μεταφυσικούς του συλλογισμούς. Είναι συνήθως κατά τη διάρκεια της νύχτας που πυκνώνει η ομίχλη, που μου κρύβει την ύπαρξη του θεού· η ανατολή του ήλιου όμως τη διαλύει πάντα.

Αλλά τα σκοτάδια διαρκούν συνεχώς για έναν τυφλό, και ο ήλιος δεν ανα­τέλλει παρά μόνο για όσους βλέπουν. Δεν πρέπει να φαντάζεστε ότι ο Saunderson πρέπει να αντιλαμβάνεται αυτό που εσείς θα είχατε αντιληφθεί στη θέση του, δεν μπορείτε να υποκαταστήσετε κανέναν δίχως να αλλάξετε ολοκληρωτικά το ερώτημα.

 

Να κάποιοι συλλογισμοί που δε θα είχα παραλείψει να αποδώσω στον Saunderson, χωρίς το φόβο που έχω για όσους τόσο καλά μου περιγράψατε.

Αν δεν είχαν υπάρξει ποτέ όντα, θα τον είχα βάλει να πει, δε θα είχαν υπάρ­ξει ποτέ διότι, για να δώσει κανείς στον εαυτό του ύπαρξη, πρέπει να ενερ­γήσει, και για να ενεργήσει, πρέπει να είναι. Αν δεν είχαν υπάρξει ποτέ παρά μόνο υλικά όντα, δε θα είχαν υπάρξει ποτέ πνευματικά- διότι τα πνευματικά όντα ή θα είχαν δώσει τα ίδια στον εαυτό τους την ύπαρξη, ή θα την είχαν δεχτεί από τα υλικά όντα- αν είχαν δώσει τα ίδια στον εαυτό τους την ύπαρξη, θα είχαν ενεργήσει προτού ακόμη αρχίσουν να υπάρχουν- αν την είχαν δεχτεί από τα υλικά όντα, θα ήταν τρόποι ή τουλάχιστον αποτελέσματα της ύλης, πράγμα που δεν είναι καθόλου αυτό που εσείς έχετε κατά νου.

 

«Αλλά, αν δεν είχαν υπάρξει ποτέ παρά πνευματικά όντα, θα δείτε ότι δε θα είχαν υπάρξει ποτέ και υλικά όντα. Η σωστή φιλοσοφία δε μου επιτρέπει να υποθέσω στα πράγματα παρά αυτό μόνο που αντιλαμβάνομαι με τρόπο ξεκά­θαρο- αλλά δεν μπορώ να αντιληφθώ στο πνεύμα ιδιότητες άλλες από εκείνες της βούλησης και της σκέψης. Και, όσο δεν μπορώ να συλλάβω ότι το μη ον και τα υλικά όντα θα μπορούσαν να ενεργήσουν πάνω στα πνευματικά όντα, άλλο τόσο δεν μπορώ να συλλάβω ότι η σκέψη και η βούληση θα μπορούσαν να ενεργήσουν πάνω στα υλικά όντα ή πάνω στο μη ον. Να υποστηρίζουμε ότι δεν μπορεί να υπάρξει δράση του μη όντος και των υλικών όντων πάνω στα αμιγώς πνευματικά όντα, επειδή δεν έχουμε καμία αντίληψη της δυνατότητας μιας τέτοιας δράσης, σημαίνει ότι αποδεχόμαστε ότι δεν μπορεί να υπάρξει και δράση των αμιγώς πνευματικών όντων πάνω στα σωματικά διότι η δυνα­τότητα αυτής της δράσης δεν μπορεί να γίνει περισσότερο αντιληπτή.

 

«Έπεται, λοιπόν, από αυτή την ομολογία και από το συλλογισμό μου, θα συνέχιζε ο Saunderson, ότι το σωματικό ον δεν είναι λιγότερο ανεξάρτητο από το πνευματικό ον, απ’ ό,τι το πνευματικό ον από το σωματικό ότι συνθέ­τουν μαζί το σύμπαν, και ότι το σύμπαν είναι θεός. Πόση ισχύ δε θα προσέδιδε σ’ αυτό το συλλογισμό η γνώμη που μοιράζεστε με τον Locke, ότι η σκέψη θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια τροποποίηση της ύλης.»

 

«Αλλά, θα του αποκρινόσασταν, και τι γίνεται μ’ αυτές τις άπειρες σχέσεις που ανακαλύπτω στα πράγματα, τι γίνεται μ’ αυτή τη θαυμαστή τάξη που γίνε­ται έκδηλη από κάθε πλευρά; Για όλα αυτά τι θα μπορούσα να σκεφτώ; —Ότι πρόκειται για μεταφυσικά όντα, που δεν υπάρχουν παρά μόνο μέσα στο μυαλό σας, θα σας απαντούσε. Γεμίζουμε ένα τεράστιο πεδίο με πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένους, αλλά μέσα εκεί το σκουλήκι και τα μυρμήγκια βρίσκουν κατοικίες αρκούντως βολικές. Τι θα λέγατε γι’ αυτά τα έντομα, αν παίρνοντας ως πραγματικές τις σχέσεις των τόπων κατοικίας τους, εκστασιά­ζονταν με την ομορφιά αυτής της υπόγειας αρχιτεκτονικής, και με την ανώτε­ρη νόηση του κηπουρού που διευθέτησε τα πράγματα για χάρη τους;»

 

