Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ



  Η ΟΔΥΣΣΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

 

Είπε ο πρόσφατα ένας τιμημένος με το Νόμπελ ποιητής:

 «Η ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει, να γνωρίζει, να μυείται σε αυτό που τον υπερβαίνει, είναι αθεράπευτη. Κατεχόμεθα όλοι από τη δίψα να γνωρίσουμε το θαύμα που γίνεται, αρκεί να είμαστε προετοιμασμένοι να το περιμένουμε.»

Κι ένας τυφλός ποιητής, στην εποχή που δεν υπήρχαν Νόμπελ, βλέποντας πιο καθαρά απ’ τους κοινούς ανθρώπους, μπόρεσε να παρακολουθήσει, να καταλάβει και να τραγουδήσει ένα θαύμα, να μυηθεί σ’ αυτό και να γίνει μυσταγωγός για όσους κλείνοντας τα μάτια του κορμιού στο φως του ήλιου και κρατώντας πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής, θα θελήσουν να προετοιμαστούν για να περιμένουν το θαύμα, το θαύμα που όλο γίνεται, όλο κι αρχίζει και δεν τελειώνει ποτέ, να προετοιμαστούν και να περιμένουν κρατώντας άσβεστη τη δίψα δίχως να τους καταλάβει η καυτή άμμος της ερήμου.

Το θαύμα αυτό είναι η Οδύσσεια του Ανθρώπου. Και το έπος που τραγουδά αυτό το θαύμα είναι ένα έπος συμβολικό, μυητικό και προφητικό. Συμβολικό, για πολλές αλήθειες βρίσκονται κάτω από τις πτυχές του παραμυθιού που ξεδιπλώνονται στους στίχους του. Μυητικό, γιατί η διαδοχή και η αλληλουχία των εννοιών των συμβόλων και των διδαγμάτων ξεκινά από τα πρώτα σκιρτήματα του Νου και της Ψυχής και φτάνει μπροστά στο κατώφλι των Θεών, στο απόλυτο Φως. Προφητικό, για τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα, μια και κάθε προσπάθεια ατομική ή  συλλογική υπάρχει ανάγλυφα μέσα στις ραψωδίες από τα πρώτα σπάργανα ως το σήμερα και από το τώρα μέχρι το αύριο. Αν μάλιστα δοκιμάσουμε να μεταθέσουμε χρονικά το κάθε σημείο εκκινήσεως στη στιγμή και την περίοδο που μας ενδιαφέρει, θα διαπιστώσουμε ότι οι προοπτικές και οι εξελίξεις του μύθου συμβαδίζουν και ταιριάζουν με τα πραγματικά γεγονότα, είτε αυτά είναι ιστορικά συμβάντα, είτε προοπτικές μελλοντικών εξελίξεων.

Το θέμα μας λοιπόν είναι η Οδύσσεια του Ανθρώπου. Του Ανθρώπου σαν Ατόμου,  και της Ανθρωπότητας σαν Συνόλου. Οι απόψεις που θα ακουστούν είναι ίσως προσωπικές, ίσως γνωστές ή ίσως και δανεικές - έτερος εξ ετέρου σοφός, λέει ο αρχαίος τραγικός. Δεν ζητώ από κανένα να τις παραδεχθεί. Περιμένω όμως από όλους να τις ακούσουν, να τις σκεφτούν και να τις κρίνουν.  

          Πριν να προχωρήσουμε σε αναλύσεις και συσχετισμούς, καλό είναι να θυμηθούμε με δυο λόγια τον πασίγνωστο άλλωστε μύθο του Οδυσσέα, όπως τον περιγράφει ο Όμηρος κι όπως τον συμπληρώνουν διάφορες άλλες παραδόσεις. Και σαν αφετηρία ας πάρουμε την Αυλίδα. Από το σημείο αυτό ξεκινά η μεγάλη περιπέτεια του Οδυσσέα. Πιστός εκβιαστικά θα μπορούσαμε να πούμε σε έναν του όρκο, ξεκινά για τον πόλεμο. Πατήρ πάντων πόλεμος.

Διαδοχικά τον βλέπουμε στην Τροία, στο Δούρειο Ίππο και την καταστροφή της, κι έπειτα αρχίζοντας τι ταξίδι της επιστροφής, τον βλέπουμε να συναντά τους Λωτοφάγους, τον Κύκλωπα, τον Αίολο, τους Λαιστρυγόνες, την Κίρκη και έπειτα να ταξιδεύει στον Άδη. Κατόπιν πάλι συναντά την Κίρκη, τις Σειρήνες, παρακάμπτει τις Συμπληγάδες Πέτρες και ξεφεύγοντας από τη Σκύλλα φτάνει στο νησί του Ήλιου. Στη συνέχεια χάνοντας τους συντρόφους του, γλιτώνει από την Χάρυβδη και φτάνει στο νησί της Καλυψώς, κι από εκεί παλεύοντας με τις θάλασσες και βοηθούμενος από το μαγνάδι της Νύμφης Λευκοθέας, φτάνει στο νησί των Φαιάκων και με τη βοήθεια τους τελικά στην Ιθάκη, όπου και αποβιβάζεται στο Σπήλαιο των Νυμφών. Μετά σκοτώνει τους μνηστήρες, προσφέρει τη θυσία εξιλεώσεως στον Ποσειδώνα και τελικά σκοτώνεται σε μάχη από τον γιο του (από την Κίρκη) Τηλεβόα για να επακολουθήσουν οι γάμοι του Τηλέμαχου και της Κίρκης και του Τηλεβόα και της Πηνελόπης και να τελειώσει έτσι ο μύθος του Οδυσσέα.

    Ας ξεκινήσουμε και εμείς λοιπόν μαζί με τον Οδυσσέα και ας τον ακολουθήσουμε στο ταξίδι του από σταθμό σε σταθμό, ψάχνοντας να βρούμε κάποια Ιθάκη.

Και ας κάνουμε αρχή από την Αυλίδα. Ο Οδυσσέας διακατέχεται από την φλόγα της κυριαρχίας σε αυτό που νομίζει ότι είναι το βασικό του πρόβλημα και ορμά να το καταλάβει. Ο Άνθρωπος ξεκινά την επίπονη προσπάθεια για να ξαναβρεί το χαμένο εαυτό του. Ο αμύητος ζητά την εισδοχή του στο Ναό. Η ανθρωπότητα, συγκεντρωμένη και συνενωμένη σε μια κοινή προσπάθεια, εξορμά για να ξαναβρεί την χαμένη ευτυχία της και να ξαναπάρει πίσω: την Ελένη. Όλη αυτή η φωτιά μας δίνει το στοιχείο του ΠΥΡΟΣ και όλη αυτή η τάση, η ορμητική προς τα εμπρός είναι χαρακτηριστικό του ΚΡΙΟΥ. Ταυτόχρονα ο ΚΡΙΟΣ , σαν αρχή του ζωδιακού κύκλου, είναι και η απαρχή κάθε προσπάθειας που οδηγεί προς την τελείωση μια και συμπίπτει με την εαρινή ισημερία και προηγείται 9 μήνες της γενέσεως του Φωτός και του μεγάλου Μύστου στον Αιγόκερο.

Το επόμενο βήμα είναι ο Δούρειος Ίππος. Ο αμύητος βρίσκεται μέσα στο σκοτεινό πρόναο. Η Ανθρώπινη Ψυχή, προκειμένου να αρχίσει πορεία προς την τελείωση, πρέπει να περάσει μέσα από την μήτρα και να ενσαρκωθεί. Η Ανθρωπότητα, αφού μάταια προσπάθησε να ξεπεράσει τα τείχη που την χωρίζουν από την Ελένη με την σοφία του Νέστορα και την δύναμη του Αχιλλέα, διαπιστώνοντας πως η ελεύθερη ανάπτυξη των δυνάμεων σε πολλές εκφραστικές μορφές δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα, μη έχοντας την υπομονή να περιμένει, σκοτίζει και κρύβει τις δυνατότητες της μέσα σε μια απατηλή φόρμα και σκοπεύει στην καταστροφή των εμποδίων και αντιθέσεων και όχι στην υπερπήδηση και καθυπόταξη τους. Έτσι επανέρχεται στην ύλη, την ΓΗ και χαρακτηρίζεται από το ζώδιο του ΤΑΥΡΟΥ. Και με την προσπάθεια αυτή η Τροία καταστρέφεται. Ο πορθητής Οδυσσέας, ο αμύητος στην πρώτη περιοδεία, μέσα στο θρίαμβο ακούει θορύβους, φωνές, αισθάνεται κραδασμούς και βλέπει σκοτάδι. Ο άνθρωπος όμως βλέπει την ερήμωση και ενδόμυχα, υποσυνείδητα, αντιδρά.

Η ανθρωπότητα αποκτά το είδωλο της Ελένης, καταρρίπτει τα τείχη, κάποιες προλήψεις καταπίπτουν και ο πρώτος καθαρμός συντελείται. Όμως μέσα στη λαίλαπα αυτή, κάποιος Αινείας μεταφέρει στους ώμους τον πατέρα του - την παράδοση, οδηγεί από το χέρι τον γιο του - την ελπίδα του μέλλοντος και σώζει τους Εφέσσιους θεούς διατηρώντας την παρακαταθήκη. Αυτός ο διχασμός, η υλική επιβολή και η πνευματική εγκαρτέρηση, η συνύπαρξη Θείου και ανθρωπίνου εκφράζεται με τους ΔΙΔΥΜΟΥΣ και το στοιχείο του ΑΕΡΑ σαν δείγμα αφύπνισης της ψυχής.

Το εμπόδιο της Τροίας δεν υπάρχει πια. Και ο Οδυσσέας εξορμά για την Ιθάκη του. Μέσα στις κλαγγές των όπλων της  περιοδείας ο Άνθρωπος φτάνει στη χώρα των Κινίνων. Και δοκιμάζει να επιβάλλει τις διαθέσεις του, με τη Δύναμη. Όμως, μετά από μερικές μικρές επιτυχίες, τα ελαττώματα του τον οδηγούν σε ήττα. Η τελείωση του είναι πλασματική. Όπως  ο μυθολογικός ΚΑΡΚΙΝΟΣ, έτσι κι εδώ κάποια κρυφή αδυναμία εμποδίζει το τελικό αποτέλεσμα που ξεκινά από την δημιουργική Δύναμη και διάθεση, δηλαδή που προέρχεται από το ΥΔΩΡ. Η αποτυχία κλονίζει τον Οδυσσέα και ζητά τώρα την λήθη. Παραμερίζει ο Άνθρωπος τα προβλήματα του, ξεχνά τους στόχους της η Ανθρωπότητα και ο αμύητος βρίσκει τους Λωτοφάγους, μια προσωρινή ευτυχία σε μια περιοδεία δίχως θορύβους και το πρώτο φως. Ο εγωισμός του ΛΕΟΝΤΟΣ ικανοποιείται προσωρινά, αλλά η ΦΩΤΙΑ της θείας πνοής πάντοτε κατακαίει τον Οδυσσέα. Έτσι μετά το πρώτο φως, τις ακίδες, ψάχνει να βρει και την πηγή. Και ξαναπαίρνει το δρόμο του, έστω και αν βιάζει τον εαυτό του σε αυτό.

