ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

 


Eνα απόσπασμα από την ιστοσελίδα του Στ. Γ. Φραγκόπουλου  Εκπαιδευτικού.

ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

Από τα χριστιανικά κείμενα των πρώτων αιώνων προκύπτει ανάγλυφα η αντιπαλότητα των ηγετών της χριστιανικής Εκκλησίας έναντι του ελληνικού πολιτισμού και των έργων του, παρά την προβαλλόμενη σήμερα δήθεν σύζευξη ελληνισμού και χριστιανισμού που θρυλείται ότι κατέληξε στον «ελληνοχριστιανικό πολιτισμό» - ένα ιδεολόγημα που συνοδεύει το σύγχρονο ελληνικό κράτος και αξιοποιήθηκε κυρίως από τα δικτατορικά καθεστώτα. Αυτή η αντιπαλότητα δεν ήταν απλώς μία θεμιτή άμιλλα, ένας ανταγωνισμός ιδεών και προτάσεων, αλλά μία σαφής εχθρότητα και πρόθεση συκοφάντησης. 

Ανεξάρτητα από αυτή τη συγκρουσιακή τοποθέτηση, εκείνη την εποχή μεθοδευόταν ταυτόχρονα η συστηματική αντιγραφή και ενσωμάτωση στα χριστιανικά κείμενα απόψεων και συλλογισμών Ελλήνων (Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης) αλλά και Ρωμαίων (Κικέρων, Σενέκας) φιλοσόφων, αλλά και η παραποίηση ιδεών και φιλοσοφικών προτάσεων. Ο K.Deschner παραθέτει στο βιβλίο του «Kriminalgeschichte des Christentums»  πλαστογραφημένες «επιστολές», δήθεν μεταξύ του Σενέκα και του Παύλου, τις οποίες είχαν επινοήσει διάφοροι «εκκλησιαστικοί πατέρες» και από τις οποίες συμπεραίνεται η σύγκλιση της ελληνορωμαϊκής φιλοσοφίας με τις (μέχρι τότε ακόμα αδιαμόρφωτες) χριστιανικές απόψεις. Αυτή η υποκλοπή αλλοτρίων ιδεών δεν ήταν, φυσικά, τότε γνωστή, αλλά από τη μέση βυζαντινή εποχή και μέχρι σήμερα προβάλλεται ακριβώς το αρχικά αποσιωπούμενο και αξιοποιείται για τη στήριξη του ιδεολογήματος περί ενότητας και συνέχισης του ελληνικού πολιτισμού δια του χριστιανισμού.

Η χριστιανική πλευρά διατυπώνει ως αντίλογο την άποψη ότι, πρώτον, οι χριστιανοί εκδικούνταν με τις βιαιοπραγίες τους τις αιματηρές διώξεις που είχαν υποστεί για πολλές δεκαετίες και, δεύτερον, όπου στα χριστιανικά κείμενα αναφέρονται καταγγελίες, ύβρεις και αναθεματισμοί κατά των Ελλήνων, δεν νοούνται οι εκπρόσωποι του ελληνικού πνεύματος και οι Έλληνες ή έστω οι ελληνόφωνοι πολίτες, αλλά γενικώς οι «ειδωλολάτρες». 

Στο πρώτο σημείο δεν είναι δύσκολο να απαντηθεί, αφενός ότι, ένα πιθανόν δικαιολογημένο συναίσθημα πικρίας, το οποίο μετετράπη σε εκδικητικότητα στο αριθμητικά έτσι κι αλλιώς ακόμα περιορισμένο πλήθος των οπαδών, δεν θα έπρεπε να βρίσκει συνέχεια στα λόγια και τα έργα των κορυφαίων εκπροσώπων της «θρησκείας της αγάπης». Αφετέρου είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, οι όποιες διώξεις και σφαγές κατά των χριστιανών δεν διοργανώνονταν από τους Έλληνες φιλοσόφους ή οποιουσδήποτε Έλληνες διανοούμενους, αλλά από τη ρωμαϊκή διοίκηση και το μισθοφορικό αυτοκρατορικό στρατό. Οι Ρωμαίοι στρατηγοί με αυτήν ακριβώς τη διοίκηση και τον ίδιο μισθοφορικό στρατό υιοθέτησαν αργότερα και επέβαλαν το χριστιανισμό ως μοναδική και αποκλειστική θρησκεία και επιδόθηκαν, μαζί με τους εκπροσώπους του εκκλησιαστικού μηχανισμού, στην κατασυκοφάντηση του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού και την καταστροφή μεγάλου μέρους των μέχρι σήμερα θαυμαζόμενων, κάθε είδους και μορφής, έργων του!

Όσον αφορά δε το δεύτερο σημείο του αντιλόγου, ότι δηλαδή με τον όρο «ελληνικός» χαρακτηριζόταν ο «ειδωλολάτρης», ό,τι κι αν σήμαινε τότε και μπορεί να σημαίνει σήμερα ουσιαστικά αυτή η λέξη, τα κείμενα που ακολουθούν φαίνεται να μαρτυρούν κάτι διαφορετικό:

Ο επίσκοπος Ρώμης, πάπας Γελάσιος (Gelasius) που έζησε κατά τον 5ο αιώνα (πέθανε το 496) απηύθυνε επιστολές στον αυτοκράτορα και στη διοίκηση του ρωμαϊκού κράτους, στις οποίες καταφέρεται κατά των, όπως γράφει σε πάμπολλα σημεία, «σχισματικών Ελλήνων». (E. Caspar, Geschichte des Papstums II, 1930 και W. Ullmann: Gelasius I, 1981) Αφορμή για τη συγγραφή αυτών των επιστολών ήταν αντιδικίες για κάποια δογματικά ζητήματα πίστης.  ο σημερινός αναγνώστης διαβλέπει, βέβαια, συγκρούσεις για επιρροή και εξουσία μεταξύ των επισκόπων Ρώμης, Κων/πολης και Αλεξάνδρειας, πράγμα που δεν ενδιαφέρει όμως εδώ άμεσα. Προφανώς, οι αναγνώστες εκείνης της εποχής των επιστολών του Γελάσιου, στο παλάτι, στο στρατό, στην εκκλησία και στη διοίκηση, δεν καταλαβαίνουν ότι ο επίσκοπος Ρώμης κατακεραυνώνει και χλευάζει τους «ειδωλολάτρες», όταν διαβάζουν ότι οι «σχισματικοί Έλληνες δεν θα βρουν συγχώρεση ούτε μετά θάνατον ... » αλλά, ακριβώς αυτό που καταλαβαίνει καθένας και σήμερα: εννοεί τις ηγετικές ομάδες της ανατολικής εκκλησίας. «Έλληνες» ήταν λοιπόν τον 5ο αιώνα οι Ελληνίζοντες!

Στον Ακάθιστο Ύμνο, έργο άγνωστου μελωδού του 6ου αιώνα προς τιμή της μητέρας του Ιησού, αναφέρεται σε κάποιους στίχους (γράμμα Ρ):

Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα,
Χαίρε, τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα,
Χαίρε, ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί,
Χαίρε, ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί,
Χαίρε, των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα ... »

Κάποιος που γνωρίζει επαρκώς την ελληνική γλώσσα αντιλαμβάνεται ότι, ακόμα κι αν ως τεχνολόγοι, δεινοί συζητητές και μύθων ποιητές δεν «περιγράφονται» οι Έλληνες επιστήμονες, φιλόσοφοι και ιστορικοί, με τους όρους Αθηναίοι και φιλόσοφοι εννοούνται αποκλειστικά οι δάσκαλοι του ελληνικού πολιτισμού που είχαν την έδρα τους στην Αθήνα και όχι αφηρημένα κάποιοι ειδωλολάτρες.

-Ο κορυφαίος χριστιανός υμνογράφος Ρωμανός ο Μελωδός περιλαμβάνει στον «Ύμνον εις Πεντηκοστήν» τους εξής στίχους (Maas Paul - Trypanis C.: A.Sancti Romani Melodi cantica - Cantica genuina, Oxford University Press, 1963):

Τί φυσώσιν και βαμβεύουσιν οι Έλληνες; 
Τί φαντάζονται προς 'Αρατον τον τρισκατάρατον; 
Τί πλανώνται προς Πλάτωνα; 
Τί Δημοσθένη στέργουσι τον ασθενή; 
Τί μη νοούσι Όμηρο όνειρον αργόν; 
Τί Πυθαγόραν θρυλούσιν τον δικαίως φιμωθέντα»

Βέβαια, ο συγκεκριμένος Ρωμανός ήταν εκχριστιανισμένος Ιουδαίος εκ Συρίας και προφανώς είχε μόνο σχέση σπουδών με τον ελληνικό πολιτισμό. Τα κείμενά του γίνονταν όμως αποδεκτά από την Εκκλησία και έτσι διασώθηκαν μέχρι σήμερα.

-Στον αποστολικό κανόνα διαβαζουμε: Απέφευγε όλα τα βιβλία τω εθνικών. Τι χρειάζεσαι τις ξένες συγγραφές, που οδηγούν μακριά από την πίστη; Τι βρίσκεις να λείπει από το θείο νόμο που το ζητάς στους εθνικούς μύθους... Γι' αυτό απέφευγε κάθε εθνικό και διαβολικό βιβλίο" (Cyril Mango, Βυζάντιο)

Είναι πολύ δύσκολο λοιπόν να γενικευτεί η αντίληψη ότι η έννοια Έλλην και ελληνικός ταυτιζόταν τότε άκριτα με τις έννοιες ειδωλολάτρης και ειδωλολατρικός! Πολύ εγγύτερα βρίσκεται το συμπέρασμα ότι, στόχος των καταγγελιών και συκοφαντιών ήταν οι Ελληνίζοντες της ύστερης Αρχαιότητας. Πέρα απ' αυτό, αν οι χριστιανοί διανοούμενοι των πρώτων αιώνων εκτιμούσαν πράγματι τα έργα του ελληνικού πολιτισμού, τον οποίον υποτίθεται ότι καλλιέργησαν στη συνέχεια, όπως ισχυρίζονται σήμερα οι εκπρόσωποι της Εκκλησίας, θα έπρεπε εκείνοι οι πρωτοπόροι να έχουν διαφυλάξει αυτές τις έννοιες από τον κίνδυνο κατάχρησής τους με στόχο την εξύβριση επιφανών ανθρώπων και έργων!