Α! Κύριε, πόσο εύκολο είναι για έναν τυφλό να χαθεί μέσα σε ένα λαβύ­ρινθο παρόμοιων συλλογισμών και να πεθάνει άθεος, πράγμα που ωστόσο δε συνέβη καθόλου στον Saunderson. Επικαλείται τη θεία αντίληψη του θεού του Clarke, του Leibniz, και του Νεύτωνα, όπως οι Ισραηλίτες επικαλούνται το θεό του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, διότι βρίσκεται λίγο-πολύ σε παρόμοια θέση. Του αφήνω αυτό που μένει στους πιο αμετάπειστους σκεπτι­κιστές: την ελπίδα πάντα ότι μπορεί να κάνουν λάθος. Αλλά είτε αυτό είναι έτσι είτε όχι, δε συμφωνώ καθόλου μαζί τους. Πιστεύω στο Θεό, μολονότι ζω πολύ καλά μαζί με τους άθεους. Έχω καταλάβει ότι τα θέλγητρα της τάξης τους αιχμαλώτιζαν, μολονότι οι ίδιοι είχαν αρκετή  ότι ενθουσιάζονταν με το ωραίο και το καλό, και ότι δεν μπορούσαν, όταν είχαν γούστο, ούτε να ανε­χτούν ένα κακό βιβλίο, ούτε να ακούσουν με υπομονή ένα κακό κονσέρτο, ούτε να υποφέρουν στο γραφείο τους έναν κακό πίνακα, ούτε να κάνουν μια κακή πράξη.

 

Να όλα όσα μου χρειάζονται. Λένε ότι όλα είναι αναγκαιότητα. Σύμφωνα μ' αυτούς, ένας άνθρωπος που τους προσβάλλει, δεν τους προσβάλλει με καθόλου πιο ελεύθερο τρόπο από τον τρόπο με τον οποίο τους τραυματίζει ένα κεραμίδι που ξεκολλάει και τους πέφτει στο κεφάλι.

 Όμως καθόλου δε συγχέουν αυτές τις αιτίες, και ποτέ δεν οργίζονται με το κεραμίδι, άλλο ένα ατόπημα που με καθησυχάζει. Είναι, λοιπόν, πολύ σημαντικό να μην μπερ­δεύουμε το κώνειο με το μαϊντανό, αλλά καθόλου, αν θα πιστέψουμε ή όχι στο θεό: «Ο κόσμος, θα έλεγε ο Montaigne, είναι μία μπάλα που την άφησε στους φιλοσόφους για να παίζουν χωρίς να διακυβεύουν τίποτε»· και θα έλεγα σχεδόν το ίδιο για τον ίδιο το θεό.

 

Θα ερχόμουν, κύριε, με όλη τη σπουδή, που μπορεί κανείς να φανταστεί, να συζητήσω, ή μάλλον να διαφωτιστώ μαζί σας πάνω σ’ αυτές τις πολύ υψη­λές και πολύ άχρηστες αλήθειες- αλλά είμαι αλυσοδεμένος στην απομόνωσή μου από οικογενειακές θλίψεις που δε μου αφήνουν σχεδόν καμία ελευθερία πνεύματος- από πάμπολλες ασχολίες που θα μπορούσαν να πλουτίσουν κάθε άλλον εκτός από μένα, και που φέρνουν αναστάτωση στις υποθέσεις μου, και εξαντλούν τον χρόνο μου, και από ένα βίαιο πάθος που ορίζει σχεδόν ολο­κληρωτικά το είναι μου. Αχ φιλοσοφία, φιλοσοφία: σε τι λοιπόν είσαι καλή, αν ούτε τους παροξυσμούς του πόνου και των θλίψεων μπορείς να αμβλύνεις, ούτε το κεντρί των παθών;

 

Αν ποτέ αισθανθώ την ψυχή μου λίγο πιο ελεύθερη, και το πνεύμα μου λίγο περισσότερο σε κατάσταση να υποστηρίξει την καλή γνώμη που μου φαίνεται πως έχετε σχηματίσει για μένα, θα εμφανιστώ ξαφνικά, θα μπορέσω να δω με τα μάτια μου αυτό τον απίστευτο άνθρωπο, του οποίου τα γραπτά κάθε φορά με γοητεύουν, στον οποίο χρωστώ το λίγο φιλοσοφικό ύφος και πνεύμα που έχω, που διαθέτει σε βαθμό εκπληκτικό όλα τα χαρίσματα μαζί, στον οποίο όλα τα είδη της λογοτεχνίας είναι οικεία, και που στο καθένα από αυτά έχει διαπρέψει σα να ήταν αυτό το μοναδικό αντικείμενο της μελέτης του. Προς το παρόν, είμαι στην κατάσταση ενός ατόμου περιορισμένου στη δύναμη της αδράνειάς του, και που μια τεράστια σφαίρα, που ωθείται από μια δική της θαυμαστή ταχύτητα, προσκαλεί σε σύγκρουση.