Ξαναγεννιέται λοιπόν ο Άνθρωπος μέσα στην πορεία του. Από το Άντρο του Κύκλωπα, μέσα από την μήτρα της Ιστορίας, ανακαλύπτοντας τις αισθήσεις του και βασιζόμενος σε αυτές, ο Οδυσσέας. Εταίρος της πρώτης περιοδείας ΓΗΙΝΟ παιδί της ΠΑΡΘΕΝΟΥ, τυφλώνοντας όσο μπορεί τον εγωισμό του, ξεκινά για νέο ταξίδι. Όμως, ακόμα και τώρα η Ανθρωπότητα αρνείται τον εαυτό της, αρνείται το όνομα της και δεν αντιμετωπίζει πραγματικά τις αδυναμίες της. Το ρόλο του Δούρειου Ίππου αναλαμβάνει το κρασί, κάποιο μεθυστικό υποκατάστατο της πραγματικής Δύναμης και Σοφίας κι έτσι, όταν αντιμετωπίζει ο άνθρωπος απόμακρα το τέρμα της Ιθάκης, του λείπει ο ρυθμός και το μέτρο στη χρησιμοποίηση των δυνάμεων του. Ξέφρενοι αμολιούνται οι άνεμοι από τους ασκούς του Αιόλου και ο μαθητευόμενος μάγος Οδυσσέας δεν καταφέρνει να ισορροπήσει το ΖΥΓΟ. Τα αποτελέσματα για την Ανθρωπότητα από την άκαιρη αυτή προσπάθεια είναι καταστροφική. Όλες οι δημιουργικές δυνάμεις τον ξαναρίχνουν στις θάλασσες -το νερό - και γεύονται πια δηλητήριο που αμείλικτα τον ξαναχτυπά σαν ΣΚΟΡΠΙΟΣ, και οι Λαιστρυγόνες διαλύουν τα καράβια. Οι επιστήμες του ταξιδευτή δεν στάθηκαν ικανές να τον βοηθήσουν μόνες αυτές και ο χαμένος παράδεισος δεν ξαναβρέθηκε με μόνη την τεχνολογία.

Όμως σαν βέλη ΦΩΤΙΑΣ του ΤΟΞΟΤΗ, η διάνοια των μεγάλων πνευμάτων δείχνει στον Οδυσσέα για πρώτη φορά ξεκάθαρα την πραγματική όψη των συντρόφων του. Η Κίρκη τους μεταμορφώνει σε γουρούνια, ο άνθρωπος γνωρίζει τα φωτεινά πνεύματα και η Ανθρωπότητα γλιτώνει μόνο χάρις στο μαγικό βοτάνι του ψυχοπομπού Ερμή. Η θεία καταγωγή της ψυχής του Ανθρώπου αντιστέκεται στην καταστροφή που φέρνουν οι κακές δοξασίες, κι έτσι, μετά το ερωτικό σμίξιμο του Νου και της Ψυχής, θεωρώντας τον μικρόκοσμο και τον μακρόκοσμο στις δυο σφαίρες, την ύλη και το πνεύμα, ο Άνθρωπος, ΓΗΙΝΟΣ ακόμη, δέχεται, μέσα στο βαθύ σκοτάδι του Άδη, από το στόμα του μάντη Τειρεσία κάποιου Μεσσία που εμφανίζεται στον ΑΙΓΟΚΕΡΟ, τις προφητείες και τις συμβουλές για αναγέννηση και τελική δικαίωση. Γνωρίζει τότε πια τον εαυτό του, γεννιέται ξανά σαν πνεύμα φωτισμένο και ξαναγυρίζει στην Κίρκη. Δύναμη αποπνευματοποιημένος σαν ΥΔΡΟΧΟΟΣ.

Υπάρχει η προοδευτική και δημιουργική διάθεση, υπάρχει η τάση προς τα άνω, προς τον ουρανό και τον ΑΕΡΑ, και υπάρχει η διάθεση της εργασίας -της τελευταίας περιοδείας του μυούμενου ανθρώπου , υπάρχει η διάθεση της εργασίας προγραμματισμένης πια. Επανέρχεται ο Άνθρωπος - και η Ανθρωπότητα στην αξιοποίηση της Δύναμης της αφού έχει πια ατενίσει τον Φωτοβόλο Αστέρα και γνωρίζει τις δυνατότητες και αδυναμίες που έχει. Είναι πια ο τέλειος Μύστης. Όμως δεν φτάνει ακόμη στον προορισμό του ο Οδυσσέας - Άνθρωπος, ούτε η Ανθρωπότητα. Η γνώση των δυνατοτήτων και δυνάμεων είναι μια απαρχή. Χρειάζεται όμως από δω και προς η δημιουργία.

Και μια και η δημιουργική δύναμη βρίσκεται στο ύδωρ, μια και ο αστερισμός των Ιχθύων σημαδεύει το τέλος μιας περιόδου και την ανατολή μιας νέας, ακριβώς στον αστερισμό αυτό, στους ΙΧΘΥΣ, με στοιχείο το ΝΕΡΟ, στον αστερισμό αυτό υπάρχουν -στο σύμβολο του- αντίρροπες τάσεις, ο Οδυσσέας συναντά τις Σειρήνες, μισές άνθρωποι και μισές ψάρια, που όμως καταφέρνει με την προβλεπτικότητα του να ξεπεράσει, κλείνοντας τα αυτιά των αδυναμιών  συντρόφων του στο τραγούδι τους και δεσμεύοντας το υλικό σώμα στο πλοίο της ψυχής.

Και στο σημείο αυτό ο κύκλος κλείνει κι ένα μέρος του ταξιδιού έχει τελειώσει. Ο Οδυσσέας βρίσκεται και πάλι μπροστά στην ίδια πύλη του ΚΡΙΟΥ απ’ όπου ξεκίνησε. Όμως η πορεία δεν τελείωσε. Οι Σειρήνες δεν ήταν η Ιθάκη. Ο Ιστός της Πηνελόπης συνεχίζει να πλέκεται και σκέψεις αρχίζουν να βασανίζουν τον νέο μύστη. Βυθισμένος σε σκέψεις λοιπόν περιφέρεται έξω από το μέσο σώμα. Η πύλη του ΚΡΙΟΥ μπροστά του δεν είναι ακόμη ανοιχτή. Σαν τις Συμπληγάδες πέτρες οι παραστάτες της απαγορεύουν στον Άνθρωπο να περάσει, παρά την ΦΩΤΙΑ της ψυχής που καίει μέσα του για τελείωση. Μη έχοντας ακόμη η Ανθρωπότητα αποκτήσει τα φτερά του περιστεριού του Ιάσονα, παρακάμπτει τις Συμπληγάδες και προτιμά να κάμει το γύρο. Έτσι ο Οδυσσέας φτάνει σε ένα άλλο πέρασμα, όπου ο κίνδυνος υπάρχει μεν αλλά είναι διχασμένος. Αποφεύγοντας την Αθάνατη Χάρυβδη που αντιπροσωπεύει τους κινδύνους της ψυχής, προτιμά να αντιμετωπίσει τη θνητή Σκύλλα και τους κινδύνους του υλικού πεδίου. Κρούει λοιπόν ο Άνθρωπος την θύρα του μέσου Δώματος. Η Σκύλλα αντιπρόσωπος των κρατουσών προλήψεων, αρπάζει μερικά φωτισμένα πνεύματα και τα καταβροχθίζει και η Ανθρωπότητα ερωτάτε αν έχει τα χέρια καθαρά από το Φως του Ιεροφάντη. Χαρακτηριστικό στοιχείο του σημείου αυτού της περιοδείας είναι η ΥΛΗ, η ΓΗ και το ζώδιο ΤΑΥΡΟΣ.

Και διαβαίνοντας την παγίδα της Σκύλλας, με κάποιες απώλειες, η Ανθρωπότητα φτάνει στο νησί του Ήλιου. Εκεί ελεύθερες ζουν οι ιδέες, και υπάρχει ξανά ένα πρόβλημα επιλογής. Να αρκεστεί ο Άνθρωπος στα όσα του δόθηκαν από την Κίρκη, δύναμη, και να τραβήξει το δρόμο του περιμένοντας να του δοθούν περισσότερα όταν είναι καιρός ή να σφάξει τα βόδια. Ο μυημένος Οδυσσέας, συμβουλεύει το πρώτο. Οι σύντροφοι του όμως, κυριαρχούμενοι από την βιασύνη για άμεση απόλαυση των πνευματικών αξιών στο υλικό πεδίο επιλέγουν το δεύτερο. Και έτσι, ο κανόνας της υλικής ζωής πίπτει επί του ώμου της Περσεφόνης. Η πρόθεση πάντως είναι και πνευματική και χαρακτηρίζει μια ψυχική ανησυχία, που συμβολίζεται από τον ΑΕΡΑ. Και ο διχασμός των ιδεών και της προσωπικότητας μας δίδεται από τους ΔΙΔΥΜΟΥΣ.

Έτσι η Ανθρωπότητα για μια ακόμη φορά ανοίγει το κουτί της Πανδώρας. Αποκτά δώρα που δεν είναι έτοιμη να δεχθεί. Φυσικό επακόλουθο, η δίνη ης ύλης να ην συμπαρασύρει. Όταν λοιπόν δοκιμάζει να δημιουργήσει με βάση αυτά που άκαιρα απέκτησε, αντιμετωπίζει πια την αθάνατη Χάρυβδη. Και η ανεξέλεγκτη δημιουργός δύναμη του ΥΔΑΤΟΣ, εξαπλούμενη σαν άλλη ΚΑΡΚΙΝΟΣ, χτυπά και διαλύει το υλικό σώμα με τον ίδιο μοχλό που κρατά ο Άνθρωπος στα χέρια του. Από το χτύπημα αυτό μόνο η αθάνατη ψυχή του Οδυσσέα σώζεται και ιλιγγιώσα και κλονιζόμενη φτάνει στο νησί της Καλυψώς.

Εδώ πια την Ανθρωπότητα χτυπά η σφύρα του ΠΥΡΟΣ της ΓΝΩΣΗΣ, στη μέση του μετώπου. Ο πνευματικός ΛΕΩΝ, καταρρίπτει τις ΥΛΙΚΕΣ Διδασκαλίες και ο Άνθρωπος καταρρέει και παραμένει αιχμάλωτος της Ιδέας της Αθανασίας δίπλα στη Νύμφη, μη λησμονώντας όμως ποτέ την Ιθάκη του, αλλά και μη αποφασίζοντας να εκτεθεί στους κινδύνους του υλικού πεδίου για το τελευταίο άλμα του ταξιδιού του. Όμως, η στατική αυτή κατάσταση δεν μπορεί να διαρκέσει έπ’ άπειρον. Το ίδιο αυτό πυρ τον οδηγεί για μια ακόμη φορά στο δρόμο του. Χάρις στο μαγνάδι της νύμφης Λευκοθέας ο Οδυσσέας σώζεται από την τελευταία τρικυμία και η Αθάνατη ψυχή της Ανθρωπότητας επιβιώνει μέσα στον τάφο. Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΓΗ κρατά στα σπλάχνα της τον Νέο Άνθρωπο και οι αναζητούντες μύστες, οι αποπνευματοποιημένοι ΦΑΙΑΚΕΣ, ισορροπώντας τον ΖΥΓΟ της Δικαιοσύνης, διδάσκουν τον Οδυσσέα να εισέλθει στο Άντρο των Νυμφών από την θύρα του Βορρά (των θνητών), κι εκεί, δημιουργώντας πια σωστά στο υλικό πεδίο, να εγκαταλείψει τα ΥΔΑΤΑ, να αποφύγει τα κεντρίσματα του ΣΚΟΡΠΙΟΥ και να βγει από την θύρα των Αθανάτων.