Παραθέτουμε στα επόμενα μερικά ακόμα αποσπάσματα από χριστιανικά κείμενα που καταφέρονται κατά των Ελλήνων και του ελληνικού πολιτισμού και διατυπώνουμε πιθανές ερμηνείες γι' αυτές τις εκδηλώσεις εχθρότητας!

-Αθανάσιος ο Μέγας, (αποκαλούμενος homunculus δλδ. ανθρωπάκι, μάλλον Αιθίοπας εκ καταγωγής): «Δεν είχε αποκαλυφθεί η μωρία της ελληνικής φιλοσοφίας, παρά μόνο όταν η αληθινή σοφία του θεού φανέρωσε τον εαυτό της στη Γη» (Περί ενανθρωπίσεως, 46.17-19).

-Ιωάννης Χρυσόστομος, (εκ Δαμασκού Συρίας, αμφιλεγόμενης καταγωγής):

«Εάν δε κοιτάξεις στα ενδότερα των Ελλήνων θα δεις τέφρα και σκόνη και τίποτε υγιές, αλλά σαν τάφος ανοιγμένος είναι ο λάρυγγας αυτών, γεμάτος ακαθαρσίες και ιχώρ (έμπυο) και τα δόγματά τους γεμάτα σκουλήκια. Εμείς δε δεν παραιτούμαστε της κατ' αυτών μάχης» (Εις τον 'Αγιον Ιωάννην τον Απόστολον και Ευαγγελιστήν, 59, 370, 7-11). 

«Όσο πιο βάρβαρο ένα έθνος φαίνεται και της ελληνικής απέχει παιδείας, τόσο λαμπρότερα φαίνονται τα ημέτερα... Ούτος ο (πιστός) βάρβαρος, την οικουμένη ολάκερη κατέλαβε ... και ενώ πάντα τα των Ελλήνων σβήνουν και αφανίζονται, τούτου (του πιστού βάρβαρου) καθ' έκαστη λαμπρότερα γίνονται». (Εις Ιωάννην 59.31.33). 

«Κανείς δεν πρέπει στα παιδιά του, των (Ελλήνων) προγόνων να καλεί τα ονόματα, του πατέρα, της μητέρας, του παππού και του προπάππου, αλλά αυτά των δικαίων (της Παλαιάς Διαθήκης)». (Περί Κενοδοξίας και πώς δει τους Γονείς Ανατρέφειν τα Τέκνα (690) 641.65). 

-Βασίλειος ο Μέγας, (Καππαδόκης εκ καταγωγής):

«Είναι εχθροί οι Έλληνες, διότι διασκεδάζουν καταβροχθίζoντας με ορθάνοιχτο στόμα τον Ισραήλ. Στόμα δε λέγει εδώ ο προφήτης (βλ. Ησαΐας Θ΄11) την σοφιστική του λόγου δύναμη η οποία τα πάντα χρησιμοποίησε για να παραπλανήσει τους εν απλότητι πιστευσάντων». (Εις Προφήτην Ησαϊαν 9.230.8)

«Μη δειλιάζετε από των ελληνικών πιθανολογημάτων... τα οποία είναι σκέτα ξύλα, μάλλον δε δάδες που απώλεσαν και του δαυλού την ζωντάνια και του ξύλου την ισχύ, μη έχοντας δε ούτε και του πυρός την φωτεινότητα, αλλά σαν δάδες καπνίζουσες καταμελανώνουν και σπιλώνουν όσους τα πιάνουν και φέρνουν δάκρυα στα μάτια όσων τα πλησιάζουν. Έτσι και (των Ελλήνων) η ψευδώνυμος γνώση σε όσους την χρησιμοποιούν» (Εις Προφήτην Ησαΐαν Προοίμιον 7.196.3). 

-Ευσέβιος Καισαρείας της Παλαιστίνης, (Παλαιστίνιος εκ καταγωγής): « ... Τον φτωχό και πένητα λαό σήκωσες από τα καθόλου ζηλευτά πράγματα και από την ατιμία των παθών και από την κοπριά των ελληνικών βδελυγμάτων και κάθισες αυτόν με τους άρχοντες του Ισραήλ, τον όντως αληθινό λαό του Θεού» (Εκκλησιαστική Ιστορία, 23, 1352, 34-38

Τίτλοι κεφαλαίων: 

Πράξη σωφροσύνης είναι η εγκατάλειψη της ελληνικής πλάνης. 

Εγκαταλείψτε όσα οι Έλληνες φυσικοί φιλόσοφοι περί αρχών εισηγήθηκαν. 

Περί των αρχαιότερων Εβραίων και γιατί τας γραφάς αυτών, από των ελληνικών λόγων προτιμήσαμε. 

Γιατί μετά από λογική κρίση και σώφρονα λογισμό την ιστορία των Εβραίων παραδεχθήκαμε. (Ευσέβιος «Κλείς Πατρολογίας»). 

-Τατιανός, μέγας απολογητής, (Tatianus, Αραμαίος εκ Μεσοποταμίας): «Οι Έλληνες ούτε είχαν ούτε δημιούργησαν τίποτα δικό τους, αλλά όλα τα παρέλαβαν από τους βαρβάρους, μόνο και μόνο για να προξενήσουν κακό» (Προς Έλληνας

-Γρηγόριος εκ Ναζιανζού της Καππαδοκίας, (αποκαλούμενος Θεολόγος, πιθανόν ελληνικής καταγωγής) προς τον αδελφό του Καισάριο: «... ελληνίζεις επικίνδυνα!»

-Ιωάννης Δαμασκηνός,  Γι'αυτό, μακράν η πολύσχημος γεωμετρία ,μακράν η κενέμφατος άλγεβρα, μακράν κάθε ανθρώπινη επιστήμη και μάθησις, Εις τα εξ αποκαλείψεως δεν χρειάζεται απόδειξης αλλα πίστης (Χριστιανική απολογητική σελ 103-104)

  Αυτά αποτελούν δε μόνο μικρό τμήμα των ανθελληνικών αποσπασμάτων.  ανάλογα εδάφια από μελέτες και λόγους υπάρχουν πολλές εκατοντάδες στα πατερικά και, γενικότερα, στα εκκλησιαστικά κείμενα των Εφραίμ του Σύρου, Αναστάσιου του Σιναΐτη, Ιωάννη Δαμασκηνού, Κύριλλου Ιεροσολύμων κ.ά. Οι θεωρητικοί του χριστιανισμού, κυρίως οι Σύριοι και οι Αφρικανοί, αλλά λιγότερο οι Αλεξανδρινοί του 3ου αιώνα, καθυβρίζουν με κάθε διαθέσιμο τρόπο τις μεγάλες προσωπικότητες της ελληνικής και ρωμαϊκής φιλοσοφίας. Όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι ήταν καταρχήν «τυφλοί που διδάσκουν κωφούς», ο Πλάτων είχε αντιγράψει τις ιδέες του Μωϋσή, ο στωικός Ζήνων ήταν φαιδρός και προπαγανδιστής του κανιβαλισμού (!), ο Ηράκλειτος αυτοδίδακτος (άρα άνευ αξίας!) και αλαζών, ο Αριστοτέλης δε χαμερπής, αυλοκόλακας κ.ά. Ιδιαίτερα οι συκοφαντίες και ύβρεις του Ιωάννη Χρυσοστόμου κατά των Ελλήνων και του ελληνικού πολιτισμού, γεμίζουν εύκολα ένα ολόκληρο βιβλίο !

Επιχειρώντας μία ερμηνεία γι' αυτόν τον απίστευτο καταιγισμό ύβρεων και ψευδολογιών κατά του ελληνικού πολιτισμού και των εκπροσώπων του, σημειώνουμε καταρχήν ότι, οι περισσότεροι από τους προαναφερόμενους και άλλους επιφανείς πατέρες και απολογητές του χριστιανισμού, δεν ήταν Έλληνες και, σχεδόν όλοι, είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει σε εξωελληνικό περιβάλλον. Προέρχονταν ουσιαστικά από τους ανατολικούς λαούς της Μικράς Ασίας, της Συρίας, της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου και, το σημαντικότερο, ήταν τέκνα του ανατολικού μεταφυσικού μυστικισμού. Προφανώς είχαν γνωρίσει τον ελληνικό ορθολογικό ανθρωποκεντρισμό, όπως και ο Ρωμανός, ως ξένη ιδεολογία και τον είχαν σπουδάσει στις σχολές της εποχής, στις οποίες διδάσκονταν ο Όμηρος και οι Αθηναίοι φιλόσοφοι. Ενδιαφέρον είναι βέβαια να εκτιμηθεί, ποιοι λόγοι μπορεί να τους οδήγησαν σ' αυτή την τοποθέτηση.