 

Συγχωρήστε με, κύριε, αν την αποφεύγω προσωρινά, και επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω ένα έργο που δεν είναι πάρα πολύ καλό, αλλά που και πάλι αξίζει περισσότερο από μένα. Είναι τα Υπομνήματά μου πάνω σε διάφορα θέματα μαθηματικών. Δε σας τα έστειλα εγκαίρως, γιατί είχα μάθει ότι ήσα­σταν στην αυλή της Luneville, ή στον πύργο του Cirey. Στέλνω μαζί ένα αντί­γραφο στον δικό σας πύργο, για τη μαρκησία du Chatelet. Θα βρει, στο τελευταίο από αυτά τα υπομνήματα, την απόδειξη πως οι επιβραδύνσεις, που η αντίσταση του αέρα επιφέρει στην κίνηση του εκκρεμούς, είναι όπως τα τετράγωνα των διαγραφομένων τόξων, και όχι όπως τα τόξα, έτσι όπως ο Νεύτων, φαίνεται να έχει υποθέσει. Ίσως, όμως, οι διαφορές εδώ να είναι τόσο αμελητέες, που μπορούμε να πάρουμε χωρίς κίνδυνο λάθους είτε τα τόξα είτε τετράγωνα των τόξων για την έκφραση της επιβράδυνσης. Αυτό άλλωστε η κυρία μαρκησία du Chatelet το γνωρίζει ασφαλώς καλύτερα από εμένα.

Θα τολμούσα να σας παρακαλέσω, κύριε, να της μεταβιβάσετε τον πολύ ταπεινό μου σεβασμό και τις δικαιολογίες μου— είναι οι ίδιες που σας έλεγα πριν λίγο. Με όλη την τιμή του σεβασμού και της αφοσίωσης που ένας μικρός μαθητής οφείλει στο δάσκαλό του.

Κύριε,

Παρίσι 11 Ιουνίου 1749.

Ο πολύ ταπεινός και πολύ

υπάκουος υπηρέτης σας Diderot

 

Ο προσχηματικά θεϊστής ή «έντεχνα» αθεϊστής!

 


ΕΠIΚΟΥΡΟΣ

Ο προσχηματικά θεϊστής ή «έντεχνα» αθεϊστής!

Δύο βασικές αρχές της Επικούρειας φιλοσοφίας την ιδιαιτεροποιούν και διαφοροποιούν από τις υπόλοιπες και την καθιστούν για τους πολλούς απορριπτέα ή το λιγότερο όχι ελκυστική.
Αυτές είναι: Ο αθεϊσμός της και η θνητότητα της ψυχής. Αυτές οι δύο έννοιες ουσιαστικά ορίζουν ένα και το αυτό. Αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, διότι η αθάνατη ψυχή προϋποθέτει υπαρκτό Θεό, ενώ η θνητή ψυχή επιτάσσει ανύπαρκτο θεό. Από μόνα τους τα δύο παραμένουν μετέωρα. Ή θα συνυπάρχουν ή θα συναπουσιάζουν και τούτο διότι η κατάργηση της ψυχής αφαιρεί τον λόγο ύπαρξης του θεού, μένει ο θεός χωρίς αντικείμενο μιας και ο ρόλος του για τα σύγχρονα θρησκευτικά δόγματα τουλάχιστον, είναι να κρίνει και να δικάσει τις ψυχές. Το ίδιο και η ανυπαρξία του θεού, καθιστά τις ψυχές ορφανές, λείπει ο λόγος ύπαρξής τους μετά τον θάνατο. Γιατί και προς τι να υπάρχουν; Αν ο λόγος είναι απλώς να ζουν και μετά τον θάνατο, τότε δεν υπήρχε λόγος να πεθαίνει ο άνθρωπος.

Εγωιστικά ο άνθρωπος επιθυμεί την αθανασία. Ο διακαής του πόθος να υπάρχει εις το διηνεκές και με την επίγεια συνείδησή του επί πλέον, τον κάνει να παραλογίζεται και να πιστεύει ότι θα υπάρχει και μετά τον θάνατόν του. Ευσεβής πόθος; απύθμενος εγωισμός; συμφέρον; παραφροσύνη; αμετροέπεια; ερμηνέψτε το όπως θέλετε. Ο Ιάσων Ευαγγέλου στο βιβλίο του «Ο άνθρωπος και ο πόνος» λέει: «Ο εγωισμός και του πιο τιποτένιου ανθρώπου-επιθυμεί μια μεταθανάτια αθανασία με πλήρη συνείδηση της επίγειας ύπαρξής του/ Και δεν σκέπτεται πώς η αθάνατη ψυχή με την συνείδησή της υπήρχε και πριν γεννηθεί, αλλά δεν του μετέφερε κανένα σημάδι μνήμης του προγενέστερου βίου της». 

Ο δε Δ. Λιαντίνης αναφέρει πως «Ο φόβος του θανάτου στον άνθρωπο είναι η σκεπασμένη όψη του εγωισμού του». Το σίγουρο είναι ότι αποτελεί άποψη παράλογη, ανορθολογική και συγχρόνως αυτοκαταστροφική για αυτόν τον ίδιο, διότι αυτή η αυθαίρετη και αυτόβουλη παραδοχή του τον καθιστά τραγικό πρόσωπο και όχι μόνο δεν θα εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του όπως αυτός νομίζει κατ’ αρχήν, αλλά του καθίσταται δίκοπο μαχαίρι, διότι απλά θυσιάζει την μοναδική επίγεια ζωή του στον βωμό μιας καλύτερης μετά θάνατον ζωής η οποία δεν του διασφαλίζεται κατ’ ελάχιστον, δεν του την εγγυάται κανείς και δεν θα έρθει ποτέ. Ο άνθρωπος από το να μην πιστεύει τίποτα ανεξέλεγκτα, πιστεύει στο τίποτα δογματικά και επαίρεται γι’ αυτό. Η άποψη της ανυπαρξίας της ψυχής μετά θάνατον, δεν βρίσκει πολλούς αποδέκτες, ωστόσο δεν μειώνει την αξία της επικούρειας φιλοσοφίας όσο και αν οι επικούρειοι θα παραμένουν λίγοι διότι άλλο τόσο θα παραμένουν επίκαιροι (κατά έναν δίφθογγο διαφέρει ο Επίκουρος με τον επίκαιρο).Το ευ και το πολύ είναι έννοιες που δεν συμφιλιώνονται εύκολα. Το ευ εχθρεύεται το πολύ. 

