ΕΡΩΤΑΣ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

 

         




ΕΡΩΤΑΣ ΜΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Ανάθεμα σε Έρωντα που πήγες να ριζώσεις,

εσύ το πας φιρί-φιρί, να με ξεκουρμουλώσεις»

Ο έρωτας είναι η ζωηρή έλξη μεταξύ δύο προσώπων, η οποία συνήθως σχετίζεται με την επιθυμία για συνουσία. Θεωρείται το ισχυρότερο συναίσθημα έλξης μεταξύ δύο ανθρώπων ή ζώων. Συμβάλλει στη διαιώνιση των ειδών και την αναπαραγωγή.

Η αντίληψη του τι είναι έρωτας διαφέρει ανάμεσα στους λαούς.

Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι ο έρωτας ήταν ένα συναίσθημα άγριο ή απλό, χωρίς τίποτα το πνευματικό, και στρεφόταν γύρω από την εξωτερική ομορφιά της γυναίκας με τελικό  σκοπό την ηδονή και την τεκνοποίηση.

Συνήθως, στον έρωτα ως πάθος, συμπεριλαμβανόταν και η εγκατάλειψη της ερωμένης.

«Έρωντα και ποιος σούμαθε, καρδιές να σαϊτεύγεις

και δεν αφήνεις άνθρωπο, να μην τονε παιδεύγεις»

Με την έλευση του χριστιανισμού, η θέση της γυναίκας διαφοροποιήθηκε  και σε πολλούς θρύλους της Βόρειας Ευρώπης παρατηρείται ο λεγόμενος ιπποτικός έρωτας.

Από αυτή την έννοια, μετά το τέλος του Μεσαίωνα προήλθε ο ρομαντικός έρωτας.

Μια παρερμήνευση αυτού του έρωτα ήταν ο Πλατωνικός έρωτας, η αγνή αγάπη που δεν αποσκοπεί στη σαρκική ηδονή.  

Η αναπαραγωγή είναι η βιολογική διαδικασία με την οποία παράγεται κάθε νέος οργανισμός. Η αναπαραγωγή είναι θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ζωής. Οι μέθοδοι αναπαραγωγής μπορούν να ομαδοποιηθούν στη σεξουαλική και στην ασεξουαλική αναπαραγωγή.

Στην ασεξουαλική αναπαραγωγή, ένας οργανισμός αναπαράγεται χωρίς την ανάγκη αλληλεπίδρασης με άλλον οργανισμό του ίδιου είδους.

Η διχοτόμηση ενός βακτηρίου σε δύο είναι ένα παράδειγμα ασεξουαλικής αναπαραγωγής.

Οι μονοκύτταροι οργανισμοί δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα, δεδομένου ότι τα περισσότερα φυτά μπορούν να αναπαραχθούν ασεξουαλικά.

Η σεξουαλική αναπαραγωγή απαιτεί την αλληλεπίδραση δυο οργανισμών, συνήθως ένα από κάθε φύλο. Τα δύο φύλα είναι το Αρσενικό και το Θηλυκό.

 Η αναπαραγωγή των ανθρώπων είναι ένα παράδειγμα σεξουαλικής αναπαραγωγής. Γενικά, οι πιο περίπλοκοι οργανισμοί αναπαράγονται σεξουαλικά, ενώ οι απλούστεροι, συνήθως μονοκύτταροι οργανισμοί αναπαράγονται ασεξουαλικά.

O γάμος είναι μια κοινωνική, θρησκευτική και νομική σύζευξη ή ένωση δύο ατόμων, διαφορετικού ή σε ορισμένες χώρες κατά τα τελευταία χρόνια και ίδιου φύλου.

Ο θεσμός του γάμου ανάγεται στα χρόνια που ο άνθρωπος άρχισε να σχηματίζει κοινωνίες. Τον συναντούμε σε κάθε κοινωνία.

Ο γάμος μπορεί να υποκινείται από διάφορα κίνητρα ή σκοπούς, όπως:

Σχηματισμός οικογένειας.

«Μα πρέπει του και του γαμπρού, να μη παραπονάται,

γιατί βρήκε καλά προικιά, να στρώνει να κοιμάται».

Νομιμοποίηση σεξουαλικών σχέσεων.

Ενθάρρυνση τεκνογονίας.

Κοινωνική επιβεβαίωση ή ανέλιξη.

« Με τις δακτυλιδόπετρες , του πρέπει το ρολόϊ

γιατ’ είναι από ψηλή γενιά, κι από μεγάλο σόϊ».

Οικονομική σταθερότητα.

«Ετούτηνε την εποχή, μην περιμένεις γάμο,

γιατί ακρίβην’ η ζωή και μπουνταλές δεν κάνω». Επίκαιρο.

Ο γάμος στην αρχαία Ελλάδα σε όλες τις πόλεις-κράτη κατοχυρωνόταν με νόμο, έπαιζε δε πρωτεύοντα ρόλο την κοινωνία. Αν και δεν ήταν υποχρεωτικός, οι νέοι έπρεπε να παντρευτούν, γιατί η κριτική που ασκούταν στους άγαμους ήταν έντονη και πολλές φορές χλευαστική.

 Η δημιουργία οικογένειας εξυπηρετούσε δύο βασικούς σκοπούς.

Την απόκτηση απογόνων, την κληροδότηση  της περιουσίας και δεύτερον την περίθαλψη των γονέων από τα παιδιά τους.

 Στην αρχαία Ελλάδα επικρατούσε το μονογαμικό σύστημα.

Οι γυναίκες ήταν πολίτισσες και προστατευόταν από τους νόμους.

Οι άνδρες μπορούσαν να έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις, αλλά μόνο τα παιδιά της νόμιμης συζύγου κληρονομούσαν όνομα και περιουσία.

Οι άνδρες παντρευόταν κυρίως στην ηλικία των 24-30 ετών, ενώ η ηλικία της γυναίκας ήταν τα 12-16 χρόνια.

Στη Σπάρτη όσοι έμεναν ανύπαντροι ως τα γεράματα δεν τους εκτιμούσαν όπως τους άλλους γέρους.

Όταν κάποιος νέος ήθελε να παντρευτεί, «άρπαζε» την κοπέλα που επιθυμούσε και μετά από σειρά επαφών συνουσίας εφ’ όσον έμενε έγγειος την παντρεύονταν.

Συνουσία ή κοινώς και κατά συνεκδοχή σεξ (sex = φύλο[λατ.]) ονομάζεται η σεξουαλική πράξη μεταξύ ανθρώπων ή άλλων μελών του ζωικού βασιλείου. Πρωταρχικός σκοπός της συνουσίας είναι η αναπαραγωγή για τη συνέχιση του είδους, αν και συχνά, κυρίως μεταξύ ανθρώπων, γίνεται μόνο για την ευχαρίστηση.

Στην ελληνική μυθολογία ο Έρως ήταν ο φτερωτός θεός της αγάπης.

Συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη.  Σύμφωνα με τον μύθο, όταν χτυπούσε με τα βέλη του δύο ανθρώπους, αυτοί ερωτεύονταν παράφορα.

Ο Έρως, χαρακτηρίζεται ανίκητος στην τραγωδία Αντιγόνη. Εκεί πολύ παραστατικά αναφέρει η Αντιγόνη στον Κρέοντα την ρήση «Ζω για να αγαπώ και ν’ αγαπιέμαι και όχι για να μισώ».

Σύμφωνα με την Ορφική διδασκαλία, ο Έρωτας προήλθε από το «κοσμικό αυγό» που άφησε η Νύχτα στους κόλπους του Ερέβους.

Υπέρ μιας κοσμογονικής καταγωγής του τίθεται και ο Ησίοδος στη Θεογονία, καθώς αναφέρει πως ο Έρωτας προήλθε από το Χάος μαζί με τη Γαία, στοιχεία επίσης χωρίς γεννήτορες.

Στη μετα-ομηρική μυθολογία παρουσιάζονται και άλλοι γεννήτορες του Έρωτα, ενώ συχνά σχετίζεται με τη θεά Αφροδίτη.

Σύμφωνα με τη Σαπφώ είναι γιος της Αφροδίτης και του Ουρανού, ενώ σύμφωνα με τον Σιμωνίδη τον Κείο είναι γιος της Αφροδίτης και του Άρη. Αναφέρεται και ως υπηρέτης και συνοδός της Αφροδίτης.

Ο Αλκαίος αναφέρει ότι ο Έρωτας ήταν γιος της Ίριδας και του Ζέφυρου.

Σε άλλες πηγές, πατέρας του Έρωτα θεωρείται ο Ήφαιστος.

Από τους τραγικούς, ιδιαίτερη σημασία στον θεό Έρωτα αποδίδει ο Ευριπίδης. Ο Ευριπίδης διαχωρίζει τη δύναμη του Έρωτα σε δύο μορφές:

Σε αυτή που μπορεί να οδηγήσει στην Αρετή και σε εκείνη που οδηγεί στην Αθλιότητα.

Με παρόμοιο τρόπο, στο Συμπόσιο του Πλάτωνα εντοπίζουμε τον «καλό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Ουρανίας) και τον «κακό» Έρωτα (γιο της Αφροδίτης Πανδήμου).

Για τους αρχαίους Έλληνες, ο Έρως ήταν ο θεός που ευθυνόταν για τον πόθο, την αγάπη και τη σεξουαλική δραστηριότητα, ενώ λατρευόταν και ως θεός της γονιμότητας. Μάλιστα, συχνά τον αναφέρουν ως «ελευθέριο», όπως και τον Διόνυσο.

Στην ελληνική αρχαιότητα, υπήρχε βέβαια και το φαινόμενο της πορνείας σε ορισμένες πόλεις  ενίοτε περιστασιακό και χωρίς ανταλλάγματα, αλλά σε άλλες αποτελούσε πηγή εισοδήματος. H πορνεία λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό, ως ρυθμιστής των ανικανοποίητων και επιθετικών σεξουαλικών ορμών, προς προστασία της κοινωνικής τάξης, διότι κρατούσε π.χ. τους ακόμη άγαμους μακριά από τις θυγατέρες και τις συζύγους των αστών. Επιπλέον, οι Ελληνίδες πόρνες, οι εταίρες, ως οι μόνες γυναίκες, που είχαν εισέλθει στη δημόσια ζωή, έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στις ανδρικές συντροφιές, και καλλιεργούνταν ως σημαντική διασκέδαση για τους άνδρες.

          Στα τελευταία 2500 χρόνια έχουν χυθεί τόνους μελάνης και χρησιμοποιήθηκε τόνους χαρτί για ν’ αποτυπωθεί η συναισθηματική και συγκινησιακή διέγερση του κάθε γράφοντος υπό την επήρεια του έρωτα. Επηρέασε αυτό το συναίσθημα, την τέχνη, την λογοτεχνία, την μουσική, την εγκληματολογία, τον πόλεμο αλλά κυρίως την μυθολογία και την υπερβολή.

Η αγάπη είναι μόνο για τους Καθολικούς, τους κιθαρίστες και τους σκακιστές.

Το ερωτικό μυθιστόρημα είναι βελτίωση της πραγματικής ζωής, λέει ένας σύγχρονος Αμερικανός φιλόσοφος.

Ένα σύνολο διαταραχών της ψυχής οφείλονται στην μη ικανοποίηση ενός φευγαλέου  οράματος, του ονειρικού έρωτα όπως τον αντιλαμβάνεται ο καθένας και εγωιστικά, μεγαλεπήβολα, προσπαθεί να τον σωματοποιήσει, αυτόν τον άυλο παραμυθατζή. Το άπιαστο όνειρο.

Οι άνθρωποι δεν ξέρουν πώς να τα βγάλουν πέρα με τον έρωτα. Κι έτσι, τον έκαναν παιχνίδι. Ένα παιχνίδι που καταστρέφει όσους το παίζουν.

Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι παράξενες. Θέλω να πω, για λίγο καιρό ζεις με μια ερωμένη, τρως μαζί της, κοιμάσαι μαζί της, βγαίνεις μαζί της, της μιλάς, την αγαπάς και μετά όλα τελειώνουν. Για ένα διάστημα μένεις μόνος σου, κι’ ύστερα εμφανίζεται άλλη γυναίκα και κάνεις έρωτα μαζί της, κι’ όλα μοιάζουν φυσιολογικά, ήρεμα σαν να την περίμενες όλη σου την ζωή και σαν να σε περίμενε κι εκείνη. Ποτέ δεν αισθάνεσαι σωστά ζώντας ολομόναχος, μερικές φορές είναι όμορφα, μα ποτέ δεν είναι σωστά.

Το να βρίσκεσαι πέρα από το καλό και το κακό είναι εντάξει στην θεωρία, αλλά για να τα βγάλεις πέρα με την καθημερινότητα είσαι υποχρε να διαλέγεις σύντροφο με φιλότητα και ισοτιμία.

            Η ηδονή για τον Επίκουρο δεν είναι φευγαλέο όραμα, διαρκής όσο και ατελέσφορη επιδίωξη, όπως μας έμαθαν εμάς να την βλέπουμε, οι ρομαντικοί κι’ ένα σωρό άλλοι καταραμένοι διανοητές και ποιητές.

Οι φίλοι και η φιλοσοφία είναι οι δύο μεγαλύτεροι πόροι, που θα μας επιτρέψουν να ζήσουμε τη ζωή με σιγουριά και δίχως άγχος.