Τα πύρινα μέλη του ΤΟΞΟΤΗ Οδυσσέα, αποσυνθέτουν τότε για λογαριασμό της Ανθρωπότητας όλες τις δοξασίες που εμφανίζονται σαν μνηστήρες της ψυχής της και υπόσχονται χωρίς να έχουν και τα προσόντα, να την οδηγήσουν στην ευτυχία. Και για μια ακόμη φορά, στο μαγικό ΑΙΓΟΚΕΡΟ, ο μύστης εγείρεται, η ΓΗ γεννά το τέκνο του Θεού και ο Άνθρωπος, φτάνοντας στις κορφές ενός ψηλού βουνού που η δύναμη της ύλης θυσιάζεται και η ΓΗ ενώνεται με τον Αιθέρα, βλέπει πια ολοκάθαρα το φως και ανέρχεται σαν νέος ιερέας στην Ανατολή, πνεύμα πια και όχι ύλη, ΑΕΡΑΣ και όχι ΓΗ, φέρων πια σαν ΥΔΡΟΧΟΟΣ τις προοδευτικές και δημιουργικές δυνατότητες και διαθέσεις και όχι κυριαρχούμενος από πάθη ανεξέλεγκτων δυνάμεων και τάσεων. Και αυτές οι δημιουργικές διαθέσεις και δυνατότητες σκοτώνουν τον παλαιό Οδυσσέα, που άλλωστε η αποστολή του έχει πια τελειώσει και τον διασπούν στα τέσσερα στοιχεία του.

Τον ΑΕΡΑ, που αντιπροσωπεύει το Τηλεβόας, γιος του από την Κίρκη, (και ακούσιος φονιάς του, ψυχή επικρατεί της ύλης).

Την ΦΩΤΙΑ, που αντιπροσωπεύει ο Τηλέμαχος, γιος του από την Πηνελόπη, (οι ιδέες είναι το παιδί του γήινου ανθρώπου).

Την ΓΗ, που αντιπροσωπεύει η Πηνελόπη, (το ιδανικού του θνητού Οδυσσέα).

Και το ΝΕΡΟ, που αντιπροσωπεύει η Κίρκη, (η εσωτερική Δύναμη που κατάφερε να ξεπεράσει την ΥΛΗ).

Από τον διπλό γάμο Τηλεβόα - Πηνελόπης και Τηλέμαχου - Κίρκης, προκύπτουν στον αστερισμό των ΙΧΘΥΩΝ, δύο ζεύγη αντιθέτων τάσεων (όπως στο σύμβολο του ζωδίου) που τελικά ουδετεροποιούνται, μια και ο αέρας της ψυχής σαρώνει τα γήινα ιδανικά και το Νερό της εσωτερικής δύναμης σβήνει την φλόγα των γήινων σκέψεων. Και τότε απομένει μόνο η εσωτερική δύναμη, η πραγματική δημιουργός δύναμη του Ύδατος, που ενισχύεται από την θεία καταγωγή της ψυχής.

Σε τελική δηλαδή ανάλυση ο μύστης καταλαμβάνει την θέση του πεφωτισμένου και διδάσκει σαν Τηλέμαχος την μέθοδο προς την Αλήθεια, διατηρώντας την παράδοση των ιδανικών σαν αφηγητής, αλλά πάντοτε κάτω από την καθοδήγηση του ιεροφάντη που αποτελεί την έκφραση της Δημιουργού Δυνάμεως της Ψυχής της ανθρωπότητας και υπό το άγρυπνο βλέμμα της Ψυχής, που αντιπροσωπεύεται από τον Παντεπόπτη Δία.

Και στο σημείο αυτό τελειώνει η περιοδεία του Οδυσσέα. Πριν όμως τελειώσουμε κι εμείς αυτή μας τη μικρή ανάλυση, καλό θα ήταν να ταξινομήσουμε λιγάκι τα όσα ειπώθηκαν ως τώρα και να τα συνδυάσουμε με μερικά ακόμη στοιχεία, ώστε να καταλήξουμε πιο εύκολα σε κάποιο συμπέρασμα.

Και το πρώτο στοιχείο που θα πρέπει να προσέξουμε είναι η διαφορά επιπέδου σε κάθε πέρασμα από τον ίδιο αστερισμό για δεύτερη φορά. Πρόκειται σαφώς για μια ανοδική πορεία.  Π.χ. ο πρώτος ΚΡΙΟΣ τον φέρνει να ορμά ασυγκράτητα πίσω από το σκοπό του, ενώ στον δεύτερο παρακάμπτει τις Συμπληγάδες που είναι ανίκανος να διαβεί. Ο πρώτος ΖΥΓΟΣ τον οδηγεί στο άνοιγμα των ασκών του Αιόλου, ενώ στον δεύτερο αφήνει την ρύθμιση της πορείας του στα χέρια των πολυταξιδεμένων και επαϊόντων Φαιάκων. Δυο λοιπόν κύκλοι που όμως βρίσκονταν σε διαφορετικό επίπεδο και συνδέονταν μεταξύ τους. Μα το μόνο σχήμα που ταιριάζει σε αυτή την περιγραφή, είναι μια ανοδική σπείρα, χαρακτηριστική της πορείας της ψυχής προς την τελείωση. Σαν δεύτερο σπουδαίο στοιχείο θα πρέπει να αναφέρουμε την παρουσία της Γυναίκας, σαν απαρχή, ιδανικό, όραμα, προστάτιδα ή ότι άλλο. Είναι χαρακτηριστικό το ότι κάθε κρίσιμη καμπή της πορείας του Οδυσσέα συνδέεται με την παρουσία μιας γυναίκας.

 Η τάση επιστροφής στην Ιθάκη λόγω της Πηνελόπης. Η κάθοδος στον Άδη με συμβουλές της Κίρκης. Η άνοδος από τον Άδη πάλι με την Κίρκη. Η παραμονή του στην Ωγυγία με την Καλυψώ. Η σωτηρία στο πέλαγος  με την Λευκοθέα. Η βοήθεια των Φαιάκων με την Ναυσικά και την μητέρα της. Η καταστροφή των πλοίων από τους Λαιστρυγόνες με την κόρη του βασιλιά τους. Αλλά και όλο το ταξίδι του Οδυσσέα γίνεται κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της Αθηνάς - Σοφίας.

Είναι οι πανάρχαιες καταβολές της Θεάς  μητέρας , της Εύας, της Παρθένου μητρός σε διάφορες μορφές και εκφράσεις, κι ακόμα το σύμβολο της δυαδικότητας, του αριθμού δύο της αριθμοσοφίας που μόνο στο τέλος, με τους διπλούς γάμους αντιθέτων στοιχείων που αλληλοεξουδετερώνονται ουδετεροποιείται και επέρχεται η τελείωση. (Ο αριθμός δύο συμβολίζει την δημιουργία και είναι αριθμός μη τέλειος).

          Και με την παρατήρηση αυτή ερχόμαστε στα στοιχεία του συμβολισμού των αριθμών: Ο αριθμός 7 εμφανίζεται στην Οδύσσεια με επτά γυναικεία πρόσωπα: Την Πηνελόπη, την Ελένη, την Κίρκη, την Καλυψώ, την Λευκοθέα, την Ναυσικά και την Αθηνά. Ο αριθμός αυτός, που είναι ο ιερός αριθμός, αποτελεί το άθροισμα του 4 και του 3. Στην κατώτερη τετράδα, η Πηνελόπη, η Ελένη, η Κίρκη και η Καλυψώ εκφράζουν το υλικό πεδίο, το αιθερικό, το αστρικό και το κατώτερο Νοητικό, δηλαδή τα βήματα του ανθρωπίνου πνεύματος μέσα στον υλικό κόσμο και τις δυνατότητες της ενσάρκωσης. Η Λευκοθέα και η Ναυσικά, με την καθυπόταξη του υλικού πεδίου και των τάσεων της προσωπικότητας και του εγώ, εκφράζουν το Ανώτερο Νοητικό και το Βουδικό πεδίο, ενώ η Αθηνά σαν κορωνίδα εκφράζει την επάνοδο στην αρχική κοιτίδα και την τελειότητα, το απόλυτο.

Από καθαρή σκοπιά τώρα, ο αμύητος Οδυσσέας βρίσκεται στην Αυλίδα. Ο προς μύηση μαθητής μέσα στο σκοτεινό  Δούρειο Ίππο. Ο μειούμενος μαθητής καταστρέφει την Τροία, συναντά τους Κίκονες και βλέπει κάποιο φως στους Λωτοφάγους. Όμως η ιδέα της τελείωσης δεν επιτρέπει στατικότητα. Η εμμονή σε ένα σημείο επενεργεί σαν το λωτό, και ξεχνά κανείς τον πραγματικό προορισμό του. Έτσι ο υποψήφιος  ανακαλύπτει στον Κύκλωπα τις αισθήσεις του, στους ανέμους του Αιόλου τον ρυθμό, στους Λαιστρυγόνες την Τεχνολογία και τις επιστήμες, στην Κίρκη την διάνοια και το πνεύμα, και θεωρώντας τις δυο σφαίρες της γης και του ουρανού γίνεται ικανός να κατέβει στον Άδη και να επανέλθει από αυτόν, να δοξάσει την εργασία στο πρόσωπο της Κίρκης και να αναγνωρισθεί σαν τέλειος.

Αλλά και η γνώση αυτή δεν αρκεί. Το φως του φωτοβόλου Αστέρα δεν είναι αρκετό. Χρειάζεται να βρεθεί η πηγή του Φωτός για να εξηγηθεί ο διχασμός των Σειρήνων και να αντιμετωπισθούν τα καταστροφικά αποτελέσματα του τραγουδιού τους. Αυτά τα αποτελέσματα είναι που οδηγούν τον υποψήφιο  σε σκέψεις και η ύπαρξη των Συμπληγάδων τον οδηγεί στη θύρα του μέσου Δώματος. Κρούοντας την θύρα προσφέρει βορρά στη Σκύλλα των προλήψεων, διαβαίνει όμως το πέρασμα ζητώντας επίμονα και απαιτητικά την λέξη, χτυπά, πληγώνει και τελικά σκοτώνει τον δάσκαλο του στο νησί του Ήλιου, στην Χάρυβδη και στο νησί της Καλυψώς. Ο θάνατος όμως των επίγειων διδασκαλιών οδηγεί τον μυούμενο μέσα στον τάφο με το πρόσωπο καλυμμένο με το μαγνάδι της Λευκοθέας. Μέσα από τον τάφο ακούει τους Φαίακες Διδασκάλους να αναζητούν τον Νέο Άνθρωπο. Τότε η Σαρξ καταπατά  τα οστά στο Άντρο των Νυμφών, ο θνητός γίνεται Αθάνατος, το παν αποσυντίθεται με το φόνο των μνηστήρων και ο Νέος μύστης εγείρεται από τον τάφο με την συλλογική προσπάθεια και την θυσία εξιλασμού του, προσφέρει  για να ανέλθει στην Ανατολή, την πηγή του Φωτός (που την φτάνει πια) αφήνοντας μέσα στο φέρετρο νεκρό τον παλαιό άνθρωπο, μαζί με το σκελετό που πρέπει κανονικά να υπάρχει εκεί. Και σαν τελευταίο πια βήμα, εξουσιάζοντας, ουδετεροποιώντας και συνδυάζοντας τα στοιχεία του, πρέπει και να εκπορεύσει φως για να ολοκληρωθεί.