Ο μεγάλος αμερικανός συγγραφέας του 19 αι. Mark Twain έλεγε: «Όποτε βρεθείς με την πλευρά της πλειοψηφίας, είναι η στιγμή που πρέπει να σταθείς και να συλλογισθείς» και επί τέλους ας εννοήσουμε όλοι μας ότι η «πλάνη των πολλών δεν πρέπει να θεσμοθετεί δίκαιο».

Η τραγικότητα του ανθρώπου οφείλεται στον ίδιο, στην φύση του θα έλεγε κανείς, στον αυτοδυναστευτικό τρόπο σκέψης του. Στην εμμονή του να γοητεύεται περισσότερο από το μυστηριακό και ανεξήγητο παρά από την επιστημονική έστω και ανεπαρκή ενίοτε ερμηνεία των φαινομένων. Αυθαίρετα και χωρίς λογική ενθρονίζει θεούς και ανέχεται από αυτούς να τον εξουσιάζουν ερήμην του. Μοιραία και «ο θεός όταν εδραιώνεται χωρίς κόπο και κόστος ως απόλυτος άρχων σαδιστικά για τον ίδιο και μαζοχιστικά για τον άνθρωπο γίνεται καταπιεστής δίχως έλεος». Μην ξεχνάμε ότι η Π. Διαθήκη είναι το πιο εκδικητικό και πολεμοχαρές βιβλίο που γράφτηκε ποτέ και όμως παρανοϊκά θεωρείται ιερό από τις μάζες των θρησκευόμενων.
Αυτό ισχύει και το βλέπουμε σε όλα τα σύγχρονα μονοθεϊστικά δόγματα να συμβαίνει. Δεν συνέβαινε όμως με την θρησκεία και τους θεούς των αρχαίων μας προγόνων.

Οι αρχαίοι Έλληνες δημιούργησαν τους θεούς τους, αλλά απαίτησαν από αυτούς να υπηρετούν τις ανάγκες τους και τις επιθυμίες τους. Αν αυτό δεν συνέβαινε, εύκολα οι θεοί κρημνίζονταν και καταργούνταν. Αυτό βέβαια είναι και το μεγαλείο του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. «Με τη θρησκεία τους οι Έλληνες είχαν πετύχει τη χρυσή τομή ανάμεσα στην έκφραση του θρησκευτικού τους συναισθήματος και στο πάθος τους για ελευθερία. Είναι ιστορική η διαπίστωση πως άνθρωπος ονομάζεται η ύπαρξη που τοποθετεί πάνω από αυτή κάποιο θεό. Έλληνας ονομάζεται ο άνθρωπος που τοποθετεί πάνω απ’ τους θεούς την ελευθερία», μας λέει ο Ιάσων Ευαγγέλου στο «Θεός-Ύλη-Σύμπαν».

Ο δε Robert Livingston στο βιβλίο του «Το ελληνικό πνεύμα και η σημασία του για μας» γράφει πως : «Ο θεός των Ελλήνων ήταν πάρα πολύ δημιούργημα των πιστών του και δεν μπορούσε να γίνει απόλυτος. Ήταν ένας συνταγματικός μονάρχης που οι υπήκοοί του δεν ξεχνούσαν ποτέ εντελώς ότι αυτοί τον έβαλαν στον θρόνο του. Βασιλιάς τους στην θεωρία, στην πράξη ήταν ο αντιπρόσωπός τους, υποχρεωμένος να εκπληρώνει τις επιθυμίες τους και ανάμεσα σ’ αυτές ήταν η επιθυμία να είναι ελεύθεροι.

Τούτη η ελευθερία η ελληνική, μπόρεσε να μας δώσει μαθήματα ανεξιθρησκείας ίσαμε σήμερα.
Γιατί η ελληνική σκέψη είναι τόσο ζωντανή, όσο και η δική μας».

Πρέπει να διακρίνουμε και να διαχωρίσουμε το νόημα που δίνονταν στην αρχαιότητα στον όρο «θεός» με αυτό που νοείται σήμερα. Για τους θεούς της αρχαιότητας δεν υπήρχε μέλλουσα κρίση των ανθρωπίνων πράξεων, ούτε σενάριο ζωής και συμπεριφοράς θεϊκό ακουλουθητέο από τον άνθρωπο και εγκεκριμένο από τον Θεό βάσει του οποίου θα δικάζονταν μεταθανάτια.
Καμία θρησκευτική δογματική ετσιθελική αλήθεια που απαιτούσε τυφλή υπακοή. Θεός σήμαινε αθάνατος άνθρωπος με όλα τα ανθρώπινα πάθη και άνθρωπος σήμαινε θνητός θεός με όλες τις θεϊκές αρετές στην ανώτερή του έκφανση και έκφραση. «.Αθάνατοι θνητοί, θνητοί αθάνατοι ζώντες των εκείνων θάνατον, τον δε εκείνων βίον τεθνεώτες». Ηράκλειτος

Οι θεοί δεν ήταν δημιουργοί του σύμπαντος αλλά οι ίδιοι δημιουργήματα της Φύσης και υποχρεωμένοι να υπακούουν στους νόμους της.