Κι ίσως το καλύτερο απ’ όλα θα ήταν να είχαμε φίλους με τους οποίους να μοιραζόμασταν την επικούρεια φιλοσοφία μας.

Στις κοινότητες των Κήπων , οι δούλοι και οι γυναίκες ήταν πρόσωπα ισότιμα με τους άρρενες πολίτες, πράγμα που ξέφευγε κατά πολύ από τα καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα της εποχής, ο Επίκουρος πίστευε ότι οι ταπεινής καταγωγής άνθρωποι ήταν σε θέση να καταλάβουν και να επωφεληθούν από τη φιλοσοφία του όσο και οι μορφωμένοι, ακόμα κι απ’ αυτήν την άποψη, ο επικουρισμός βρισκόταν μπροστά από την εποχή του.

Για τον Επίκουρο τα ακυριάρχητα πάθη ήταν οι μεγαλύτεροι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας κι’ έλεγε για αυτό.

«Γιατί συχνά απ' το πάθος τους οι άνθρωποι τυφλωμένοι κάνουν αυτό, και μάλιστα στο αγαπημένο τους ταίρι βλέπουν αυτές τες αρετές που αυτό δεν έχει βέβαια.»

Το τυπικό μοντέλο: αρχικά πόθος, μετά ξεμυάλισμα, στη συνέχεια εκπλήρωση και τέλος ζήλεια ή πλήξη. Σ’ αυτή την αέναα επαναλαμβανόμενη ιστορία, πέρα από την ίδια την ερωτική πράξη δεν υπάρχει παρά η ανησυχία και η κατάπτωση.

Ο Επίκουρος θεωρούσε το σεξ ως μία μη αναγκαία ηδονή που ποτέ δεν πρόσφερε πραγματικό όφελος σε κανέναν. «και να ‘μαστε κι ευχαριστημένοι αν δεν μας βλάψει κιόλας»! Η ερωτική πράξη από μόνη της δεν έχει τίποτα το επιλήψιμο, όμως πολύ πιο σημαντική από το σεξ ή τον έρωτα είναι η φιλία, που «χορεύει ολόγυρα στην οικουμένη καλώντας μας να ξυπνήσουμε για χάρη της ευτυχίας».

Όμως αν θέλουμε να οδηγηθούμε προς τον πραγματικό έρωτα., ένας δρόμος υπάρχει. Η φιλία!

Η φιλία που είναι το μέσον για να φτάσει κανείς στην πραγματική ηδονή.

Τόσο στην σωματική, δηλαδή την σαρκική, όσο και στην ψυχική και πνευματική τοιαύτη.

Έτσι γι’ αυτό ο Επίκουρος δέχτηκε την φιλία.

Μόνο μέσα από τους φίλους σου, τις γνωριμίες σου, την παρέα σου θα βρεις αυτό που σε ικανοποιεί πραγματικά.

Και μέσα σ’ αυτές τις μικροκοινωνίες θα κάνεις σεξ, με τους όμοια σκεπτόμενους με εσέ, ανθρώπους. Διότι μόνο οι όμοια σκεπτόμενοι με εσένα άνθρωποι , σε καταλαβαίνουν και τους καταλαβαίνεις.

 Να κάνεις σεξ χωρίς την παραμικρή προοπτική.

Σεξ για την χαρά της ζωής και γι’ αυτό που ζούμε αυτήν την στιγμή εδώ και τώρα.

 Και αν προκύψουν παιδιά τότε με την βοήθεια των ομοίων σκεπτόμενων, θα τα αναθρέψεις και θα τα μεγαλώσεις.

Όμως ο Επίκουρος πίστευε στο γάμο και στην οικογένεια, για όσους ήταν προετοιμασμένοι για τέτοιες ευθύνες, και αποδοκίμαζε τον σεξουαλικό έρωτα, διότι παγιδεύει τον εραστή μέσα σ’ ένα κουβάρι περιττών αναγκών και τρωτών συναισθηματικών καταστάσεων.

 «Κατά περίστασιν δε ποτε βίου γαμήσειν και παιδία τραφήσεσθαί τινας»

Αλλά κάποιες φορές, σε εξαιρετικές περιστάσεις, ορισμένοι σοφοί θα παντρευτούν και θα αναθρέψουν παιδιά.

Βέβαια η γενική προτροπή του δασκάλου ήταν γνωστό, ότι συμβούλευε γενικώς κατά του γάμου και της ανατροφής παιδιών. Θεωρούσε όμως ξεκάθαρα πως υπήρχαν εξαιρέσεις που δικαιολογούσαν τους δύο θεσμούς, τουλάχιστον για ορισμένους Επικούρειους.

Και ορθά έλεγε, διότι τίποτε στην δομή του επικούρειου ηδονισμού δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει την καθολική απαγόρευση του γάμου.

Στην διαθήκη του ο δάσκαλος λέει: « Να φροντίζουν ο Αμυνόμαχος και ο Τιμοκράτης για το παιδί του Μητρόδωρου, τον Επίκουρο, και για το παιδί του Πολύαινου, ενόσω αυτοί θα φιλοσοφούν και θα ζουν μαζί με τον Έρμαρχο. Κατά τον ίδιο τρόπο επίσης να φροντίζουν και για την κόρη του Μητρόδωρου και όταν έλθει σε ηλικία γάμου να την παντρέψουν με όποιον εκλέξει ο Έρμαρχος από αυτούς που μαζί μ’ αυτόν καταγίνονται στην φιλοσοφία, εφόσον αυτή είναι φρόνιμη και υπακούει στον Έρμαρχο. Να χορηγούν δε σ’ αυτούς για την διατροφή τους από τα υπάρχοντα εισοδήματα, όσα φαίνεται σ’ αυτούς ότι χρειάζονται κάθε χρόνο αφού συνεννοηθούν με τον Έρμαρχο».

Εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις, η απόλαυση και η χαρά νοούνται μόνο ως διαρκώς ανανεούμενες παρουσίες.

Με λίγα λόγια απλά, δεν έχει καμιά σχέση με τους καψούρηδες ο Επίκουρος.

Ποτέ ένα Επικούρειος δεν θα πει απευθυνόμενος  στο γεννητικό του όργανο, «Ανόητε, ξέρεις τι πόνο προκαλείς με την ηλίθια πείνα σου»; Απονία λοιπόν.

Υπάρχει ένα αμφισβητούμενο χωρίο στην επιστολή προς Μενοικέα το οποίο μετά από πολλές φιλολογικές αναλύσεις και αντεγκλήσεις λέει το εξής.

«Αυτός που πονάει από την απουσία, την έλλειψη της ηδονής, - ο ανικανοποίητος κι ο ματαιόδοξος άνθρωπος - απλούστατα δεν είναι άξιος της και δεν έχει κυρίως τι να την κάνει».

Γιατί για ποιο πράγμα, για ποια πράγματα μάλλον, πονάει αυτός ο... καψερός και δεν μπορεί ν' αξιω­θεί την αληθινά απολαυστική ζωή;

Πονάει καθώς διεκδικεί τα κενά, τα εξαίρετα (παραπανίσια - περιττά), που εξ ορι­σμού και χάρη στη φίλη και εύτακτη φύση είναι πολύ δύ­σκολο, όσο κι ανώφελο, ν' αποκτηθούν.

Με τη λογική, του ότι, κάθε τι δύσκολο, είναι συνάμα και άχαρο.

Δείτε λοιπόν τα λογιών- λογιών αξιώματα, τις εν ζωή τιμές και δόξες, την οποιαδήποτε εξουσιαστική θέση, με άλλα λόγια, στον κόσμο ετούτο (για να μη μιλήσουμε και για την εντελώς ανεδαφική διεκδίκηση της εξουσίας πάνω στο θάνατο).

Προσφέρει όντως η εξουσιαστική επιβολή ορισμένες πρό­σκαιρες ικανοποιήσεις.

Αλλά το ασταμάτητο «κυνηγητό» της, η διαρκής προσπάθεια της επιβεβαίωσης, πόσο μάλ­λον της ενίσχυσης και της επέκτασης της, δεν μπορεί παρά να φέρει κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, την αγωνία της διάψευσης.

Δεν έχουν καμιά σχέση η χαρά και η απόλαυση μ' αυτό το αγωνιώδες «σύνδρομο» - μια ψυχική κατάστα­ση που συνεπάγεται άλλωστε τη διαρκή μετάθεση της η­δονής, οριζόμενης  ως το ζηλευτό λάφυρο  της νέας / προσεχούς, μεγαλύτερης και σπουδαιότερης, δήθεν, κατάκτησης.

Δεν την ορίζει και δεν μπορεί να τη χαρεί λοιπόν την  ευτυχία ο πλεονέκτης και όχι βέβαια φύσει παρά θέσει ανικανοποίητος εξουσιαστής.  

Δικαιούχος και άξιος της είναι μόνο ο αυτεξούσιος, αυτάρκης άνθρωπος.  

Ομοιοπαθής μήπως με τον... Σαλιέρι ο Επίκουρος;

Συμμεριζόταν άραγε προκαταβολικά τη γεμάτη απόγνωση κραυγή του Βιεννέζου αυλικού μουσικού, Μετριότητες όλου του κόσμου, σας συγχωρώ; Όχι, κάθε άλλο. Εδώ κι αν είναι ριζοσπαστικό και ανατρεπτικό το «κήρυγμα» του Επίκουρου.

«Θεωρούμε ότι η αυτάρκεια είναι όχι για να μένουμε (σώνει και καλά) ευχαριστημένοι, πάντοτε με τα λίγα, αλλά για να μπορούμε, όταν δεν έχουμε πολλά, να αρκούμαστε στα λί­γα, με την ακράδαντη πεποίθηση ότι την πολυτέλεια την απολαμβάνουν ηδονικότερα εκείνοι που την έχουν λιγότερο ανάγκη».

«δεν ξέρω πώς μπορώ να εννοήσω το αγαθό, αν αφαιρέσω τις ηδονές της γεύσης και τις ηδονές της σάρκας, τις ηδονές της ακοής και της ωραίας μορφής».

Ο Επικούρειος "Ηδονισμός", πρόκληση για τους φαρισαίους της ασκητικής "αγνότητας", παρεξηγήθηκε, παρανοήθηκε και έδωσε αφορμή στις πιο ηλίθιες και κακόβουλες διαστροφές..

Λαβή για μεγαλύτερη συσκότιση έδωσε και η μετάφραση της "ηδονής" στα λατινικά με τη λέξη voluptas, που είναι περισσότερο φορτωμένη με αισθησιακή απόχρωση, καθώς και πλαστογραφημένες επιστολές που κυκλοφορούσαν με το όνομα του Επίκουρου.

Πενήντα τέτοιες ασελγείς επιστολές έγραψε μόνο ο Διότιμος ο Στωικός!..

Στην πιο γυμνή της μορφή η διαστροφική παρερμηνεία λέει :

« Για ύψιστο αγαθό έχουν (οι επικούρειοι) την ηδονή. Αποθέωση της κοιλιάς. Να φάμε να πιούμε, γιατί αύριο θα πεθάνουμε..».

Δεν πρέπει, έλεγε ο Επίκουρος, να «επιδιώκομε κάθε ηδονή, αλλά ενίοτε οφείλουμε να παρακάμπτουμε πολλές ηδονές, όταν τα δυσάρεστα αποτελέσματα, που προκύπτουν από αυτές, είναι περισσότερα.

Πολλούς πόνους δε, να τους θεωρούμε προτιμότερους από τις ηδονές, όταν από αυτούς προκύπτει σε μας, τελικώς, μεγαλύτερη ηδονή.

Κάθε ηδονή, βέβαια, επειδή είναι κάτι το οποίον είναι οικείο στην φύση είναι αγαθόν, αλλά δεν πρέπει να κυνηγάμε οποιαδήποτε ηδονή.

Όπως ακριβώς και κάθε πόνος είναι μεν κάτι κακό, πλην όμως δεν πρέπει ν' αποφεύγαμε οιονδήποτε ανεξαιρέτως πόνο.

Μέσα από την συγκριτική μέτρηση, λοιπόν, και επισκόπηση των συμφερόντων και των μη συμφερόντων πρέπει να τα κρίνομε όλα αυτά».

Στόχος λοιπόν, με όλες τις προτροπές για εγκρά­τεια, η απολαυστική - ηδονική πολυτέλεια.

 Και το κυριότε­ρο: στόχος που, με την απαραίτητη βέβαια άσκηση, μπορεί να επιτευχθεί εδώ, τώρα και μόνο τώρα είναι η ηδονή της αταραξίας.  Ούτε πιο ύστερα ούτε... παραπέρα.

Δε μετατίθεται ούτε περιβάλλεται την αίγλη του σπάνιου - εξαιρετικού κατορθώματος.

Κι είναι μά­λιστα ένας στόχος που τον σημαδεύουμε από την «άνοιξη» κιόλας της ψυχής και του σώματος μας - μετά το χειμώνα της στέρησης και του πόνου, για ν' ακολουθήσουμε το δικό του περιοδικό σχήμα.

Δε χρειάζεται να περιμένουμε την ωριμότητα του θέρους, πόσο μάλλον την «παρακμή» του φθινοπώρου.

Αρκεί μόνο να πεισθούμε από νωρίς ότι δεν ωφελεί σε τίποτα να επιδιώκουμε να εξουσιάσουμε ή να δεχόμαστε να υποταχθούμε.