           Κι εδώ φίλοι μου, φτάσαμε πια στο τέρμα του δρόμου μας. Όχι πως η Οδύσσεια του ανθρώπου τελείωσε,- αυτή αρχίζει και συνεχίζεται πάντοτε και δεν τελειώνει ποτέ. Ούτε και τα όσα το έπος του Οδυσσέα έχει να μας διδάξει τελείωσαν. Μα θα χρειαζόταν πολύ πιο μεγάλες δυνάμεις από αυτές του γράφοντος και χρόνος ακόμα περισσότερος για κάτι τέτοιο. 

Δε μένει το λοιπόν τίποτα άλλο να πούμε, παρά να ευχηθούμε, σαν τον ποιητή, στον καθένα μας:

Σαν βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη

ναύχεσαι - νάναι μακρύς ο δρόμος,

γιομάτος περιπέτειες, γιομάτος γνώση.

Τους Λαιστρυγόνες και τον Κύκλωπα,

το θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι

αν δεν τους κουβανείς μεσ’ στην καρδιά σου...........

Δεν μένει παρά να ευχηθούμε το πλοίο της Ανθρωπότητας, ξεπερνώντας την οργή του θυμωμένου Ποσειδώνα, να φτάσει κάποτε σε μια Ιθάκη και η Οδύσσεια να τελειώσει σ’ αυτό το επίπεδο για όλους τους ανθρώπους.     

 


 

                                        


Ο Κένταυρος Χείρων

 


 

Ο Κένταυρος Χείρων

    Η μαγεία στον ελληνικό μύθο είναι πανταχού παρούσα.

Διαπέρασε τις πεποιθήσεις της ελληνικής ζωής σε όλα τα στρώματα της κοινωνίας, υποδεικνύοντας σε μεγάλο βαθμό τη θρησκευτική ομοιογένεια της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Η μαγεία εξυπηρετούσε, μεταξύ άλλων ως θεμέλιο για την ανθρώπινη γνώση και ήταν μέσο ελέγχου του άμεσου περιβάλλοντος, των δυνάμεων της φύσης, της ζωής και του θανάτου, καθώς και άλλων περιοχών της γνώσης, που τελούν σήμερα υπό την αιγίδα της τεχνολογίας

Όπως το θέτει μια σύγχρονη αυθεντία στο πεδίο της σύγχρονης ανθρωπολογίας:

  «Η πρακτική της μαγείας ήταν πανταχού παρούσα στην κλασική αρχαιότητα.

Οι σύγχρονοι του Πλάτωνα και του Σωκράτη τοποθετούσαν ειδώλια στους τάφους και τα κατώφλια των σπιτιών τους [...] 
Ο Κικέρων χαμογέλασε με κάποιον που ισχυρίστηκε ότι είχε χάσει τη μνήμη του υπό την επιρροή κάποιας γητείας και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος ισχυριζόταν πως όλοι φοβούνταν μήπως πέσουν θύματα της μαγείας.

Οι πολίτες της Τέω καταριούνταν εκείνον που θα επιτίθετο στην πόλη, ενώ στη Δωδεκάδελτο υπήρχαν νόμοι ενάντια στη μαγική μεταφορά της συγκομιδής από το ένα χωράφι στο άλλο.

Οι αυτοκρατορικοί νομικοί κώδικες περιείχαν εκτεταμένες αναφορές ενάντια σε όλα τα είδη της μαγείας -εκτός από την ερωτική και τη μετεωρολογική [...]

Οι μαγικές τελετουργίες οδήγησαν σταδιακά σε μια ανώτερη πνευματικότητα, ανοίγοντας εν τέλει το δρόμο στην υπέρτατη θεότητα»[1].

            Δεδομένου ότι τα περισσότερα μέλη της αρχαιοελληνικής κοινωνίας ακολούθησαν το ίδιο βασικό σύνολο πεποιθήσεων σχετικά με την κλίμακα των μαγικών δυνατοτήτων, σε ότι αφορά στους θεούς και τις δυνατότητές τους, με τοπικές παραλλαγές βέβαια, το μυθολογικό σύστημα κατείχε αφεαυτού ενότητα και μια δομή στην οποία λίγο- πολύ μπορούσε να προβλεφθεί η προσθήκη των νέων χαρακτήρων, ή η απόδοση κάποιων ιδιοτήτων με αρκετή ακρίβεια. 
Η αντανάκλαση αυτών των πεποιθήσεων στον κλασικό μύθο δεν ήταν κάποια άσκηση της φαντασίας με τον ίδιο τρόπο που γίνεται πιθανώς σήμερα. Ενώ οι αντιλήψεις και οι παρουσιάσεις των ιστορικών/μυθολογικών μορφών στο μύθο και η πλοκή των ενεργειών τους απαιτούσε μια ορισμένη δημιουργικότητα και ποιητική άδεια εκ μέρους του αφηγητή, η δομή του μαγικού κόσμου ήταν τμήμα ενός καλά εγκαθιδρυμένου πλαισίου από τα βάθη των προϊστορικών χρόνων.

            Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κατέχει σημαντική θέση ο ρόλος των Κενταύρων, τόσο πρακτικά όσο και συμβολικά.



Στην ιστορία και την τέχνη οι Κένταυροι απεικονίζονται με ανθρώπινο το άνω τμήμα του κορμού και ζωικό το κάτω.

Ως ιδιοσυγκρασίες, όμως, φαίνεται πως δεν ήταν αρκετά ισορροπημένοι και παρουσιάζονται ως είδη πρωτόγονα που όφειλαν περισσότερα στη ζωική φύση τους παρά στην ανθρώπινη κληρονομιά τους. Ο μύθος τους τοποθετεί στη Θεσσαλία, στην κατεξοχήν μαγική γη της ελληνικής επικράτειας με τις φημισμένες μάγισσες, στις οποίες θα αφιερώσουμε μια ξεχωριστή σπουδή.

Η παρουσία τους στη θεσσαλική γη αποδόθηκε σε έναν γηγενή βασιλιά των Λαπίθων. Στα ελληνικά έργα τέχνης η τυπική απεικόνιση των Κενταύρων είναι εκείνη που τους δείχνει να επιτίθενται στους Λαπίθες, εμπλεκόμενοι σε πράξεις βιασμού και λεηλασίας, όπως και στην γαμήλια τελετή του Πειρίθου.

Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παρουσία τους ήταν συμβολική των απεριόριστων και απρόβλεπτων ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου.

            Κατά τον ίδιο τρόπο η λογοτεχνική παρουσία τους στο μύθο είναι συχνά συμβολική της πολιτισμικής ανάγκης να καθιερωθεί -να επανακαθιερωθεί μάλλον- η κυριαρχία σε αυτό που οι Έλληνες της αρχαιότητας αντιλαμβάνονταν ως δική τους σφαίρα επιρροής. Οι ελληνικοί ήρωες έπρεπε για να καθιερώσουν την παρουσία του πολιτισμού τους σε έναν ευρύτερο κόσμο και αυτό το κατόρθωναν τυπικά δαμάζοντας μυθικά ή υπερφυσικά πλάσματα.

Όμως, μη ανθρώπινα τέρατα όπως ήταν η Σκύλλα, η Χάρυβδης, η Χίμαιρα ή η Σφίγγα απεικόνιζαν τη μάχη ανάμεσα στον πολιτισμό και τον ευρύτερο κόσμο.

Υβριδικά ημιανθρώπινα πλάσματα τέτοια όπως ήταν οι Κένταυροι αντιπροσώπευαν συχνότερα τις εισβολές αρνητικών όψεων εκείνου του μεγαλύτερου κόσμου στον κόσμο της δικαιοδοσίας των Ελλήνων.

Σε ένα ευρύτερο ψυχολογικό πλαίσιο πρόκειται για την εισβολή του ασυνείδητου κόσμου στις επικράτειες της καθημερινής συνείδησης, η αρχική σύγκρουση ανάμεσα στις απειλητικές μορφές ενός άγνωστου και σκοτεινού κόσμου και τον τακτοποιημένο κόσμο της λογικής συνείδησης. Τούτη η πρωτογενής σύγκρουση είναι η ίδια -αν και με διαφορετική μορφή- με τη σύγκρουση ανάμεσα στο Διονυσιακό και το Απολλώνιο στοιχείο .

            Η παρουσία του Χείρωνα, αντιθετική στο είδος του, κατείχε μια πλήρως διαφορετική έννοια. Με έναν πολύ πραγματικό τρόπο, ο Χείρων θα μπορούσε να θεωρηθεί η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα σε ό,τι αφορά στο  συμβολισμό του Κένταυρου στον ελληνικό κόσμο. Εκεί που οι άλλοι αντιπροσώπευαν την κτηνωδία και τον κίνδυνο του φυσικού κόσμου, ο Χείρων αντιπροσωπεύει την αφθονία και την ευλογία του, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι δίδαξε σε διάφορους ήρωες τις εν δυνάμει αγαθοεργές δυνάμεις του φυσικού κόσμου -τις τέχνες της αστρολογίας, της βοτανικής, της θεραπείας, του κυνηγιού, της πολεμικής τέχνης, και της άσκησης των δικών τους εσωτερικών, φυσικών χαρισμάτων, δώρα των θεών μέσω κληρονομικής διαδοχής ή προστασίας.

Είναι σημαντικό ίσως να σημειώσουμε εδώ ότι, όπως τα υπερφυσικά χαρίσματα έπρεπε να παραχωρηθούν από τους θεούς, έτσι επίσης χρειαζόταν και μια τυπική εισαγωγή στη μαθητεία, προκειμένου να προσφερθούν τα οφέλη της σοφίας του. Τους μαθητές του Χείρωνα τους έφερναν είτε ή θεοί ή προηγούμενοι μαθητές του, που γνώριζαν τη διδασκαλία του και είχαν φθάσει ως εκεί με θεϊκή παρέμβαση

            Η πρωιμότερη αναφορά στον Χείρωνα ίσως είναι αυτή που απαντάται στις τελευταίες γραμμές της Ησιόδειας Κοσμογονίας. Το όνομα του Κένταυρου συνδέεται με ένα παιδί που γεννήθηκε από τον ήρωα Ιάσωνα και τη μάγισσα Μήδεια: [...Κι αυτή στην εξουσία μπαίνοντας του Ιάσωνα του βασιλιά, γέννησε τον Μήδειο, το γιο της, που τον ανάθρεψε στα βουνά ο Χείρων, ο γιος της Φιλύρας  και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν...]

Η ακριβής φύση αυτών των γραμμών είναι αρκετά ενδιαφέρουσα, αν λάβουμε υπ’ όψη μας την επερχόμενη μοίρα του συγκεκριμένου απογόνου, ένα παιδί προδιαγεγραμμένο να θανατωθεί στη νιότη του, παρά να εκτελέσει τα δικά του κατορθώματα.

Εδώ θα τολμούσαμε να πούμε πως ο Ησίοδος με τη ρήση «και του μεγάλου Δία το σχέδιο γινόταν» δεν αναφέρεται στον Μήδειο αλλά στον Χείρωνα.