Τα κριτήρια που θα χαρακτηρίσουν έναν αρχαίο Έλληνα φιλόσοφο ως θεϊστή ή αθεϊστή δεν είναι η ομολογία του περί ύπαρξης θεών ή όχι, αλλά ο ρόλος που παίζουν μέσα στην καθολική φιλοσοφία του φιλοσόφου οι θεοί και έχοντας σαν δεδομένο ότι η ανεξιθρησκία όχι μόνο δεν αποτελούσε νόμο αλλά απεναντίας με την ψήφιση από την εκκλησία του Δήμου των Αθηναίων κατόπιν προτροπής του μάντη Διοπείθη το 432 π.χ.χ. «να δικάζονται όσοι ασεβούν προς τους θεούς και όσοι ασχολούνται με τα ουράνια σώματα» και έχοντας γνωστή την τύχη των Πρόδικου (αθεϊστής-κώνειο), Σωκράτη (κώνειο), Πρωταγόρα (πνιγμός), Αναξαγόρα (φυγάδευση από Περικλή), δημιουργείται εύλογα το ερώτημα πόσο ελεύθερα θα μπορούσε αυτός να εκφράσει αυτό που πραγματικά πρέσβευε κάτω από αυτές τις συνθήκες;

Συνεπώς τα μετακόσμια του Επίκουρου αναμφίβολα ήταν υπεκφυγική ανακάλυψη. Τοποθέτησε εκεί τους θεούς «χαρίζοντάς» τους την μακαριότητα και προτρέποντας τους ανθρώπους να τους μιμηθούν, ευτυχώς όχι και στην απραξία τους. Κανένα στοιχείο άλλο δεν μας έδωσε γι’ αυτά τα μετακόσμια.

Έτσι απαλλάχτηκε από ένα εμπόδιο ανώδυνα. Τουλάχιστον από μία πιθανή προσαγωγή σε δίκη για αθεϊσμό. Ο Επίκουρος έλεγε να μην φοβόμαστε τους θεούς. Δεν είπε το ίδιο και για τους ανθρώπους. Άλλωστε η επιστημονική του σκέψη αφαιρούσε σχεδόν τα πάντα από την δικαιοδοσία των θεών που κυριολεκτικά τους καταργούσε ή στην χειρότερη αυτοί αυτοκτονούσαν από πλήξη απραξίας. Η σημαντικότερη και πιο ιερή στιγμή κάθε θεωρίας είναι η πράξη και από αυτήν πρέπει να κρίνεται. Ο άνθρωπος για να επιτύχει την μακαριότητά του παίρνει σαφείς οδηγίες από τον Επίκουρο. Οι θεοί όμως την μακαριότητά τους την κατακτούν μάλλον εν υπνώσει. Η διαφορά αυτή μεταξύ θεών και ανθρώπων στην κατάκτηση της μακαριότητας δεν αποτελεί επικούρεια αντίφαση αλλά υποκρύπτει συγκαλυμμένο αθεϊσμό.

Η ομολογία του Επίκουρου πως «ο φόβος της ζωής και ο φόβος του θανάτου πλάσανε στους ανθρώπους τα φαντάσματα των θεών» αίρει κάθε αμφιβολία για τον αθεϊσμό του. (Ο Επίκουρος ποτέ δεν φοβήθηκε το θάνατο, συνεπώς κανένα λόγο δεν είχε να δημιουργήσει φαντάσματα). Ο Δ. Λιαντίνης την επικούρεια αυτή άποψη την διατυπώνει ως εξής : «Την απόκρυψη και την καταφυγή από τον πανικό φόβο του θανάτου ο  άνθρωπος την εβάφτισε θεούς και θρησκείες και ζωή μετά θάνατον. Η πίστη στη ζωή μετά θάνατον είναι το σύστημα ανάρτησης, είναι η ραχοκοκαλιά όλων των θρησκειών».

Ποια σχέση μπορεί να έχει η φιλοσοφία του Επίκουρου με αυτά που ορίζονται ως θεός- θρησκεία-μετά θάνατον ζωή, αφού δεν φοβόταν το θάνατο; Όσοι θεωρούν τον φιλόσοφο θεϊστή, αλαργεύουν πολύ από τη σκέψη του. Ο Επίκουρος θεοποιεί τον ανώτερο άνθρωπο και ο Διογένης ο Οινοανδέας μας λέει : «Τότε στ’ αλήθεια η ζωή των θεών θα περάσει στους ανθρώπους γιατί τα πάντα θα’ ναι γεμάτα δικαιοσύνη και αμοιβαία αγάπη». Η επιστημονική δυναμική της επικούρειας σκέψης οφείλεται τα μέγιστα στην απουσία του θεών από την φιλοσοφία του με την έννοια ότι δεν παίζουν κανέναν ενεργό ρόλο. Απονευρώνουμε τον Επίκουρο όταν τον χαρακτηρίζουμε θεϊστή. Τέτοιος ακόμη και ο Πλάτων δεν μπορεί να θεωρηθεί με την σημερινή έννοια του όρου θεός . 