Να δώσουμε τα χέρια και να συνεργαστούμε ωστόσο, ναι.

Ωφελεί κι είναι επιβεβλημένο.

Είναι, ελπίζω, φανερό πλέον ότι η αυτάρκεια του Επίκουρου είναι  μια ακόμα παραλλαγή της προτροπής Λάθε Βιώσας.

Ζήσε αποφεύγο­ντας όσο μπορείς την παγίδα της σεξουαλικής εξουσίας.

Έλεγχε ωστό­σο και γύμναζε με συνέπεια τον εαυτό σου με μέτρο στην φυσική συνουσία, ακολουθώντας πάντα ένα «πρόγραμμα» φυσικών, άρα και ευχερώς εκτελεστών ασκήσεων.

Σημαίνουν άραγε όλα τού­τα απομόνωση, απομάκρυνση οριστική και τελεσίδικη από την κοινότητα των φίλων κατά φιλότητα;

Όχι, όσο θα υπάρχει η φιλία, στην οποία οφείλουμε απαραιτήτως να συνεχίσουμε  να ασκούμαστε, ώστε να μην πέσει σε αχρηστία μια τόσο μεγάλη αρετή.

Ο ασκητισμός του Επίκουρου δεν είναι αναχωρητικός, πα­ρά προϋποθέτει, αντιθέτως, τη  συντροφικότητα. Οι ισότιμες – φίλες  γυναίκες του Κήπου είναι σύντροφοι κατά φιλότητα χωρίς ν’ αποτελούν αντικείμενο κατάκτησης και άσκησης εξουσίας με σκοπό την συνουσία.

Η πρότυ­πη ατομική αναζήτηση της ευδαιμονίας δεν αποκλείει διό­λου, παρά στηρίζει και αναδεικνύει, εντέλει, την αμοιβαιό­τητα των αισθημάτων και -γιατί όχι;- των συμφερόντων.

Ανάμεσα στους από κοινού καλλιεργητές του Κήπου, που έχουν ως πρώτιστο μέλημα τους την ανάδειξη και την κα­τακύρωση της φυσικής συγγένειας της αρετής και της ηδονής, αναπτύσσεται μια εξαιρετικά στενή, συνωμοτική θα λέγαμε, σχέση.

Την έχει «αποτυπώσει», γλαφυρότερα ίσως απ' όλους, ο συνήθως εχθρικός προς τον Επίκουρο Σενέκας, διασώζοντας σ' ένα κείμενο του μια σπάνιας ευ­γένειας πρόταση του Έλληνα φιλοσόφου - και υποκλινόμενος αυτή τη φορά μπροστά του:  

«Είμαστε ο ένας για τον άλλο ένα όσο πρέπει μεγάλο θέατρο».

Τελειώνοντας θα τονίσω τα λόγια του Επίκουρου προς τους μαθητές του.

«Να τρως λίγο από τον φόβο της δυσπεψίας ,να πίνεις λίγο για να μην κακοξυπνήσεις, ν' αποφεύγεις την πολιτική και τον ερωτά και όλες τις βίαιες πρά­ξεις, να μην προσφέρεις ομήρους στην μοίρα αποκτώντας γυναίκα και παιδιά ... και προ πάντων, να ζεις έτσι. ώστε ν' αποφεύγεις τον φόβο»

Δεν πι­στεύω ότι χρειάζονται άλλοι μάρτυρες για το ότι δεν έχει ίχνος   αντικοινωνικότητας ως προς τον έρωτα, την συνουσία και τον γάμο η επικούρεια κοινωνική ηθική βιοθεωρία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΕΙΑ

Σύγχρονος εγκυκλοπαίδεια ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΔΑΚΗ

10000 Μαντινάδες της Κρήτης : Αλέξανδρος Κ. Δρουδάκης Χανιά 1982

Γυναίκες: Τσάρλς Μπουκόφσκι Εκδόσεις Οδυσσέας.

 «Στον κήπο του Επίκουρου» Ίρβινγκ Γιάλομ   

 «Δήμιος του Έρωτα» Ίρβινγκ Γιάλομ   

Επικούρεια Ηθική Φιλοσοφία Γιώργος Ζωγραφάκης Εκδόσεις Θύραθεν.

Ελληνική μυθολογία, Ορφικοί ύμνοι, Στα ίχνη της Αφροδίτης της Χ. Μήνη, Ομηρικά έπη.

 

 

 

 

ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΚΩΝΕΙΟ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΕΛΕΙΑ

 






ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΔΙΚΑΣΤΩΝ 

ΓΙΑ ΤΟ ΚΩΝΕΙΟ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΜΕΛΕΙΑ

Τον παρακαλούσαμε, τον παρακαλούσαμε συνέχεια μ’ όλα μας τα βλέμματα, εμείς οι έξι χιλιάδες δικαστές της Ηλιαίας σε τέλεια απαρ­τία, τον παρακαλούσαμε να μην παραφλογίζει την αιτία της κατηγορί­ας του από τον Μέλητο και τον Άνυτο με τους συνεχείς υβρισμούς του εναντίον μας, να μάς αποκαλεί κοιμισμένους και βόδια, που πρέπει να τα ξυπνάει κανείς με την βουκέντρα. Τον είχε στείλει, φώναζε, κι αυτόν ο θεός να μάς ξυπνάει από την καθημερινή μας νωθρότητα, έτσι ώστε με της Αρετής το ψηλό ανάστημα να στολίζουμε άξια, κι επάξια τον Αττικό ουρανό. Ας έρχονταν επί τέλους τα παιδιά του και η γυναί­κα του με τα δάκρυα τους να συντηρήσουν άγρυπνο τον οίκτο μας. Να μη βροντάει τη φωνή του.

«Εμένα ο Μέλητος κι ο κύριος Άνυτος μπο­ρεί να με σκοτώσουν, να βλάψουν την ψυχή μου όμως, δεν δύνανται».

Τον παρακαλούσαμε να μη μάς ερεθίζει με τ’ ανασηκωμένα τ’ αγκάθια του από το σκαντζόχοιρο των αριστοκρατικών του φρονημάτων, για να μην τον οδηγήσουμε στη φυλακή και πιει το κώνειο, όταν θα γύριζε το ιερό καράβι μας, η Σαλαμινία από τη φωτεινή τη Δήλο, για τις γιορτές τού Απόλλωνα.

Δε μάς άκουγε, δε μάς άκουγε, γιατί πίστευε πώς ο βίος ήταν ένα είδος ασθένειας κι ο θάνατος ένα σταθερό είδος θεραπείας.

Συγχωρείστε μας, συγχωρείστε μας, συγχωρείστε τους Αθηναίους, γιατί είχαμε τότε μέσα μας οι Δικαστές πολύ χώμα μέσα μας, πολύ χώμα και λίγο ουρανό.

Συγχωρείστε μας, συγχωρείστε μας τα πλήθη των αμαρτιών μας συγχωρείστε μας. Ζώα, με τη χειμερινή  σας νάρκη πλουτίστε μας, για να λησμονήσουμε πώς σκοτώσαμε το Σωκράτη.

 Συγχωρείστε μας, συγχωρείστε μας, θέλαμε να ’μασταν ανεξάρτητοι σαν τον άνεμο, όταν κυριεύει τη θάλασσα κι οι γλάροι, των ψαριών οι λαφυραγωγοί, καρφώνουν την κραυγή τους στην καρδιά της τρικυμίας της.

Συγχωρείστε μας, γιατί δώσαμε το κώνειο στο Σωκράτη, συγχωρείστε μας.

Οι γλάροι, στην ώρα της σταχτιάς ηρεμίας, βλέπουν την εικόνα της λείας τους πάνω στο ανατρίχιασμα της θαλάσσης.

Συγχωρείστε μας, εμάς τους Αθηναίους, συγχωρείστε μας, εμάς τους Έλληνες, γιατί δώσαμε το κώνειο στο Σωκράτη. Θέλουμε να ’μασταν ισορροπημέ­νοι, όπως ένας άνεμος δεν αφήνει κανένα κενό κι είναι ισορροπημένοι οι φυσικοί νόμοι, πού επιβάλλουν το ρυθμό και διατάζουν την Αρμονία να ζεσταίνει την καρδιά των Όντων και των Φαινομένων.

Συγχωρείστε μας, εμάς τους Αθηναίους, εμάς τους Έλληνες, συγχωρείστε μας, γιατί δώ­σαμε το κώνειο στο Σωκράτη, συγχωρείστε μας, συγχωρείστε μας, εμάς τους Έλληνες, συγχωρείστε μας, συγχωρείστε μας… 

Του Σαράντου Παυλέα (Γυμνασιάρχου του Β’ Γυμνασίου Αρένων Θεσσαλονίκης)

 

  


 

ΤΥΧΑΙΟΤΗΤΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ

 





 

ΤΥΧΑΙΟΤΗΤΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ

 

ΤΥΧΑΙΟΤΗΤΑ – ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΒΟΥΛΗΣΗ:

ΤΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΟ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΠΡΟΚΑΘΩΡΙΣΜΕΝΟ

 

        «Όλα γίνονται είτε κατ’ ανάγκη είτε κατά προαίρεση είτε κατά τύχη»  

Αυτό που θαύμαζα πάντα στους αρχαίους μας προγόνους, είναι πόσο σημαντικά νοήματα μπορούσαν να εκφράσουν με λίγες μόνο λέξεις! Εδώ ο Παππούς Επίκουρος ξεκαθαρίζει λακωνικότατα από τί εξαρτάται το γίγνεσθαι στον πραγματικό κόσμο!

        Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος αλλά έχω την εντύπωση ότι ο Επίκουρος είναι ο πρώτος που δίνει σοβαρό ρόλο στην τύχη στην εξέλιξη του κόσμου.

Σε όλα τα υπόλοιπα φιλοσοφικά συστήματα ο ρόλος της τύχης υποβαθμίζεται ή αγνοείται επιδεικτικά! Είτε πρόκειται για μεταφυσικά είτε για υλιστικά συστήματα. Στις μεταφυσικές φιλοσοφίες και τις θρησκείες, η τύχη αντιμάχεται την απόλυτη εξουσία του Θεού στο γίγνεσθαι του κόσμου και έτσι απορρίπτεται!  Ότι συμβαίνει είναι «θέλημα Θεού» και βέβαια ο Θεός δεν δίνει σε κανένα λογαριασμό για το τι θέλει και τι δεν θέλει!  «Άγνωστες οι βουλές του Υψίστου»!

Στην Στωική φιλοσοφία την απόλυτη εξουσία έχει η Ειμαρμένη! «Οι Μοίρες οδηγούν αυτούς που τις ακολουθούν και σέρνουν αυτούς που τις αντιστέκονται» αναφωνεί  ο Κλεάνθης, δεύτερος Σχολάρχης της Στοάς μετά τον Ζήνωνα τον Κιτυέα. Εδώ η Τύχη μπερδεύεται με την Μοίρα και ότι μας συμβαίνει, ήταν γραμμένο να συμβεί στο Μεγάλο βιβλίο της Ειμαρμένης και εμείς είμαστε ελεύθεροι να αποδεχτούμε την μοίρα μας!

Στην φιλοσοφία του Ηράκλειτου τα πράγματα είναι πιο θολά, αφού «Πόλεμος Πατήρ μεν πάντων, πάντων δε Βασιλεύς» αλλά ο πόλεμος ποτέ δεν έχει ασφαλή έκβαση, έστω και αν υπακούει στον «λόγο» δηλαδή τον φυσικό νόμο.

Στην υλιστική φιλοσοφία του Δημόκριτου την θέση του θεού την παίρνει η Ανάγκη!

« Ουδέν χρήμα μάτην γίνεται, αλλά πάντα εκ λόγου τε και υπ’ ανάγκης».  Εδώ τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα αφού «ανάγκα και θεοί πείθονται»! Η κριτική του Επίκουρου στον Δημόκριτο στο σημείο αυτό είναι αμείλικτη, αφού δηλώνει ότι προτιμά να πιστεύουν οι άνθρωποι στους θεούς, που μπορεί και να λυγίσουν στις προσευχές τους, παρά στην αδήριτη Ανάγκη που δεν συγκινείται με τίποτα!  

Η μηχανιστική αντίληψη του κόσμου ως ένα καλοκουρδισμένο ρολόι έφτασε σε πλήρη ανάπτυξη με τον Newton και τον Laplace την εποχή του Διαφωτισμού και επηρέασε και τον Οικονομικό Φιλελευθερισμό του Adam Smith. Οι υλιστικές φιλοσοφίες, πλην της Επικούρειας, στηρίζονται στην αιτιοκρατία με την μορφή του ντετερμινισμού που εξαρτά απόλυτα το αποτέλεσμα από την αιτία χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο στην τύχη.

Στην ίδια γραμμή και η κλασσική ερμηνεία του Μαρξισμού στηρίζεται στην ντετερμινιστική εξέλιξη της πάλης των τάξεων προς την κομμουνιστική κοινωνία.

Τι είναι όμως ένα τυχαίο γεγονός; Μήπως ένα γεγονός χωρίς αιτία; Προφανώς όχι! Κάτι τέτοιο δεν θα το δεχόταν ποτέ ο αιτιοκράτης Επίκουρος, γιατί αυτό θα έμπαζε στην Φιλοσοφία του την μεταφυσική από την πίσω πόρτα. Αυτό που καθιστά ένα γεγονός τυχαίο, είναι η πιθανότητά του να συμβεί σε συγκεκριμένο  χρόνο και τόπο, δηλαδή η λεγόμενη συγκυρία.