Δεν θα ήταν άτοπο να υποθέσουμε ότι, η εχθρική στάση αυτών των πατέρων του χριστιανισμού απέναντι στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, δεν είχε αποκλειστικά θρησκευτικά αίτια και δεν ήταν ανεξάρτητη από πολιτικά κινήματα της εποχής και επιδιώξεις διαφόρων κοινωνικών και εθνικών ομάδων. Οι Ελληνίζοντες είχαν κατά τη μέση και ύστερη Αρχαιότητα σαφή πολιτισμική υπεροχή και η ευχέρειά τους για παρεμβάσεις και επιρροή στα κέντρα εξουσίας, στο παλάτι και στο στρατό, όπου παίρνονταν οι ουσιαστικές αποφάσεις, ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερες από αυτές άλλων εθνικών και κοινωνικών ομάδων, ανερχόμενων και/ή μονίμως παραμελημένων. Αυτές οι παρεμβάσεις των Ελληνιζόντων, συγκλητικών και ανεξάρτητων διανοουμένων, είχαν δε απώτερο σταθερό στόχο την αποδυνάμωση της απόλυτης αυτοκρατορικής ισχύος και την προώθηση κάποιων, προφανώς ασαφών, μοντέλων συμμετοχής, σε ανάμνηση της λειτουργίας των ελληνικών πόλεων. 

Για να μην επεκταθούμε δε σε γενικότερα πολιτικά και κοινωνικά θέματα της εποχής, ας αρκεστούμε εδώ στο παράδειγμα του συστηματικού διωγμού της κοσμικής, της ονομαζόμενης από τους χριστιανούς «θύραθεν παιδείας» και στο κλείσιμο της «ειδωλολατρικής» Πλατωνικής Ακαδημίας της Αθήνας από τον Ιουστινιανό το έτος 529. Αυτές οι ενέργειες δεν είχαν αποκλειστικά θρησκευτικό κίνητρο, έστω κι αν έτσι φαίνεται εκ πρώτης όψεως, αλλά πολιτικό: την αποθάρρυνση και υποβάθμιση μέσω της παιδείας των Ελληνιζόντων που απέβλεπαν στην αποδυνάμωση της απόλυτης αυτοκρατορικής ισχύος, η οποία εύρισκε στήριγμα στο χριστιανικό θεοκεντρικό οικοδόμημα. Απ' την άλλη πλευρά, το ιδεολογικό υπόστρωμα του χριστιανισμού ευνοούσε τον αυτοκρατορικό θεσμό και την απολυταρχία του, αφού αποτελούσε «ελέω θεού βασιλεία», ήταν δηλαδή προδιαγεγραμμένη και ευλογημένη από τον ίδιο το θεό! Ο Παλαιστίνιος Ευσέβιος Καισαρείας, διαπρεπής αυτοκρατορικός αυλοκόλακας, είχε καταγράψει απολογούμενος ήδη από τον 4ο αιώνα στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του ότι, «οι εθνικοί υποχώρησαν, όχι από τις διώξεις και τις καταστροφές των χριστιανών, αλλά γιατί είχαν πολυθεΐα και πολυαρχία. Ένας μόνον Θεός πρέπει να υπάρχει στους ουρανούς και, κατ' επέκτασιν, μοναρχία στην κοινωνία των ανθρώπων» ...

Σήμερα, είναι εύκολο να εκτιμήσουμε, κρίνοντας αναδρομικά, ότι οι λαοί γύρω από τον ελληνόφωνο χώρο της Αρχαιότητας χειραγωγούνταν πολιτισμικά και για πολλούς αιώνες από τους ελληνικούς πληθυσμούς. Αργότερα επεβλήθησαν σ' αυτούς τους λαούς βιαίως οι αντιλήψεις και πρακτικές των Ελλήνων, αρχικά στη μακεδονική και αργότερα στη ρωμαϊκή εκδοχή τους, με τις διαστρεβλώσεις και τους εκφυλισμούς που είχαν εντωμεταξύ υποστεί αυτές οι αντιλήψεις και πρακτικές. Η επιβαρημένη συλλογική ιστορική μνήμη αξιοποιήθηκε από τους διανοούμενους αυτών των λαών κατά των Ελληνιζόντων και των έργων του ελληνικού πολιτισμού, όταν στα χρόνια της ύστερης Αρχαιότητας δόθηκε η πολιτική ευκαιρία με την εμπέδωση της απολυταρχικής «ελέω θεού» εξουσίας. Ως όχημα για την εθνική και προσωπική ανέλιξη των αντιπάλων του Ελληνισμού αξιοποιήθηκε δε μια επίσης ξενόφερτη ιδεολογία, η νέα θρησκεία από την Ιουδαία. Αυτή η, από τη μονοθεϊστική φύση της, ολοκληρωτική ιδεολογία, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της ρωμαϊκής εξουσίας για διατήρηση της συνοχής του κράτους και μακροημέρευση του εκάστοτε αυτοκράτορα στην κορυφή του, οδήγησε σε αγαστή συνεργασία κράτους και εκκλησίας, τη λεγόμενη «συναλληλία». 

Η προτεραιότητα του εθνικού και κοινωνικού στόχου έναντι του θρησκευτικού επιβεβαιώνεται και από τη συμπεριφορά των διανοουμένων χριστιανών στην περιφέρεια της αυτοκρατορίας (Λιβύη, Αίγυπτος, Παλαιστίνη, Συρία, Ανατολία κ.ά.), οι οποίοι έβλεπαν ότι το νέο σχήμα λειτουργίας του κράτους, με ενωτική ιδεολογία το χριστιανισμό, άφηνε τους λαούς τους εκτός επιρροής στην κεντρική εξουσία. Δεν είναι τυχαίο ότι σ' αυτές ακριβώς τις χώρες διαδίδονταν εύκολα οι «αιρέσεις» με συνήθως ασήμαντες διαφοροποιήσεις από τα κεντρικά θρησκευτικά δόγματα. Γνωστικισμός, μοντανισμός, μανιχαϊσμός, απολλιναρισμός, αρειανισμός, μονο- ή μιοφυσιτισμός, νεστοριανισμός, δονατισμός κ.ά. ήταν δοξασίες και αιρέσεις που δημιουργήθηκαν και/ή εξαπλώθηκαν στη Συρία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, την Ανατολία, την Περσία κ.α. Αποτέλεσμα αυτών των διαφοροποιήσεων και, ουσιαστικά, αποσχιστικών κινημάτων, ήταν να υφίστανται αυτοί οι λαοί, αρχικά την «πνευματική» εχθρότητα της Ρώμης και της Κωνσταντινούπολης, στη συνέχεια δε τη στρατιωτική καταπίεση, διώξεις και σφαγές.

Έτσι, όταν εξασθένησε η επιρροή της κεντρικής εξουσίας στις περιοχές τους και ήρθε στο προσκήνιο ο Μωαμεθανισμός, προσχώρησαν οι λαοί της τότε βυζαντινής περιφέρειας με ευκολία στη νέα θρησκεία η οποία, αφενός δεν απείχε πολύ από τη χριστιανική και αφετέρου ήταν προσαρμοσμένη πολύ καλύτερα στις συνθήκες ζωής και ανάγκες αυτών των πληθυσμών. Μια νέα θρησκεία αποτέλεσε λοιπόν και σ' αυή την περίπτωση όχημα για τη μετάβαση στην καινούργια εποχή με μεγαλύτερη δυνατότητα επιρροής των παραμελημένων εθνικών και κοινωνικών ομάδων της αυτοκρατορίας (K. Deschner: «Kriminalgeschichte des Christentums»).

Ανάλογα είναι και τα φαινόμενα κατά την εύκολη εξάπλωση των Τούρκων στη Μικρά Ασία. Τα οικονομικά και κοινωνικά κίνητρα και το αίσθημα της παραμέλησης από το κέντρο αποφάσεων ωθούσαν τους ανθρώπους στις υπότουρκες περιοχές σε μαζικές προσχωρήσεις στη θρησκεία της νέας εξουσίας, δεδομένου ότι οι προσήλυτοι απαλλάσσονταν από τον κεφαλικό φόρο (τζίζιε) που πλήρωναν οι «άπιστοι» και είχαν ελαφρότερο αγροτικό φόρο. Άλλοι λόγοι ήταν η ευκολία με την οποία αποκτούσαν διοικητικές θέσεις και αγροτικές εκτάσεις (Σπύρου Βρυώνη: «Η παρακμή του μεσαιωνικού Ελληνισμού στη Μικρά Ασία ...»).

Ενδιαφέρον είναι δε ότι, σ' αυτές τις δύσκολες περιστάσεις υποχώρησης επικαλούνταν οι χριστιανοί στην επιχειρηματολογία τους, αμυνόμενοι έναντι της ισλαμικής προπαγάνδας, τους αρχαίους φιλοσόφους. Σε δημόσιες αντιδικίες που διοργανώνονταν μεταξύ χριστιανών και μωαμεθανών ιερωμένων για να διερευνηθεί ποια ήταν η «αληθινή θρησκεία», οι χριστιανοί προέβαλαν το επιχείρημα ότι «το Κοράνι αποκλίνει από την ουσία του νόμου του θεού και από τα διδάγματα των φιλοσόφων περί αρετής... » Μέσα στην απελπισία της κατάρρευσης, πάλι οι Έλληνες και Ρωμαίοι φιλόσοφοι επιστρατεύονται (νεότεροι, π.χ. Ψελλός, Ιταλός, δεν αφέθηκαν να δημιουργήσουν ορόσημα στον προβληματισμό περί αρετής), τους οποίους αρχαίους φιλοσόφους όμως η Εκκλησία, στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες εξύβριζε και μέχρι των ημερών μας αποκαλεί (Ακάθιστος Ύμνος) «ασόφους» ...