Ο Επίκουρος είναι ο «έντεχνα» αθεϊστής.
Απέφυγε πολλούς σκοπέλους εφευρίσκοντας τα μετακόσμια. Απαλλάχτηκε από εξηγήσεις μιας ζωής προκειμένου να καταστήσει τους θεούς ανενεργό όντα. Μετά και τον παρολίγο πνιγμό του (στην αναγκαστική χειμωνιάτικη αναχώρηση από την Μυτιλήνη) θα ήταν το λιγότερο αφελής αν επικέντρωνε την φιλοσοφία του στον αθεϊσμό. Δεν διακήρυξε επισήμως την ανυπαρξία των θεών, την υπονόησε σαφέστατα καθιστώντας τους αμέτοχους σε όλα στο συμπαντικό γίγνεσθαι. Οι θεοί περιττεύουν στην σκέψη του φιλοσόφου. Ζούνε αλλά δεν υπάρχουν. Οι πυγολαμπίδες περιττεύουν στο φως, χρειάζονται σκοτάδι για να φέξουν.

Όπως επικούρειος είναι περισσότερο αυτός που ζει επικούρεια και ας μην γνωρίζει τον φιλόσοφο ούτε κατ’ όνομα, παρά αυτός που επίσταται της φιλοσοφίας αυτής ενώ δεν ζει επικούρεια, το ίδιο θεϊστής ή αθεϊστής δεν είναι όποιος επιφανειακά και ανέξοδα δέχεται ή αρνείται την ύπαρξη θεών αλλά αυτός που ζει δια βίου συμβατά με το νόημα αυτών των εννοιών. Ο επικουρισμός είναι στάση ζωής, τρόπος «ζειν» και φιλοσοφία πράξης και όχι γνώση και αποδοχή (η γνώση είναι το μέσο όχι ο σκοπός) το ίδιο στάση ζωής είναι και ο θεϊσμός- αθεϊσμός. Με την αποδοχή των θεών ως αόριστα και περισσότερο διακοσμητικά όντα μίμησης των ανθρώπων, μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει τον Επίκουρο θεϊστή;

Μπορώ να κατανοήσω τους θεούς του Επίκουρου μόνο σαν ένα φαντασιακό πρότυπο δυνάμει μίμησης του ανθρώπου, όσον αφορά τη μακαριότητά τους μιας και απαλλαγμένοι από κάθε ανάγκη βίωσης και αυτοσυντήρησης κατά συνέπεια ελεύθερους και αυτάρκεις. Αρκεί όμως ο λόγος αυτός να δικαιολογήσει την ύπαρξή τους; Όσο για τα τυπικά λατρευτικά στους θεούς από τα οποία δεν απείχε αυτό δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκην και αποδοχή τους αλλά τρόπο φυγής από το μάτι του κυκλώνα, αποφεύγοντας σύγκρουση με τους άγραφους θεσμικούς νόμους της κοινής γνώμης.

      Τις επικούρειες απόψεις για την ψυχή και τον θάνατο, μας τις διασώζει ως εξής ο Ιππόλυτος :
«Τας δε ψυχάς των ανθρώπων Λύεσθαι άμα τοις σώμασιν, Ώσπερ και συγγενασθαι αυτοις τίθεται Ω ακολουθεί μήτε κρίσεις είναι εν Αιδου Μήτε δικαστήρια, Ως ότι αν δράση τις εν τω βίω τούτω και διαλάθη, Ανεύθυνον είναι παντελώς»

Δηλ. «Ο Επίκουρος θεωρεί επίσης ότι οι ψυχές των ανθρώπων διαλύονται ταυτόχρονα με τα σώματά τους, όπως γεννήθηκαν μαζί τους. Κατά συνέπεια, στον Άδη δεν υπάρχουν ούτε δίκες Ούτε δικαστήρια, έτσι οτιδήποτε κι αν πράξει κάποιος στη ζωή αυτή
Και περάσει απαρατήρητο, δεν του δημιουργεί απολύτως καμία ευθύνη».
Ιππόλυτος (κατά πασών αιρέσεων I 22.5) Επίκουρος. Εκδ. Ζήτρος

Στον ύμνο του Λουκρήτιου για τον Επίκουρο διαβάζουμε: «Χάμω σερνόταν μπροστά στα μάτια όλων, ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή, πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας..,.
Τότε πρώτος ένας έλληνας τόλμησε να υψώσει τα μάτια του τα θνητά κατά πάνω της και να της αντισταθεί... Έτσι με τη σειρά της, ποδοπατημένη συντρίβεται η θρησκεία και εμάς η νίκη του μας υψώνει στα ουράνια». 

Λουκρήτιος. Περί της φύσεως των όντων. I 62-79

Πώς ποδοπατείται και συντρίβεται η θρησκεία και εμείς υψωνόμαστε στα ουράνια, με ένα θεϊστή Επίκουρο;

Ο BERNARD RUSSEL λέει : «Η συντριπτική πλειονότητα των διαπρεπών διανοητών, δεν πιστεύει στην χριστιανική θρησκεία, αλλά αποφεύγουν να το αποκαλύψουν δημοσίως επειδή φοβούνται μήπως χάσουν το εισόδημά τους». Στην διαπίστωση του RUSSEL αντικαταστήστε τους «διαπρεπείς διανοητές» με τον Επίκουρο. Την «χριστιανική θρησκεία» με τους θεούς των Ελλήνων. Την «απώλεια του εισοδήματος» με την προσαγωγή σε δίκη λόγω αθεϊσμού. Αυτό που προκύπτει είναι η ΕΡΜΗΝΕΙΑ του Επίκουρου, όχι η μετάφρασή του. (Αυτή ανήκει δικαιωματικά στους φιλολόγους). Όταν ο Επίκουρος ζήτησε από τους μαθητές του να φιλοσοφούν κάθε μήνα, προφανώς δεν εννοούσε να του κάνουν μνημόσυνο, αλλά να τον ερμηνεύουν και να προάγουν τη σκέψη του βασισμένοι στα επιτεύγματα της σύγχρονης επιστήμης χωρίς να ξεμακραίνουν από τον πυρήνα της σκέψης του.