Η αποδοχή της Τύχης από τον Επίκουρο, σαν βασικό στοιχείο του κοσμικού γίγνεσθαι, δεν είναι χωρίς συνέπειες. Πρώτη και σημαντικότερη συνέπεια είναι ότι το Μέλλον γίνεται απρόβλεπτο! Επομένως καταρρέουν όλες οι μαντικές τεχνικές που ανθούσαν στην Εποχή του και δυστυχώς ανθούν και στις μέρες μας. Δεύτερον αφού το μέλλον είναι απρόβλεπτο, ο ντετερμινισμός δεν μπορεί να αποτελεί το μόνο είδος αιτιοκρατίας στην Φύση!

Ο ντετερμινισμός μπορεί να ισχύει γενικά, με την έννοια, για παράδειγμα, ότι ό,τι γεννιέται είναι μοιραίο κάποτε να πεθάνει ή διαφορετικά ό,τι συντίθεται, αποσυντίθεται. Αυτό ισχύει τόσο για την ζωή των έμβιων όντων, όσο και για τους πλανήτες τα αστέρια και τους γαλαξίες, αλλά στον ενδιάμεσο χρόνο, δεν είναι καθόλου απαραίτητο να ισχύει, αφού η τυχαιότητα σπάει την αδήριτη αλυσίδα αιτίου-αποτελέσματος, μεταβάλλοντας την βεβαιότητα σε πιθανότητα. Επομένως προκύπτει ένα άλλο είδος αιτιοκρατίας όπου η σύνδεση αιτίου-αποτελέσματος είναι περισσότερο ασαφής και λιγότερο προβλέψιμη και ένα αίτιο μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερα του ενός αποτελέσματα, ενώ ένα αποτέλεσμα μπορεί να προκύπτει από περισσότερα του ενός αίτια. Έτσι το αποτέλεσμα εξαρτάται σε ένα βαθμό από το αίτιο και σε ένα άλλο βαθμό από την συγκυρία των τυχαίων παραγόντων την στιγμή της εκδήλωσης του αιτίου. Αυτό σημαίνει ότι το αποτέλεσμα όχι μόνο δεν είναι προκαθορισμένο αποκλειστικά από το αίτιο, αλλά ούτε και αναγκαστικά επαναλήψιμο, αφού τα δεδομένα της συγκυρίας μεταβάλλονται συνεχώς στην ρευστή πραγματικότητα του κόσμου μας. Το γεγονός αυτό εισάγει ένα βαθμό αβεβαιότητας στο κοσμικό γίγνεσθαι, που στην Επικούρεια φιλοσοφία εκφράζεται με την παρέγκλιση των ατόμων και αποτελεί ενδογενή ιδιότητα του υλικού κόσμου.  Αποτελεί επίσης την βάση της πλειότιμης λογικής του Δάσκαλου. Η Επικούρεια Φιλοσοφία αποδεικνύεται έτσι ιδιαίτερα συνεκτική και συνεπής στα δόγματά της.

Και η ελεύθερη βούληση; Σχετίζεται με την τυχαιότητα ή μήπως όχι;

Κοινό χαρακτηριστικό και των δύο είναι το μη προβλέψιμο.

Ο τρόπος σκέψης του κάθε ανθρώπου είναι γενικά προβλέψιμος, ιδιαίτερα στους ανθρώπους που τον γνωρίζουν, αλλά αρκετές φορές μπορεί να γίνει απρόβλεπτος και αυτός να πάρει αποφάσεις που ούτε και ο ίδιος δεν θα είχε διανοηθεί ότι θα έπαιρνε στο παρελθόν. Αποφάσεις που θα επηρεάσουν την ζωή του και την ζωή άλλων ανθρώπων, σε άλλοτε άλλο βαθμό, οδηγώντας σε ένα καταρράκτη γεγονότων που κανένας Τειρεσίας δεν μπορεί να μαντέψει! Ο παραλληλισμός με την παρέγκλιση των ατόμων είναι εμφανής.

Μία ακόμη απόδειξη της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου έρχεται από την σύγχρονη συμπεριφορική ψυχολογία και την συμπεριφορική οικονομική. Οι νομπελίστες ψυχολόγοι Daniel Kaneman και  Amos Tversky και ο νομπελίστας οικονομολόγος Richard Thaler απέδειξαν μετά από μακροχρόνιες πειραματικές έρευνες την ανορθολογικότητα των ανθρώπινων όντων στην λήψη αποφάσεων. Αυτή η διαπίστωση δεν κλόνισε μόνο τους δύο βασικούς πυλώνες της Φιλελεύθερης Οικονομικής Σκέψης, δηλαδή την θεωρία των ορθολογικών προσδοκιών και την θεωρία των αποτελεσματικών αγορών, αλλά απέδειξε επίσης ότι η ανθρώπινη σκέψη, βούληση και πράξη δεν ακολουθεί προκαθορισμένα «λογικά» μοτίβα αλλά είναι συχνά απρόβλεπτη. Και ενώ η ανορθολογικότητα είναι εγγενές χαρακτηριστικό της λειτουργίας του ανθρώπινου εγκεφάλου, η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο περίπλοκη, εφόσον πάντα στις αποφάσεις μας εμπλέκεται και το συναίσθημα που πολλοί «ορθολογιστές» επιμένουν να αγνοούν!

Είναι κατανοητό ότι σε ένα ντετερμινιστικό κόσμο ελεύθερη βούληση δεν είναι δυνατό να υπάρξει. Επομένως η ελεύθερη βούληση προϋποθέτει την τυχαιότητα. Αλλά δεν ανάγεται σ’ αυτήν.  Ας δοκιμάσουμε να το εξηγήσουμε λίγο καλύτερα:

Ο  Ευτύχης Μπιτσάκης στο γλαφυρό βιβλίο του «Η ύλη και το πνεύμα», γράφει πως η ύλη έχει την ιδιότητα της αυτοοργάνωσης σε διάφορα επίπεδα. Το κάθε επίπεδο προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κατώτερου, απλούστερου επιπέδου οργάνωσης, αλλά δεν ανάγεται αναγκαστικά σε αυτό όσον αφορά τις ιδιότητες. Αυτό σημαίνει ότι σε κάθε επίπεδο νέα στοιχεία πραγματικότητας αναδύονται, ενώ άλλα εξαφανίζονται και νέες ιδιότητες εμφανίζονται, που δεν υπήρχαν προηγουμένως, ενώ η μετάπτωση από το ένα επίπεδο στο επόμενο δεν εμφανίζει καμία ασυνέχεια. Ένα μόριο νερού προϋποθέτει την ύπαρξη δύο ατόμων υδρογόνου και ενός ατόμου οξυγόνου, αλλά οι ιδιότητές του δεν έχουν καμία σχέση με τις ιδιότητες των ατόμων υδρογόνου ή οξυγόνου.  

Το  βιολογικό επίπεδο, όπου πραγματώνεται η εμφάνιση της ζωής σαν δυνατότητας της ύλης, προϋποθέτει την ύπαρξη του προβιοτικού επιπέδου αυτοοργάνωσης των οργανικών μορίων, υπό κατάλληλες φυσικοχημικές συνθήκες. Σε ακόμα ανώτερο και πιο περίπλοκο επίπεδο, που όμως προϋποθέτει την ύπαρξη των δύο προηγούμενων – το επίπεδο των εγκεφαλικών λειτουργιών του ανθρώπου - πραγματώνεται η νόηση, αναδύεται η συνείδηση και εκδηλώνεται η βούληση.

Σε κάθε επίπεδο όσο αυξάνεται η πολυπλοκότητα, νέες πιο δαιδαλώδεις και πιο πολυδύναμες μορφές αιτιοκρατίας εμφανίζονται και η σχέση αιτίων – αποτελεσμάτων γίνεται  όλο και πιο περίπλοκη, όλο και πιο χαώδης, όλο και λιγότερο προβλέψιμη. Αυτό γίνεται κατανοητό και μόνο από το γεγονός ότι στον ανθρώπινο εγκέφαλο, δισεκατομμύρια νευρώνες συνδέονται, επικοινωνούν και αλληλοεπιδρούν όλοι μεταξύ τους.

Αυτή ίσως τελικά να είναι μια καλή περιγραφή, του πως η Επικούρεια αντίληψη για την αιτιοκρατία και την τυχαιότητα, που εκφράζεται με την  παρέγκλιση, μπορεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις ελεύθερης βούλησης.

Αλλά ας επιστρέψουμε στο πρόβλημα της τυχαιότητας. Οι Επικούρειοι παρόλο που την αποδέχονται, δυσανασχετούν εντούτοις μαζί της. Ο λόγος είναι ότι αντιστρατεύεται τα αποτελέσματα της φρόνησης, της μεγαλύτερης επικούρειας αρετής. Έτσι παραδέχονται ότι «ακόμα και οι πλέον ορθολογικοί σχεδιασμοί δεν αποβαίνουν πάντα στο αναμενόμενο αποτέλεσμα, ακόμα και αν οι προβλέψεις είναι έλλογες και βασίζονται στα πραγματικά δεδομένα». (Φιλόδημος ο Γαδαρηνός Περί Παρρησίας Φ.Π. 57) και προσπαθούν να την ξορκίσουν λέγοντας ότι η τύχη λίγα μόνο εμπόδια θα φέρει στον Σοφό, ενώ αυτός τα  τακτοποιεί και θα τα τακτοποιεί όλα με βάση την φρόνησή του. «Η τυχαιότης ουδέν προς ημάς» θα ήθελε να αναφωνήσει σε αυτήν την περίπτωση ο Δάσκαλος, αλλά δεν τολμά να το κάνει και αρκείται να  κατηγορεί την Τύχη ότι δεν είναι Θεά, γιατί είναι άστατη και απρόβλεπτη ενώ συμβουλεύει ότι είναι καλύτερα να αποτύχει κανείς βασιζόμενος στην φρόνηση, παρά να πετύχει βασιζόμενος στην Τύχη!

Παρά την γκρίνια των Φιλοσόφων, εκείνο που αξίζει να αναφερθεί, είναι ότι από τις προαναφερθείσες παραδοχές των Επικούρειων, αναδύεται για πρώτη φορά στην Ιστορία, οι έννοιες της ενδεχομενικότητας και της πιθανότητας.  Αλλά η θεωρία των πιθανοτήτων δεν απέκτησε ποτέ ευγενική Φιλοσοφική καταγωγή, αφού γεννήθηκε και ανδρώθηκε στα καταγώγια και τους ναούς του τζόγου κυρίως από τον μεσαίωνα και μετά.

Σήμερα όχι μόνο η θεωρία των πιθανοτήτων, αλλά και η στατιστική και η θεωρεία των παιγνίων, δέχονται την τυχαιότητα την οποία προσπαθούν να τιθασεύσουν. Οι νέες θεωρίες υποστηρίζουν ότι τα τυχαιοκρατικά μοτίβα συχνά μιμούνται αιτιοκρατικά μοτίβα. Αυτό πηγάζει από την ανάγκη του ανθρώπου να έχει τον έλεγχο της ζωής του. Έχει την τάση να πιστεύει ότι μπορεί να επηρεάσει γεγονότα που αντικειμενικά εξελίσσονται τυχαία.

Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα σαφές κατά πόσον ο επιτυχημένος επιχειρηματίας οφείλει και σε τι βαθμό, την επιτυχία του στην ικανότητά του και σε τι βαθμό στην τύχη, ή αν ο ακριβοπληρωμένος σας χρηματιστής δεν στάθηκε περισσότερο τυχερός παρά διορατικός στις συμβουλές που σας έδωσε ως τώρα. Και τίποτα δεν εγγυάται ότι αυτές θα εξακολουθήσουν στο μέλλον να είναι το ίδιο πετυχημένες.

Κανείς δεν εγγυάται επίσης ότι το νέο αστέρι που προσέλαβε για διευθύνοντα σύμβουλο η επιχείρησή σας, θα τα καταφέρει καλύτερα από αυτόν που μόλις απολύσατε, γιατί δεν πέτυχε για τρία συνεχόμενα τρίμηνα τα προσδοκόμενα κέρδη.                        