Στην ύστερη Αρχαιότητα υπάρχουν βέβαια και μερικοί επιφανείς χριστιανοί των πρώτων αιώνων, πιθανόν ελληνικής καταγωγής, που διέθεταν κατά κανόνα αξιόλογη παιδεία και συμμετείχαν επίσης στο χορό της συκοφάντησης του Ελληνισμού. Αυτοί οι «πατέρες» συμβάλλουν επίσης με αυθαίρετους ισχυρισμούς στην προσπάθεια μηδενισμού του Ελληνισμού. Π. χ. ο Κλήμης Αλεξανδρείας (Clemens Titus Flavius), μάλλον Αθηναίος εκ γενετής, ισχυρίζεται στην αλλαγή από το 2ο στον 3ο μ.Χ. αιώνα ότι οι Έλληνες έχουν αντιγράψει τα πάντα από ανατολικούς σοφούς, «Έλληνες κλέπται πάσης γραφής!» (Στρωματείς 1,5), την ίδια στιγμή καπηλεύεται όμως ο ίδιος, συστηματικά αλλά ανομολόγητα, ιδέες της ελληνικής φιλοσοφίας και τις ενσωματώνει στο κήρυγμα και στα γραπτά του. Στην κατεδάφιση του ελληνικού πνεύματος συμμετέχουν λοιπόν και ελληνίζοντες «εκκλησιαστικοί πατέρες», όχι σπάνια με μεγαλύτερο πάθος από τους υπόλοιπους, μάλλον για να αποφύγουν το χαρακτηρισμό του επαμφοτερίζοντος.

Κι επειδή δυσκολεύονται πάρα πολύ όλοι αυτοί να αποκρύψουν την προέλευση των κεντρικών ιδεών στα γραπτά τους ή να εξαφανίσουν από τις συζητήσεις και το πνεύμα της εποχής τις ελληνικές επιρροές, εφευρίσκουν το ιδεολόγημα της «προτύπωσης»: ισχυρίζονται δηλαδή ότι η ελληνική φιλοσοφία έχει ενταχθεί από τη «θεία πρόνοια» στην προετοιμασία για υποδοχή του χριστιανισμού! Ο Ωριγένης, επιφανής «εκκλησιαστικός πατέρας» του 3ου αιώνα με ελληνική καταγωγή, καταλήγει στο «Κατά Κέλσου» σύγγραμμά του: «... φιλαληθώς περί τινων μαρτυρούμεν Ελλήνων φιλοσόφων, ότι επέγνωσαν τον θεόν, επεί ο θεός αυτοίς εφανέρωσεν...» Αυτό το επιχείρημα αντιστράφηκε όμως σύντομα εναντίον των χριστιανών, όταν η νεότερη μωαμεθανική θρησκεία επικαλέσθηκε επίσης την προτύπωση για να εξηγήσει διάφορα σημεία «αντιγραφής» της από τον ιουδαϊσμό, το χριστιανισμό και κάποιες τοπικές θρησκείες της Αραβίας!

Άλλη μια όμοια αντιστροφή επιχειρημάτων και μεθοδεύσεων προέκυψε στο θέμα της οικειοποίησης και χρήσης λατρευτικών χώρων. Περί το έτος 600 έλεγε ο επίσκοπος Ρώμης Γρηγόριος Α', ο Μέγας και άγιος της ορθόδοξης Εκκλησίας: «Πρέπει να προσέξουμε πρώτα από όλα να μην εξοργίσουμε τους ειδωλολάτρες και να μην καταστρέφουμε τους ναούς τους. Πρέπει να καταστρέφουμε μόνο τα είδωλα και έπειτα να ραντίζουμε το μέρος με αγιασμό και να τοποθετούμε μέσα του άγια λείψανα. Αν οι ναοί αυτοί είναι καλοκτισμένοι, μάς συμφέρει να τους μετατρέπουμε απλώς από χώρο λατρείας των δαιμόνων σε χώρο λατρείας του αληθινού Θεού». Περίπου 1000 χρόνια αργότερα γράφει ο Οθωμανός ιστορικός Σαν αλ-Ντιν σε μια περιγραφή της κατάκτησης της Κων/πολης που συνέταξε κατά το 16ο αιώνα: «...Οι (χριστιανικοί) ναοί της Πόλης καθαρίστηκαν από τα ποταπά είδωλα και τι βρώμικες ειδωλολατρικές ακαθαρσίες, σβήστηκαν οι εικόνες τους και στήθηκαν μωαμεθανικοί βωμοί και άμβωνες ... οι ναοί των απίστων μετατράπηκαν σε τζαμιά των πιστών και οι ακτίνες του φωτός του Ισλάμ έδιωξαν τις στρατιές του σκότους, όπου μέχρι τότε ζούσαν οι αισχροί άπιστοι ...» (P. Sherrad: Constantinople, Iconography of a Sacred City, Λονδίνο 1965.) Τα ίδια που είχαν μεθοδεύσει οι χριστιανοί εναντίον των εθνικών, επαναλαμβάνονταν από τον 11ο αιώνα και μετά στη Μικρά Ασία και από το 15ο αιώνα και στα Βαλκάνια, σε βάρος τους εκ μέρους των μωαμεθανών ...

Όταν εμπεδώθηκε στους χριστιανούς η αντίληψη για την «ασημαντότητα» του ελληνικού πολιτισμού και την «ανωτερότητα» της ιουδαϊκής κοσμοαντίληψης, ελάττωσαν οι νεότεροι εκκλησιαστικοί ηγέτες τις επιθέσεις κατά του Ελληνισμού και αφοσιώθηκαν στον αγώνα αμοιβαίας εξοντώσεως, αλλά και κατά των «αιρετικών» και κατά των Εβραίων. Στο σταδιακά συρρικνούμενο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας που είχε επικρατήσει εντωμεταξύ απόλυτα η πολιτισμικά ισχυρή και συγκροτημένη ελληνική γλώσσα και καλλιεργείτο από τους διανοουμένους το ελληνικό πνεύμα, επανερχόταν βέβαια κάθε τόσο το ερώτημα, πώς και πόσο μπορεί να σταθεί μια, και για εκείνη την εποχή, οπισθοδρομική κοσμοαντίληψη από της Ιουδαία, μπροστά στα έργα και τα διδάγματα του ελληνικού πολιτισμού; Ο εκκλησιαστικός μηχανισμός επενέβαινε τότε δυναμικά, σε στενή συνεργασία με το κράτος, κατά των Ελληνιζόντων ώστε να αποτρέπει «παρεκτροπές», οι οποίες θα έθεταν σε κίνδυνο όλο το σύστημα εξουσίας. Ακόμα και επιφανείς ιερωμένοι που διέπρεψαν στην πάροδο των αιώνων ως Ελληνιστές, δηλαδή μελετητές της ελληνικής φιλοσοφίας και γραμματείας (Μιχαήλ-Κων/νος Ψελλός, Ιωάννης Ιταλός, Γεώργιος Γεμιστός-Πλήθων κ.ά.), αναγκάζονταν, άλλοτε για λόγους πολιτικής ορθότητας και άλλοτε φοβούμενοι διώξεις, να αποσιωπούν ή να συγκαλύπτουν τις μελέτες τους, επειδή σ' αυτές «υποτάσσουν την πίστην στη φιλοσοφία

Ειδικότερα το 1082 καταδικάστηκε ο «ύπατος των φιλοσόφων» Ιωάννης Ιταλός με έντεκα αναθέματα σε υποχρεωτικό μοναστικό εγκλεισμό. Το σκεπτικό του πατριάρχη Ευστράτιου Γαρίδα που ανακοίνωσε εν συνόδω την ποινή, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο Ιταλός διέδιδε «... μακάβριες διδασκαλίες των Ελλήνων (Πλάτωνα και Νεοπλατωνικών) σε σχέση με την ψυχή, τη μετεμψύχωση, το σώμα, με το οποίο θα αναστηθούν οι άνθρωποι κατά τη δεύτερη παρουσία, τήν άρνηση του εκκλησιαστικού δόγματος ότι το σύμπαν δημιουργήθηκε εκ του μηδενός ...» (Bautz Lexikon)

Στα χρόνια της έσχατης βυζαντινής παρακμής, όταν για μερικές δεκαετίες οι Οθωμανοί αποσπούσαν σχεδόν ανενόχλητοι εδάφη από την αυτοκρατορία, όσοι από τους διανοούμενος δεν είχαν διαφύγει στη Δύση, σκιαμαχούσαν στην Πόλη και σε άλλα κέντρα ως αριστοτελιστές ή πλατωνιστές και παράλληλα αντιδικούσαν υπέρ ή κατά της «ένωσης των εκκλησιών». Ο Γεώργιος Σχολάριος (ο μετέπειτα διορισθείς από τον σουλτάνο οικουμενικός πατριάρχης Γεννάδιος) προσπαθούσε την ίδια εποχή να συγκρατήσει τις εξελίξεις και έκαιγε δημόσια πλατωνικά και νεοπλατωνικά συγγράμματα, ενώ ταυτόχρονα έστελνε μηνύματα καταστολής προς κάθε κατεύθυνση. Σε επιστολές του στον κυβερνήτη της Πελοποννήσου έγραφε ο Σχολάριος: «... τους γουν δυσσεβείς και αλάστορας Ελληνιστάς και πυρί και σιδήρω και ύδατι και πάσι τρόποις εξαγάγετε τής παρούσης ζωής ... ράβδιζε, είργε, είτα γλώτταν αφαίρει, είτα χείρα απότεμνε καν και ούτω μένη κακός, θαλάττης πέμπε βυθώ.» («Παλαιολόγια - Πελοποννησιακά» από τον Σ. Λάμπρου)

Ο ίδιος υπότουρκος πατριάρχης Γεννάδιος, ο οποίος εισήλθε στο ιερατικό σώμα το 1450 και ήδη το 1453 διορίστηκε από το σουλτάνο οικουμενικός πατριάρχης, δήλωσε, όταν ρωτήθηκε αν είναι Έλλην, «... ει τις έροιτό μοι τις ειμί, αποκρινούμαι Χριστιανόν είναι» («... αν με ρωτήσει κάποιος τι είμαι, θα του απαντήσω Χριστιανός», (Ι. Κακριδής Οι Αρχαίοι Έλληνες στην Νεοελληνική Λαϊκή Παράδοση Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τράπεζας Αθήνα 1978.) Εκείνα τα χρόνια κάθε άλλο παρά κατακριτέο ήταν να δηλώνεις Έλληνας, όπως χαρακτηρίζει ο Νικόλαος Καβάσιλας (1322-1391) τους κατοίκους της Θεσσαλονίκης, όπως γράφει ο Κύπριος Αθανάσιος Λεπενδρηνός «περί πάντων των Ελλήνων των εν Κύπρω» και όπως πρωτοχρησιμοποιεί ο Δημήτριος Κυδώνης (γενν. 1398) τον όρο «Ελλάς» για το χαρακτηρισμό της βυζαντινής αυτοκρατορίας!