Η σύγχρονη επιστημονική ψυχιατρική άποψη παραδέχεται πως η ψυχή δεν είναι οντότητα, ώστε να συνίσταται από διάφορα στοιχεία, όπως την εννόησε ο Επίκουρος ή την παρουσιάζουν οι διάφορες θρησκείες, αλλά την θεωρεί έκφραση, λειτουργία που απορρέει από την φυσιολογική λειτουργία του υλικού εγκεφαλικού κυττάρου του νεοεγκεφάλου του ανθρώπου και εκδηλώνεται με τις ανώτερες πνευματικές ιδιότητες, νόηση, κρίση, μνήμη, συναίσθημα, λόγος και που στη βάση της δεν είναι παρά ηλεκτρικό ρεύμα παραγόμενο από αντιδράσεις χημικών υλικών ουσιών και διαβιβαστικές ουσίες (σεροτονίνη, ακετυλοχολίνη κ.λ.π.). Πως άλλωστε θα εξηγούνταν οι ιάσεις ψυχικών νόσων με υλικά παρασκευάσματα (φάρμακα); Πως το υποτιθέμενο άυλο πνεύμα-ψυχή, θεραπεύεται από ύλη; Και ακόμη ας εξηγηθεί πού βρίσκεται η ψυχή στις καταστάσεις απώλειας συνειδήσεως (π.χ. κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις), αλλά και κατά την διάρκεια αυτού-τούτου του ύπνου ακόμη! Γιατί η άυλη-πνευματική ψυχή χάνει την συνείδησή της; Ή μήπως απλά, επειδή δεν υπάρχει ψυχή έτσι που την εννοούν οι θιασώτες της;

Σαν σύγχρονοι επικούρειοι εκείνο που θα κρατήσουμε από τον δάσκαλο και είναι μεγαλειώδες και σημαντικό δεν είναι η σύσταση της ψυχής όπως την περιγράφει ο ίδιος (εφ’ όσον τέτοια δεν υπάρχει, ούτε υλική, ούτε άυλη) αλλά η μετά θάνατον ανυπαρξία της.

Τέλος. Και αυτό θα επιθυμούσε και ο Επίκουρος, ο οποίος δεν θα μπορούσε να αφήσει έξω από την φιλοσοφική του σκέψη τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και κατακτήσεις της ανθρώπινης διανόησης.

Ο μεγάλος ψυχολόγος C. Jung έλεγε ότι : «Η ύπαρξη της ψυχής ούτε εμπειρικά, ούτε επιστημονικά, ούτε φιλοσοφικά αποδεικνύεται. Το ίδιο και η ύπαρξη του θεού». Και τα δύο θεολογικά είναι πνεύματα και υπάρξεις πνευμάτων άυλων όπως και οι άγγελοι αποτελούν τα φτερουγίσματα της φαντασίας μας για τον I. Ευαγγέλου.

Σε όλες τις θρησκείες αδιαπραγμάτευτη άποψη αποτελεί η αθανασία της ψυχής και η μετά τον φυσικό θάνατο του ανθρώπου ύπαρξή της, με την μορφή μιας άυλης-πνευματικής υπόστασης.
Η ανυπαρξία της ψυχής μετά θάνατον εξαναγκάζει όλες τις θρησκείες σε κατάρρευση και όσοι το αποδέχονται αυτό εκούσια ή ακούσια καθίστανται άθεοι.

Η υλιστική φιλοσοφία αρνείται την ύπαρξη πνευμάτων και πολύ περισσότερο αρνείται αυτά να έχουν αυτοσυνειδησία και συναίσθηση.

Ο Επίκουρος θεωρώντας την ψυχή υλική, φθαρτή και θνήσκουσα ταυτόχρονα με τον θάνατο του ανθρώπου, της αρνήθηκε κάθε άυλης-πνευματικής και αθάνατης μορφής. Αν όμως δεχόταν την άυλη-πνευματική θεϊκή υπόσταση, γιατί αδυνατούσε να δεχτεί το ίδιο και για την ψυχή; Εύλογο ερώτημα που χρήζει απάντησης. Ο στόχος βέβαια του φιλοσόφου ήταν να απαλλάξει τον άνθρωπο από τον φόβο του θεού και του θανάτου. Ο θάνατος ήταν αυταπόδεικτος, ο θεός όμως όχι. Ανεξάρτητα πάντως από την προσωπική άποψη που είχε όσον αφορά την ύπαρξη ή μη των θεών, αυτοί (οι θεοί) θεωρούνταν δεδομένα υπαρκτοί από την συντριπτική μάζα των ανθρώπων που έπρεπε να διαπαιδαγωγήσει. Συνεπώς είτε έπρεπε να διδάξει την ανυπαρξία τους σε αντίθεση με ότι πιστευόταν από τους πολλούς και άρα εξαλείφονταν και ο φόβος απ’ αυτούς αυτόματα, είτε να τους δεχτεί όπως έκανε, αλλά παγερά αδιάφορους και επιδεικτικά αμέτοχους σε όλα τα ανθρώπινα δρώμενα και άρα πάλι ο φόβος δεν δικαιολογούνταν. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύχθηκε ο κίνδυνος της σύγκρουσης με την κρατούσα άποψη και συγχρόνως δεν αναλώθηκε στο να πείσει για την ανυπαρξία των θεών. Η εν συνεχεία παντελής απουσία των θεών από το κοσμοσυμπαντικό γίγνεσθαι και από την φιλοσοφία του αποδεικνύει ότι τους δέχθηκε συγκαταβατικά ώστε να αποσπάσει την πρώτη
αποδοχή των συνομιλητών του και σίγουρα χρησιμοθηρικά. Με άλλα λόγια έπρεπε να μιλήσει στους απλούς ανθρώπους με το δικό τους απλό λεξιλόγιο. Αυτό έκανε και η διορατικότητά του αυτή τελικά τον καταξίωσε πανηγυρικά, χωρίς ωστόσο να τον κατατάξει στους ιδεαλιστές φιλοσόφους. Άφησε όμως σε εμάς το δίλλημα του ένθεου ή άθεου.