Ο σκοπός του Δία είναι ο ρόλος που εκπληρώνει ο Χείρων στη σφαίρα του ελληνικού μύθου: να διδάξει τη μαγεία του στις μελλοντικές γενεές.

     Λαμβάνοντας υπ’ όψη την αγάπη και την προσκόλληση που έδειχναν οι πρόγονοί μας στη γραμμή καταγωγής τους (μητρογραμμική ή πατρογραμμική), και του ρόλου

που έπαιζε στον καθορισμό της κοινωνικής θέσης, έχει ενδιαφέρον να δούμε την καταγωγή του Χείρωνα.

Αντίθετα από τους άλλους Κένταυρους, ο Χείρων δεν κατάγεται από τους Λαπίθες. Κατάγεται από τον Κρόνο και τη νύμφη Φιλύρα. Όπως και άλλοι Ολύμπιοι, ο Χείρων είναι παιδί του Κρόνου.

Ωστόσο, δεν κατέχει κάποιο ιδιαίτερο βασίλειο όπως οι άλλοι θεοί. Δεν δρα μέσα σε ένα προαποφασισμένο εννοιολογικό πλαίσιο.

Μοιάζει περισσότερο να είναι απλά ένα τμήμα -ένα ουσιαστικό τμήμα- του κόσμου, που μπορεί να ενώσει κάποια ρήγματα στις λογικές αλληλουχίες της εικόνας που έχουμε για τη δημιουργία.

Αυτή φαίνεται να είναι και η πλέον ενδιαφέρουσα από τις σύγχρονες απόψεις για τη λειτουργία της μαγείας, όπως την ανέπτυξε ο Ιταλός ανθρωπολόγος de Martino, που ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη των αρχαίων λαών να διαμορφώνουν και να ερμηνεύουν τις λογικές ανακολουθίες του περιβάλλοντος κόσμου με τρόπο μαγικό.

Ο Χείρων κατέχει μια εγγενή γνώση του φυσικού κόσμου, που συμβολίζεται εξωτερικά με την κτηνώδη φύση του αλόγου. Ο δίμορφος Χείρων τον περιγράφει ο Απολλόδωρος, μια αναφορά που εκ πρώτης όψεως φαίνεται περιττή.

Άλλωστε, κάθε Κένταυρος κατείχε μια διπλή ανθρώπινη και ζωική μορφή. Εντούτοις, όλοι οι άλλοι Κένταυροι λειτουργούν μόνο σε έναν κόσμο, αυτόν της αγριότητας και των ενστίκτων. Ο Χείρων μόνος του γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ της φύσης και του πολιτισμού, λειτουργώντας ως αγωγός διαβίβασης εκείνων των ιδιοτήτων του φυσικού κόσμου που πιθανώς θα ωφελήσουν τον πολιτισμό με τις διδασκαλίες του. Η εγγενής γνώση του για τη μαγεία του φυσικού κόσμου μεταφέρθηκε στους διάσημους ήρωες-θεραπευτές μαθητές του, και μέσω αυτών, στον υπόλοιπο κόσμο.

            Φαίνεται πως οι μύθοι για τη μαγεία του Χείρωνα αυξήθηκαν σημαντικά με την πάροδο του χρόνου. Διατηρούμε μόνον κάποιους υπαινιγμούς για την προέλευσή του και ακόμα λιγότερες πληροφορίες για τους συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους να εκπλήρωσε το σκοπό του -δηλαδή τις μαγικοθεραπευτικές δεξιότητες που δίδασκε στους μαθητές του, και τους τρόπους με τους οποίους εξελίχθηκαν οι δεξιότητες.

Έχει υποτεθεί στο παρελθόν και σε ένα βαθμό είναι αποδεκτό ότι καθώς μεταβάλλονταν οι ιδέες περί εκπαίδευσης, αναπτύσσονταν και οι ιδέες για τη σοφία του Χείρωνα όπως και οι απόψεις για τον τρόπο με τον οποίο εκπαίδευε τους μαθητές του, ιδέες που υποστήριξε ο Πίνδαρος:

            «Αλλά ο ξανθός Αχιλλέας, μένοντας στο σπίτι της Φιλύρας σαν παιδί, έκανε έργα μεγάλα, συχνά κραδαίνοντας στα χέρια του ένα ακόντιο με μια κοντή λεπίδα (βραχυσίδαρον άκοντα), γοργός σαν τον άνεμο, έφερε το θάνατο στα άγρια λιοντάρια στη μάχη, σκότωσε κάπρους άγριους κι τα ασθμαίνοντα κουφάρια τους στον Κένταυρο, τον γιο του Κρόνου, στην αρχή σαν ήταν έξι χρόνων, και κατόπιν όλο το χρόνο που ‘μείνε εκεί, ένα παιδί που το παιχνίδι ήταν άθλοι δυνατοί.

Τον θαύμαζε η Άρτεμις και η θαρραλέα Αθηνά, γιατί τα ελάφια τα σκότωνε δίχως σκυλιά και δόλιες παγίδες. Γιατί εκείνος υπερείχε στα πόδια. Όλα αυτά που αφηγούμαι έπος των προγόνων είναι».

            Η αρχαιότητα των ιδεών που αφορούν στον Χείρωνα πιστοποιείται από τη φανερή ανάγκη του Πίνδαρου να ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι επινόηση δική του το γεγονός ότι ο Αχιλλέας διδάχθηκε να κυνηγά με αυτόν τον τρόπο, ούτε κάποιες πολιτισμικές εξελίξεις. Είναι ένα γνωστό γεγονός που έμαθε από παλαιότερες ιστορίες. Στην εποχή του οι άνθρωποι ανέπτυξαν άλλες ιδέες για τη γνώση και τις διδασκαλίες του Χείρωνα, τις οποίες επιχειρεί να περιγράφει λεπτομερειακά

            «Ο Χείρων με τη βαθιά του γνώση τον Ιάσονα δίδαξε στη λίθινη κατοικία του και τον Ασκληπιό μετά από αυτόν και του δίδαξε την τέχνη τη θεραπευτική με χέρια ευγενικά. Συν τω χρόνω γάμο κανόνισε για την αγλαόκολπη κόρη του Νηρέα, δίδαξε τον γιο της τον ευγενή τρέφοντας το πνεύμα του με τα πρέποντα. Κι όταν οι άνεμοι τον έσπρωξαν στην Τροία, στάθηκε ανάμεσα στις λόγχες και τις κραυγές της μάχης»

            Γνωρίζουμε από την Ιλιάδα ότι ένα τουλάχιστον από αυτά τα «πρέποντα» ήταν η θεραπεία, καθώς υπάρχουν δύο τουλάχιστον αναφορές για τις διδασκαλίες του Χείρωνα στο συγκεκριμένο έπος. Η πρώτη συνδέεται με τον Μενέλαο, που πληγώθηκε από τρωικό βέλος. Ένας γιατρός από τις τάξεις των Αχαιών ο Μαχάων, που συνέβαινε να είναι γιος του Ασκληπιού, κλήθηκε να «ρουφήξει το δηλητήριο από την πληγή και επιδέξια να επιθέσει πάνω της φάρμακα, που ο Χείρων έδωσε πριν από καιρό στον πατέρα του». Η δεύτερη αναφορά σχετίζεται έμμεσα με τον Αχιλλέα. 
Ο Ευρύπυλος ζήτησε από το σύντροφό του στη μάχη Πάτροκλο να τον βοηθήσει. «Σώσε με τουλάχιστον τώρα [...] κόψε το βέλος από το μηρό μου, ξέπλυνε το μαύρο αίμα με ζεστό νερό και βάλε πάνω του καλά γιατρικά, από αυτά που λένε ότι σου είπε ο Αχιλλέας, αφού ο Χείρων, ο δικαιότερος του μίλησε γι’ αυτά».

Όντας ο ίδιος ο Μαχάων πληγωμένος, η επόμενη καλύτερη επιλογή ήταν ένας μαθητής του Χείρωνα, ακόμα κι αν αυτός ο μαθητής δεν ήταν εκπαιδευμένος ως θεραπευτής. Τέτοια ήταν η πίστη στη σοφία του Κένταυρου.

            Από τέτοιες σκόρπιες αναφορές, φαίνεται ξεκάθαρο ότι η πρόσθεση της θεραπείας, της αστρονομίας, της μαγείας και της φιλοσοφίας στο ρεπερτόριο των δεξιοτήτων που δίδασκε ο Χείρων συνδέεται άμεσα με τον αυξανόμενο πλούτο της γνώσης των αρχαίων Ελλήνων.

Το σημαντικό στην προκειμένη περίπτωση είναι το γεγονός ότι σε αυτή τη γνώση θεμελιακή θέση κατέχει η μαγεία. Ένας πλούσιος σπόρος από τον οποίο ξεπηδά η συγκεκριμένη γνώση με μια γοργή διαδικασία ανάπτυξης της ανθρώπινης διάνοιας Κατά τον ίδιο τρόπο οι απεικονίσεις του Χείρωνα στην τέχνη υποδεικνύουν την ίδια αλλαγή ιδεών, όχι μόνο στη μορφή αλλά και την ουσία της εκπαίδευσης:

          Ο Χείρων δε φαίνεται μόνος στις αγγειογραφίες. Στις αρχαιότερες απεικονίσεις φαίνεται να δέχεται τον Αχιλλέα ως μαθητή του ή να παίρνει τον Αχιλλέα σαν παιδί από τα χέρια του Πηλέα, του πατέρα του. Ο ρόλος του Χείρωνα είναι συνδυασμός θετού πατέρα και διδασκάλου. Αυτή είναι άλλωστε και η αρχαιότερη παράδοση. Ο Πηλέας, η Θέτις ή και οι δύο μαζί αποδίδουν το παιδί στην προστασία του διδασκάλου για καθοδήγηση, μια καινοτομία που ώθησε την καλλιτεχνική φαντασία σε συγκεκριμένες απεικονίσεις κατά τα τέλη του 6ου αι. Π.Κ.Χ.».            
Ανεξάρτητα από τις αλλαγές στις λεπτομέρειες της εκπαίδευσης, ο πυρήνας της σχέσης μεταξύ του Χείρωνα και των μαθητών του παρέμεινε ο ίδιος. Ανεξάρτητα από την ηλικία κατά την οποία τους εμπιστεύονταν σε εκείνον, και ανεξάρτητα από το επίπεδο γνώσης που κατόρθωναν -είτε επρόκειτο να ζήσουν στην ερημιά, να αποβάλλουν τον ανθρώπινο μανδύα και να αναλάβουν μια θέση στον κόσμο σαν κυνηγοί, όπως ο Αχιλλέας ή ο Ακταίων, είτε να χρησιμοποιήσουν τα άφθονα δώρα του φυσικού κόσμου ως θεραπευτές, ή να διαβάσουν το μέλλον στα άστρα ή με άλλα μέσα όπως ο Αρισταίος, ανεξάρτητα από όλα αυτά, φαινόταν ως μαγεία, ισόμετρη με το επίπεδο δεξιοτήτων των ατόμων που απάρτιζαν τον περιβάλλοντα κοινωνικό ιστό.

            Ο Χείρων ήταν πλέον ένα είδος αρχετύπου που ενοποιούσε και αιτιολογούσε τούτη τη μαγική γνώση. Μια γνώση που ήλθε από τους θεούς, αφού ήταν γιος του Κρόνου, και χρησιμοποιήθηκε από τον Ηρακλή για την ολοκλήρωση των άθλων του ή από τον Προμηθέα για τη διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης.