Η εξήγηση της συμπεριφοράς του Σχολάριου και άλλων ομοίων του που έζησαν αρκετούς αιώνες, έως και μια χιλιετία μετά τους προαναφερόμενους «πατέρες», είναι φυσικά διαφορετική από τις συμπεριφορές στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες. Καταρχήν, δηλώνει ο ίδιος ευθαρσώς ότι είναι χριστιανός και όχι Έλλην! Αυτή η «αυτοκτονική» τοποθέτησή του μπορεί να εξηγηθεί, τόσο με την πεισματική επιμονή των αντι-ενωτικών κύκλων του Βυζαντίου σε μια ξεπερασμένη και χαμένη από αιώνων υπόθεση, όσο και με την προοπτική ηγετικού ρόλου σε συνεργασία με τους «θεόσταλτους» και δήθεν βολικούς Οθωμανούς - αντίληψη που διαχεόταν στο λαό από τους τουρκόφιλους της βυζαντινής παρακμής και κατέληγε με την πάροδο του χρόνου στις αφελείς σκέψεις του Κοσμά Αιτωλού: «... έχει o Θεός τον Τούρκον ωσάν σκύλον να μας φυλάη.» Εκτιμούμε ότι για τον ρεαλιστή Σχολάριο ταιριάζει περισσότερο η δεύτερη ερμηνεία!

Οι διάδοχοι αυτών των εχθρών του Ελληνισμού διαβάζουν μέχρι σήμερα την «Κυριακή της Ορθοδοξίας» στους ναούς, μεταξύ άλλων και τα εξής:

1. Ετι τοις φρονούσι και λέγουσι, κτιστήν είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου Θεότητος ως κτιστήν εκ τούτου πάντως, και αυτήν την θείαν ουσίαν αναγκαζομένοις δοξάζειν κτιστή γαρ κατά τους Αγίους ενέργεια, κτιστήν δηλώσει και φύσιν. Άκτιστον δε, άκτιστον χαρακτηρίσει ουσίαν. Καντεύθεν ήδη κινδυνεύουσιν εις αθείαν παντελή περιπίπτειν, και την Ελληνικήν μυθολογίαν, και των κτισμάτων λατρείαν τη καθαρά και αμώμω των Χριστιανών Πίστει προστριβομένοις, μη ομολογούσι δε κατά τας Αγίων θεοπνεύστου θεολογίας και το της Εκκλησίας ευσεβές φρόνημα άκτιστον είναι πάσαν φυσικήν δύναμιν και ενέργειαν της τρισυποστάτου Θεότητος ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

2. Τοις μετά των άλλων μυθικών πλασμάτων, αφ' εαυτών και την καθ' ημάς κλίσιν μεταπλάττουσι, και τας Πλατωνικάς ιδέας ως αληθείς δεχομένοις, και αυθυπόστατον την ύλην παρά των ιδίων μορφούσθαι λέγουσι, και προφανώς διαβάλλουσι το αυτεξούσιον του Δημιουργού, του από του μη όντος ει το είναι παραγάγοντος τα πάντα, και ως Ποιητού πάσιν αρχήν και τέλος επιτιθέντος εξουσιαστικώς και δεσποτικώς ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

3. Τοις τα Ελληνικά διεξιούσι μαθήματα, και μη δια παίδευσιν μόνον ταύτα παιδευομένοις, αλλά και ταις δόξαις αυτών ταις ματαίας επομένοις, και ως αληθέσι πιστεύουσι, και ούτως αυταίς ως το βέβαιον εχούσας εγκειμένοις ώστε και ετέρους ποτε μεν λάθρα, ποτέ δε νοερώς ενάγειν αυταίς και διδάσκειν ανενδοιάστως ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

4. Τοις δεχομένοις, και παραδίδουσι τα μάταια και Ελληνικά ρήματα, ότι τε προϋπαρξις εστι των ψυχών και εκ του μη όντος τα πάντα εγένετο, και παρήχθησαν, ότι τέλος εστί της κολάσεως, ή αποκατάστασις αύθις της κτίσεως, και των ανθρωπίνων πραγμάτων, και δια των τοιούτων λόγων την Βασιλείαν Των Ουρανών λυομένην πάντως, και παράγουσαν εισάγουσιν, ήν αιωνίαν και ακατάλυτον αυτός τε ο Χριστός και Θεός ημών εδίδαξε, και παρέδοτο, και δια πάσης της παλαιάς και νέας Γραφής ημείς παρελάβομε, ότι και η Κόλασις ατελεύτητος και η Βασιλεία αίδιος, δια δε των τοιούτων λόγων εαυτούς τε απολλύασι, και ετέροις αιωνίας προξένοις γινομένοις ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

5. Τοις ευσεβείν μεν επαγγελομένοις, τα των Ελλήνων δε δυσσεβή δόγματα τη και Καθολική Εκκλησία περί τε ψυχών ανθρωπίνων, και ουρανού και γής, και των άλλων κτισμάτων αναιδώς, ή μάλλον ασεβώς επεισάγουσιν ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

6. Τοις την μωράν των έξωθεν (=Ελλήνων) φιλοσόφων λεγομένην σοφίαν προτιμώσι, και τοις καθηγηταίς αυτών επομένοις, και τας τε μετεμψυχώσεις των ανθρωπίνων ψυχών, ή και ομοίως τοις αλόγοις ζώοις ταύτας απόλλυσθαι, και εις το μηδέν χωρείν δεχομένοις και δια τούτο ανάστασιν και κρίσιν και την τελευταίαν των βεβιωμένων ανταπόδοσιν αθετούσιν ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

7. Τοις λέγουσιν, ότι οι των Ελλήνων σοφοί και πρώτοι των αιρεσιαρχών, οι παρά των επτά Αγίων και Καθολικών Συνόδων, και παρά πάντων των εν Ορθοδοξία λαμψάντων Πατέρων αναθέματι καθυποβλήθέντας, ως αλλότριοι της Καθολικής Εκκλησίας δια την εν λόγοις αυτών κίβδηλον και ρυπαράν περιουσίαν κρείττονες εισί κατά πολύ, και ενταύθα, και εν τη μελλούση κρίσει, και των ευσεβών μεν και ορθοδόξων ανδρών, άλλως δε κατά πάθος ανθρώπινον ή αγνόημα πλημμελησάντων ΑΝΑΘΕΜΑ ΤΡΙΣ.

Περίπου δώδεκα αιώνες μετά τους χλευασμούς κατά των Ελλήνων του Ρωμανού Μελωδού, τούς «αναθεματίζει» άλλος ένας ποιητής. Ο μεσαιωνικός επιδρομέας το διέπραξε με αλαζονεία, ο σύγχρονος διανοητής επανέρχεται με ταπεινότητα .
 

Καταραμένε Έλληνα!
Όπου να γυρίσω τη σκέψη μου,
όπου και να στρέψω τη ψυχή μου,
μπροστά μου σε βρίσκω.
Τέχνη λαχταρώ, ποίηση, θέατρο, αρχιτεκτονική,
εσύ μπροστά μου, πρώτος κι αξεπέραστος.
Επιστήμη αναζητώ, μαθηματικά, φιλοσοφία, ιατρική,
κορυφαίος και ανυπέρβλητος.
Για δημοκρατία διψώ, ισονομία και ισοπολιτεία,
εσύ μπροστά μου, ασυναγώνιστος κι ανεπισκίαστος.
Καταραμένε Έλληνα, καταραμένη γνώση. Γιατί να σ' αγγίξω;
Για να αισθανθώ πόσο μικρός είμαι, ασήμαντος, μηδαμινός;
Γιατί δεν μ' αφήνεις στη δυστυχία μου και στην ανεμελιά μου;

 

Πυθαγόρειο Ινστιτούτο Φιλοσοφικών Ερευνών για την Αθανασία του Ανθρώπου

 


 

Από:           "admin" <admin@gavdosinstitute.org>

Προς:        

Αποστολή: Πέμπτη, 10 Φεβρουάριου 2011 11:10 μμ

Θέμα:         Χαιρετισμός στο 1ο Πανελλήνιο Συμπόσιο Επικούρειας Φιλοσοφίας

Αγαπητοί Επικούρειοι,

Χαιρετίζουμε την συνάντησή σας.

Τρέφουμε μεγάλο σεβασμό στην φιλοσοφία, την εργασία και τον τρόπο ζωής σας.

Γνωρίζουμε ότι είστε οι καλύτεροι άνθρωποι στον Κόσμο.

Διασώσατε την ηθική της Αρχαίας Ελλάδας.

Σας αποδίδουμε φόρο τιμής.