Ούτε κανείς εγγυάται ότι ο διάσημος προπονητής που προσέλαβε η ομάδα σας χρυσώνοντάς τον από την κορυφή ως τα νύχια, θα πάρει αναγκαστικά το πρωτάθλημα! Κατά ένα ειρωνικό τρόπο, μοιραία η τύχη παίζει σημαντικό ρόλο στην ζωή του κάθε ανθρώπου! Σημαντικότερο ίσως απ’ ότι θα επιθυμούσε ο Δάσκαλος! Ο οποίος πάντως δικαιώνεται στην ρύση του: «Πάντα κατ’ ανάγκην, κατά προαίρεσιν, κατά τύχην γίγνεσθαι».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


Ηράκλειτος: Από τις απαρχές του Λόγου στο αγκάθι του σήμερα

 



 


 

Ηράκλειτος: Από τις απαρχές του Λόγου στο αγκάθι του σήμερα

 

Εισαγωγή

Αναρωτιόμουν περιδιαβαίνοντας στο διαδίκτυο, τί είναι εκείνο που μας προτρέπει να ασχολούμαστε τόσες ώρες με τα κοινωνικά δίκτυα ; Τί ν’ αναζητούμε μέσα στο βούρκο του καιρού μας; Ποια απάντηση και ποια παρηγοριά; Μήπως τελικά εκείνο που περισσότερο μας λείπει είναι η αναζήτηση και η πνευματική περιπλάνηση; Μήπως το μόνο που καταφέραμε ήταν να απολέσουμε το σφρίγος της σκέψης, τον ερωτισμό, την ανάγκη μας για συντροφιά και χαμόγελο; Ας μην τρέφουμε άλλες αυταπάτες. Το τσίρκο της πολιτικής σαβούρας και του χρηματοπιστωτικού συστήματος που αντιπροσωπεύει καλά κρατεί. Χειρότεροι ταγοί από δαύτους δεν θα μπορούσαμε να είχαμε ακόμα κι αν τους επιλέγαμε με μαεστρία έναν - έναν. Και έτσι, ξεχασμένοι σε ειδησεογραφικές μανιέρες και καταστροφολογίες όλων των ειδών, ξεχάσαμε πώς είναι να βιώνουμε συνειδητά τη ζωή μας. Γέμισε το κεφάλι μας με άχρηστους χρηματοπιστωτικούς όρους, πτωχεύσεις και ονόματα εγχώριων και εισαγόμενων ταγών.

Και γιατί επιλέξαμε τον Ηράκλειτο; - θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί. Ή τί θα μπορούσε να μας πει για το σήμερα ένας άνθρωπος που μιλούσε ελληνικά πριν από κάμποσες χιλιετηρίδες στα παράλια της Ιωνίας και έλεγε ότι αναζητούσε επίμονα τον εαυτό του («Εδιζησάμην εμεωυτόν»); Ας μην επικαλεστούμε πάλι τις ίδιες κοινοτοπίες ότι, δήθεν ήταν άνθρωπος μιας άλλης εποχής ή ότι δεν υπάρχει καμία συσχέτιση του τότε με το τώρα. Ας σκεφτούμε το χούϊ της ιστορίας να επαναλαμβάνεται και το ακόμα τραγικότερο χούϊ του ανθρώπου να μην αλλάζει ή να αλλάζει μόλις και μετά βίας... Ερευνητές, φιλόλογοι, επιστήμονες ακόμα κι εμείς θέλουμε να αποκαλούμε τον Ηράκλειτο “φιλόσοφο” κι ίσως -εν μέρει- να έχουμε δίκαιο. Μελετώντας όμως προσωκρατικούς φιλοσόφους και μάλιστα Ίωνες μοιάζουν να ‘ναι περισσότερο ποιητές, αφοριστές ή επιγραμματογράφοι. Συνεπώς, ο Ηράκλειτος φαίνεται να είναι πιο κοντά στον Ησίοδο, τον Μίμνερμο ή τον Αλκμάνα παρά στον Πυθαγόρα ή τον πολύ μεταγενέστερό του Πλάτωνα. Στην ουσία, οι προσωκρατικοί εισήγαγαν στην ανθρώπινη διανόηση την πρώτη μορφή φιλοσοφικού στοχασμού, την Οντολογία και την Γνωσιολογία, που αφορούν τη δημιουργία, την καταγωγή και την μεταστοιχείωση του κόσμου.

Βιογραφία

Για τη ζωή και το έργο του Ηράκλειτου δεν σώζονται πολλές πληροφορίες. Ωστόσο, οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι γεννήθηκε στην πόλη της Εφέσου το 544 περίπου προ χριστιανικής χρονολόγησης και έζησε μία ήρεμη ζωή 60 χρόνων, εκπνέοντας κάπου στο 484 π.κ.χ., υποφέροντας από υδρωπικία. Μάλιστα, ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει ότι ο Ηράκλειτος ρώτησε τους γιατρούς της Εφέσου τι έπρεπε να κάνει για να μετατρέψει την εσωτερική του βροχή σε ξηρασία κι επειδή εκείνοι δεν κατάλαβαν τα αινιγματικά του λόγια, κλείστηκε απογοητευμένος σε ένα στάβλο με την ελπίδα η θερμότητα της κοπριάς να διώξει το υπερβολικό νερό που τον βασάνιζε.

Έτσι καλυμμένος με κοπριά τον ακολούθησαν άγριοι σκύλοι και τον ξέσκισαν. Η ακμή της ζωής και του έργου του, σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, φαίνεται να συμπίπτει με την 69η Ολυμπιάδα (504-501 π.χ.χ.), όταν βασιλιάς των Περσών ήταν ο Δαρείος ο Α’. Πατέρας του αναφέρεται ο Βλύσων (ή Βλόσων) ή Ηράκων, από το αριστοκρατικό γένος των Ανδροκλειδών, οι οποίοι με ηγέτη τον Άνδροκλο, γιο του βασιλιά των Αθηνών Κόδρο, ίδρυσαν στη γη της Ιωνίας την υπέροχη Έφεσο. Όπως αναφέρει ο Στράβων, οι απόγονοί του ονομάζονταν βασιλείς. Είχαν τιμές, προεδρία στους αγώνες και πορφυρή επίσημη βασιλική ράβδο αντί σκήπτρου.

Ο Ηράκλειτος, λένε, υπήρξε αξιοθαύμαστο και ιδιαίτερα μελαγχολικό παιδί. Έζησε μία απλή πλην ασθενική ζωή, που διακρίνονταν από ευγένεια, ήθος, αλλά και ψυχικό αναβρασμό. Δεν γνωρίζουμε αν θήτευσε δίπλα σε κάποιον μεγάλο δάσκαλο της εποχής, καθώς ο ίδιος υποστήριζε ότι όσα γνώριζε του τα είχε διδάξει ο εαυτός του! Εντούτοις, απ’ όσα λίγα έχουν διασωθεί, διαπιστώνουμε ότι γνώριζε πολύ καλά σχεδόν όλα τα έργα των προγενέστερων φιλοσόφων, των επικών και ελεγειακών ποιητών καθώς και ό,τι σημαντικό έφτανε στη γη της Ιωνίας. Αγαπούσε την απλότητα των συλλογισμών και απέφευγε κάθε μορφή πολυμάθειας, λέγοντας: «πολυμαθείη νόον ου διδάσκει», δηλαδή, οι πολλές γνώσεις δεν έχουν τίποτα να μας πουν. Με αυτόν τον τρόπο διακρίνει την «πολυμάθεια» από την ουσιαστική και βαθειά γνώση. Μέλημά του είναι η αφύπνιση των ανθρώπων και η καθοδήγησή τους προς την Ομολογία, προς τη λογική σκέψη που καθορίζει και συνδέει τη βαθύτερη Φύση των πραγμάτων. Αν επιχειρούσαμε όμως να δούμε ποιοι μπορεί να επηρέασαν την φιλοσοφική του σκέψη, θα στρεφόμασταν στον Πυθαγόρα και την αρμονία του, στον Αναξίμανδρο και τη θεία δικαιοσύνη του καθώς και στον Ξενοφάνη με όσα έλεγε περί θείας και τέλειας νόησης. Μάλιστα, ο τελευταίος θεωρείται από αρκετούς ερευνητές ως ο πιθανότερος του δάσκαλος.

Η εποχή της δράσης του υπήρξε μεταίχμιο πολλών κοινωνικοπολιτικών αλλαγών, γεγονός που αποτυπώνεται στο έργο του, κρατώντας βέβαια τις απαραίτητες αποστάσεις από την όποια μεταφυσική της μυθολογικής παράδοσης ακόμα και τις δήθεν νεοτερικότητες που πρέσβευαν ή προσπαθούσαν να επιβάλλουν οι πολλοί. Θεός, για τον Ηράκλειτο, «εστί μέρα και νυξ, θέρος και χειμών, πόλεμος και ειρήνη, κόρος και λοιμός», επιχειρώντας πρώτος να καταργήσει την όποια επίδραση απορεί να έχει ένας «δημιουργός» θεός στον υλικό κόσμιο.

Από πολύ νωρίς ο Ηράκλειτος παραχώρησε όλα τα πολιτικά και πολιτειακά του δικαιώματα στον αδερφό του και δεν ασχολήθηκε ποτέ ξανά με τα κοινά των Εφεσίων, γιατί οι δημοκρατικοί εξόρισαν τον φίλο του Ερμόδωρο με τη δικαιολογία ότι κανείς δεν πρέπει να είναι άριστος μεταξύ τους. 
Ακόμα κι έτσι, όμως, δεν έπαψε ποτέ να βοηθά με νόμους, με τη διδασκαλία και το παράδειγμά του την πόλη, ιδιαίτερα κατά την περίοδο την πολιορκίας της Εφέσου, όπου προέτρεπε τους συμπολίτες του να είναι ολιγαρκείς για να κατορθώσουν να αντεπεξέλθουν. Υπήρξε αντίπαλος της τυραννίας όσο και του δημοκρατικού όχλου, καταδικάζοντας συχνά την αρχή της ισότητας. 
 Όταν, μάλιστα, κάποιοι από τους συμπολίτες του τον συνάντησαν έξω από τον ναό της Αρτέμιδος να παίζει βώλους με παιδιά και τον ρώτησαν για τη στάση του, εκείνος απάντησε ατάραχος: «Γιατί απορείτε, κακοί άνθρωποι; Λεν είναι προτιμότερο να παίζω με τα παιδιά από το να ζω μαζί σας και να παίρνω μέρος στην διοίκηση της πόλης;» Το μίσος για τους συμπολίτες του με τον καιρό μετατράπηκε σε μισανθρωπία κι αποσύρθηκε στα βουνά, ζώντας σαν ερημίτης. Οχλολοίδορο έσπευσαν να τον χαρακτηρίσουν όσοι τον γνώριζαν. Δεν δίσταζε μάλιστα να περιφρονεί ακόμα και τον Όμηρο ή τον Αρχίλοχο, τον Πυθαγόρα, τον Ξενοφάνη και τον Εκαταίο για πολυμαθείς και φλύαρους.

«Για μένα», έλεγε, «ένας αξίζει όσο χίλιοι όταν είναι άριστος» και συμπλήρωνε: «Καλά θα έκαναν όλοι οι ενήλικες Εφέσιοι να κρεμαστούν και να αφήσουν την πόλη στα παιδιά, γιατί εκείνοι εξόρισαν τον Ερμόδωρο, τον πιο άξιο άντρα, λέγοντας: Μεταξύ μας κανείς ας μην είναι ο πιο άξιος, διαφορετικά ας πάει αλλού και μ’ άλλους» (απ. 121). «Γιατί ποιος είναι ο νους ή η φρόνηση όλων αυτών; Πείθονται από τους λαϊκούς τραγουδιστές και δάσκαλός τους είναι ο όχλος, αγνοώντας ότι οι πολλοί είναι κακοί και οι καλοί λίγοι» . Γι’ αυτό κι έριξε στα κεφάλια των συμπολιτών του την ευχή: «Ποτέ να μην σας λείψει, Εφέσιοι, ο πλούτος, για να βγαίνει στο φως η πονηριά σας».

Φιλοσοφικό έργο - θεώρηση

Όσα γνωρίζουμε για το έργο του Ηράκλειτου, αφορούν λιγοστά αποσπάσματα με τη μορφή πεζών αποφθεγμάτων ή αφορισμών στο μοναδικό βιβλίο του με τον νόθο πιθανόν τίτλο Περί Φύσεως (ή κατά άλλους Οι Μούσες), το οποίο διακρίνονταν σε τρία μέρη με πολιτικό, θεολογικό και κοσμογονικό περιεχόμενο και αφιερώθηκε από τον ίδιο στο ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδος. Από εκεί προφανώς αντιγράφτηκε και διαδόθηκε νωρίς, γνωρίζοντάς το ο Παρμενίδης και ο Δημόκριτος. Ωστόσο, η δομή και η σύνθεση των κειμένων του είναι λεπτομερέστατα επεξεργασμένη, διατηρώντας το αινιγματικό τους ύφος. Λέγεται μάλιστα ότι, ο Ευριπίδης έδωσε κάποτε στον φίλο του Σωκράτη να διαβάσει το βιβλίο του Ηρακλείτου, και εκείνος του είπε: «Όσα κατάλαβα είναι σπουδαία, υποθέτω όμως ότι και όσα δεν κατάλαβα θα είναι εξίσου σπουδαία. Χρειάζεται όμως να είσαι δεινός κολυμβητής σαν αυτούς από τη Δήλο για να μην πνιγείς μέσα του». Ο Αριστοτέλης, από την άλλη, ανάγει το «δύστροπο» των νοημάτων του Ηράκλειτου στην ιωνική διάλεκτο που χρησιμοποιούσε. Πολύ αργότερα, ο Διογένης Λαέρτιος θα τον χαρακτηρίσει “αινιγματικό” και ο Τίτος Λίβιος “σκοτεινό”.