            Η σχέση εμποτιζόταν επίσης με τη μαγεία για έναν ακόμα απλό λόγο, την κοινωνική πεποίθηση των Ελλήνων στο προκαθορισμένο και τη μοίρα.

Εκείνοι που εκτελούσαν μεγάλους άθλους, ήταν προκαθορισμένο να το κάνουν. Γεννιούνταν από θεότητες, που τους περνούσαν τις μαγικές τους ικανότητες. Αυτές οι ικανότητες ενδυναμώνονταν με την εκπαίδευση που λάμβαναν, και τους επέτρεπε να εκμεταλλεύονται πλήρως τα χαρίσματά τους.

Τούτη η εκπαίδευση ήταν δυνατή εξαιτίας της «μαγικής» τους σύνδεσης με τη θεότητα, εκπαίδευση που αποκαθιστούσε τις σιωπηλές «μαγικές» δυνατότητες πάνω τους μέσω της γνώσης, επιτρέποντάς τους να αποκτήσουν φυσικές δυνάμεις ανεξήγητες και θαυμαστές. Αυτή είναι άλλωστε και η ουσία της μαγείας στο εννοιολογικό της πλαίσιο. Η βαθύτερη γνώση, που προωθείται βαθιά μέσα στο μέλλον, έως ότου γίνει αποδεκτή από το σύνολο της ανθρώπινης διάνοιας.

Η εκπαίδευση του Χείρωνα ήταν κατάλληλη, γιατί ήταν αποκλειστική  και παρεχόταν μόνο σε εκείνους που αποδεικνύονταν άξιοί της εξαιτίας των προγόνων τους.

Ήταν επίσης κατάλληλη, γιατί ήταν αποτελεσματική.

Τούτο το παρατήρησε ο Νικολό Μακιαβέλλι περίπου δύο χιλιάδες χρόνια αργότερα, όταν είπε:

«Υπάρχουν δύο τρόποι να μάχεσαι, μέσω του νόμου και μέσω της δύναμης.

Ο πρώτος τρόπος ταιριάζει στον άνθρωπο και ο δεύτερος στα θηρία.

Αφού, όμως, ο πρώτος τρόπος είναι ανεπαρκής, πολύ συχνά γίνεται αναγκαίο να καταφύγει κανείς στον δεύτερο.

Για αυτό ο πρίγκηπας χρειάζεται να γνωρίζει να χρησιμοποιεί και τους δύο τρόπους και τον ανθρώπινο και τον θηριώδη.

     Οι συγγραφείς της αρχαιότητας δίδασκαν τούτο το μάθημα αλληγορικά, όταν αφηγούνταν πώς ο Αχιλλέας και πολλοί άλλοι αρχαίοι πρίγκηπες στέλνονταν για διδασκαλία στον Χείρωνα τον Κένταυρο. Έχοντας για δάσκαλο ένα πλάσμα μισό ανθρώπινο και μισό θηρίο σημαίνει ότι μαθαίνει κανείς πώς να χρησιμοποιεί τη μία και την άλλη φύση, και ότι η μία δίχως την άλλη δεν μπορεί να διαρκέσει» .

Και, τελικά, ήταν κατάλληλη εξαιτίας του ανθεκτικού στο χρόνο συμβολισμό του Χείρωνα, η αξία της γνώσης για χάρη της γνώσης, ακόμα και αν μπορούσε να μεταδοθεί μόνο στους λιγοστούς που επέβαλε ο αριστοκρατικός χαρακτήρας της αρχαιοελληνικής κοινωνίας. Τούτος ο συμβολισμός φαίνεται με σαφήνεια στο θάνατο του Χείρωνα.

Ο θάνατος του αθάνατου Χείρωνα προήλθε από τη σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων του φυσικού και του πολιτισμένου, το αποτέλεσμα μιας σύγκρουσης μεταξύ του είδους του, των άλλων Κενταύρων, και του τελευταίου μαθητή του, του Ηρακλή.

Κατά τη διάρκεια της μάχης, όταν πρόστρεξαν στην προστασία του οι άλλοι Κένταυροι για να αποφύγουν την οργή του Ηρακλή, ο Χείρων χτυπήθηκε από ένα βέλος του μαθητή του, βέλος εμποτισμένο στο αίμα της Ύδρας. Κατά σύμπτωση το ίδιο αίμα θα προκαλέσει και το θάνατο του ίδιου του Ηρακλή μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος του αίματος στο πρόσωπο του Προμηθέα. Ο Χείρων δεν μπορούσε να θεραπευτεί μόνος του από την αγωνία του δηλητήριου της Ύδρας και την ίδια στιγμή ήταν ανίκανος να πεθάνει με φυσικό τρόπο, όντας αθάνατος. Ζήτησε από τον Δία να τον απαλλάξει από την αθανασία του, αλλά ακόμα και ο θάνατός του υπηρέτησε ένα σκοπό στην υπηρεσία της γνώσης.

            Με το θάνατό του απελευθέρωσε ένα άλλο σύμβολο της γνώσης από τα δεσμά του, τον Προμηθέα, τον Τιτάνα που έδωσε στους ανθρώπους τη φωτιά.

Ο Προμηθέας καταδικάστηκε σε αιώνια φυλάκιση και αιώνιο βασανιστήριο «έως ότου κάποιος θεός να γίνει διάδοχός του, να αναλάβει τους βασάνους του Προμηθέα και να κατέβει στον σκοτεινό Άδη και τις σκιές του Τάρταρου».

Τούτη η ακολουθία γεγονότων ενδυνάμωσε τον συμβολικό τριπλό δεσμό του Ηρακλή προς τον Χείρωνα, του Χείρωνα προς τον Προμηθέα και τελικά του Προμηθέα προς τον Ηρακλή και το κλείσιμο του κύκλου. Τούτος ο δεσμός απεικονίζει αρχικά την αγριότητα του ανθρώπου της φύσης, κατόπιν τη γέφυρα ανάμεσα στον άνθρωπο και τη γνώση της φύσης και τέλος την απελευθέρωση του ανθρώπου μέσω του συμβόλου της μελλοντικής γνώσης. Ο θάνατος του Χείρωνα απομάκρυνε την ανάγκη μιας εξωτερικής διαμεσότητας ανάμεσα στη φυσική και την πνευματική ύπαρξη.

Από αυτό το σημείο και μετά τούτο τον ρόλο τον παίζει η ανθρώπινη ψυχή.

Ακόμα και στο θάνατό του ο σοφός Κένταυρος άφησε πίσω μια τεράστια κληρονομιά για την ανθρωπότητα.

Την κληρονομιά της αυτογνωσίας και των θυσιών που απαιτεί η επίτευξή της.

 

 

 

Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

 



Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

Κάθε μορφή της πραγματι­κότητας με την αιώνια κίνηση μεταβάλλεται.

Έχουμε μία στα­θερότητα μεταβολής.

Αν και οι δύο λέξεις σταθερό και μεταβο­λή είναι αντίθετες, ωστόσο σαν έννοια η μεταβολή έχει την ιδιότητα να υπάρχει πάντοτε, άρα εκφράζει κάτι το σταθερό. Μ' αυτή τη βάση και με ευρύ­τερη έννοια θάνατος στην πραγματικότητα δεν υπάρχει, αλλά μία συνέχεια, μεταβολή, μεταμόρφωση.

Εμείς οι άν­θρωποι συμμετέχουμε σ' αυτή την αιώνια μεταβολή, στην κί­νηση.

Η κίνηση είναι ένας από τούς γενικούς νόμους της Φυσικής Πραγματικότητας, πού καλύπτει το υλικό, ζωικό, ψυχικό και πνευματικό φάσμα.

Σε κάθε ενέργεια μιας δύνα­μης εμφανίζονται αμέσως τρεις καταστάσεις «δράση - αδράνεια - αντίδραση».

Επειδή υπάρχει αδράνεια εμφανίζεται η αντίδραση ταυτόχρονα με τη δρά­ση. Αυτό το φαινόμενο προε­κτείνεται στον πνευματικό και ψυχικό κόσμο μας.

Η επέκταση της δράσης - αδράνειας - αντιδρώσης και στον ψυχοπνευματικό μας χώρο έχει τεράστια επίδραση στη στάση, πού παίρ­νουμε κάθε φορά στην εξελικτική πορεία της ζωής μας.

Σε κάθε πνευματική μεταβολή έ­χουμε και την αντίστοιχη πνευ­ματική αντίδραση από λόγους αδράνειας.

Αυτά είναι γενικά φαινόμενα.

Έτσι βλέπουμε τούς πραγματικούς πνευματι­κούς ανθρώπους. πού αγωνίζονται για καινούργιες ιδέες να δέχονται την αντίδραση από άλλους.

Ο θάνατος είναι μία φυσιο­λογική μεταβολή.

Αλλά ο άν­θρωπος δεν τον βλέπει μόνο σα φυσιολογική, τον αισθάνεται και ψυχοπνευματικά.

Επομένως αντιδρά σ' αυτή τη μεταβολή από την αδράνεια, πού κατέχεται.

Σε κάθε κίνηση διακρίνου­με το χρόνο και τη μορφή.

Σε κάποια χρονική στιγμή η μορφή έχει ορισμένη εικόνα, πού για την προηγούμενη η την επόμενη στιγμή είναι ορόσημο, αποτελεί μηδέν.

Για εμάς τούς ανθρώπους ο θάνατος είναι το ορόσημο, το μηδέν κι όμως εί­ναι το τέλος μίας κατάστασης κι’ αρχή κάποιας άλλης.

Βρίσκε­ται στο ευρύτερο κύκλωμα της μεταβολής.

Για τις δύο καταστάσεις την προηγούμενη και την επόμενη το οριακό σημείο 0(μηδέν) όπως λέμε στα Μαθηματικά τυπολογικό, είναι μηδέν.

Αυτό το μηδέν στην ανθρώπινη ζωή είναι ο θάνατος.

Και η μεγάλη αντίδραση, πού δημιουργεί, αποτελεί τον φόβο του θανάτου.

Σε κάθε μεγάλη αλλαγή αντιδρά η ανθρώπινη υπόσταση με το φόβο.

Αν ξαφνικά δούμε αλλαγμένο ριζικά το πρόσωπο ενός γνω­στού μας ανθρώπου, θα φοβη­θούμε. Ή ακόμη αν δούμε την καταστροφή κάποιου συνηθι­σμένου τοπίου ή τού σπιτιού μας. το ίδιο συναίσθημα θα μάς κυριεύσει.

Αν δούμε το θάνατο σαν μη­δέν, τότε ο φόβος μας μεγαλώ­νει.

Αν όμως τον δούμε σαν ένα από τα πολλά ορόσημα μιας απέραντης συνέχειας της πραγματικότητας, χωρίς αντιδράσεις, τότε αποτελεί κάτι το αρμονικό.

Γίνεται ο θάνατος μία κατάσταση της ζωής. Ο ανθρώπινος οργανισμός εκπληρώνει κάποιο σκοπό, όπως συμβαίνει στην ανόργανη ύλη μέχρι την πολύ­πλοκη οργανική. Τότε έχουμε τη μεταβολή, την αλλαγή για να πάρει η ανθρώπινη ύπαρξη κά­ποιον άλλο δρόμο, μπορεί στη μετενσάρκωση, μπορεί σ' άλλη μορφή υλική ή ζωική.