Η Σχολή του Πυθαγόρα στη Γαύδο

 

 

Πυθαγόρειο Ινστιτούτο Φιλοσοφικών Ερευνών για την Αθανασία του Ανθρώπου

Pythagorean Institute of Philosophical

Studies on Human Immortality

 


Η ανάπτυξη του ανθρώπου βρίσκεται σε αντιπαράθεση με τα βασίλεια των ζώων, των φυτών και των ορυκτών, μιας και αυτός τους επιβάλλει να αναπτύσσονται με αφύσικο
τρόπο. Για παράδειγμα, σε πολλές περιπτώσεις, ο άνθρωπος αύξησε την γονιμότητα κάποιων φυτών και δημιούργησε ζώα που, από την οπτική γωνία της φύσης, μοιάζουν
αποκρουστικά. Η δυσανάλογη ανάπτυξη των περιβαλλόντων του ανθρώπου βασιλείων σταμάτησε την ανάπτυξη του ίδιου αυτού καθ’ αυτού. Σαν αποτέλεσμα, αυτός απέκτησε ανάλογα χαρακτηριστικά κι έγινε ο ίδιος ζώο, φυτό και ορυκτό. Έτσι τώρα, η συμπεριφορά του καθορίζεται από την ανάγκη του να υπηρετεί τα υπόλοιπα βασίλεια. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος πρέπει να μεγαλώνει καλά. Αυτό σημαίνει, ότι αυτό που είναι κανόνας για τα φυτά, τώρα έγινε ιδιότητα του ανθρώπου. Εισέβαλλε στην νοοτροπία του και εκφράζεται στον αγώνα του για πρόοδο, οικονομική μεγέθυνση, κ.ο.κ.

Όλα τα περιβάλλοντα βασίλεια θεωρούνται πόροι, οι οποίοι είναι εξ ορισμού πεπερασμένοι. Ενώ το όριο των πόρων δεν είχε ακόμα γίνει ορατό, η ανθρωπότητα αναπτυσσόταν εκτεταμένα. Σήμερα, η Γη είναι διαχειριζόμενη σαν ένα σύνολο και νιώθουμε ότι οι φυσικοί πόροι πλησιάζουν στην πλήρη εξάντληση τους, γεγονός που δεν αφήνει περιθώρια παρασιτικής ύπαρξης του ανθρώπου.

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν σχέσεις με τους θεούς- θνητοί και αθάνατοι συνυπήρχαν. Αυτές οι σχέσεις περιόριζαν την αλόγιστη κατανάλωση και απέτρεπαν την συγχώνευση των ανθρώπων στα υπόλοιπα βασίλεια. Την εποχή εκείνη, υπήρχαν ζωντανοί θεοί οι οποίοι όχι μόνο εμπλέκονταν με τους ανθρώπους, αλλά συντελούσαν επίσης και στη διατήρηση της ισορροπίας ανάμεσα σε όλα τα βασίλεια.

Οι θεοί προστάτευαν τα βασίλεια από την λεηλασία και, χωρίς την συγκατάθεσή τους, ήταν αδύνατο να εισέλθει κάποιος σε ένα δάσος και, παραδείγματος χάρη, να κόψει ένα δέντρο. Η ιστορία του Προμηθέα μας υπενθυμίζει ακριβώς αυτό.

Σταδιακά, οι θεοί εξωθήθηκαν ψηλά, και τελικά, αυτό οδήγησε στην αθεΐα. Απουσία τιμωρίας, ο άνθρωπος επιδόθηκε στην άνευ ορίων λεηλασία των πόρων. Αυτή καθαυτή η έννοια των πόρων σαν αντίληψη, ουσιαστικά σηματοδοτεί την ύπαρξη ενός άθεου βασιλείου.

Η ανακατασκευή των Ελλήνων θεών, έτσι ώστε να είναι σε ισορροπία με τον άνθρωπο, σημαίνει την εισαγωγή ύψιστης ηθικής και υπευθυνότητας για τη Γη σαν σύνολο, κι όχι μόνο για την ανθρωπότητα σαν σύνολο.

Σημαίνει την οριοθέτηση της συμπεριφοράς του ανθρώπου, έτσι ώστε να περιοριστεί η ασταμάτητη αναπαραγωγή και ο καταναλωτισμός του. Έτσι, δημιουργείται η δυνατότητα ενός νέου οικονομικού μοντέλου, το οποίο βασίζεται στην ορθή σχέση μεταξύ των βασιλείων και όπου, υπό εξέταση είναι οι τάσεις, αντί για τα υπάρχοντα όρια που τείνουν να ξεπεραστούν.

Οι αρχαίοι Ελληνικοί μύθοι μόνο μερικά αντικατοπτρίζουν τις αληθινές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και θεών. Αποτελούν περισσότερο μια ανάμνηση της καταστροφής της ισορροπίας ανάμεσα σε άνθρωπο και θεό. Είναι παραδείγματα αποτυχιών, διαστροφών, οι οποίες πιθανόν να ήταν υποχρεωτικές, ή αποτελούσαν αντίδραση σε συγκεκριμένα γεγονότα.

Είμαστε πεπεισμένοι ότι μια σύγχρονη κατάσταση ισορροπίας θνητών και αθανάτων είναι εφικτή και προϋποθέτει τη συνύπαρξη όλων των εμπλεκόμενων βασιλείων. Συνθήκες σταθερότητας μπορεί να επιτευχθούν με το συντονισμό των ρυθμών ανάπτυξης των μερών που απαρτίζουν το όλο. Είναι αναγκαίο να εξισωθούν οι ευκαιρίες για όλα τα βασίλεια, έτσι ώστε τα υποανάπτυκτα να αναπτυχθούν και τα υπερανεπτυγμένα να απλουστευθούν.

Σκοπός του Πυθαγόρειου Ινστιτούτο Φιλοσοφικών Ερευνών για την Αθανασία του Ανθρώπου είναι η σύσταση ενός συμβουλίου ανθρώπων και θεών, οι οποίοι από κοινού θα οργανώσουν τον τρόπο ζωής στη Γη. Είναι πιθανό, ότι μια τέτοια προσέγγιση σε αυτή την ένωση θα δημιουργήσει την ανάγκη για την αλλαγή του ανθρώπου, μέχρι του σημείου της επανοργάνωσης των σχέσεων μεταξύ των οργάνων του σε επίπεδο φυσιολογίας.

Είναι φανερό ότι ο θάνατος αποτελεί μία ρυθμιστική αρχή για την ανάπτυξη των ζώων. Παρόλα αυτά, ο σκοπός του ανθρώπου είναι να επινοήσει ένα τρόπο ζωής, που να επιτρέπει την ύπαρξη αλλαγών, χωρίς την ύπαρξη του θανάτου. Εν συντομία, ο μοναδικός και αποκλειστικός προορισμός και εσωτερική επιθυμία του ανθρώπου είναι η επίτευξη της αθανασίας.

Ο τρόπος να επιτευχθεί μια τέτοια κατάσταση είναι αμιγώς ανθρωπιστικός, και σε καμία περίπτωση, δια μέσου κοινωνικών και φυσικών επιστημών.

Επιπλέον, είναι απαραίτητο να επιτευχθεί πριν φτάσουμε το κρίσιμο σημείο εξάντλησης των πόρων της Γης.

Είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτό το επίπεδο ήθους και ηθικής στο οποίο οι αρχαίοι Έλληνες συνεισέφεραν, μπορεί να εφαρμοστεί πριν φτάσουμε σε αυτό το κρίσιμο σημείο. Υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η στιγμή πλησιάζει όλο και περισσότερο. Για παράδειγμα, παρουσιάστηκε η δυνατότητα μια μικρή ομάδα ειδικών να μπορεί να κατασκευάσει μια βόμβα που θα καταστρέφει ολόκληρο τον πλανήτη. Στις μέρες μας, ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τη Γη σαν ένα σύνολο και είναι ικανός να φανταστεί όλες τις συνιστώσες του σε ισορροπία.

Εμείς, όπως οι θεοί και οι άνθρωποι στην Αρχαία 'Ελλάδα, στοχεύουμε στη δημιουργία μιας σταθερής κατάστασης του κόσμου. Επιθυμούμε να διευκρινίσουμε τα πραγματικά εμπόδια και να αντιμετωπίσουμε τις διάφορες ενστάσεις απέναντι στο εγχείρημα, ειδικά εκείνες που είναι παράλογα έντονες και μεροληπτικές και οι οποίες αντιπροσωπεύουν τα εγωιστικά ενδιαφέροντα μερικών ομάδων. Όλες οι επιμέρους ενστάσεις έχουν την εξής ιδιαιτερότητα· είναι απαγορευμένο να συζητάμε ή να μιλάμε για αυτές. Για παράδειγμα, καταστάσεις όπως ανατομικές ιδιαιτερότητες, οικογενειακοί κώδικες μιας δεδομένης κουλτούρας, ή η συμπεριφορά προς τα παιδιά κ.τ.λ.π., αποτελούν ταμπού.

Είναι οργανωμένες έτσι, συμβολικά, ώστε να βασίζονται στο υποσυνείδητο και στο ανείπωτο.

Για το λόγο αυτό, δεν μπορούμε να συγκεντρώσουμε στο Ινστιτούτο πρεσβευτές όμοιων ομάδων ανθρώπων.

Συγκεντρώνουμε εκπροσώπους με διαφορετικές παρανοήσεις, προκειμένου να συζητήσουμε και να αποκαλύψουμε αυτές τις παρανοήσεις.

Η πιο δύσκολη κατάσταση προκύπτει, όταν, στη βάση του ανείπωτου, εμφανίζεται ένα μυστικό που, αυτό καθεαυτό, γίνεται το θεμέλιο για τη δημιουργία συγκεκριμένων ομοιοτήτων.

 

 

 

 

 

 

 


 

 


Επικούρειες επιδράσεις στο Διαφωτισμό

 


Επικούρειες επιδράσεις στο Διαφωτισμό

 

Καθώς η ανθρωπότητα χαμένη
Σ’ όλη τη γης κοίτωταν νικημένη
Εμπρός στα μάτια ολονών, απ’ τη Θρησκεία
Που την κεφαλή επρόβαλε μέσα απ’ τους ουρανούς
Σκιάζοντας με την όψης της, της φρίκης, τους θνητούς
Ένας Έλληνας ήταν αυτός που πρώτος τόλμησε ν’ αψηφήσει
Και σήκωσε μάτια θνητά τον τρόμο ν’ αντικρύσει
Αυτόν π’ ούτε η δόξα των Θεών, μήδε η βοή του κεραυνού,
Μήτε τ’ αστροπελέκι του ανταριασμένου ουρανού
Τον εταπείνωνε, μα τον τσινούσε με μήνιν πυρωμένη
Η ατρόμητη καρδιά του να είναι η πρώτη που οργισμένη
Τις πύλες που είχαν μανταλώσει αυτοί, της Φύσης της αρχαίας, να
τσακίσει.