Ο Λόγος

Ο Ηράκλειτος, πνεύμα υπέροχα υπεροπτικό και ίσως γι’ αυτό ιδιαίτερα προσφιλές σε ‘μένα, προτιμά να μην αποκαλύπτει άμεσα το βάθος των συλλογισμών του, αλλά ούτε επιχειρεί να παραπλανήσει με κάποιον τρόπο τους ακροατές του. Άλλωστε, λαμβάνοντας υπόψη τη ρήση: «ο θεός ούτε κρύβει, ούτε φανερώνει, αλλά δίνει σημάδια», καταλαβαίνουμε την ανάγκη του να προσφέρει τη σοφία του έτσι, ώστε να εννοούν όλοι με τον τρόπο τους, χωρίς νοητικές στρεβλώσεις. Υποστήριζε ότι ο λόγος του είναι ο ίδιος Λόγος που διέπει τα πάντα, ακόμα κι αν είναι απρόσιτος στους πολλούς. Η όποια αδυναμία κατανόησης οφείλεται σχεδόν πάντα στην αντιληπτική ικανότητα των πολλών, που δεν μπορούν να συλλάβουν τον Λόγο. «Όχι εμένα», αναφέρει στο απόσπασμα αρ. 50, αλλά το Λόγο αφού ακούσετε, είναι σοφό να ομολογήσετε ότι τα πάντα είναι Ένα...».

Βέβαια, η έννοια Λόγος στο έργο του Ηράκλειτου λαμβάνει πολλαπλές εννοιολογικές ή σημειολογικές προεκτάσεις, καθώς, σύμφωνα με τον Πλούταρχο και τον Αέτιο, αποτελεί μία από τις τρεις σταθερές του κόσμου μαζί με την Ειμαρμένη και τη Δίκη. Ακόμα και ο Ήλιος, διαβάζουμε στο απ. 94, δεν μπορεί να ξεπεράσει τα μέτρα. Αλλιώς «οι Ερινύες, οι θεραπαινίδες της Δικαιοσύνης, θα τον ανακαλύψουν».

Οπωσδήποτε, ο Λόγος πέραν του θαυμαστού έναρθρου ελληνικού λόγου, αναφέρεται κυρίως στη ρυθμιστική εκείνη αρχή που διέπει το σύνολο του όντος, συνδέοντας όσα φανερά και αφανή υπάρχουν γύρω μας. «Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην παρά τω Θεώ, και Θεός ην ο Λόγος...», αναφέρει ο Ιωάννης στους πρώτους στίχους της Αποκάλυψής του. Ο Λόγος, λοιπόν, ως άξονας αλλά και ως αριθμός. Ως αρχή των πάντων και ως χρυσή τομή, ενός κόσμου εν δυνάμει αρμονικού, που περιέχει τα πάντα και τα πάντα τον περιέχουν. Γιατί για τους Έλληνες ο Λόγος αφορά πρωτίστως τον άξονα ή χρυσή τομή που «διαπερνά» κάθε εν δυνάμει ον, δίνοντάς του τη θεϊκή σφραγίδα του άρρητου δεκαδικού αριθμού 1,618. Το μυστηριώδες «Φ» του μεγάλου αρχιτέκτονα Φειδία, χάρη στον οποίο ο αισθητός μας κόσμος εκλαμβάνεται άρτιος, μεγαλειώδης, αρμονικός. Είναι το ίδιο «Φ» που συντάσσονται λέξεις και έννοιες όπως εκείνη του Φωτός, του Φαιού και της Φύσης που της αρέσει πάντα να κρύβεται.

Ο Ηράκλειτος, ως μέγας Ερμητιστής, κατέχει το κλειδί της φανερής και αφανής Αρμονίας. Μιας Αρμονίας που ενώνει με αντίρροπες δυνάμεις τα πάντα, παράγοντας αρμονικές δονήσεις και συχνότητες που συνθέτουν και αποδομούν άρτια την ύλη. Σχέσεις που έχουν κοινή αρχή τους το αυθυπόστατο Πυρ, τη φωτιά που δημιουργεί και αποσυνθέτει. Η έννοια της “Παλίντονος ή Παλίντρομος Αρμονίας” αποτελεί την πρώτη και τελειότερη διατύπωση του Υλοζωισμού. Το σύστημα της Παλίντονου Αρμονίας στηρίζεται σ’ ένα φαινομενικά διπολικό μηχανισμό δυνάμεων που εφαρμόζεται σε όλα τα στοιχεία του κόσμου, δίνοντάς τα ζωή και μορφή. Χωρίς αυτή τη σχέση το σύστημα καταρρέει. Η Ηρακλείτεια, λοιπόν, ισορροπία, είναι απαραίτητη για να συνεχίσει το οικοδόμημα να υπάρχει και να μεταστοιχειώνεται. Κι όπως ο ίδιος μας λέει στο διασωθέν απόσπασμα αρ. 8: «τα αντίθετα ταιριάζουν γιατί απ’ τις διαφορές γεννιέται η ωραία αρμονία. Τα πάντα γίνονται με την πάλη». Κι ας μη βιαστούμε να του καταλογίσουμε... ιμπεριαλιστική τάση όταν διαβάζουμε το πασίγνωστο απόσπασμα 53: «πόλεμος πατήρ πάντων». Στο απόσπασμα 80 αναφέρει ότι, ο πόλεμος είναι συμπαντικός, καθώς είναι η ίδια η δικαιοσύνη, στην προσπάθειά της να εναρμονίσει όλα όσα γεννιούνται από τη σύγκρουση και την αναγκαιότητα. Σε ό,τι αφορά τη θέση του ως προς τις αντίθετες έννοιες, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το απόφθεγμα: «τα ψυχρά θερμαίνονται, τα θερμά ψύχονται, τα υγρά ξηραίνονται, τα ξηρά υγραίνουν», το οποίο υποδεικνύει ότι οι φαινομενικά αντίθετες καταστάσεις και δυνάμεις, συνδέονται με μια συνεκτική σχέση αρμονίας. 

 Ηρακλείτεια Κοσμολογία: το Πυρ

Αν για τον Θαλή αρχή του κόσμου είναι το νερό και για τον Αναξιμένη ο αέρας, ο Ηράκλειτος βρίσκει την δική του αρχή στο αιώνιο και άναρχο Πυρ. Εκείνο το Πυρ που άλλοτε δυναμώνει κι άλλοτε εξασθενεί, χωρίς να σβήνει ποτέ του. «Τα πάντα», αναφέρει στο απ. 90, «ανταλλάσσονται με τη φωτιά και με τα πάντα η φωτιά ανταλλάσσεται, όπως ακριβώς τα προϊόντα με το χρυσάφι και το χρυσάφι με τα προϊόντα». Μία θεώρηση που έρχεται να αμφισβητήσει τις όποιες σύγχρονες παραδοχές που θέλουν την δημιουργία του κόσμου ως αποτέλεσμα μιας Μεγάλης Έκρηξης, στο χρονικό σημείο Μηδέν του σύμπαντος. Άλλωστε, ακόμα και το σύνολο της μυθιστορίας των Ελλήνων δεν αναφέρεται σ’ έναν κόσμο που δημιουργείται από το Μηδέν, αλλά συγκλίνει περισσότερο με την αέναη ύπαρξη, που περιγράφτηκε στον σύγχρονο κόσμο πολύ καλά με έναν από τους νόμους της μηχανικής, την Εντροπία. Έτσι κι αλλιώς, ο Ηράκλειτος μαζί με το Δημόκριτο αναγνωρίζονται ως επικεφαλείς των σύγχρονων φυσικών επιστημών.

Ο Ηράκλειτος, ως πρόδρομος και του μεταγενέστερου Επικουρισμού, θεωρούσε ότι ο κόσμος είναι μοναδικός, αγέννητος και αιώνιος. Το αείζωον Πυρ του Ηράκλειτου διανύει μια κυκλική τροχιά κατά την οποία μεταστοιχειώνεται σε θάλασσα, κατόπιν σε γη, για να ακολουθήσει η αντίστροφη διαδικασία μεταστοιχείωσης της γης σε θάλασσα και της θάλασσας σε φωτιά (απ. 76). Το Πυρ του Ηράκλειτου είναι μια κοσμολογική σταθερά που κινείται και μεταμορφώνεται αέναα. Η διαρκής κίνηση και μεταβολή αποτελεί το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της πραγματικότητας, το οποίο εξέφρασε ο φιλόσοφος με την εικόνα ενός ποταμού που παραμένει ίδιος, ενώ το νερό που κυλάει μέσα του αλλάζει διαρκώς. «Δεν μπορείς να μπεις», έλεγε, «στο ίδιο ποτάμι δύο φορές» (απ. 91). Στο απόσπασμα όμως 49 διαβάζουμε: «Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε, είμαστε και δεν είμαστε», σκιάζοντας λίγο τη σκέψη μας. Αντίθετα με τους οπαδούς του, ο φιλόσοφος μάλλον δεν πίστευε σε μια καθολική ροή και μεταβολή, αλλά επέμενε στη σύνδεση αυτής της μεταβολής με σταθερές παραμέτρους. Η παροιμιώδης, άλλωστε, φράση που χαρακτηρίζει επαρκώς τη φιλοσοφία του Ηρακλείτου είναι: «Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά ταυτό μένειν».

 Περί Θεού και ψυχής

Ποια να ήταν η άποψη του Ηράκλειτου για το θείο και την ψυχή; Μία ερώτηση που μόνο επιφανειακές παραδοχές μπορεί να δεχθεί, αν κρίνει κανείς από τα ελάχιστα θραύσματα του λόγου του. Ο Guthrie προτείνει να αντικαταστήσουμε τη λέξη “ψυχή” με τη “φωτιά”. Το έμψυχο Πυρ που διαβάζουμε και στον Αριστοτέλη: «Μέρος, τώρα, του αείζωου πυρός είναι και η ψυχή του ανθρώπου, για αυτό και ο άνθρωπος είναι ζωντανός όσο έχει μέσα του το θείο πυρ». Σύμφωνα με τον Μακρόβιο, «Ο Ηράκλειτος έλεγε ότι η ψυχή είναι μία σπίθα από την ουσία των άστρων». Κι αν παραδεχτούμε ότι η ουσία των άστρων είναι ο μυστηριώδης αιθέρας, συνεπώς κι η ανθρώπινη ψυχή είναι αιθέρας. Ανατρέχοντας μάλιστα στους Ορφικούς διαπιστώνουμε ότι, οι οργανισμοί αποκτούν ψυχή μέσω της αναπνοής, κάτι που ασπάζεται και ο Ηράκλειτος, αφού κατά τον Σέξτο Εμπειρικό, ο θεϊκός Λόγος προσλαμβάνεται μέσω της αναπνοής και ταυτίζεται με το αείζωον πυρ, το οποίο - όπως μας λέει ο Ιππόλυτος- ελέγχει κάθε μας σκέψη («έλεγχος πασών των αιρέσεων»).

Μέσα όμως σ’ έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο, πόσο αθάνατη μπορεί να είναι η ψυχή; Για τον Ηράκλειτο δεν τίθεται ζήτημα περί αθανασίας της ψυχής, καθώς θεωρούσε ότι η ψυχή δεν είναι κάτι περισσότερο από αναθυμιάσεις υγρών και θερμών στοιχείων και ότι μετά το θάνατο του σώματος εκείνη μετατρέπονταν σε γη και νερό. Κατά συνέπεια, ακόμα και η ύπαρξη των θεών και η αθανασία τους δε νοείται χωρίς ανθρώπους και θνητότητα (ίσως, τελικά, να μην έχουμε κι άδικο αν χαρακτηρίσουμε ως “υλιστή” τον Ηράκλειτο και πρόδρομο του Διαλεκτικού Υλισμού). Σε γενικές γραμμές, η θεότητα για τον φιλόσοφο είναι ο ενδοκοσμικός νους που δομεί την φύση, την ιστορία, το δίκαιο. Μία ψυχή υλική πλην λεπτοφυής, την οποία πρέπει να συντηρήσουμε υγιή και ισορροπημένη γιατί, όπως επισημαίνει: «Τα μάτια και τα αυτιά είναι κακοί μάρτυρες, αν η ψυχή δεν εννοήσει». Για τον Ηράκλειτο η ανθρώπινη ψυχή είναι φλόγα και ως φλόγα πρέπει να παραμένει πάντα ξερή. Με τη μέθη και το ακόρεστο πάθος υγραίνεται, πέφτει στην τρέλα και τελικά πεθαίνει...

Το αγκάθι του σήμερα - Επίλογος

Η φυσιογνωμία του Ηράκλειτου και η δύναμη του λόγου του ενέπνευσαν πλήθος στοχαστών από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας. Η σοφιστική του Πρωταγόρα θα ασπαστεί την ακατάπαυστη ροή της αισθητηριακής μαρτυρίας, ορίζοντας την κινησιοκρατία και τον άνθρωπο ως μέτρο των πάντων. Ο Πλάτων, μέσω του Κρατύλου, συγκρότησε την ιδέα πως τα πάντα οδεύουν αδιαλείπτως προς τη φθορά, καθιστώντας απαραίτητη την προσφυγή μας στο αιώνιο των ιδεών. Ακόμα και η φυσιογνωμία του Ηρόστρατου, που κατέκαυσε το ιερό της Εφεσίας Αρτέμιδας, διεκδικώντας με τον τρόπο του ένα κομμάτι αιωνιότητα, απέδειξε ότι η περιπέτεια της ζωής περνά αναπόφευκτα από την φθορά και την καταστροφή. Η γοητεία του θα φτάσει μέχρι τον Επίκουρο, τον Πλούταρχο και τον Κλήμη Αλεξανδρείας, αγγίζοντας το σήμερα μέσω του Σπινόζα, του Χόρχε Λουίς Μπόρχες και τους Χέγκελ, Μαρξ και Λένιν, οι οποίοι αναγνώρισαν στα λόγια του τον πατέρα του διαλεκτικού υλισμού. Αργότερα, ο Αϊνστάιν θα επιβεβαιώσει πειραματικά την θεώρηση του Ηρακλείτου, ταυτίζοντας την ύλη με την ενέργεια.