Αυτό δεν αποδείχτηκε ακόμη ορθολογικά και επιστημονικά.

Θρησκείες, Φιλοσοφικά συστή­ματα και Μυστικιστικές οργανώσεις δίνουν συνέχεια διάφο­ρες εικόνες για τη μετά το ορόσημο τού θανάτου κατάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης.

Ωστόσο ο θάνατος σαν γεγο­νός μιας τεράστιας αλλαγής θ' αποτελεί το φόβο για όσους δεν τον βλέπουν με ευρύτερη σημασία.

ΠΩΣ ΔΙΑΣΚΕΔΑΖΟΥΝ ΟΙ ΓΡΑΙΚΟΙ

 

 



ΠΩΣ ΔΙΑΣΚΕΔΑΖΟΥΝ ΟΙ ΓΡΑΙΚΟΙ

 

Οι Γραικοί δεν διασκεδάζουν πια.

Υπήρξαν μέχρις αφάνταστου σημείου γλεντζέδες μέχρι το 1821, οπότε, για πρώτη φορά στην μακραίωνα ιστορία τους, ο Κολοκοτρώνης τους αποκάλεσε «βρε Έλληνες». Από τότε το κέφι τους άρχισε να χαλάει.

Σήμερα οι Γραικοί δεν διασκεδάζουν πια.

Είναι λάθος να τα βάλει κανείς με τον Κολοκοτρώνη.

Ήταν μεγάλος και λεβέντης, είπε επίσης και το «ΦΩΤΙΑ ΚΑΙ ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΕΝΟΥΣ» και το εφάρμοσε κιόλας, αλλά να λέμε τα σύκα - σύκα και τη σκάφη - σκάφη; Εκείνο το «βρε Έλληνες» ήταν η αρχή του κακού.

Ξέρω τι ακριβώς έφταιξε. Θυμάμαι αμυδρά τον Κολοκοτρώνη, με περικεφαλαία αλλά χωρίς φούντα στο σπαθί, να μας βγάζει λόγο απ’ τα κεραμίδια και να μας λέει «βρε Έλληνες» και άπαντες να φρικάρουμε.

ΑΛΛΑ ΚΑΝΕΙΣ ΕΞ ΗΜΩΝ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΤΟΤΕ ΤΗΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗ ΤΟΛΜΗ ΚΑΙ ΕΥΠΡΕΠΕΙΑ ΝΑ ΤΟΝ ΒΑΛΕΙ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ.

Από τότε μας πήρε η κατηφόρα.

Είναι γνωστή ασφαλώς η ιστορία με τον Καστοριανό γουνέμπορο, που λείποντας κάποιο Πάσχα στην Ιταλία για μπίζνες, καθ’ ήν στιγμήν « τηλεφωνεί εις τον συνεταίρον του ήκουσεν αίφνης μακρινόν ήχον κλαρίνου. 0 ευαίσθητος γουνέμπορος συνεκινήθη σφόδρα, και διέταξε νά ’ρθη αμέσως το κλαρίνο στο τηλέφωνο.

Λοιπόν, επί 25,000 δραχμές άκουγε κι έκλαιγε εκεί στην μακρινή, στην πικρή ξενιτειά.

Η ιστορία είναι αληθινή»

Ο γουνέμπορος, γνήσιος Γραικός, υπήρξε ασφαλώς άνδρας έντιμος και σεβνταλής. Χαιρετίζω την εικόνα του. Μάγουλο μούσκεμα στα δάκρυα, σφιγμένο στ’ ακουστικό, ένα ποτήρι ουίσκι, ήχοι μέσα από το καλώδιο, μοναξιά του θανατά σε κάποιο Χίλτον. Τυπική εικόνα μη διασκεδάζοντας Γραικού. Εξ ίσου χαιρετίζω ανάλογες εικόνες με διαφορετικό ταξικά και ιδεολογικά περιεχόμενο  Γραικοί εμιγκρέδες αναζητώντας υποκατάστατα πατρίδας στις Ελληνικές ταβέρνες, μετανάστες αναζητώντας γκόμενες και υποκατάστατα ισοτιμίας σε Γερμανικές μπυραρίες  διανοούμενοι σπάζοντες καρύδια σε ταινίες τέχνης  εμποροϋπάλληλοι που — Σαββατόβραδο —προσπαθούν να κάνουν κεφάλι με Κουρτάκη, Μαλαματίνα, τσίπουρα και άλλα. Είναι όλες το ίδιο τυπικές. Στη διασκέδαση οι Γραικοί δεν ξέρουν διακρίσεις. Απλώς δεν διασκεδάζουν.

Οι Γραικοί είναι κατηφείς και θλιμμένοι. Πίνουν όχι για να ξεχάσουν, παρά για να γίνουν πιο ανθεκτικοί στις μνήμες. Πλαγιάζουν όχι για να κοιμηθούν, παρά για να ονειρευτούν. Αγαπάνε με απόλυτο πάθος και το κρύβουν με απόλυτη λεπτότητα.

Οι  Γραικοί είναι η μειοψηφία. Οι Γραικοί δεν γουστάρουνε τους παπατζήδες και τους ρουφιάνους. Αρνούνται να γίνουνε νταβατζήδες.

Οι Γραικοί νιώθουν ότι είναι χαμένο παιχνίδι.

 Οι πλείστοι των Γραικών είναι πεισμένοι ότι δεν είναι Γραικοί.

Προσπαθούν συνεπώς να διάγουν ως Έλληνες. Καπνίζουν τσιγάρα με φίλτρο για να αισθανθούν Έλληνες, Καπνίζουν Μάλμπορο και Γκωλουάζ για να αισθανθούν Έλληνες.

Ψηφίζουν στις βουλευτικές εκλογές για να αισθανθούν Έλληνες.

Ψηφίζουν Κάρτερ, Μπάιντεν, Τράμπ  και ΚΚΕ για να αισθανθούν Έλληνες.

Καμμιά φορά η φωνή του αίματος ξυπνά και κατεβαίνουν σε απεργίες και διαδηλώσεις, φωνάζουν βρωμιάρη διαιτητή φακ οφ και αμάν τη γκρίνια σου γυναίκα, γρήγορα όμως οι ψύχραιμοι τους ανακαλούν στην τάξη.

Πηγαίνουν τότε σινεμά, πηγαίνουν σε χασαποταβέρνες, ψαροταβέρνες, μπουζουξίδικα, θέατρα, μπουάτ, μπουρδέλα, ντισκοτέκ και παμπ και δεν διασκεδάζουν.

Δεν μπορούν έτσι να διασκεδάσουν.

Άλλωστε, στο φινάλε δεν είναι κι Έλληνες.

Οι Έλληνες υπήρξαν λαός τρανός και μεγαλεπήβολος. Ανέπτυξαν τέχνες και επιστήμες, μπόι και κομπορρημοσύνη, έφτασαν και την Οικουμένη ολόκληρη να διεκδικήσουν και εν μέρει να κατακτήσουν, κάποτε όμως η ώρα τους ήρθε.

Πρώτος ο Μόμμιος τους έβαλε χέρι ατιμωρητί. Ακολούθως πλείστοι άλλοι, κατακτητές, πειρατές, ορδές και λοιπά, με τη σειρά τους κατέκλυσαν την νότιο Βαλκανική.

Άλλοι ήρθαν περαστικοί και φύγανε. Άλλοι περαστικοί και μείνανε. Άλλοι για να κάτσουν και στρογγυλοκάθισαν. Άλλοι για να κάτσουν και τα ίχνη τους χάθηκαν.

Όλοι όμως σε κάποιο βαθμό αφομοιωθήκανε, κι όλοι, σε κάποιο ανάλογο βαθμό, αφομοιώσανε. Και με τον καθένα που ερχότανε το χαρμάνι πλούταινε.

Και ήρθαν πολλοί.

Δεν ήρθαν τα ακόλουθα έθνη και λαοί:
α) Ερυθρόδερμοι, Αυστραλοί (ιθαγενείς), Τασμανοί.
β) Κινέζοι, Ινδοκινέζοι, Ιάπωνες,
γ) Ινδοί, Μαλαίσιοι, Μαλγάσοι.
δ) Νέγροι γενικώς. Βουσμάνοι»
ε) Βάσκοι
ζ) Κέλτες.

Τα υπόλοιπα πέρασαν, σχεδόν απαξάπαντα. Και μπορεί να μη χτίσανε Παρθενώνες. Μπορεί, όπως φερ΄ ειπείν οι ένδοξες στρατιές του Κρούμμου, να καταντήσαν φόρου υποτελή στην Άγια Πετρούπολη. Μπορεί να χαθήκαν εντελώς από την ιστορία κατά
τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο Βαγιαζΐτ — ο επιλεγόμενος Γιλδιρίμ — πέθανε σε κλουβί. Όμως κάτι όλοι τους αφήσανε. Τουλάχιστο λίγη σάρκα κι αίμα. Έστω για λίπασμα.

Το ζήτημα όμως δεν είναι στα γονίδια. Ξέρουμε ότι όλοι οι λαοί είναι μπάσταρδοι, κι αυτό πια λίγο μας απασχολεί. Το ζήτημα είναι στην κουλτούρα.

Κανείς λαός- δεν επιζεί της κουλτούρας-του. Οι Έλληνες ξεμπερδέψανε μαζί με τη δουλοκτησία, μαζί με την πόλη - κράτος, μαζί με τα συμπόσια, μαζί με την κλασσική παιδεραστία και το δωδεκάθεο. Δώσαν ότι είχανε στα χαρμάνι του μέλλοντος κι απαρνιθήκανε. Με σαντούρια, βιολιά και μπουζούκια, με Παναγιές με καλικάντζαρους, με καπηλειά και καφενέδες, με τεκέδες, μπαρμπουτιέρες, τσούσκες, λαχανοντολμάδες και λακέρδα, καταμεσής στα Βαλκάνια ξεμύτησαν οι Γραικοί.

Αλλά ούτε κι αυτοί δα επιζήσουνε της κουλτούρας τους.

Η κουλτούρα των Γραικών διαμορφώθηκε σε χρόνους δυσοίωνους. Η κουλτούρα των Γραικών δεν χρειάζονταν τσόντες. Η κουλτούρα των Γραικών, ήταν δυνατή, πλούσια και αυτάρκης. Η κουλτούρα των Γραικών πεθαίνει θάνατον βίαιο.

Ήτανε πάντα βίαιη κουλτούρα.

Οι Γραικοί είναι δεμένοι με τα Βαλκάνια στον ίδιο βαθμό που οι Έλληνες ήταν με τη δουλοκτησία.

Οι δε δεν αντέξανε δίχως σκλάβους.

Οι μεν δεν θ’ αντέξουνε δίχως Βαλκάνια.

Το έθνος των Γραικών ενθύμιζε το τέρας του Φραγκεστάιν. Όμοια μ’ εκείνο αποτελείτο από μέλη νεκρών. Όμοια μ’ εκείνο ήταν πλήρες ζωτικότητας. Ομοίως είχε μια τρυφερότατη καρδιά.
Ομοίως άρχισε κάποτε να ξυπνά.

Τότε θεωρήθηκε σκόπιμο να του σπάσουν τον τσαμπουκά.
Έτσι αποφασίστηκε να αφαλοκόψουν τους Γραικούς από τα Βαλκάνια.