Ο Διαφωτισμός αποτελεί σημαντικό πνευματικό κίνημα που τοποθετείται στα μέσα του 18 αιώνα, τον οποίο οι ίδιοι οι Γάλλοι Διαφωτιστές απεκάλεσαν «Siecle des lumieres», θεωρώντας εαυτούς ως φωτοδότες.

Αυτή η ιδεολογική, πνευματική και πολιτιστική κίνηση, που εκδηλώθηκε στη Δυτική Ευρώπη τον 18ο αιώνα, με κέντρα ακτινοβολίας και εκπροσώπους αρχικά στην Αγγλία και αργότερα στη Γαλλία, αλλά με μεγάλη απήχηση σ΄ όλο τον πνευματικό κόσμο της Ευρώπης.

Σκοπός του διαφωτιστικού κινήματος ήταν η απελευθέρωση του νου από τη νηπιακή εξάρτησή του, η απαλλαγή από τη θρησκευτική πρόληψη, τη μισαλλοδοξία των Εκκλησιών, την εξουσία των μοναρχιών, το σκοταδισμό.

Με το τέλος του ελληνορωμαϊκού κόσμου και την απαρχή του Μεσαίωνα, τα περισσότερα επικούρεια έργα αφανίστηκαν λόγω του περιεχομένου τους.

Το 1414 ο Πόντζιο Μπρατζιολίνι ανακάλυψε σ’ ένα γερμανικό μοναστήρι το ποίημα De Rerum Natura (Για την Φύση των Πραγμάτων) του επικούρειου Ρωμαίου Λουκρήτιου (94-55 π.χ.χ.). Το ποίημα αναπτύσσεται σε έξι βιβλία και εμπεριέχει την επικούρεια θεώρηση περί Φύσεως.

Ο Πιέρ Γκασεντί στα μέσα του 17ου αιώνα εμπνεύσθηκε , μια νέο- επικούρεια ατομική θεωρία, προκειμένου ν’ αντιπαρατεθεί στο φιλοσοφικό σύστημα του Ρενέ Ντεκάρτ.

To 1884 ανακαλύφθηκε από δύο Γάλλους αρχαιολόγους στην Ιωνία, η μεγάλη επιγραφή του επικούρειου Διογένη Οινοανδέα, το μεγαλειώδες φιλοσοφικό μνημείο της ανθρωπότητας.

Το 1888 βρέθηκε στο Βατικανό μια συλλογή με επικούρειες "δόξες" που ονομάστηκε Επίκουρου Προσφώνησης.

Από το έργο του Επίκουρου σήμερα σώζονται μέσω του βιογράφου Διογένη του Λαέρτιου (3ος αιώνας μετά καινούργια χρονολόγηση.), τρεις επιστολές και Οι Κύριες Δόξες, τα οποία αποτελούν την επιτομή του φιλοσοφικού του συστήματος, καθώς και η διαθήκη του.

Απόψεις της επικούρειας φιλοσοφίας εντοπίζονται στα έργα άλλων συγγραφέων, όπως ο Αθήναιος, ο Κικέρων, ο Σέξτος Εμπειρικός κ.α.

Επίσης έχουμε και νέα κείμενα, του Φιλόδημου, που έρχονται στο φως ακόμη και σήμερα, από τους απανθρακωμένους πάπυρους, που βρέθηκαν στην έπαυλη του Πείσωνα το 1752, στην Ηράκλεια (Ερκουλάνεουμ) πόλη της Ιταλίας που είχε καταστραφεί από την ηφαιστειακή έκρηξη του Βεζούβιου.

Στο πρόσφατο παρελθόν, τα επικούρεια έργα που έχουν σωθεί, εκδόθηκαν και στα νέα ελληνικά.

Είναι ελάχιστες οι αποδείξεις για το εάν ο διαφωτισμός εμπνεύσθηκε ή επηρεάστηκε από της Επικούρειες απόψεις. Ασφαλώς η ιστορία δεν γνωρίζει παρθενογενέσεις.

Ανάμεσα στο νέο και στο παλιό υπάρχει πάντα αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε σχέση συνέχειας και ασυνέχειας.

Η ταυτότητα όμως και η ταύτιση μ’ αυτές, του Επίκουρου τις δοξασίες, των βασικών ιδεολογικών θέσεων τον διαφωτισμού δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι μέσα από την προφορικέ ίσως μεταφορά των αξιών του Επίκουρου και την μελέτη των ελάχιστων σωσμένων κειμένων, ο διαφωτισμός είναι η πρώτη μετά από 14 αιώνες, εφαρμογή των φιλοσοφικών απόψεων του Επίκουρου.

Η κίνηση του διαφωτισμού τοποθετείται στο πλαίσιο της Αγγλικές επανάστασης του 1688 και της γαλλικές του 1789 και οδήγησε στην άρνηση κάθε έρευνας και ανάλυσης που είναι πέρα από τα όρια της εμπειρίας, που αποκτιέται μόνο με τις φυσικές αισθήσεις και το πείραμα.

Ότι βρίσκεται έξω από την εμπειρία παύει να υπάρχει ως πρόβλημα. Σύμφωνα με το διαφωτιστικό κίνημα, η γνώση δεν ταυτίζεται πια με τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα που κυριαρχούσαν το 17ο αιώνα. (Καρτέσιος, Σπινόζα, Λάιμπνιτς), αλλά με την επιστήμη.

Η μηχανική κυριαρχεί στον πνευματικό ορίζοντα της εποχής.

Η δογματική έκθεση της φιλοσοφικές έρευνας απορρίπτεται και τη θέση της παίρνει η σαφής έκθεση, με σκοπό να γίνει κατανοητή από τον άνθρωπο.

Πέρα όμως από το καθαρά φιλοσοφικό μέρος του διαφωτισμού, που στηρίζεται στη λογική και στη θεωρία της γνώσης, υπάρχει και η εφαρμογή της φιλοσοφίας του διαφωτισμού στον ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό τομέα.

Η ουσία των γεγονότων είναι αυτό που ενδιαφέρει πια, όχι οι λεπτομέρειες.

Η γνώση της Ιστορίας γίνεται με άλλη βάση, με άλλα, πιο βαθιά, κριτήρια. Μεγάλη προσπάθεια γίνεται για την απελευθέρωση του λογικού από τις προλήψεις, για να αναλάβει έπειτα να οδηγήσει την κοινωνική ζωή του ανθρώπου για την χαρά της ζωής.

Οι κυριότερες θεωρίες του διαφωτισμού πάνω στη γνωσιολογία είναι:

 1) ο ορθολογισμός, με εκπροσώπους τους Ντεκάρτ, Σπινόζα, Λάιμπνιτς, Βολφ,

2)     η εμπειριοκρατία, με τους Τζών Λοκ. Χιουμ,

3)     η φυσιοκρατία, με εκπρόσωπο το Ζ. Ζ. Ρουσσό,

4)     ο θετικισμός, με τον Ντζ Αλαμπέρ,

5)     ο υλισμός με τους Λαμετρί, και Χόλμπαχ,

6)     η αισθησιοκρατία - ο σκεπτικισμός με τον Κοντιγιάκ.

Η φιλοσοφία του Επίκουρου αποτέλεσε τη βάση της ατομιστικής αντίληψης για το σύμπαν και της υλιστικής αντίληψης.

Κατά τον 19ο αιώνα, η φιλοσοφία του Επίκουρου εντυπωσίασε τον Κάρολο Μάρξ ο οποίος το 1841 έγραψε διατριβή υπό τον τίτλο: «Διαφορά μεταξύ, της φυσικής φιλοσοφίας του Δημοκρίτου και του Επικούρου», την οποία υπέβαλε στην Φιλοσοφική Σχολή τού Πανεπιστημίου της Ιέννας στη Γερμανία και με αυτήν έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα.

Αργότερα όμως, ο Μάρξ ασπάστηκε τις στωικές ιδέες του Χέγκελ για το "Πνεύμα της (προδιαγεγραμμένης) Ιστορίας".

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι μαρξιστικές κοινωνίες να έχουν ως στόχο την εκπαίδευση των ανθρώπων να κάνουν το καθήκον τους στο πλαίσιο του πεπρωμένου τους, σύμφωνα με τη στωική φιλοσοφία.

Και βέβαια δεν είχαν στόχο την εκπαίδευση των ανθρώπων να είναι ευδαίμονες βιώνοντας τη φρόνηση, την αταραξία και τη φιλία σύμφωνα με την επικούρεια φιλοσοφία.

Πάντως, εκτός από τον Μαρξ και ο Λένιν ασπάσθηκε την περί ειδώλων γνωσιολογική αντίληψη του Επίκουρου.

Οι Σκανδιναβικές χώρες με τα σοσιαλδημοκρατικά συστήματα, που ενδιαφέρθηκαν για την ευδαιμονία των περισσοτέρων ανθρώπων, εφάρμοσαν σε μεγαλύτερο βαθμό τις αρχές του Επίκουρου.

Παράλληλα με το ευρωπαϊκό διαφωτιστικό κίνημα δημιουργήθηκε ένα αντίστοιχο κίνημα στο χώρο της Ελλάδας. Το κίνημα αυτό ήταν το σημαντικότερο πνευματικό κίνημα πριν από την Επανάσταση του 1821.