Πράγματι, ο Ηράκλειτος υπήρξε το έμβλημα πολλών σπουδαίων στοχαστών του περασμένου αιώνα, όπως τον Νίτσε και τον Καζαντζάκη. Ο Νίτσε θεωρεί τον Ηράκλειτο ως τον πρώτο που καταργεί τον πλατωνισμό πριν τον Πλάτωνα κι ο Καζαντζάκης θα συνθέσει ένα έργο βασισμένο εξ ολοκλήρου στην αιώνια μάχη του ανθρώπου απέναντι σε οτιδήποτε τον καθιστά ανίκανο να γνωρίσει τον εαυτό του, συνθέτοντας έναν πρωτόγνωρο υπαρξισμό που βασίζεται στην αδύναμη αλλά μεγαλειώδη φύση του ανθρώπου. Αναφέρει στον επίλογο της Αναφοράς του στον Γκρέκο\ «Ισορροπία θα πει ακινησία - ακινησία θα πει θάνατος. Μα τότε η ζωή είναι ακατάπαυστη άρνηση - αρνιέσαι ό, τι μπόρεσε, ισορροπώντας, ν ’ αντισταθεί στη φθορά - το συντρίβεις και ζητάς το αβέβαιο».

 Στα μάτια ενός ανθρώπου του σήμερα, αλλοιωμένο από το αγκάθι του δυτικού κόσμου και την αποικιοκρατική αλλοτρίωση, ένας άνθρωπος σαν τον Ηράκλειτο θα φάνταζε το λιγότερο τρελός. Κι ένας τρελός ή καλύτερα ένα αθώο παιδί, λίγο πριν τον καταπιεί το κατεστημένο του “έτσι είναι η ζωή”, “έτσι έχουν τα πράγματα” ή του “ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας”, κατόρθωσε να βγάλει με τα νύχια το αγκάθι που μπήκε βαθιά στη σάρκα του, όσο επώδυνη κι αν ήταν η αφαίρεσή του. Κατόρθωσε να αρνηθεί κάθε τι που του αφαιρεί ζωή και τον αποσυντονίζει από το θαύμα της ύπαρξης. Πολλές φορές, σκέφτομαι, είναι υπερβολικό να μας εκπλήσσει ό,τι συμβαίνει αυτά τα χρόνια στη χώρα. Νιώθω σαν να έγιναν όλα έτσι όπως έπρεπε να γίνουν. Κι ας μη βιαστούμε να βγάλουμε συμπεράσματα, πριν μελετήσουμε καλά τους μηχανισμούς που οδήγησαν στη σημερινή απόγνωση. Πόσοι, αλήθεια, από εμάς ορίσαμε ποτέ μας ένα μέτρο σύγκρισης -ας πούμε με το παρελθόν-, θέσαμε κάποιο ιδανικό ή αναζητήσαμε ποιότητες; Ή πόσοι από εμάς αναζητήσαμε την έμπνευση στα λόγια των Ελλήνων, πόσο μάλλον αιρετικών πνευμάτων όπως ο Ηράκλειτος; Άραγε, τί εννοούσε ο φιλόσοφος λέγοντας: «τα γουρούνια ευχαριστιούνται περισσότερο στον βούρκο, παρά στο καθαρό νερό» ή «τα γαϊδούρια προτιμούν τα τρώνε σκουπίδια παρά χρυσό»',

Το αγκάθι του σήμερα έχει εισχωρήσει βαθειά μέσα μας, βραχυκυκλώνοντας την επαφή με τον εαυτό μας και τους άλλους. Οι άνθρωποι θα πει ο Ηράκλειτος «δεν ξέρουν ούτε να ακούνε ούτε να μιλάνε» (απ. 19), φράζοντας κάθε δίοδο επικοινωνίας. Δεν είναι άδικο όμως αυτό; «Όλοι οι άνθρωποι έχουν μερίδιο στην αυτογνωσία και τη σωφροσύνη» (απ. 116), αναφέρει κάπου αλλού, δείχνοντας το χρέος μας, χωρίς ποτέ να χάνουμε την ελπίδα μας, ακόμα και για κάτι ανέλπιστο (απ. 18). Και αν χάσουμε τον δρόμο μας, θα βρούμε τρόπο -παρατηρώντας και μαθαίνοντας τη φύση των πραγμάτων- να επιστρέφουμε στις πατρίδες, χωρίς ποτέ να ξεχνάμε κι εκείνους που ακολουθούν (απ. 71).

Η κρυμμένη αρμονία ανατολίτη φιλόσοφου αναφέρει για τον Ηράκλειτο.

«Ο Ηράκλειτος είναι μία ύπαρξη τόσο φωτεινή, που όταν τον κοιτάς, τα μάτια σου χάνουν την ικανότητα να βλέπουν, το φως είναι πάρα πολύ για ‘σένα.

Δεν είσαι συνηθισμένος σε τόσο φως.

Γι ’ αυτό, πριν ατενίσεις τον Ηράκλειτο, πρέπει να κάνεις μερικές προετοιμασίες. Όταν μιλά ο Ηράκλειτος φαίνεται αινιγματικός, γιατί εκφράζεται αντιφατικά. Αυτοί που γνωρίζουν, πάντα εκφράζονται αντιφατικά.

Υπάρχει λόγος που συμβαίνει αυτό.

Δεν είναι αινιγματικοί, είναι πολύ απλοί.

Μα, τί να κάνουν; Αν η ζωή η ίδια είναι μια αντίφαση, τί άλλο μπορούν να κάνουν; Για να αποφύγεις τις αντιφάσεις, μπορείς να φτιάξεις τακτοποιημένες και ξεκάθαρες θεωρίες, αλλά θα είναι λαθεμένες.

Δεν θα ‘ναι αληθινές μες στην πραγματικότητα της ζωής.

Ο Αριστοτέλης είναι σαφής, είναι καθαρός.

 Μοιάζει με περιποιημένο κήπο.

Ο Ηράκλειτος είναι άγριο δάσος».    

 

 

 


 

 

Επικούρειες επιδράσεις στο Διαφωτισμό







 

 


Επικούρειες επιδράσεις στο Διαφωτισμό

Καθώς η ανθρωπότητα χαμένη

Σ' όλη τη γης κοίτωταν νικημένη

Εμπρός στα μάτια ολονών, απ' τη Θρησκεία

Που την κεφαλή επρόβαλε μέσα απ' τους ουρανούς

Σκιάζοντας με την όψης της, της φρίκης, τους θνητούς

Ένας Έλληνας ήταν αυτός που πρώτος τόλμησε ν' αψηφήσει

και σήκωσε μάτια θνητά τον τρόμο ν' αντικρύσει

αυτόν π' ούτε η δόξα των Θεών, μήδε η βοή του κεραυνού,

μήτε τ' αστροπελέκι του ανταριασμένου ουρανού

τον εταπείνωνε, μα τον τσινούσε με μήνιν πυρωμένη

η ατρόμητη καρδιά του να είναι η πρώτη που οργισμένη

τις πύλες που είχαν μανταλώσει αυτοί, της Φύσης της αρχαίας, να τσακίσει.

Ο Διαφωτισμός αποτελεί σημαντικό πνευματικό κίνημα που τοποθετείται στα μέσα του 18 αιώνα, τον οποίο οι ίδιοι οι Γάλλοι Διαφωτιστές απεκάλεσαν «Sigcle des lumigres», θεωρώντας εαυτούς ως φωτοδότες.

Αυτή η ιδεολογική, πνευματική και πολιτιστική κίνηση, που εκδηλώθηκε στη Δυτική Ευρώπη τον 18ο αιώνα, με κέντρα ακτινοβολίας και εκπροσώπους αρχικά στην Αγγλία και αργότερα στη Γαλλία, αλλά με μεγάλη απήχηση σ` όλο τον πνευματικό κόσμο της Ευρώπης.

Σκοπός του διαφωτιστικού κινήματος ήταν η απελευθέρωση του νου από τη νηπιακή εξάρτησή του, η απαλλαγή από τη θρησκευτική πρόληψη, τη μισαλλοδοξία των Εκκλησιών, την εξουσία των μοναρχιών, το σκοταδισμό.

Με το τέλος του ελληνορωμαϊκού κόσμου και την απαρχή του Μεσαίωνα, τα περισσότερα επικούρεια έργα αφανίστηκαν λόγω του περιεχομένου τους.

Το 1414  ο Πόντζιο Μπρατζιολίνι ανακάλυψε σ’ ένα γερμανικό μοναστήρι το ποίημα De Rerum Natura (Για την Φύση των Πραγμάτων) του επικούρειου Ρωμαίου Λουκρήτιου  (94-55 π.χ.χ.).

Το ποίημα αναπτύσσεται σε έξι βιβλία και εμπεριέχει την επικούρεια θεώρηση περί Φύσεως.

Ο Πιέρ Γκασεντί στα μέσα του 17ου αιώνα εμπνεύσθηκε , μια νέο- επικούρεια ατομική θεωρία, προκειμένου ν’ αντιπαρατεθεί στο φιλοσοφικό σύστημα του Ρενέ Ντεκάρτ.

Το 1884  ανακαλύφθηκε από δύο Γάλλους αρχαιολόγους στην Ιωνία, η μεγάλη επιγραφή του επικούρειου Διογένη Οινοανδέα, το μεγαλειώδες φιλοσοφικό μνημείο της ανθρωπότητας.

Το  1888  βρέθηκε στο Βατικανό μια συλλογή με επικούρειες "Δόξες" που ονομάστηκε Επίκουρου Προσφωνήσεις.

Από το έργο του Επίκουρου σήμερα σώζονται μέσω του βιογράφου του Διογένη  Λαέρτιου (3ος αιώνας μετά καινούργια χρονολόγηση.), τρεις επιστολές  και Οι Κύριες Δόξες, τα οποία αποτελούν την επιτομή του φιλοσοφικού του συστήματος, καθώς και η διαθήκη του.

Απόψεις της επικούρειας φιλοσοφίας εντοπίζονται στα έργα άλλων συγγραφέων, όπως ο Αθήναιος, ο Κικέρων, ο Σέξτος Εμπειρικός κ.α.

Επίσης έχουμε και νέα κείμενα, του Φιλόδημου, που έρχονται στο φως ακόμη και σήμερα, από τους απανθρακωμένους πάπυρους, που βρέθηκαν στην  έπαυλη του Πείσωνα το 1752, στην  Ηράκλεια (Ερκουλάνεουμ) πόλης της Ιταλίας που είχε καταστραφεί από την ηφαιστειακή έκρηξη του Βεζούβιου.

Στο πρόσφατο παρελθόν, τα επικούρεια έργα που έχουν σωθεί, εκδόθηκαν και στα νέα ελληνικά.

Είναι ελάχιστες οι αποδείξεις για το εάν ο διαφωτισμός εμπνεύσθηκε ή επηρεάστηκε από της Επικούρειες απόψεις.

Ασφαλώς η ιστορία δεν γνωρίζει παρθενογενέσεις.

Ανάμεσα στο νέο και στο παλιό υπάρχει πάντα αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε σχέση συνέχειας και  ασυνέχειας.

Η ταυτότητα όμως και η ταύτιση μ’ αυτές, του Επίκουρου τις δοξασίες, των βασικών ιδεολογικών θέσεων του διαφωτισμού δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι μέσα από την προφορική ίσως μεταφορά των αξιών του Επίκουρου και την μελέτη των ελαχίστων σωσμένων κειμένων, ο διαφωτισμός είναι η πρώτη μετά από 14 αιώνες, εφαρμογή των φιλοσοφικών απόψεων του Επίκουρου.

Η κίνηση του διαφωτισμού τοποθετείται στο πλαίσιο της Αγγλικής επανάστασης του 1688 και της γαλλικής του 1789 και οδήγησε  στην άρνηση κάθε έρευνας και ανάλυσης που είναι πέρα από τα όρια της εμπειρίας, που αποκτιέται μόνο με τις φυσικές αισθήσεις και το πείραμα.

 Ότι βρίσκεται έξω από την εμπειρία παύει να υπάρχει ως πρόβλημα.

Σύμφωνα με το διαφωτιστικό κίνημα, η γνώση δεν ταυτίζεται πια με τα μεγάλα φιλοσοφικά συστήματα που κυριαρχούσαν το 17ο αιώνα. (Καρτέσιος, Σπινόζα, Λάιμπνιτς), αλλά με την επιστήμη.

Η μηχανική κυριαρχεί στον πνευματικό ορίζοντα της εποχής.

Η δογματική έκθεση της φιλοσοφικής έρευνας απορρίπτεται και τη θέση της παίρνει η σαφής έκθεση, με σκοπό να γίνει κατανοητή από τον άνθρωπο.

Πέρα όμως από το καθαρά φιλοσοφικό μέρος του διαφωτισμού, που στηρίζεται στη λογική και στη θεωρία της γνώσης, υπάρχει και η εφαρμογή της φιλοσοφίας του διαφωτισμού στον ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό τομέα.

Η ουσία των γεγονότων είναι αυτό που ενδιαφέρει πια, όχι οι λεπτομέρειες.