«Βρε Έλληνες», τους είπανε, «φαίνεστε μεν όμοιοι κι ίδιοι  μ’ όλους αυτούς τους Σέρβους, Βούλγαρους, Ρουμάνους, Βλάχους, Αρβανίτες κτλ. κτλ. που βλέπετε εδώ στη γύρα, πλην δεν είστε. Εσείς προέρχεστε από αρχαίο παπάρι».

Το ρεζουμέ ήταν ότι το παπάρι εκείνο είχε μεν κοπεί κάποτε, πλην είχε προλάβει να μπολιάσει κόσμο κατά Δύση μεριά. Τώρα οι Γραικοί έπρεπε να στραφούν προς την Δύσιν για να ξαναγίνουν άνθρωποι.

Και άρχισαν να πίνουν μπύρα.

Δεν μ’ ενδιαφέρει αν ο Κολοκοτρώνης είχε όταν αμόλαγε το βρε Έλληνες» συνείδηση του ρόλου του. Ίσως υπήρξε άδολο θύμα πονηρών χωροφυλάκων, ίσως υπήρξε και ολίγον οπορτουνιστής εμένα όμως αυτό που μ’ ενδιαφέρει είναι τ’ ότι οι Γραικοί,
περίλυποι κι απονενοημένοι, κομπλεξαρισμένοι, λιγόπιστοι κι αιώνια καψούρηδες, το φάγανε. Και το φάγανε μέσα και βαθιά. Και άρχισαν να απογραικοποιούνται.

Οι Γραικοί είναι άξιοι της τύχης τους. Κατούρησαν το γάλα της μάννας τους και προτιμήσανε το Νεστλέ, και μάλιστα σε μορφή ενέσιμη. Γι’ αυτό δεν ωριμάσανε ποτέ. Γι’ αυτό γερνάνε σε μια φυματική εφηβεία.

Οι Γραικοί υπάρχουν ακόμα. Είχανε ρίζες πολύ βαθιές. Αλλά ασυνείδητες δυνάμεις τους συντηρούν, κι όχι καμμιά κανενός είδους θεληματική προσπάθεια. Αρνήθηκαν τον δικό τους κόσμο, Αρνήθηκαν τα προϊόντα της δικής τους παραγωγής. Τα εισαγωγής τους έμειναν για πάντα ξένα. Πώς να διασκεδάσει ο Γραικός με ντίσκο, τέκνο, ηλεκτρονική μουσική;

Οι Γραικοί δεν βολεύονται με υποκατάστατα. Έχουν χάσει τον παλιό τους τρόπο να ζουν και να χαίρονται. Δεν έχουν φτιάξει καινούργιο.

Τρώνε τις κουράδες που τους σερβίρουνε, αλλά ανηδόνιστα.
Ακούνε μουσική που δεν τη γουστάρουνε.

Πάνε σινεμά και δεν το χαίρονται,
Βλέπουνε τηλεόραση και βρίζουνε.

Πάνε στο θέατρο και δεν τη βρίσκουνε.

Πάνε στις ταβέρνες και δεν τραγουδάν.

Πάνε στις ταβέρνες και δεν χορεύουνε.

Χορεύουνε και τραγουδάν και δεν τη βρίσκουνε.

Γράφουνε και δεν τη βρίσκουνε.

Διαβάζουνε και δεν τη βρίσκουνε.

Πάνε σε χώρους μαζικής συναναστροφής και νιώθουν μόνοι τους.
Είναι μόνοι τους.  Ανηδόνιστοι.

Οι Γραικοί ούτε με την παλιά τους δεν βολεύονται πλέον κουλτούρα.

Οι καιροί έχουν αλλάξει. Οι ίδιοι έχουν αλλάξει.

Αν δεν βρουν τρόπο να φτιάξουν καινούργια, αν δεν βρουν έναν καινούργιο τρόπο να διασκεδάζουν, αν δεν φτιάξουν έναν δικό τους τρόπο να υπάρχουν, απλώς τότε στο φινάλε θα πάψουν να υπάρχουν.

Ο τόπος όμως τούτος ο χλοερός δεν θα μείνει άδειος. Ιδού που έκθαμβοι παρακολουθούμε μια καινούργια φάρα να ξετσουτσουνίζει μπροστά στα ίδια μας τα μάτια. Αποτελείται απ’ αυτούς που κύλησαν στο λούκι των ολιγοστών εκείνων Γραικών οι οποίοι, κατά τα χρόνια εκείνα τα περίλαμπρα του 1821, χρημάτισαν ρουφιάνοι.
Είναι τώρα περισσότερο ισχυροί. Αποτελούν την απόλυτον πλειοψηφία.

Ονομάζονται Νεοέλληνες.

Οι Νεοέλληνες πίνουν νοθευμένα ποτά. Άλλωστε δεν ξέρουν να πίνουν.

Καπνίζουν νοθευμένα τσιγάρα. Χρησιμοποιούν νοθευμένη βενζίνη. Συναλλάσσονται με νοθευμένο νόμισμα. Έχουν νοθευμένα αισθήματα. Έχουν νοθευμένα υποκατάστατα.

Εν αντιθέσει προς τους ευγενείς Γραικούς, οι Νεοέλληνες απολαμβάνουν τα σκατά που τρώνε. Διασκεδάζουν δηλαδή εν γένει καλά. Γεμάτοι χοιρινή ζωντάνια δεν παραλείπουν να θεσμοποιήσουν τις προτιμήσεις τους, και αόκνως οργανώνουν κατάσταση κομμένη στα μέτρα τους και ραμμένη πάλι στα μέτρα τους.

Μάστοροι δε εις την προπαγάνδα έχουν πείσει όχι μόνον την ταλαντευόμενη μάζα, αλλά και πολλούς Γραικούς ακόμη, ότι πρόκειται περί της ιδεωδεστέρας εφικτής καταστάσεως. Και —αντιδράσεως μη υπαρχούσης — καθημερινά αυξάνονται και πληθύνονται. Και καθημερινά εμπλουτίζουν τον εις τα μέτρα των φτιαγμένο κόσμο τους με συναρπαστικά φώτα νέον και φορμάικες, με πιτσαρίες, σπαγγετερίες, καφετερίες, σνακ - μπαρ και Άζαξ για τα τζάμια, με Πάριο, Βοσκόπουλο, Πάολα, Τσίρκα, Βούλγαρη, Αγγελόπουλο και πλήθος χαλέδες.

Που ακούνε Μαρινέλλα, Βίσση, Καζαντζίδη.

Βλέπουν Βουτσά, Χατζηχρήστο, Σασμό, Ειδήσεις.

Παρακολουθούν τηλεόραση για τις διαφημίσεις.

Πίνουν Μεταξά, Βότκα, Ουίσκι και διασκεδάζουν.

Που ακούν εν γένει μουσική του πρωκτού και διασκεδάζουν.
Που βλέπουνε ταινίες του πρωκτού και διασκεδάζουν.

Που πάνε στις ταβέρνες και χλαπακιάζουνε και είναι βέβαιοι ότι διασκεδάζουνε.

Που δεν χορεύουνε και δεν τραγουδάν και διασκεδάζουνε.

Που διαβάζουνε Βίπερ και Νόρες και διασκεδάζουνε.

Που πάνε σε χώρους μαζικής συναναστροφής για να μένουν μόνοι τους, με τα κινητά τους ανοιγμένα στον τζόγο.

Που μένουν μόνοι τους.

Που δεν μιλάνε.

Δεν καταλαβαίνουν.

Δεν βλέπουν.

Δεν ακούνε.

Δεν δίνουν.

Δεν παίρνουν.

Που δεν μαθαίνουν.

Που πάνε βόλτα στην παραλία και λένε φτου γαμότο, πάλι κόσμο έχει σήμερα.

Αλλά και αυτοί δεν θα επιζήσουνε της κουλτούρας τους.

 

ΚΙΠΛΙΝΚ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ

 

ΚΙΠΛΙΝΚ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ


Αν να κρατάς καλά μπορείς το λογικό σου, όταν όλοι γύρω σου χαμένα τα ‘χουν και σένα κατηγορούν γι’ αυτή τη ταραχή τους.


Αν μπορείς να εμπιστεύεσαι τον ίδιο σου τον εαυτό, όταν όλος ο κόσμος γύρω σου αμφιβάλλει, όμως εσύ ξέρεις να συγχωρείς αυτή τη δυσπιστία.


Αν μπορείς να περιμένεις δίχως να χάνεις την υπομονή σου.


Και αν όλοι σε συκοφαντούν, το ψέμα εσύ ποτέ να μην καταδεχτείς.

Και αν σε μισούν, ποτέ στο μίσος μην ξεπέσεις.


Και να μην επιδεικνύεις ποτέ πόσο καλός και πόσο σοφός είσαι.


Αν να ονειρεύεσαι μπορείς - χωρίς να είσαι δούλος των ονείρων.

Αν να στοχάζεσαι - χωρίς να γίνει ο στοχασμός σκοπός σου.


Αν να αντικρίζεις είσ’ ικανός το θρίαμβο και τη συμφορά, κι όμοια μπορείς ν’ αντιμετωπίζεις αυτούς τους δυο τυραννικούς απατεώνες.


Αν αντέχεις ν’ ακούς όποια αλήθεια εσύ έχεις πει, απ’ τους κακούς παραλλαγμένη ώστε να μοιάζει για τους άμυαλους παγίδα, ή ως συντρίμμια να θωρείς όλα αυτά για τα οποία τη ζωή σου έχεις δώσει, και πάλι απ’ την αρχή να ξεκινάς να χτίζεις με φθαρμένα εργαλεία.


Αν μπορείς όλα όσα απέκτησες σε ένα σωρό να τα μαζέψεις, και δίχως φόβο μονομιάς, κορώνα – γράμματα, όλα αυτά να παίξεις, και να τα χάσεις και απ’ την αρχή να ξεκινήσεις πάλι, και ποτέ μιλιά απ’ το στόμα σου να βγει, για την απώλεια αυτή.


Αν νεύρα και καρδιά μπορείς και σπλάχνα και μυαλό όλα να τα ελέγχεις, για να δουλέψουν απ’ αρχής κι αν τα ‘χεις από πολύ καιρό παραμελημένα.


Και να κρατιέσαι πάντα ορθός όταν δεν σου έχει απομείνει παρά μόνο η Θέληση, φωνάζοντας σε όλα αυτά «Αντέξτε».


Αν με τα πλήθη να μιλάς μπορείς και την αγνότητά σου να κρατάς.


Με βασιλιάδες να διαβαίνεις, δίχως απ’ τους μικρούς να ξεμακραίνεις.


Αν μήτε εχθροί, μήτε φίλοι αγαπημένοι μπορούνε πια να σε πληγώσουν.


Αν όλον τον κόσμο αγαπάς, μα και ποτέ πάρα πολύ κανέναν.


Αν τις στιγμές του θυμού σου μακριά μπορείς να τις αφήσεις να διαβούν, την πρώτη ξαναβρίσκοντας γαλήνη.


Δική σου θα’ ναι τότε η Γη και όλα όσα επάνω της κι αν έχει.


Και –κάτι ακόμα πιο πολύ-
Άνδρας αληθινός θα είσαι πια παιδί μου.

Κυκεώνας του Ολύμπου

Κυκεώνας του Ολύμπου Οι Αρχαίοι Έλληνες έδιναν περισσότερη αξία στην δημόσια ζωή και λιγότερο στην ιδιωτική. Για τον λόγο αυτό ανέπτυξαν μ...