Η δράση του ελληνικού διαφωτισμού συμπίπτει χρονικά με το δεύτερο μισό του 18ου αι. μέχρι το 1821 και στη χρονική αυτή διάρκεια δόθηκε η ευκαιρία στον ελληνισμό να γνωρίσει ένα καινούριο πνευματικό κλίμα, που γρήγορα θα τον οδηγούσε σε καινούριες κοινωνικές μορφές.

Οι αρχές του 18ου αι. βρήκαν την αστική τάξη στην Ελλάδα να ανέρχεται και να αμφισβητεί το ρόλο των αρχόντων στην ηγεσία του Γένους.

Η ανάπτυξη αστικών εμπορικών κέντρων ήταν ραγδαία στα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου.

Αυτά τα κέντρα, καθώς και τα κέντρα του ελληνισμού στο εξωτερικό, όπως ήταν το Βουκουρέστι, η Τεργέστη, η Βουδαπέστη, η Βιέννη κ.ά., έγιναν σιγά - σιγά οι δέκτες του ρεύματος που κυριαρχούσε τότε στην Ευρώπη, του διαφωτισμού.

Έτσι η οικονομική και κοινωνική αυτή ανακατάταξη δημιούργησε το κατάλληλο κλίμα για να δράσει ο ελληνικός διαφωτισμός, οι σκοποί του οποίου ήταν ευθυγραμμισμένοι με αυτούς του ευρωπαϊκού, δηλαδή απαλλαγή από τις θρησκευτικές και κοινωνικές προκαταλήψεις, ανάπτυξη της διανοητικής ικανότητας του ανθρώπου και διάπλαση νέων ανθρώπων.

Οι επιδιώξεις του ελληνικού διαφωτισμού μπορούν να χωριστούν σε δύο τομείς:

Ο πρώτος έχει εκπαιδευτικό και γενικότερα πολιτιστικό χαρακτήρα, ενώ ο χαρακτήρας του δεύτερου είναι κοινωνικός και πολιτικός.

Στον τομέα της εκπαίδευσης το διαφωτιστικό κίνημα προσπάθησε να δημιουργήσει νέα σχολεία, νέες εκπαιδευτικές μεθόδους, να πλουτίσει τις γνώσεις των Ελλήνων με σύγχρονες επιστήμες, φυσική, μαθηματικά.

Γενικότερα ο πολιτιστικός χαρακτήρας του διαφωτισμού πέτυχε να δημιουργήσει πολλές βιβλιοθήκες με καινούριες εκδόσεις βιβλίων, κυρίως κλασικών έργων. Αλλά τους διανοούμενους της εποχής απασχόλησε και διέσπασε το γλωσσικό πρόβλημα.

Ειδικότερα δημιουργήθηκαν τρία ρεύματα:

Το πρώτο με υποστηρικτές τον Ευγένιο Βούλγαρη και το Νεόφυτο Δούκα ήταν υπέρ του εξαρχαϊσμού της γλώσσας.

Το δεύτερο ρεύμα υποστήριζε το δημοτικισμό και είχε για εκπρόσωπους τους λόγιους του Βουκουρεστίου.

Το τρίτο ρεύμα εκπροσωπούνταν από τον Κοραή, που υιοθετούσε μια "μέση λύση", δηλ. μια κοινή γλώσσα καθαρισμένη από "βαρβαρισμούς".

Στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα ακολουθήθηκε μια γραμμή εφαρμογής των αρχών της "πεφωτισμένης δεσποτείας" και αργότερα, μετά τη γαλλική επανάσταση, έγινε προσπάθεια αναγνώρισης των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και δημιουργίας κατάλληλου κλίματος για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.

Φορείς του ελληνικού διαφωτισμού υπήρξαν κυρίως: ο Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο Βικέντιος Δαμωδός, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Δημήτριος Κανταρτζής, ο Λάμπρος Φωτιάδης, ο Ρήγας Φεραίος, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Άνθιμος Γαζής, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Ιωάννης Βηλαράς κ.ά.

Οι διαφωτιστές πρέσβευαν τον ορθολογισμό και την πίστη στην πρόοδο, αξιώνοντας αλλαγές σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δράσης, στους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς, την οικονομία, την εκπαίδευση και τη θρησκεία. Τάχθηκαν υπέρ της ατομικής ελευθερίας και ενάντια στην τυραννική διακυβέρνηση και την καταπίεση που ασκούσε η Εκκλησία.

Βασικός φορέας των νέων ιδεών που έφερε ο Διαφωτισμός ήταν η ανερχόμενη αστική τάξη που μέχρι εκείνη την εποχή παρέμενε αποκλεισμένη από το σύστημα της απολυταρχίας.

Ανάμεσα στους σημαντικούς εκφραστές του Διαφωτισμού τοποθετούνται ο Βολτέρος και ο Μοντεσκιέ.

Οι Διαφωτιστές Ντενί Νιντερό και Ζαν Νταλεμπέρ συγκρότησαν το ιδεολογικό υπόβαθρο του Διαφωτισμού στην Εγκυκλοπαίδεια, Σε όλα τα έργα του ο Ντιντερό διέδιδε το πνεύμα του διαφωτισμού, άθεος και υλιστής ο ίδιος, ενάντια στη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία.. Παράλληλα ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ διατύπωνε τη θεωρία του Κοινωνικού Συμβολαίου, προτρέποντας σε μια Ευρώπη που θα υποστήριζε τα δικαιώματα του ανθρώπου.

Όσο αφορά τη θρησκεία ο Βολτέρος θεωρούσε ότι ο χριστιανισμός ήταν μια καλή πίστη για καμαριέρες και ράφτες, αλλά για την ανώτερη τάξη πρότεινε έναν απλό θεϊσμό.

Αντιτάχθηκε στον αθεϊσμό και τον υλισμό του Ελβέτιου και του Χόλμπαχ.

Είναι παροιμιώδης η θέση του ότι "εάν ο Θεός δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί", που περιέχεται σε ένα από τα ποιήματα του.

Τέλος η επιρροή του Βολτέρου στην εκλαΐκευση της επιστήμης και της φιλοσοφίας του καιρού του ήταν ιδιαίτερα σημαντική.

Υλιστές του 18 ου αιώνα όπως ο Ντήτριχ Χόλμπαχ (Dietriech von Holbach, 1723-89) και ο εγκυκλοπαιδιστής Ντενί Ντιντερό, χρησιμοποίησαν τη γεωμετρική αντίληψη του Θεού που αποσύρεται μετά τη δημιουργία.

Συνδυάζοντας την άποψή τους με τη μηχανιστική ερμηνεία του ζωικού βασιλείου, προώθησαν την υλιστική θεώρηση του κόσμου

Η αμοιβαιότητα (μουτουαλισμός) είναι μία οικονομική θεωρία η οποία πρωτοδιατυπώθηκε από τον Πιέρ - Ζοζέφ Προυντόν, τον αποκαλούμενο και «πατέρα της αναρχίας», η οποία αντιτίθεται στην εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο.

Οι υποστηρικτές του Προυντόν προσπάθησαν να εφαρμόσουν τη θεωρία του μουτουαλισμού στη πράξη και κατασκεύασαν τράπεζες, «Αμοιβαίες Πιστωτικές Τράπεζες», οι οποίες χρέωναν τους πελάτες με τόκους τόσο μικρούς, ίσα-ίσα για να καλύπτουν τα έξοδα της τράπεζας και όχι για να αποκομίσουν κάποιο κέρδος.

Μια μεγάλη μορφή της παγκόσμιας ιστορίας, ο Τόμας Τζέφερσον (αγγλ. Thomas Jefferson, 13 Απριλίου 1743 - 4 Ιουλίου 1826), ο τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α. (1801-1809) και κύριος συγγραφέας της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, είχε γράψει σε επιστολή προς το φίλο του, Γουίλιαμ Σορτ, (γραμμένη στο Μοντιτσέλο της Βιρτζίνια στις 19 Οκτωβρίου 1819), τα εξής:

"Όπως λες για τον εαυτό σου, έτσι κι εγώ είμαι Επικούρειος, θεωρώ ότι η αυθεντική (όχι η πλαστή) διδασκαλία του Επίκουρου περιέχει καθετί λογικό από την πρακτική φιλοσοφία που μας άφησαν η Ελλάδα και η Ρώμη στο χώρο της ηθικής φιλοσοφίας."

Η ιστορική περίοδος των δύο αιώνων που χωρίζουν τον Γκασεντί και τον Τζέφερσον ονομάσθηκε Διαφωτισμός.

Αναμφισβήτητα η περίοδος αυτή του Δεύτερου παγκόσμιου οικονομικού κραχ που διανύουμε θα έχει ως αποτέλεσμα, ώστε κάποιοι άνθρωποι να ανοίξουν τα μάτια τους και να έρθουν σε επαφή με την πραγματικότητα, για την χαρά της ζωής των ανθρώπων, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό όχι μόνο δεν θα χάσει την εμπιστοσύνη του προς τον καπιταλισμό, αλλά θα κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να διαφεντέψει το σύστημα αυτό.

Όπως άλλωστε παρατηρούμε, σχεδόν σε όλο τον Δυτικό κόσμο, ακραία συντηρητικά δεξιά κόμματα κάνουν τα πάντα με σκοπό να αναρριχηθούν στην εξουσία καθώς νέες και παλιές εκκλησίες και δόγματα φανατίζουν μάζες ανθρώπων και Έθνη.

Εμείς που μελετάμε τις διδασκαλίες του μεγάλου φιλόσοφου Επίκουρου καλούμαστε να εντρυφήσουμε στον επαναστατικό διαφωτισμό δίνοντας την λύση για την χαρά της ζωής στους συνανθρώπους μας.

Μάριος Πετρίδης



 


ΦΑΝΤΑΣΜΑΤΑ

  ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ ΛΙΝΚΟΛΝ Πολιτικός και 16ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ( Χότζενσβιλ, Κεντάκυ 1809, Ουάσινγκτον 1865). Προσέλ...