Σας θυμίζω την ομολογία ενός επιφανούς επιστήμονα «είμαι ένας βαθιά θρησκευόμενος άπιστος. Δεν πιστεύω σε κανέναν προσωπικό θεό. Η ιδέα αυτή μου είναι ξένη και μου φαίνεται αφελής. Το θρησκευτικό μου συναίσθημα είναι ο απεριόριστος θαυμασμός μου για τη δομή της Φύσης του κόσμου όπως μας την αποκαλύπτει η επιστήμη και δεν έχει αυτό καμία σχέση με τον μυστικισμό». Ποιος διαφωνεί ότι αυτό δεν θα μπορούσε να αποτελεί μία προσφώνηση του Επίκουρου; Κι όμως είναι ένας άλλος αθεϊστής, ο Einstein.

Ο Επίκουρος θα ήταν ένθεος μόνο αν δούμε την ελληνική θρησκεία σαν την ευλάβεια του φρόνιμου ανθρώπου στο ρυθμό και στους νόμους της φύσης. Αν πάλι θεό εννοήσουμε μια απρόσωπη δυναμική κοσμοσυμπαντική έννοια είτε ξεχωριστή είτε ταυτόσημη με το υλικό Σύμπαν σαν ενέργεια ή εντελέχεια που αποσκοπεί στην ευρυθμία του σύμπαντος κόσμου και την ισορροπία της γενεσιουργού Φύσης με τους νόμους που την διέπουν, χωρίς καμία μυστικιστική ιδιότητα στην έννοια θεός, αυτή είναι η υλιστική θεώρηση, τουτέστιν υλισμός και αθεϊσμός. Και εδώ κατατάσσω τον φιλόσοφο.

Σας μεταφέρω ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Γάλλου καθηγητή της ελληνικής φιλοσοφίας Πωλ Νιζάν (1905-23 Μάί'ου 1940 μάχη Δουκέρκης) «ΟΙ ΥΛΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ». Λέει λοιπόν ο Νιζάν :

Το μεγαλείο του Επίκουρου έγκειται στο ότι δεν προτείνει όπως αργότερα ο χριστιανισμός μία σωτηρία φυγής προς τον ουρανό, αλλά μία επίγεια προσπάθεια. Δεν υπόσχεται ουράνιο ή μεταθανάτιο πλούτο. Η σωτηρία δεν βρίσκεται στον ουρανό. Εισηγείται μια υλιστική φιλοσοφία.

Η Επικούρεια θεολογία, που απέκλεισε κάθε θεία πρόνοια, κάθε θεία διακυβέρνηση του κόσμου, μοιάζει με την αποχή του σοφού. Έθεσε συνάμα τα θεμέλια του υλισμού. Εφεύρε ένα σύμπαν χωρίς πνευματικές δυνάμεις, χωρίς υπερφυσικούς νόμους, δίχως ουράνια δικαιοσύνη.

Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς έλεγε : «Εάν ο Απόστολος Παύλος χτύπησε τους φιλοσόφους, είχε υπόψη του μονάχα τους επικούρειους».

Στην επιστολή του Επίκουρου προς Μενοικέα: Ασεβής δεν είναι εκείνος που δεν παραδέχεται τους θεούς των πολλών, παρά εκείνος που προσκολλά στους θεούς τις δοξασίες των πολλών. Όσα νομίζουν οι πολλοί για τους θεούς δεν είναι γνήσιες έννοιες αλλά πλανημένες υποθέσεις.

 Ο Πωλ Νιζάν σημειώνει : Μονάχα η “ πρόληψη” είναι το στοιχείο της αληθινής γνώσης διότι γεννιέται από την επαναλαμβανόμενη συρροή αισθημάτων. Η Επικούρεια θεωρία για τη γνώση, ξέχωρα από το διανοητικό είδωλο, υποχρεώνει τον Επίκουρο όπως και τον Λουκρήτιο, 

να παρακάμψουν το είδωλο των θεών και να κατασταλάξουν στην αντικειμενική τους ύπαρξη.
Αλλά η αντίληψη αυτή είναι πρακτικά ταυτόσημη με την αθεΐα εφόσον καταργεί την προσευχή και την λατρεία.

Πωλ Νιζάν ( Οι Υλιστές της Αρχαιότητας- Δημόκριτος, Επίκουρος, Λουκρήτιος).

Ηλίας Καρτσίνης
Μαιευτήρας-Γυναικολόγος



 

Κυκεώνας του Ολύμπου

Κυκεώνας του Ολύμπου Οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν περισσότερη αξία στην δημόσια ζωή και λιγότερο στην ιδιωτική. Για τον λόγο αυτό ανέπτυξαν μ...