Η γνώση της Ιστορίας γίνεται με άλλη βάση, με άλλα, πιο βαθιά, κριτήρια. Μεγάλη προσπάθεια γίνεται για την απελευθέρωση του λογικού από τις προλήψεις, για να αναλάβει έπειτα να οδηγήσει την κοινωνική ζωή του ανθρώπου για την χαρά της ζωής.  Ντενίς Ντιντερό

Οι κυριότερες θεωρίες του διαφωτισμού πάνω στη γνωσιολογία είναι:

1) ο ορθολογισμός, με εκπροσώπους τους Ντεκάρτ, Σπινόζα, Λάιμπνιτς, Βολφ,

2) η εμπειριοκρατία, με τους Τζών Λοκ, Χιουμ,

3) η φυσιοκρατία, με εκπρόσωπο το Ζ. Ζ. Ρουσσό,

4) ο θετικισμός, με τον Ντ` Αλαμπέρ,

5) ο υλισμός με τους Λαμετρί, και Χόλμπαχ,

6) η αισθησιοκρατία - ο σκεπτικισμός με τον Κοντιγιάκ.

Η φιλοσοφία του Επίκουρου αποτέλεσε τη βάση της ατομιστικής αντίληψης για το σύμπαν και της υλιστικής αντίληψης.

Κατά τον 19ο αιώνα, η φιλοσοφία του Επίκουρου εντυπωσίασε τον Κάρολο Μάρξ ο οποίος το 1841 έγραψε διατριβή υπό τον τίτλο: «Διαφορά μεταξύ, της φυσικής φιλοσοφίας του Δημοκρίτου και του Επικούρου», την οποία υπέβαλε στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ιέννας στη Γερμανία και με αυτήν έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα.

Αργότερα όμως, ο Μαρξ ασπάστηκε τις στωικές ιδέες του Χέγκελ για το "Πνεύμα της (προδιαγεγραμμένης) Ιστορίας".

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι μαρξιστικές κοινωνίες να έχουν ως στόχο την εκπαίδευση των ανθρώπων να κάνουν το καθήκον τους στο πλαίσιο του πεπρωμένου τους, σύμφωνα με τη στωική φιλοσοφία.

Και βέβαια δεν είχαν στόχο την εκπαίδευση των ανθρώπων να είναι ευδαίμονες βιώνοντας τη φρόνηση, την αταραξία και τη φιλία σύμφωνα με την επικούρεια φιλοσοφία.

 Πάντως, εκτός από τον Μαρξ και ο Λένιν ασπάσθηκε την περί ειδώλων γνωσιολογική αντίληψη του Επίκουρου.

Οι Σκανδιναβικές χώρες με τα σοσιαλοδημοκρατικά συστήματα, που ενδιαφέρθηκαν για την ευδαιμονία των περισσοτέρων ανθρώπων, εφάρμοσαν σε μεγαλύτερο βαθμό τις αρχές του Επίκουρου.

Παράλληλα με το ευρωπαϊκό διαφωτιστικό κίνημα δημιουργήθηκε ένα αντίστοιχο κίνημα στο χώρο της Ελλάδας.

Το κίνημα αυτό ήταν το σημαντικότερο πνευματικό κίνημα πριν από την Επανάσταση του 1821.

Η δράση του ελληνικού διαφωτισμού συμπίπτει χρονικά με το δεύτερο μισό του 18ου αι. μέχρι το 1821 και στη χρονική αυτή διάρκεια δόθηκε η ευκαιρία στον ελληνισμό να γνωρίσει ένα καινούριο πνευματικό κλίμα, που γρήγορα θα τον οδηγούσε σε καινούριες κοινωνικές μορφές.

Οι αρχές του 18ου αι. βρήκαν την αστική τάξη στην Ελλάδα να ανέρχεται και να αμφισβητεί το ρόλο των αρχόντων στην ηγεσία του Γένους.

Η ανάπτυξη αστικών εμπορικών κέντρων ήταν ραγδαία στα παράλια και τα νησιά του Αιγαίου.

Αυτά τα κέντρα, καθώς και τα κέντρα του ελληνισμού στο εξωτερικό, όπως ήταν το Βουκουρέστι, η Τεργέστη, η Βουδαπέστη, η Βιέννη κ.ά., έγιναν σιγά - σιγά οι δέκτες του ρεύματος που κυριαρχούσε τότε στην Ευρώπη, του διαφωτισμού.

 Έτσι η οικονομική και κοινωνική αυτή ανακατάταξη δημιούργησε το κατάλληλο κλίμα για να δράσει ο ελληνικός διαφωτισμός, οι σκοποί του οποίου ήταν ευθυγραμμισμένοι με αυτούς του ευρωπαϊκού, δηλαδή απαλλαγή από τις θρησκευτικές και κοινωνικές προκαταλήψεις, ανάπτυξη της διανοητικής ικανότητας του ανθρώπου και διάπλαση νέων ανθρώπων.

Οι επιδιώξεις του ελληνικού διαφωτισμού μπορούν να χωριστούν σε δύο τομείς: 

Ο πρώτος έχει εκπαιδευτικό και γενικότερα πολιτιστικό χαρακτήρα, ενώ ο χαρακτήρας του δεύτερου είναι κοινωνικός και πολιτικός.

Στον τομέα της εκπαίδευσης το διαφωτιστικό κίνημα προσπάθησε να δημιουργήσει νέα σχολεία, νέες εκπαιδευτικές μεθόδους, να πλουτίσει τις γνώσεις των Ελλήνων με σύγχρονες επιστήμες, φυσική, μαθηματικά.

Γενικότερα ο πολιτιστικός χαρακτήρας του διαφωτισμού πέτυχε να δημιουργήσει πολλές βιβλιοθήκες με καινούριες εκδόσεις βιβλίων, κυρίως κλασικών έργων. Αλλά τους διανοούμενους της εποχής απασχόλησε και διέσπασε το γλωσσικό πρόβλημα.

Ειδικότερα δημιουργήθηκαν τρία ρεύματα: Το πρώτο με υποστηρικτές τον Ευγένιο Βούλγαρη και το Νεόφυτο Δούκα ήταν υπέρ του εξαρχαϊσμού της γλώσσας. Το δεύτερο ρεύμα υποστήριζε το δημοτικισμό και είχε για εκπρόσωπους τους λόγιους του Βουκουρεστίου. Το τρίτο ρεύμα εκπροσωπούνταν από τον Κοραή, που υιοθετούσε μια "μέση λύση", δηλ. μια κοινή γλώσσα καθαρισμένη από "βαρβαρισμούς".

 

Στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα ακολουθήθηκε μια γραμμή εφαρμογής των αρχών της "πεφωτισμένης δεσποτείας" και αργότερα, μετά τη γαλλική επανάσταση, έγινε προσπάθεια αναγνώρισης των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και δημιουργίας κατάλληλου κλίματος για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.

Φορείς του ελληνικού διαφωτισμού υπήρξαν κυρίως: ο Μεθόδιος Ανθρακίτης, ο Βικέντιος Δαμωδός, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Δημήτριος Κανταρτζής, ο Λάμπρος Φωτιάδης, ο Ρήγας Φεραίος, ο Νεόφυτος Δούκας, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Άνθιμος Γαζής, ο Νεόφυτος Βάμβας, ο Ιωάννης Βηλαράς κ.ά.

Οι διαφωτιστές πρέσβευαν τον ορθολογισμό και την πίστη στην πρόοδο, αξιώνοντας αλλαγές σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δράσης, στους πολιτικοκοινωνικούς θεσμούς, την οικονομία, την εκπαίδευση και τη θρησκεία. Τάχθηκαν υπέρ της ατομικής ελευθερίας και ενάντια στην τυραννική διακυβέρνηση και την καταπίεση που ασκούσε η Εκκλησία.

Βασικός φορέας των νέων ιδεών που έφερε ο Διαφωτισμός ήταν η ανερχόμενη αστική τάξη που μέχρι εκείνη την εποχή παρέμενε αποκλεισμένη από το σύστημα της απολυταρχίας.

Ανάμεσα στους σημαντικούς εκφραστές του Διαφωτισμού τοποθετούνται ο Βολτέρος και ο Μοντεσκιέ.


Οι Διαφωτιστές Ντενί Νιντερό και Ζαν Νταλεμπέρ συγκρότησαν το ιδεολογικό υπόβαθρο του Διαφωτισμού στην Εγκυκλοπαίδεια. Σε όλα τα έργα του ο Διονύσιος Ντιντερό διέδιδε το πνεύμα του διαφωτισμού, άθρησκος και υλιστής ο ίδιος, ενάντια στις προκαταλήψεις, στη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία..

 Παράλληλα ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ διατύπωνε τη θεωρία του Κοινωνικού Συμβολαίου, προτρέποντας σε μια Ευρώπη που θα υποστήριζε τα δικαιώματα του ανθρώπου. 





          Όσο αφορά τη θρησκεία ο Βολτέρος θεωρούσε ότι ο χριστιανισμός ήταν μια καλή πίστη για καμαριέρες και ράφτες, αλλά για την ανώτερη τάξη πρότεινε έναν απλό θεϊσμό.

Αντιτάχθηκε στον αθεϊσμό και τον υλισμό του Ελβέτιου και του Χόλμπαχ.

Είναι παροιμιώδης η θέση του ότι "εάν ο Θεός δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί", που περιέχεται σε ένα από τα ποιήματά του.

Τέλος η επιρροή του Βολτέρου στην εκλαΐκευση της επιστήμης και της φιλοσοφίας του καιρού του ήταν ιδιαίτερα σημαντική.

Υλιστές του 18 ου αιώνα όπως ο Ντήτριχ Χόλμπαχ (Dietriech von Holbach, 1723-89) και ο εγκυκλοπαιδιστής Διονύσιος  Ντιντερό, χρησιμοποίησαν τη γεωμετρική αντίληψη του Θεού που αποσύρεται μετά τη δημιουργία.

Συνδυάζοντας την άποψή τους με τη μηχανιστική ερμηνεία του ζωικού βασιλείου, προώθησαν την υλιστική θεώρηση του κόσμου

 Η αμοιβαιότητα (μουτουαλισμός) είναι μία οικονομική θεωρία η οποία πρωτοδιατυπώθηκε από τον Πιέρ – Ζοζέφ Προυντόν, τον αποκαλούμενο και «πατέρα της αναρχίας», η οποία αντιτίθεται στην εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο.

   Οι υποστηρικτές του Προυντόν προσπάθησαν να εφαρμόσουν τη θεωρία του μουτουαλισμού στη πράξη και κατασκεύασαν τράπεζες, «Αμοιβαίες Πιστωτικές Τράπεζες», οι οποίες χρέωναν τους πελάτες με τόκους τόσο μικρούς, ίσα-ίσα για να καλύπτουν τα έξοδα της τράπεζας και όχι για να αποκομίσουν κάποιο κέρδος.  

          Μια μεγάλη μορφή της παγκόσμιας ιστορίας, ο Τόμας Τζέφερσον   (αγγλ. Thomas Jefferson,  13 Απριλίου 1743 – 4 Ιουλίου 1826), ο τρίτος Πρόεδρος των Η.Π.Α. (1801-1809) και κύριος συγγραφέας της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας, είχε γράψει σε επιστολή προς το φίλο του, Γουίλιαμ Σορτ, (γραμμένη στο Μοντιτσέλο της Βιρτζίνια στις 19 Οκτωβρίου 1819), τα εξής:

"Όπως λες για τον εαυτό σου, έτσι κι εγώ είμαι Επικούρειος. θεωρώ ότι η αυθεντική (όχι η πλαστή) διδασκαλία του Επίκουρου περιέχει καθετί λογικό από την πρακτική φιλοσοφία που μας άφησαν η Ελλάδα και η Ρώμη στο χώρο της ηθικής φιλοσοφίας."

Η ιστορική περίοδος των δύο αιώνων που χωρίζουν τον Γκασεντί και τον Τζέφερσον ονομάσθηκε Διαφωτισμός.

Αναμφισβήτητα η περίοδος αυτή του Δεύτερου παγκόσμιου οικονομικού κραχ που διανύουμε θα έχει ως αποτέλεσμα, ώστε κάποιοι άνθρωποι να ανοίξουν τα μάτια τους και να έρθουν σε επαφή με την πραγματικότητα, για την χαρά της ζωής των ανθρώπων, αλλά ένα μεγάλο ποσοστό όχι μόνο δεν θα χάσει την εμπιστοσύνη του προς τον καπιταλισμό, αλλά θα κάνει ό, τι είναι δυνατόν για να διαφεντέψει το σύστημα αυτό.

Όπως άλλωστε παρατηρούμε, σχεδόν σε όλο τον Δυτικό κόσμο, ακραία συντηρητικά δεξιά κόμματα κάνουν τα πάντα με σκοπό να αναρριχηθούν στην εξουσία καθώς  νέες και παλιές  εκκλησίες και δόγματα φανατίζουν μάζες ανθρώπων και Έθνη.

Εμείς που μελετάμε τις διδασκαλίες  του μεγάλου φιλόσοφου Επίκουρου καλούμαστε να εντρυφήσουμε στον Φιλοσοφικό Επαναστατικό Διαφωτισμό δίνοντας την λύση για την χαρά της ζωής στους συνανθρώπους μας.

 

 

 

 

 

 

 

Ο Ρωμιός

  Ο Ρωμιός Στον καφενέ απ' έξω σαν μπέης ξαπλωμένος, του ήλιου τις ακτίνες αχόρταγα ρουφώ, και στων εφημερίδων τα νέα βυθισμένος, κα...